Πώς είναι να είσαι Εύζωνας
Ένας συντάκτης γράφει για μία διαφορετική στρατιωτική θητεία. Μία θητεία με φουστανέλα και τσαρούχια στο στρατόπεδο της Προεδρικής Φρουράς.
- 29 ΙΟΥΛ 2013
Θα μπορούσε κάλλιστα να μπει τίτλος στο κομμάτι “όταν ο θνητός γίνεται αθάνατος”, γιατί η συγκεκριμένη έκφραση εναρμονίζεται πλήρως με το πνεύμα και τη φιλοσοφία που αποκτούν όλοι όσοι περνούν τις πύλες της Προεδρικής Φρουράς.
Θυμάμαι όταν με το σάκο στον ώμο, έχοντας κατέβει από τα Γιάννενα και αρκετά χαλαρός, όπως πιστεύω θα πρέπει να αντιμετωπίζουν όλοι τη στρατιωτική τους θητεία, πέρασα και εγώ με τη σειρά μου τα πράσινα κάγκελα του στρατοπέδου στην καρδιά της Αθήνας πίσω από τη Βουλή.
Η αντίληψη ότι δεν υπάρχουν ανθρώπινα όρια και η νοοτροπία πως το σώμα δεν μπορεί να εγκλωβίσει σε καμία περίπτωση τη θέληση του πνεύματος. Η διαδικασία μέσα από την οποία παρακολουθείς τον εαυτό σου να παραδίνεται πολλές φορές στον πόνο, όμως την ίδια στιγμή η ψυχή σου γιγαντώνεται. Φανταστείτε μία διαδικασία εκγύμνασης της ψυχής και του χαρακτήρα.
Η εκπαίδευση αρχίζει από την επόμενη κιόλας μέρα παρουσίας στην Προεδρική Φρουρά. Σίγουρα οι πρώτες μέρες δεν είναι και οι καλύτερες της ζωής σου, κάτι που είναι απόλυτα φυσιολογικό, καθώς με την ολοκλήρωση της θα αρχίσει η Ευζωνική υπηρεσία,που από μόνη της αποτελεί μια δύσκολη και επαναλαμβανόμενη διαδικασία.
Όταν κράτησα για πρώτη φορά το χαρτί με την υπηρεσία στα χέρια μου υποψήφιος ακόμα πίστευα πως δεν θα καταφέρω ποτέ να την μάθω. Να θυμάμαι όλα τα βήματα, ταυτόχρονα, να είμαι σε θέση να την εκτελέσω και να εναρμονιστούν πλήρως οι κινήσεις μου με εκείνες του ζευγαριού μου. Ο χρόνος, βέβαια δεν δικαιώνει τις πρώτες “άγουρες” σκέψεις, αφού αποδεικνύεται με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι η οικειοποίηση της από τον κάθε Εύζωνα ξεχωριστά γίνεται πολύ πιο γρήγορα από όσο θα μπορούσε να φανταστεί κανείς.
Fast forward – Τι είναι τώρα το ζευγάρι για να μην παρεξηγηθούμε. Είναι ο συνοδοιπόρος σου σε ολόκληρη την θητεία σου στην Προεδρική Φρουρά. Είναι ο άνθρωπος με τον οποίο κατεβαίνεις μαζί για υπηρεσία, τρώτε, ξυρίζεστε και γενικά κάνετε όλα τα διαδικαστικά και προβλεπόμενα πριν και μετά την Ευζωνική υπηρεσία, έχοντας βέβαια και κοινό υπηρεσιακό.
Η πρώτη βαθιά ανάσα είναι το τέλος της εκπαίδευσης. Έχεις στο μυαλό σου ότι τα δύσκολα πέρασαν, όμως στην πραγματικότητα τότε ξεκινάνε όλα. Δεν σε ενοχλεί όμως τίποτα, όλα είναι ξεκάθαρα. Προσπαθείς να εκτελέσεις όσο καλύτερα γίνεται αυτό που έμαθες, με όλο και μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, συνέπεια και συγκέντρωση. Δεν γίνεται να σε σταματήσει τίποτα. Στο μνημείο δεν είσαι ο Βασίλης Δελής ή όπως αλλιώς μπορεί να λέγεσαι. Είσαι αθάνατος, είσαι Εύζωνας, είσαι κομμάτι της παράδοσης, συνώνυμο της Δημοκρατίας και της ελευθερίας. Εθνικό σύμβολο. Δεν νιώθεις πόνο, γιατί τον πόνο τον νικάς καθημερινά. Δεν φοβάσαι γιατί δεν έμαθες να φοβάσαι. Γαλουχήθηκες με αυτόν τον τρόπο. Όταν κάθεσαι με τις αρβύλες στο καψιμί μπορεί να σκέφτεσαι την κοπέλα σου, τους φίλους σου, αναρωτιέσαι τι θα έχει για βραδινό, αλλά από την στιγμή που θα φορέσεις τα Ευζωνικά αποτελείς μέρος της ιστορίας.
Αυτό σε κάνει διπλά υπεύθυνο, φιλτράρεις το οτιδήποτε και προσέχεις κάθε στάδιο της ετοιμασίας σου. Το πρώτο στάδιο θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η διαδικασία ντυσίματος. Γυαλίζεις πρώτα τα κουμπιά και στη συνέχεια φοράς τον ντουλαμά, αφού προηγουμένως έχεις ξυριστεί, φορέσει τις διπλές κάλτσες σε κάθε πόδι με τα σπαστάκια (δύο μπροστά, δύο πίσω), τη ζώνη ανασπάστου, το σπασουάρ, το κολάν, τις καλτσοδέτες και τα τσαρούχια. Κουμπώνεσαι προσεκτικά, ελέγχει ο ένας τον άλλον και στη συνέχεια παίρνεις τον δρόμο για το εποπτείο. Το δεύτερο είναι η υπηρεσία σου.
Πραγματικά όσο ήμουν στο μνημείο δεν σκέφτηκα ποτέ τίποτα. Με το πέρασμα του χρόνου, μάλιστα πολλά πράγματα γινόντουσαν μηχανικά.
Το τρίτο στάδιο του καθημερινού μίνι κύκλου έκλεινε με την επιστροφή στο στρατόπεδο και τη συντήρηση των υλικών σου. Από την προσεκτική φύλαξη του ντουλαμά, μέχρι τον καθαρισμό στις φούντες του τσαρουχιού.
Το διάστημα πριν το επόμενο “νούμερο” συνήθως επεδίωκες να ξεκουράσεις όσο περισσότερο μπορείς ΟΛΑ τα μέλη του σώματος σου. Όταν ξάπλωνες στο κρεβάτι ειδικά τις πρώτες φορές ένιωθες στα πέλματα σου να μπαίνουν καρφιά, πολλά τσιμπήματα μαζί. Χρειάζονται μερικά δευτερόλεπτα όταν σηκωθείς για να αρχίσεις να περπατάς κανονικά. Πρωτόγνωρη αίσθηση. Σιγά – σιγά αντιλαμβάνεσαι ότι τα χέρια σου (κυρίως το αριστερό) μουδιάζουν και πάλι, προτού ξεμουδιάσουν απότομα για έναν ανεξήγητο λόγο.
Παράλληλα το ίδιο διάστημα θα ανακαλύψεις ότι υπάρχουν μπακαλιάροι και εκτός νερού, για πρώτη φορά στη ζωή σου θα απολαύσεις τη γεύση ενός κόκαλου, ενώ υπάρχει περίπτωση στα όνειρα σου να δεις γίδια να διασχίζουν τους διαδρόμους των διμοιριών. Όλα αυτά, βέβαια όταν υπάρχει ο χρόνος, η διάθεση και έχεις εκπληρώσει τις ευθύνες που σου αναλογούν.
Όπως και το δέσιμο σου με το ίδιο το στρατόπεδο γίνεται όλο και μεγαλύτερο. Γίνεται κομμάτι του εαυτού σου, θέλεις όλα να λειτουργούν άψογα και κατανοείς τον λόγο που παλιοί έρχονται στο Μνημείο και κάθονται ώρες, παρακολουθώντας τις αλλαγές. Θεωρώ ότι όλοι όσοι πέρασαν το έχουν νιώσει αυτό.
Όταν οι παλαιότερη σειρά από εσένα απολύονται και ανεβαίνουν οι νέοι στον λόχο, σου δημιουργείται η αίσθηση ότι πλέον είναι η δική σου ώρα να τους δείξεις στην πράξη όλα όσα έμαθαν για να βελτιωθούν ακόμα περισσότερο. Οι τρεις μήνες εμπειρίας στην Ευζωνική υπηρεσία που έχεις ως παλαιότερος είναι πολύτιμη για εκείνους, όπως φυσικά ήταν και για εσένα.
Συνηθίζεται άτυπα κάθε Εύζωνας να έχει έναν γιο. Κάποιον νέο, τον οποίο θα προσπαθήσει να τον βοηθήσει να προσαρμοστεί το γρηγορότερο στις ανάγκες της Φρουράς και να του λύσεις τις όποιες επιμέρους απορίες επάνω στην Ευζωνική. Πρέπει να είναι Εύζωνας της ίδιας υπηρεσίας. Δεν θα μπορούσε, δηλαδή κάποιος που φυλάει στο Προεδρικό Μέγαρο να συμβουλεύει Εύζωνα του Μνημείου. Εγώ είχα τον Σιφάκη από το Ηράκλειο της Κρήτης (εύχομαι Γιώργαρε να είσαι πάντα καλά).
Ο ρόλος σου μετά την άνοδο των νέων στον λόχο διαφοροποιείται. Έχεις την δυνατότητα να κατέβεις ως παραστάτης στις επίσημες αλλαγές της Κυριακής, αναλαμβάνεις διάφορους ρόλους, όπως δεκανέας, παρατηρητής, πύλαρχος ή ΑΜ, ενώ από τη σειρά σου θα προκύψουν και οι εκπαιδευτές του επόμενου σχολείου. Μοιράζεσαι τα πάντα με τους άλλους, νιώθεις ιδιαίτερα ικανός, έχεις πάντα ηθικό, δεν “σπας” εύκολα.
Πάντα εκεί, δεν μπορεί να σε κουνήσει κανένας. Το ξέρεις δεν ανησυχείς για τίποτα. Αισθάνεσαι ότι δεν είσαι μόνος σου, έχεις μαζί χιλιάδες, η αγάπη που παίρνεις από τον κόσμο είναι ατελείωτη, αστείρευτη.
Το τέλος της θητείας σου σε βρίσκει γεμάτο αναμνήσεις. Αλήθεια πόσοι να φωτογραφήθηκαν μαζί σου όλους αυτούς τους μήνες, πόσα σπίτια στον κόσμο να έχουν την φωτογραφία σου στο άλμπουμ τους; Τη φωτογραφία ενός ξένου. Αυτές είναι μερικές από τις δεύτερες και ασήμαντες σκέψεις που όμως περνάνε από το μυαλό σου, βλέποντας την πύλη να κλείνει πίσω σου, χωρίς να σε περιμένει αυτή την φορά να επιστρέψεις.
Ακολουθείς για τελευταία φορά την διαδρομή προς το Μνημείο, φορώντας πολιτικά ρούχα μαζί με τους υπόλοιπους. Βγαίνεις από το στρατόπεδο ακριβώς έτσι, όπως μπήκες. Με ένα σάκο στον ώμο.
Η ερώτηση που δέχομαι πιο συχνά σε σχέση με την Προεδρική Φρουρά – εκτός από το πώς το κάνατε και διάφορες άλλες τέτοιου είδους ερωτήσεις που δεν μπορώ και να απαντήσω – είναι αν θα το έκανα ξανά.
Εύκολο θα ήταν να πω ότι το ξαναέκανα. Η αλήθεια είναι όμως ότι δεν είμαι σίγουρος για κάτι τέτοιο. Το μόνο σίγουρο που μπορώ να πω αυτή τη στιγμή είναι πως είμαι πολύ χαρούμενος που το έκανα.
Υ.Γ. Αφιερωμένο στο ζευγάρι μου και αδερφό μου τον Θωμά, στον Κούκουρα τον μάγκα Πειραιώτη, στον Χατζηβασιλείου τον “Χάρο”, στον Εύζωνα “τσέπης” Κουτσούμπα, στον Τριανταφύλλου την ήρεμη δύναμη, στον Κανάκη από τη Θεσσαλονίκη και ας μην τον βλέπω πλέον, στον Στεφανέα που όταν βρεθήκαμε τυχαία πριν από κανά χρόνο στο Μνημείο ξημερώματα Σαββάτου βουρκώσαμε και συγκινηθήκαμε, στον Γκούλτα τον πιο ήσυχο – ανήσυχο Εύζωνα, στον Καμούζη, ο οποίος όταν “ξεδίπλωνε” μπορούσες να κάνεις μονόζυγο στο πόδι του, στον Καλαματιανό τον Νικητόπουλο που ψάρωνε ακόμα και… ψάρι με το βλέμμα του, στις κομαντάρες τον Σουσούνη και τον Σαββουιδάκη, τον Κανάρη που όπως μαθαίνω κάνει καριέρα ως άλλος Έλβις, στον Κεφαλάκη που ενώ μπορούσε στα 30 του να πάει σε κανένα γραφείο ήρθε στην Προεδρική Φρουρά στα ίσια και κέρδισε τον σεβασμό όλων, στον Κοντόρη το καλύτερο παιδί που είχε λύση για όλα και δεν αγχώθηκε ποτέ, στον Παπαδολιά και τον Τσουλίδη που ήταν τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους, αλλά πάντα ο ένας δίπλα στον άλλο, στον “αγαθό γίγαντα” Τεμπλαλέξη, στην κομαντάρα-αρκούδα Σιβηρίας τον Λυμπέριο, στον Γαλάνη και τον Ζαχαρίου που κάναμε συνολικά συμπληρωματικά οκτώ εβδομάδες ο καθένας και αλλάζαμε κάθε ώρα. Αφιερωμένο στον διοικητή, τους αξιωματικούς και φυσικά σε ολόκληρη τη σειρά μου, την 310. Εύχομαι να είστε όλοι καλά παιδιά.