ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Πώς είναι να επιστρέφεις στον τόπο των παιδικών σου διακοπών

11 χρόνια αργότερα, όλα τριγύρω αλλάξανε κι όλα τα ίδια μείναν.

Είχα σκοπό να ξεκινήσω αυτό το κείμενο με μια ανάμνηση από την πρώτη φορά που έκανα μαζί με τους γονείς και τον αδερφό μου καλοκαιρινές διακοπές στον Μόλυβο. Να ζωγραφίσω ξανά μια εικόνα από τα παιδικά μου χρόνια, γεμάτη παιχνίδι, αλάτι, μυρωδιές γιασεμιού, γρατζουνιές και λαδοτύρι. Ούζο τότε, δεν έπινα.

Μια ιδέα που έμοιαζε πολύ ωραία όταν τη σκέφτηκα, αλλά είκοσι μαρτυρικά λεπτά απέναντι σε μια λευκή σελίδα Word αργότερα, κάπως σταμάτησε να μοιάζει τόσο έξυπνη. Βλέπεις, την πρώτη φορά που επισκέφτηκα το συγκεκριμένο πανέμορφο χωριό της Λέσβου, πρέπει να ήμουν σε νηπιακή ηλικία και προφανώς δεν θυμάμαι το παραμικρό.

Καλύτερα εδώ που τα λέμε, μιας και ο μεγαλύτερος κατά μερικά χρόνια από μένα βαφτισιμιός των γονιών μου, παραδέχτηκε φέτος ότι η πρώτη του ανάμνηση απ’ τον μικρό Κωνσταντίνο στο Μόλυβο, περιελάμβανε εμένα να τρέχω στην παραλία γυμνός και ταυτόχρονα να κατουράω. Τόσο κουλ.

Όσο έπος κι αν θα ήταν να ξεκινούσε το κείμενο με την εικόνα να κατουράω το πόδι μου κι όποιον άλλον βρεθεί μπροστά μου, θα ήταν ψεύτικο, αφού εγώ δεν θυμάμαι την παραμικρή λεπτομέρεια από το ιδιαίτερο αυτό σκηνικό. Κι εδώ που τα λέμε, απορώ γιατί έκοψα και τη συγκεκριμένη συνήθεια.

Μπορώ όμως να μεταφέρω και να ξαναστήσω αυτούσιες, εκατοντάδες άλλες εικόνες. Από παιχνίδια στη θάλασσα, ματωμένα γόνατα παίζοντας ποδόσφαιρο και μονομαχίες μέχρι τελικής πτώσεως στο πινγκ πονγκ και το τάβλι, μέχρι τις πρώτες βραδινές βόλτες χωρίς τη συνοδεία των γονιών μου, τα πρώτα ξενύχτια μέχρι το ξημέρωμα, βραδινά μπάνια, επιτραπέζια και πάρα πολλές πλάκες.

Τα καλοκαίρια στο Μόλυβο, ήταν η απόλυτη σταθερά της ζωής μου. Μια σταθερά που την επιζητούσα και την περίμενα με ανυπομονησία, για να βρεθώ ξανά εκεί, με την ίδια παρέα, η οποία κάθε χρόνο μεγάλωνε

Μαζί με την παρέα, μεγάλωνα όμως κι εγώ. Από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, κι από εκεί στο Λύκειο και στα πρώτα φοιτητικά μου χρόνια. Άλλαζα, ωρίμαζα (τουλάχιστον δεν κατουρούσα σε κοινή θέα), όμως ο Μόλυβος ήταν πάντα εκεί. Σαν κάτι δεδομένο, σαν κάτι που δεν θα σπάσει ποτέ, έστω κι αν η παρέα σιγά-σιγά μετρούσε όλο και περισσότερες απώλειες.

Ένιωθα άτρωτος στο Μόλυβο. Επειδή το σκηνικό και οι πρωταγωνιστές έμεναν ίδια, πίστευα ότι θα με βοηθήσει να μην μεγαλώσω ποτέ πραγματικά, λες και είναι η χώρα του Ποτέ κι εγώ ο Πίτερ Παν. Μπορεί ο Μόλυβος να έχει κάστρο, όμως δεν ανήκει σε κάποιο παραμύθι κι έτσι μοιραία, ενώ εκείνος κάθε χρόνο ήταν πάνω κάτω ο ίδιος, δεν μπορούσε να εξασφαλίσει το ίδιο και για εμάς.

Κάθε καλοκαίρι που περνούσε, κάποιος από την παρέα προχωρούσε και λίγο τη ζωή του (εγώ ήμουν πάντα στους μικρότερους) και πριν από 11 καλοκαίρια, έμελλε να έρθει η τελευταία φορά που καταφέραμε να συγκεντρώσουμε αξιοπρεπή εκπροσώπηση για το τιμ του Μολύβου.

Έκτοτε, δεν επιδίωξα ποτέ ξανά να τον επισκεφτώ καλοκαίρι, γιατί ήξερα ότι τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι ίδιο. Τα γηπεδάκια, τα σοκάκια του χωριού, η θάλασσα, το πινγκ-πονγκ, το σουβλατζίδικο, το σινεμά, το 24ωρο σαντουϊτσάδικο με το photoplay, όλα θα ήταν εκεί. Αλλά χωρίς την ίδια παρέα με την οποία είχαν φτιαχτεί όλες οι ιστορίες, δεν θα είχαν την ίδια αξία.

Προτίμησα λοιπόν, να φυλάξω όλες αυτές τις ιστορίες και τους πρωταγωνιστές τους σ’ ένα πολύ ξεχωριστό κομμάτι της καρδιάς και του μυαλού μου και να προχωρήσω για να χτίσω καινούριες σε άλλα μέρη. Στο νησί βρέθηκα ξανά κάποιες φορές, αλλά ήταν σαν αυτή την ταινία με τον Χιου Γκραντ απ’ την ανάποδη: 4 κηδείες κι ένας γάμος. Στον Μόλυβο δεν πήγα καμία φορά. Μέχρι φέτος.

Τι άλλαξε; Όχι, δεν πρόκειται για σενάριο αμερικάνικης ταινίας αλλά για αληθινή ζωή, δεν προέκυψε κάποιο εντυπωσιακό reunion. Απλά, με έπεισε η κοπέλα μου για το αυτονόητο: δεν είναι δυνατόν να έχουμε σπίτι σε νησί και να μην πηγαίνουμε ποτέ. Έστω κι αν το σπίτι δεν είναι στο Μόλυβο, αλλά στην πόλη της Μυτιλήνης, αυτή τη φορά, η επιστροφή στο Μόλυβο ήταν αναπόφευκτη. Κάτι η νοσταλγία, κάτι η περιέργεια, κάτι η επιθυμία να νιώσω και πάλι ότι δεν μεγαλώνω, με έκανε να πω το ‘ναι’ σχεδόν αβίαστα και να επιστρέψω ξανά στον τόπο του εγκλήματος.

Έναν τόπο ανατριχιαστικά ίδιο, λες και ο χρόνος από τότε που έφυγα πάγωσε και κράτησε τον Μόλυβο ολόιδιο μέχρι να ξαναγυρίσω για να μην μπερδευτώ. Το μόνο που ήταν ίδιο βέβαια, ήταν το σκηνικό. Οι τότε πρωταγωνιστές έλειπαν κι εγώ δεν ήμουν πια 19, αλλά 30

Η πρώτη μέρα της επιστροφής μου εκεί ήταν παράξενη. Από τη μία χαρά, αλλά απ’ την άλλη μια βαθιά νοσταλγία για εκείνα τα χρόνια. Κάθε φορά που έβλεπα ξανά ένα -ίδιο και απαράλλακτο- στέκι του τότε, ζωντάνευαν μπροστά μου οι εικόνες. Νόμιζα ότι θα δω την παρέα μου, ότι θα δώσουμε ραντεβού για μπάσκετ το απόγευμα, μετά θα πάμε για βραδινό μπάνιο και θα κοιμηθούμε το ξημέρωμα. Η πρώτη μου, αντανακλαστική σχεδόν αντίδραση, ήταν να αρχίσω να στέλνω φωτογραφίες στον κολλητό μου, μέλος της παρέας του Μολύβου για αρκετά σερί καλοκαίρια.

Η επόμενη, ήταν να διηγούμαι ιστορίες στην κοπέλα μου, πάντα αισθανόμενος ένα τσίμπημα στο στομάχι. Όσο περνούσαν οι μέρες και πάνω στην γεμάτη κασέτα του Μολύβου έγραφα πάνω καινούριες αναμνήσεις, συνειδητοποιούσα ότι εκείνο που μου λείπει πραγματικά, δεν ήταν η παρέα αυτή καθεαυτή, αλλά εκείνη η αθάνατη αίσθηση της νεότητας. Ακόμα κι αν ήμασταν ξανά όλοι μαζί, τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο. Μοιραία, μεγαλώνεις, αλλάζεις και προσαρμόζεσαι, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν είναι κακό, δεν παύει όμως ποτέ να είναι παράξενο.

Ο Μόλυβός μου, της αθωότητας, της πλάκας, των μεθυσιών και της αθανασίας, δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά, ακόμα κι αν το σκηνικό μένει για πάντα ίδιο, ακόμη κι αν επιστρέψουν όλοι οι πρωταγωνιστές, γιατί πολύ απλά, ούτε εγώ είμαι ο ίδιος.

Φρόντισα λοιπόν, αφήνοντας τις ιστορίες του παρελθόντος να παίζουν στο background, να περάσω ωραία με την κοπέλα μου, αποδεχόμενος ότι ο Μόλυβος του 2006 με τον Μόλυβο του 2017, του 2018 και του 2030, είναι αδύνατο να έχουν πολλές ουσιαστικές ομοιότητες. Το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι να φυλάξω για πάντα τις πολύτιμες αναμνήσεις μου, να αποδεχτώ ότι ένα κεφάλαιο έχει κλείσει για τα καλά και να χαρώ το επόμενο.

Δεν έχει νόημα να δίνουμε στα μέρη μουσειακές διαστάσεις και να σταματάμε να τα επισκεπτόμαστε επειδή μεγαλώσαμε. Δεν φταίνε τα μέρη που μεγαλώνουμε, ούτε θα μείνουμε για πάντα νέοι αν δεν τολμήσουμε να πειράξουμε και να κατασκευάσουμε από την αρχή κάποιες από τις παλιές μας ιστορίες.

Ο Μόλυβος είναι ίδιος, εγώ δεν είμαι, κι όμως για ακόμη μια χρονιά πέρασα υπέροχα. Το μυστικό είναι να αφήσεις το παρελθόν στην άκρη, μια χαρά είναι εκεί που βρίσκεται, σκονισμένο σε κάποιο ντουλάπι. Μπορείς πάντα να το ανασύρεις, όμως είναι πάντα καλύτερο να φτιάξεις κάτι καινούριο, ακόμα κι αν τίποτα τριγύρω σου δεν έχει αλλάξει.

Μέχρι φέτος, για να επιστρέψω στον Μόλυβο όπως ήθελα, χρειαζόμουν χρονομηχανή. Πλέον, μου αρκεί και το πλοίο της γραμμής