Γκοτζίλα 2: Τα χειρότερα φαγητά του στρατού
Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος αναλύει με τον γνωστό, σουρεαλιστικό του τρόπο όλα όσα σερβίρονται στα μαγειρεία του στρατού. Καλή όρεξη (λέμε τώρα).
- 3 ΜΑΡ 2015
Σκέψου ένα σκοτεινό δωμάτιο, με μοναχά τις οριζόντιες γραμμές φωτός της αντηλιάς που δραπέτευε από τις γρίλιες να βάφουν τον τοίχο. Και μια αναθεματισμένη ζέστη να κάνει τα πάντα να ιδρώνουν. Τσάμπα ο μεγάλος ανεμιστήρας στο ταβάνι. Ο θόρυβος απ’ έξω γέμιζε τον αέρα: φωνές, ποδοβολητό και διακοπτόμενη βουή από το ελικόπτερο. Στη μέση του δωματίου ένα ξέστρωτο κρεβάτι και κατάχαμα ένα τηλέφωνο δίπλα από τα άδεια μπουκάλια ξεθυμασμένου αλκόολ. Το κουδούνισμα του διακόπτει αυτό που θα ονομαζόταν ύπνος αν δεν υπήρχε η αναθεματισμένη ζέστη και η διακοπτόμενη βουή από το ελικόπτερο.
Το επίμονο “ντριν” διακόπτεται από το χέρι που σηκώνει το ακουστικό. Παύση. Δεν είναι ούτε το μέρος, ούτε η στιγμή για “γεια” και “παρακαλώ”. Η άλλη άκρη της γραμμής ψιθυρίζει κάτι σαν “έχουμε πρόβλημα”. Συνηθισμένος πρόλογος. Αυτή όμως δεν ήταν η πρώτη φορά που με καλούσαν από το Oneman ούτε καν η πρώτη που δεν ήξερα το λόγο. Το παρασύνθημα εμπεριείχε τις λέξεις “φαγητό” και “στρατός”, οπότε το να πληκτρολογήσουν το νούμερο μου στο καντράν ήταν πιο προβλέψιμο από το “Ghostbusters” που ακολουθεί το “who you gonna call”.
Διάολε. Μου αρέσει η μυρωδιά του ναπάλμ το πρωί
Μου αρέσει.
Δεν θα είναι ένα ακόμη κείμενο για το πόσο χάλια πέρασα στον στρατό. Θα είναι απλά ένα κείμενο για το πόσο άσχημο είναι το φαγητό στον στρατό. Κάτι που ισχύει εξορισμού. A priori, πέρα από ελάχιστες εξαιρέσεις όπως πχ να είσαι στην Σπάρτη, ή σε μικρή μονάδα/φυλάκιο που αυτό που μπαίνει πάνω στη φωτιά δεν προορίζεται για ένα λόχο (τουλάχιστον), αλλά για λίγα μόλις άτομα, οπότε κάτι πάει και έρχεται.
Καταρχάς (κι όχι καταρχήν όπως έμαθα προσφάτως ότι πρέπει να γράφω) η παρθενική γνωριμία με το “φαγητό στρατού” είναι σαν την πρώτη γουλιά μπύρας, ενώ τις υπόλοιπες ημέρες της θητείας σου μοιάζει περισσότερο με το hangover που ακολουθεί από τη βραδιά του “ήπια τον κώλο μου”. Μακαρόνια και κοακόλα. Προσπάθεια να μας ρίξουν στάχτη στα μάτια; Check.
“Έτσι πρέπει να αισθάνονται αυτοί που δεν τρώνε σκέφτηκα” προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που δεν άδειασα το πιάτο που βρέθηκε μπροστά μου, κατάλοιπο από την ημέρα που η μάνα μου έκανε το λάθος να μου πει “φάε γιατί δεν πρέπει να πετάμε το φαγητό μας, τα παιδιά στην Αφρική πεινάνε”. Γεια σου μάνα, Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως, εκατοντάδες σουβλατζίδικα και δεκάδες διαιτολόγοι σ’ ευχαριστούν.
Να πω την αλήθεια, βέβαια, ήθελα να το κάνω και λίγο δραματικό στο μυαλό μου. Ότι είμαι τόσο χάλια που έγινε το απίστευτο, δεν έφαγα, βάζοντας παράλληλα τον εαυτό μου στο ρόλο του πρωταγωνιστή που περνάει την πρώτη ημέρα του στη φυλακή. Το μόνο που έλειπε ήταν να μου κάνουν πέσιμο οι Μεξικανοί και να σπάσω το δίσκο στο κεφάλι του πρώτου με τα γυαλιά και την μπαντάνα. Καμία σχέση βέβαια.
Μετά την πρώτη ημέρα, ωστόσο, έκοψα τις βλακείες και άρχισα να τρώω ότι έμπαινε στο πιάτο μου, εκτός από τα λαχανοοσπριοφαγητά που δεν-έτρωγα-ούτε-σπίτι-σιγά-μην-τα-φάω-εδώ. Η μοναδική στιγμή που σταμάτησα και ορκίζομαι ότι έχασα και κιλά (κιλό) ήταν τη μαύρη περίοδο που έκανα μαγειρεία. Όπου έκανα μαγειρεία σημαίνει συμφωνία με το διάβολο για να γλιτώσω τα σχοινάκια. Μικρό το τίμημα σκέφτηκα. Ζώντας όμως μέσα και από κάτω if you know what I mean (αν δεν καταλαβαίνεις απλά να πω ότι ο κανόνας των 5” στον στρατό γίνεται 5 λεπτών) την κατάσταση, απλά σταμάτησα να τρώω και ξεκίνησα να πλένω πιάτα και ποτήρια και να σκέφτομαι λογοπαίγνια με τη λέξη λάντζα.
Κατέληξα στο “ακούω Λατζατζίδη” και στον “Παρασκευά Λάντζα”, γνωρίζοντας την αποτυχία.
Ως τότε σκεφτόμουν μακαρόνια και μου ερχόντουσαν υπέροχες σπιτικές σάλτσες και μικροποσότητες (που λέει ο λόγος) τυριού, για γαριδομακαρονάδες στην Ελαφόνησο και για έντονες πέστο. Μετά από αυτό μου ερχόντουσαν εικόνες από γαζέλες να γεννιούνται, με το βοθρατζίδικο “ο Αχόρταγος” και την τριλογία του Άλιεν. Χρειάστηκε μια γερή δόση κιμά για να ξαναβάλω μακαρόνια στο στόμα μήνες μετά την απόλυση μου, αλλά μην ανησυχείτε κάλυψα το χαμένο έδαφος με διπλές προπονήσεις.
Ένα μυστικό που μαθαίνεις στο στρατό είναι ότι το Σαββατοκύριακο το φαγητό είναι καλύτερο, επειδή ακριβώς τα άτομα που βρίσκονται εντός στρατοπέδου είναι λιγότερα. Εξού και τα φαγητά της Κυριακής είναι αυτά που μοιάζουν περισσότερο από κάθε άλλο με αυτά που τρως εκεί έξω.
Αρκετά όμως μιλήσαμε για καλό φαγητό στον στρατό, όπως θα έλεγαν στο Αστερίξ στην Κορσική. Ώρα να περάσουμε στο κυρίως πιάτο (no he didn’t) δηλαδή στα χειρότερα φαγητά του στρατού
Γκοτζίλα
Ο θρύλος λέει ότι κάποτε ήταν γουρουνάκι, αν και ο όρος δεν περιορίζεται (αν περιοριζόταν δεν θα ήταν όρος, θα ήταν όριος – σε μεγάλη μέρα), αλλά πλέον χρησιμοποιείται ακόμη και σε αυτό που κάποτε έμοιαζε με μοσχάρι. Είναι τόσο κακό που έγραψε για αυτό και ο Ηλίας Αναστασιάδης. Ονομάστηκε έτσι γιατί είναι σκληρός όσο και το κρέας το μυθικού Γκοτζίλα. Κι επειδή συχνά λένε στην τηλεόραση ότι τα υλικά, είναι πιο σημαντικά από τον τρόπο μαγειρέματος, να πούμε κάπου εδώ ότι το κρέας αυτό είναι τόσα χρόνια στην κατάψυξη που κάνει τον Ψυχρό Πόλεμο να μοιάζει με ΣουΚου στην Αράχωβα. Όχι, ότι το μαγείρεμα δεν παίζει το ρόλο του. Τουναντίον. Πως έχουμε το rare, το medium rare, το medium, το medium well και το well-done ως επίπεδο ψησίματος τότε το συγκεκριμένο κρέας περνούσε άλλη πίστα, κρυφή, με το κωδικό όνομα “paint it black” που είναι και επίκαιρο λόγω στρατού και Full Metal Jacket. Πιο μαύρο και από τον Οθέλο Χάντερ.
Και πούστης και κινέζος
Το κακό με την περίπτωση του είναι ότι μπαίνει στη ζωή μας (και μετά βγαίνει με περιπετειώδη τρόπο) δύο φορές κάθε βδομάδα. Τρίτη και Πέμπτη. Η φάση του είναι τζόκερ. Μπορεί να τύχει και να είναι καλό. Μπορεί να τύχει να είναι σόλα Νο46 αριστερού παπουτσιού, μπορεί να τύχει όμως να είναι άψητο και να μην προλάβεις ούτε τουαλέτα να πας. Το μόνο καλό είναι ότι στα περισσότερα στρατόπεδα το παίζουν διπλό ταψί: ένα με κοτόπουλο κοκκινιστό και το άλλο με κοτόπουλο λεμονάτο ή με μουστάρδα. Μουστάρδα δηλαδή την ονομάζουν στον στρατό, στη Ντιζόν της λένε να περάσει έξω από την αίθουσα και να επιστρέψει με τους κηδεμόνες της. Γκουρμεδιές, όχι αστεία. Το κοτόπουλο συνοδεύεται με ρύζι κατά κανόνα άβραστο.
Αρακάς, Ιμάμ και λοιπά φαγητά-που-τρώνε-οι-μεγάλοι
Για πολλούς είναι από τα πιο safe φαγητά που μπορείς να φας στη θητεία. Αν δεν τρως όμως τέτοια – όπως εγώ – και είσαι ψευδός θα πεθάνεις από την αθυτία. Είμαι από αυτούς, βέβαια, που κάνουν κακά λογοπαίγνια (αφιερωμένα στον @thepigshaveflown) και δεν έτρωγαν ιμάμ ούτε στα καλά τους. Οπότε ιμάμ, αρακάς και παπουτσάκια έχουν κοπεί δια ροπάλου από τη λίστα, αφήνοντας μόνο τα όσπρια και δει τη φασολάδα ως το μοναδικό φαγητό που είναι όντως φαγητό στον στρατό.
Ομελέτα (ο Θεός να την κάνει)
Μεταφέρεται με πηλοφόρι και σερβίρεται με μυστρί. Οι Mitsuko είναι λιγότερο παντόφλες από την ομελέτα του στρατού, το πρώτο από τη σειρά των κακών βραδινών που προσφέρει ο Έψιλον Σίγμα. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αφράτη, αν δεν ήταν τόσο άγευστη. Αλλά… μην δουν αυγά, γάλα και πατάτες, αμέσως να το πουν ομελέτα.
Γκοτζιλάκι
Μικρό Γκοτζίλα aka κρέας κονσέρβας. Σερβίρεται το βράδυ και περνιέται για τροφή ανθρώπου. Με άλλα λόγια παρακάλα να είσαι εξοδούχος
Ταραμοσαλάτα και λοιπά συνοδευτικά
Αν υπάρχει κάτι χειρότερο από το φαγητό του στρατού είναι τα συνοδευτικά του φαγητού του στρατού. Κάτι τουρσιά, δηλαδή και κάτι ταραμοσαλάτες που βγαίνουν σε μικρά βαρελάκια. Πιο ροζ και από τα μάγουλα του Κυριάκου Παπαδόπουλου. Κάθε μικρή φτυαριά σου αφήνει μια επίγευση ταραμά, μια εσάνς να έτσι στο τέλος, προφανώς γιατί προέρχεται από την εποχή του μεσοπολέμου.
Πίτσα
Ξέρεις τι λένε για την πίτσα; Ε ότι να πίτσα είναι, πόσο κακή να ‘ναι. Ε λοιπόν το κατώτατο όριο της πίτσας είναι αυτή που τρως στον στρατό. Τόση ώρα ψάχνω να βρω το αντίθετο του “αφράτη” και έχω κολλήσει. Πάντως η φάση δεν είναι καθόλου όπως το γνωστό ανέκδοτο με το “πίτσα γαμώ”.
Γεμιστά χωρίς φέτα (δεν ξεχνώ)
Το προσωπικό μου career-low στον στρατό, η χειρότερη στιγμή της θητείας, το δευτερόλεπτο που έφτασα πιο κοντά από ποτέ στο να πάρω αναβολή, ήταν όταν μας έβγαλαν γεμιστά χωρίς φέτα. ΧΩ-ΡΙΣ ΦΕ-ΤΑ. Είπαμε, να υπηρετήσουμε την πατρίδα, αλλά έχουμε και μια αξιοπρέπεια.
Προφανώς υπάρχουν εξαιρέσεις, άνθρωποι που δεν τους ενδιαφέρει τόσο πολύ τι τρώνε ή μανάδες που δεν μαγειρεύουν τόσο καλά όσο η δική μου. Υπάρχουν και φαγητά που είναι υποφερτά όπως για παράδειγμα η φασολάδα, ή τα λαδερά για όσους τα τρώνε τουλάχιστον.
Όπως και να ‘χει κάνε υπομονή να φύγεις από το κέντρο και να πας στη μονάδα, γιατί εκεί σίγουρα θα υπάρχουν παραγγελίες απ’ έξω το βράδυ. Διαφορετικά οπλίσου με υπομονή, πήγαινε στο ΚΨΜ -γιατί ως γνωστόν τα πατημένα κρουασάν μειώνουν τη θητεία- κάνε λίγο δίαιτα δεν πειράζει να βγει και κάτι από αυτό το 9μηνο και προς Θεού μην πας στα μαγειρεία. Πως ρωτάνε οι μικροί “πως γίνονται τα παιδιά”, ενώ στην πραγματικότητα δεν θα ήθελαν να ξέρουν; Έτσι και στον στρατό. Δεν χρειάζεται να δεις ποτέ πως παρασκευάζεται ο γκοτζίλα. Ρώτα και μένα που πήγα και παραλίγο να μου καταστρέψουν μια για πάντα την έννοια “μακαρονάδα”.