Το εκρηκτικό κάψιμο του Ιούδα στη θάλασσα της Ερμιόνης
Ένα πασχαλινό έθιμο με παγανιστικές ρίζες που ανήκει σήμερα στα πλέον αμφιλεγόμενα. Μεταφερόμαστε στο γραφικό λιμάνι της Ερμιόνης τη νύχτα της Λαμπρής, όταν το ομοίωμα του Ιούδα πυρπολείται μέσα στο νερό.
- 5 ΜΑΙ 2024
Ένα κομβόι από καΐκια σαλπάρει από το κεντρικό λιμάνι της Ερμιόνης, εκτελώντας μια αργή κυκλική νηοπομπή γύρω απ’ το πελώριο αχυρένιο ανδρείκελο που εντός ολίγου θα παραδοθεί στις φλόγες. Το κόκκινο φως και οι καπνοί από τα καπνογόνα που κρατούν οι βαρκάρηδες καθώς πλέουν μέσα στο σκοτάδι δημιουργούν ένα σπάνια ατμοσφαιρικό σκηνικό για τους χιλιάδες κατοίκους και επισκέπτες της κωμόπολης που εκείνη την ώρα παρακολουθούν το θέαμα από την απόσταση της προβλήτας.
Αναστάσιμες ψαλμωδίες αντηχούν δυνατά από τα μεγάφωνα, ώσπου ένα καΐκι ξεστρατεύει από τον περίπλου (ο αρχηγός της παρέας, όπως θέλει κανονικά η παράδοση) και προσεγγίζει την ξύλινη σχεδία με το ομοίωμα, διακόπτονται οι ψαλμωδίες, τα φώτα σβήνουν και αμέσως μετά η νύχτα γίνεται απότομα μέρα – ο Ιούδας φλέγεται με μανία από τα εύφλεκτα υλικά και τα άχυρα που ήταν παραγεμισμένος, σκάνε εκατοντάδες πυροτεχνήματα, φωτοβολίδες, βεγγαλικά, ενώ λέιζερ σχηματίζουν στον ορίζοντα χαρμόσυνα μηνύματα. Ο κόσμος αγκαλιάζεται και ανταλλάζει ευχές, ενώ το γλέντι της Λαμπρής στο γραφικό λιμάνι θα συνεχιστεί με παραδοσιακούς χορούς και μουσική από τοπικούς συλλόγους.
Το κάψιμο του Ιούδα (ή Γιούδα) απαντάται σήμερα σε δεκάδες σημεία ανά τη χώρα με πιο ξακουστές περιπτώσεις τα χωριά της Κρήτη, της Κεφαλονιάς, τη Μονεμβασιά αλλά και την Ερμιόνη, όπου βρέθηκε για φωτορεπορτάζ το πρακτορείο Associated Press.
Είναι μια πράξη που συμβολίζει την τιμωρία για την προδοσία και τη φιλαργυρία, έννοιες οι οποίες στο πλαίσιο της χριστιανικής παράδοσης αποδίδονται στον μαθητή που πρόδωσε τον Ιησού με αντάλλαγμα τριάντα αργύρια, κατά τα γραφόμενα της Καινής Διαθήκης. Στην Ερμιόνη το έθιμο τελείται τη νύχτα της Λαμπρής, έχοντας αναβιώσει τη δεκαετία του 1970 από μια παρέα Ερμιοτών και τη συμβολή του τοπικού πολιτιστικού συλλόγου ΛΑΣΟΣ.
«Με το έθιμο αυτό οι παππούδες μας ξόρκιζαν την προδοσία, τη φιλαργυρία, το κάθε κακό και μέσα από τις φλόγες και τους καπνούς εξυμνούσαν το πνεύμα της αγάπης και της συμφιλίωσης», είχε αναφέρει σε παλαιότερη Ανάσταση η Κατερίνα Σκούρτη, τότε προϊσταμένη του Νηπιαγωγείου Ερμιόνης.
Το συμβολικό κάψιμο ανδρείκελου είναι στην ουσία παγανιστικό έθιμο, του οποίου οι ρίζες χάνονται μέσα στους αιώνες, με διαφορετικές παραλλαγές αλλά και προσωποποιήσεις στη θέση του μισητού σκιάχτρου ανά εποχή. Με την επικράτηση του χριστιανισμού, όπως έχει παρατηρήσει ο σπουδαίος λαογράφος του 20ου αιώνα Γεώργιος Μέγας, το πρόσωπο του Ιούδα πήρε τη θέση την οποία κατείχε παλιότερα στην ελληνική συνείδηση ο Οιδίποδας. Μόνο που για αδιευκρίνιστους λόγους ο Ιούδας έγινε παράλληλα σύμβολο για τον λαό των Εβραίων.
Υπάρχουν αμέτρητες αναφορές από τις λαϊκές παραδόσεις, τα παραμύθια, τα τραγούδια και τις παροιμίες που δείχνουν ότι οι λέξεις «Ιούδας» και «Εβραίος» χρησιμοποιούνται μετωνυμικά, δηλαδή η μία στη θέση της άλλης. Έτσι, όλα τα χαρακτηριστικά που αποδίδονταν στον προδότη, φιλάργυρο, καιροσκόπο και δόλιο Ιούδα βρέθηκαν να συνοδεύουν την εικόνα του Εβραίου, με το έθιμο της πυρπόλησης το Πάσχα να έχει τελικά σαφή ρατσιστικό χαρακτήρα. «Ράτσα, κεράτσα / δώσ’ μια κληματσίδα / να κάψουμε τον Οβριγιό / πώχει πολλή κασίδα», περιγράφει στο ημερολόγιό του να τραγουδούν τα παιδιά στην ανατολική Θράκη ο Καλλισθένης Χουρμουζιάδη, αρχές του 20ου αιώνα.
Το ομοίωμα ήταν ο αποδέκτης του συλλογικού μίσους.
Η Ιερά Σύνοδος, με αλλεπάλληλες εγκυκλίους της τα έτη 1891, 1910 και 1918, προέτρεπε τον ελληνικό λαό να εγκαταλείψει το έθιμο της καύσης του Ιούδα γι’ αυτόν τον λόγο. Έχουν καταγραφεί μάλιστα τεταμένες συγκυρίες στα τέλη του 19ου αιώνα, που το επίμαχο έθιμο του στεκόταν αφορμή για πογκρόμ και επιθέσεις με πυροβολισμούς σε σπίτια Εβραίων, όπως στη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα το 1891.
Θα μπορούσαμε άραγε να θεωρήσουμε ότι στις τωρινές συνθήκες το έθιμο έχει πια απαλλαχτεί από τη μισαλλοδοξία; Ότι το ανδρείκελο έχει αποκοπεί από τους Εβραίους και τον αντισημιτισμό, και ότι η πυρπόληση γίνεται καθαρά για το θέαμα και όχι για το λιντσάρισμα; Δύσκολη η απάντηση, σε μια εποχή που ο συντηρητισμός και η άκρα Δεξιά κερδίζουν έδαφος σε ευρωπαϊκή κλίμακα, αλλά ταυτόχρονα θα ήταν αφοριστικό να απορρίψουμε καταγγελτικά το έθιμο, διότι ξεχνάμε έτσι τη λειτουργία της κάθαρσης.
Όπως είχε τονίσει ο Αυστριακός συγγραφέας Walter Puchner επί του θέματος, «ο συλλογικός χλευασμός δεσμεύει και εκτονώνει τα αρνητικά αισθήματα, τα οποία θα μπορούσαν να διαταράξουν την κατάνυξη και την ψυχική καθαρότητα, εκείνη τη γαλήνια ετοιμότητα να ακουστεί το χαρμόσυνο άγγελμα της Ανάστασης που φέρνει αγαλλίαση για τον θάνατο του θανάτου».