Το καλοκαίρι του 2020 θα είναι βασανιστικό
- 19 ΜΑΙ 2020
Τι θα είναι όμως ένα καλοκαίρι χωρίς τους συνωστισμούς; Χωρίς τις συναυλίες ή τα πάρτι ή απλά τις μαζώξεις (παραπάνω από 10 ατόμων) στις ταράτσες της πόλης; Προχθές, στο τέλος του πρώτου κανονικά καλοκαιρινού σαββατοκύριακου του 2020, καθόμουν και χάζευα στο ίντερνετ. Το ένα έφερε το άλλο και ξέρετε πώς είναι αυτά…μπήκα να δω στο youtube βίντεο από live των Iron Maiden. Τελικά έφτασα και σε εκείνο το live που έκαναν τον Ιούλιου, ακριβώς στη μέση του καλοκαιριού. Στη Μαλακάσα.
Μια ιστορία ενός κανονικού καλοκαιριού
Οι προηγούμενες μέρες εκείνου του live, ε, δεν ήταν και πολύ μαγικές για μένα. Ξεκινώντας από την ημέρα του τελικού του Μουντιάλ, είχα ανεβάσει πυρετό. Επί μια εβδομάδα ήμουν σε μια φάση χαρμολύπης που πήγαινε ανάλογα με την πορεία ενός σπαστικού πυρετού που ανεβοκατέβαινε από τους 37 στους 39 και μετά πάλι στους 37. Η βεβαιότητά μου ότι θα δω τους Maiden άρχισε να ξεθεωρίζει, όταν το πρωί της προηγούμενης είχα σηκώσει και πάλι πυρετό. Το αποφάσισα ότι ίσως ήταν η ώρα να πάω στον γιατρό.
Το ίδιο απόγευμα, λοιπόν, μπήκα στο ιατρείο του παθολόγου μου.Έχετε παρατηρήσει πόσο δυνατά ακούγονται οι δείκτες του ρολογιού, όταν σε εξετάζουν και οι γιατροί. Δεν ξέρω αν όλα τα ιατρεία έχουν τρομερή απομόνωση. Μάλλον είναι θέμα mood. Πηγαίνοντας στον γιατρό η κανονική σου ζωή με τη φασαρία, τις φωνές, τη μουσική, τα κορναρίσματα μπαίνει σε μια παρένθεση. Παίρνεις βαθιές ανάσες όσο κάποιος προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει μέσα σου. Αν σου πει ότι όλα είναι καλά, κλείνεις την παρένθεση. Λίγο πριν τον αποχαιρετήσει, οι λεπτοδείκτες του ρολογιού κάνουν πολύ λιγότερο θόρυβο. Βασικά δεν τους ακούς πια. Δεν σε ενδιαφέρουν.
Όταν τελείωσε εκείνη η εξέταση, ο γιατρός μού μίλησε για λοιμώδη μονοπυρήνωση. Ομολογουμένως τρομακτικός ιατρικός όρος από μόνος του. Θυμόμουν ότι την πρωτοείχα ακούσει όταν ένας από τους φίλους μου στο γυμνάσιο είχε αρρωστήσει με αυτό το περίεργο πράγμα. Έλειπε 40 μέρες από το σχολείο. Ήξερα ότι δεν είναι τίποτα επικίνδυνο αλλά έβλεπα ένα ολόκληρο καλοκαίρι να γκρεμίζεται μπροστά στα μάτια μου. Δεν ήταν και για να ενθουσιάζεσαι. Μου είπε να πάω να κάνω εξετάσεις αίματος. Στο τέλος μου τόνισε ότι το πιο πιθανό ήταν να είναι καμιά απλή ίωση αλλά καλό θα ήταν να σιγουρευτούμε με μια εξέταση αίματος.
Γύρισα σπίτι. Η βεβαιότητα μου έγερνε προς το ότι τελικά δεν θα έβλεπα τους Maiden. Βασανιστήριο. Το μόνο καλό νέο ήταν ότι είχα να ανεβάσω πυρετό από το πρωί. Και αυτό παίζει να συνέβη για πρώτη φορά από τη μέρα που εκδήλωσα συμπτώματα. Το επόμενο πρωί, χωρίς πυρετό. Νέα ησυχία στην αναμονή για να μου πάρουν αίμα. Είπα μια καλημέρα. Μια ηλικιωμένη κυρία και μια μεσήλικας που είχε έρθει με τον έφηβο γιο της απάντησαν στην καλημέρα μου. Ομολογουμένως σε πολύ πιο χαρούμενο τόνο από μένα. Μετά νέα ησυχία. Νέοι λεπτοδείκτες. Τελικά, έκανα τις εξετάσεις μου και γύρισα σπίτι. Θα μάθαινα το απόγευμα με κάποιον τρόπο που δεν ξέρω, αν έχω λοιμώδη μονοπυρήνωση.
Μετά από λίγες ώρες άρχισαν οι πρώτες φωτογραφίες από την παρέα μου που ξεκινούσε για τη Μαλακάσα. Εκεί ίσως είναι που πήρα την απόφαση ότι δεν θα την πάλευα να το χάσω αυτό το πράγμα. Θα έκανα όμως κάποιες ανούσιες θυσίες. Απλά για να καθησυχάσω τον εαυτό μου ότι τον πρόσεχα. Δεν θα πήγαινα από το μεσημέρι με τον τίγκα ήλιο. Δεν θα έπαιρνα το αυτοκίνητο σε περίπτωση που έτρωγα καμιά ζαλάδα -ιδίως στην επιστροφή. Πυρετό δεν είχα. Τελικά ξεκίνησα προς τη Μαλακάσα παίρνοντας το ΚΤΕΛ. Δεν είναι ότι ένιωθα και τέλεια. Όταν βγήκαμε στην Εθνική Οδό τα πάντα ήταν γεμάτα.
Είχες μια αίσθηση ότι μια ολόκληρη πόλη μετακινούνταν προς τα βόρεια. Για μια συναυλία. Κάπου εκεί ήταν που είχα μάθει από το τηλέφωνο ότι οι εξετάσεις ήταν καλές. Η ύπαρξη των social media κάνει την πίεση για διασκέδαση πολύ ασφυκτική το καλοκαίρι. Βλέπεις ξαπλωμένος στον καναπέ σου το ένα μετά το άλλο τα στόρι από μπαρ, παραλίες, συναυλίες. Και μετά ίσως και να τα βάζεις με τον εαυτό σου που δεν διασκεδάζει αρκετά. Ίσως αυτό να είναι και το πιο μισητό πράγμα του καλοκαιριού για μένα.
Η πίεση για μια τέτοια συναυλία όμως θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Έφτασα μετά από πολλή ώρα, καθυστερήσεις και μια πρωτοφανή τύχη να βρω την παρέα μου μετά από 10 λεπτά ψαξίματος ανάμεσα σε 20.000 ανθρώπους. Ήταν ακριβώς στην έναρξη της συναυλίας. Είχαμε προλάβει απλώς να βάλουμε κάποιους κανόνες του τύπου “θα κάθομαι λίγο πιο μακριά” και “δεν θα ακουμπάω τα χείλη μου πίνοντας από φλασκί”. Μου το που έπαιξε το πρώτο κομμάτι προφανώς παρασυρθήκαμε και μαζί παρασύρθηκε και ο πρώτος από αυτούς τους κανόνες. Στο κάτω-κάτω μια ίωση ήταν. Και να κόλλαγαν, ε, άξιζε τον κόπο. Τα μπαλαντζάρεις και λές: Kαλύτερα να το ζήσω με τους λιγότερους δυνατούς κανόνες, παρά να έχω αυτή την ενοχή από την αρχή μέχρι το τέλος.
Αντέχουν οι κανόνες τη ζέστη του καλοκαιριού;
Αυτό το καλοκαίρι, το καλοκαίρι του 2020, λογικά δεν θα έχει τέτοιες ιστορίες. Πραγματικά προσπαθώ επί 700 λέξεις να αποφύγω τη λέξη ‘ξεγνοιασιά’ αλλά, συγγνώμη, γονάτισα. Αν υπάρχει κάτι που κάνει το καλοκαίρι κάτι διαφορετικό από ένα απλό μετεωρολογικό βασανιστήριο είναι ακριβώς αυτό. Ότι σου δίνει τη (ψευδ)αίσθηση της ελευθερίας. Ότι τα όρια κάπως θολώνουν και σου επιτρέπεται να κάνεις πράγματα που υπό άλλες συνθήκες δεν θα έκανες. Ότι τελικά παράγει ιστορίες εντός αυτού του πλαισού. Η ιστορία που αφηγήθηκα για το 2018 δεν ήταν τίποτα ιδιαίτερο. Τώρα όμως;
Αυτό το καλοκαίρι όμως δυστυχώς θα είναι τελείως διαφορετικό. Φοβάμαι ότι θα είναι και πολλά από τα επόμενα καλοκαίρια. Ήδη σκέφτομαι πόσο εκτός τωρινής κατάστασης είναι όλες εκείνες οι μέρες του Ιουλίου του 2018. Σαν κομμάτια μιας πρότερης ζωή που μοιάζει απίστευτα μακρινή, παρότι είναι πραγματικά πολύ κοντά. Μιας εποχής που ομολογώ ότι δεν θεωρώ πολύ πιθανό να ξαναζήσουμε.
Γιατί αυτό που ζούμε είναι πολύ σημαντικό για να μπει σε μια παρένθεση και γιατί σύμφωνα με τους ειδικούς θα πρέπει να συνηθίσουμε στην ιδέα της απειλής των μικροβίων. Ακόμα και αν βρεθεί το εμβόλιο, πάντα από εδώ και πέρα θα είμαστε η γενιά που βίωσε μια πανδημία. Με αυτό το βιωματικό οπλοστάσιο, λοιπόν, ίσως θα δυσκολευόμαστε πολύ περισσότερο να αγκαλιάζουμε κάποιον άγνωστο σε μια συναυλία. Πολύ περισσότερο να αγκαλιάσουμε έναν γνωστό μας που ξέρουμε ότι έχει πυρετό. Μια αυτόματη καχυποψία θα μας ακολουθεί σε κάθε συνωστισμό. Ακόμα και αν δεν υπάρχει ο πραγματικός κίνδυνος που υπάρχει και σήμερα.
Όλα όσα ζήσαμε όλον αυτόν τον καιρό μοιάζουν σαν να είναι το ακριβώς αντίθετο από αυτό που έχουμε στο μυαλό μας ως καλοκαίρι. Η εικόνα ενός τύπου που απολυμαίνει την ξαπλώστρα πριν κάτσω, τα μαγαζιά στα οποία θα επιτρέπεται μέχρι ένα συγκεκριμένο όριο ανθρώπων και μέχρι ένα συγκεκριμένο όριο διασκέδασης. Χωρίς μουσικές. Χωρίς αλκοόλ. Χωρίς ελεύθερες παραλίες. Χωρίς πάρτι σε ταράτσες. Χωρίς να πίνει ο ένας από την μπίρα του άλλου. Ή χειρότερα ίσως. Με όλα αυτά, σε περίπτωση χαλάρωσης ή μη ακολουθίας των μέτρων, αλλά με μια ενοχή στην άκρη του μυαλού σου.
Συνήθως τέτοιου τύπου κείμενα κλείνουν με μια θετική οπτική. Με μια γενικολογία που ανατρέπει λίγο όσα προηγήθηκαν. Ίσως από μια ναρκισσιστική προσπάθεια του δημιουργού τους να μη φανεί μίζερος. Δυστυχώς εν προκειμένω δεν βρήκα κάτι. Εδώ ήταν ο χώρος αποκλειστικά για γκρίνια.
Σε μια από τις πρώτες ασυνείδητες ποιητικές της προσπάθειες, η τρίχρονη ανηψιά μου είχε ρωτήσει τη μητέρα της αν οι κανόνες έχουν μάτια. Και αυτό είναι πραγματικά ένα πολύ καλό ερώτημα. Oμολογώ ότι δεν ξέρω αν έχουν μάτια. Μπορώ να είμαι όμως βέβαιος ότι δεν ταιριάζουν με το καλοκαίρι. Με τον τρόπο που δεν ταιριάζει ένας τύπος με κουστούμι και γραβάτα σε μια παραλία. Με τον τρόπο που δεν ταιριάζει να βρίσκεσαι με ανθρώπους αλλά να κρατιέσαι σε μια απόσταση από αυτούς, ακριβώς επειδή τους εκλαμβάνεις ως πιθανή απειλή για την υγεία σου. Ίσως όμως και να το συνηθίσουμε. Και αυτό θα είναι το πραγματικά χειρότερο σενάριο.