Ekrem Ιmamoglu: Ποιος είναι ο μεγάλος εσωτερικός αντίπαλος του Erdogan
O Ekrem Imamoglu είναι ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης με μια διαρκώς αυξανόμενη δημοφιλία και με μια ηπίων τόνων αντιπολίτευση προς τον Erdogan.
- 27 ΙΟΥΛ 2020
Το 2002 ο ανερχόμενος συντηρητικός πολιτικός Recep Tayyip Erdogan πετύχαινε μια πολύ σημαντική νίκη στην Τουρκία απέναντι στον μεγάλο του αντίπαλο, τον κεμαλιστή και σοσιαλδημοκράτη, Deniz Baykal. Αυτή ήταν μόνο η πρώτη από τις πολλές εκλογικές νίκες του Erdogan. Ο ίδιος υπηρετεί ως αδιαμφισβήτητος ηγέτης της χώρας ως Πρωθυπουργός (ως το 2014) και ως Πρόεδρος της χώρας (μέχρι σήμερα). Νίκες σε εθνικές εκλογές και πολύ σημαντικά δημοψηφίσματα έρχονταν η μία μετά την άλλη. Μέχρι τουλάχιστον τις δημοτικές εκλογές του 2019 και την εμφάνιση του Ekrem Imamoglu. Eνός πολιτικού με ένα κάπως πιο σοβαρό προφίλ από τον Erdogan.
Ο Ekrem Imamoglu γεννήθηκε το 1970 λίγο έξω από την Τραπεζούντα. Ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με το ποδόσφαιρο αλλά και με το handball, τα οποία παράτησε προκειμένου να επικεντρωθεί στις σπουδές του. Έτσι, αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης με πτυχίο στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, ενώ έχει και μεταπτυχιακό στη Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού. Σύντομα συνδύασε το πάθος του για τον αθλητισμό με τις σπουδές του. Έγινε manager της Trabzonspor αλλά και αντιπρόεδρος της ομάδας στο μπασκετικό τμήμα.
To 2008 o Imamoglu γράφεται στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα της Τουρκίας και σύντομα γίνεται ο πρόεδρος της νεολαίας του κόμματος. Λίγα χρόνια μετά, το 2012, εκλέγεται δήμαρχος του Beylikdüzü, ενός δήμου που βρίσκεται στην ευρωπαϊκή πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Kρατώντας ένα ήρεμο προφίλ αλλά και έχοντας μια σχετικά επιτυχημένη δημαρχία, ο Imamoglu θέλησε το 2019 να κάνει το μεγάλο βήμα. Έθεσε, λοιπόν υποψηφιότητα για τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης. Μια υποψηφιότητα που φάνταζε πολύ δύσκολη.
Πρώτα από όλα, γιατί η κεμαλική αντιπολίτευση είχε περισσότερα από 20 χρόνια να εκλέξει δήμαρχο. Το συντηρητικό κόμμα και οι ισλαμιστές κέρδιζαν διαδοχικές εκλογές στην περιοχή. Δεν ήταν βέβαια μόνο η κακή παράδοση του κόμματός του που δυσχέραινε την προσπάθειά του. Ο Imamoglu είχε απέναντι του τον ίδιο τον Erdogan και όλο το σύστημα εξουσίας του. “Όποιος ελέγχει την Κωνσταντινούπολη, ελέγχει και το κράτος” συνήθιζε να επαναλαμβάνει πριν την ήττα του κόμματός του o Εrdogan. Ο ίδιος εξάλλου, πριν γίνει Πρωθυπουργός, είχε υπηρετήσει και ως δήμαρχος στην πόλη. Προσπάθησε, λοιπόν, με κάθε τρόπο να μη χάσει τον έλεγχο του πραγματικού κέντρου της χώρας.
Πρώτα από όλα, λοιπόν, τοποθέτησε ως αντίπαλο του Imamoglu ένα βαρύ όνομα, τον Binali Yildirim. Πολύ έμπειρος πολιτικός που είχε μάλιστα διατελέσει Πρωθυπουργός στην Τουρκία για δύο χρόνια. Μεταξύ του 2016-2018. Η επιλογή ενός τόσο σημαντικού στελέχους του AKP αποδείκνυε τη σημασία που έδινε ο Erdogan στη συγκεκριμένη εκλογική διαδικασία. Ο Yildirim όμως δεν τα κατάφερε. Μετά από μια πολύ φορτισμένη και έντονη εκλογική διαδικασία, ο Imamoglu κατάφερε να πετύχει μια σπουδαία νίκη στο νήμα και να εκλεγεί δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης με 48,77% έναντι 48,61%.
Η βραδιά των εκλογών ήταν ακόμα πιο έντονη. Ο Yildirim που αρχικά προηγούνταν αλλά έβλεπε ότι η ψαλίδα έκλεινε συνεχώς βγήκε και με μια βιαστική δήλωση δήλωσε ότι ήταν ο νικητής. Πριν τελειώσει η καταμέτρηση. Το Πρακτορείο Anadolu σταμάτησε τότε σε όλη τη νύχτα να ανανεώνει τα αποτελέσματα. Ο Imamoglu αρνήθηκε να δεχτεί την ήττα και τόνισε ότι σύμφωνα με τις δικές του μετρήσεις προηγούνταν με 29.000 ψήφους του αντιπάλου του. Απαίτησε από το Πρακτορείο Anadolu να ανανεώσει τα αποτελέσματα. Το επόμενο μόλις απόγευμα φάνηκε ότι πράγματι ο Imamoglu προηγούνταν. Μετά από διάφορες διαμαρτυρίες, επανακαταμέτρηση και παρεμβάσεις του ίδιου του Erdogan, που μίλησε για ‘οργανωμένο έγκλημα’ οι εκλογές επαναλήφθηκαν.
Η στάση αυτή του AKP και η άρνησή του να δεχτεί την ήττα, εξόργισε το κοινό. Ο Imamoglu εκμεταλλεύτηκε την οργή μέρους της εκλογικής βάσης από την αυταρχική διακυβέρνηση του Erdogan αλλά και από την κακή οικονομική κατάσταση της Τουρκίας. Αυτό, λοιπόν, που είχε έρθει στις εκλογές του Μαρτίου μια οριακή νίκη, έγινε μια άνετη εκλογή. Ο Imamoglu κέρδισε το 54,22% των ψήφων και τα 28 από τα 39 εκλογικά διαμερίσματα. Αυτή η ήττα και ο τρόπος με τον οποίο ήρθε, θεωρήθηκε και θεωρείται ως η αρχή του τέλους της διακυβέρνησης του AKP.
O Ιmamoglu δεν διαχειρίστηκε τη νίκη του ως θρίαμβο. Συνέχισε να διατηρεί τους χαμηλούς τόνους που τον χαρακτηρίζουν. Αμέσως μάλιστα μετά τις δεύτερες εκλογές έτεινε χείρα συνεργασίας προς τον Πρόεδρο Erdogan τονίζοντας πως είναι έτοιμος να συνεργαστούν. Παρόλα αυτά, μέσα σε αυτόν τον περίπου έναν χρόνο δημαρχίας, αρκετές φορές έχει επικρίνει αποφάσεις της τουρκικής κυβέρνησης. Η τελευταία από τις οποίες ήταν η απόφαση μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Mια κίνηση ούτως ή άλλως πιο σύνθετη από απλά μια πρόκληση προς την Ελλάδα. Πάντα όμως με προσεκτική ρητορική, ακόμα και όταν ο Erdogan κατηγόρησε τους δήμους που ελέγχονται από το κεμαλικό κόμμα ως δήμους που δρουν σαν τρομοκρατικές οργανώσεις.
Στο μέσο της πανδημίας η τουρκική κυβέρνηση προσπάθησε να εμποδίσει οποιονδήποτε άλλον προσπάθησε να πάρει μέρος στη διαχείριση της κρίσης. Απαγόρευσε, λοιπόν, οποιαδήποτε καμπάνια συγκέντρωσης χρημάτων για την ανακούφιση των πληγέντων του κορονοϊού. Ο Imamoglu, παρά την απαγόρευση, συνέχισε να κάνει καμπάνιες για τη συγκέντρωση χρημάτων. Γι’αυτή του την απόφαση ερευνάται από το Υπουργείο Εσωτερικών. Ωστόσο, το ρίσκο του βγήκε. Τουλάχιστον δημοσκοπικά. H δημοφιλία του Imamoglu δείχνει να εκτοξεύεται.
Ο Imamoglu πάντως συνεχίζει να κρατάει ένα προφίλ ενωτικό που αντιμάχεται τον ακραίο λαϊκισμό του αντιπάλου του. “Η πόλωση είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, ο λαϊκισμός χρησιμοποιείται ως μέσω του ‘διαίρει και βασίλευε’ αλλά πιστεύω ότι μπορούμε να ανατρέψουμε την τάση”, τονίζει στον Atlantic. Στις κατηγορίες που τον βλέπουν ως Έλληνα και συνεργό τρομοκρατών, ο ίδιος συνεχίζει να απαντάει μειλίχια: “Bρες έναν γείτονα που δεν σκέφτεται όπως εσύ και πάρ’τον μια αγκαλιά”. H στρατηγική επιλογή του έχει πάντα το ταξικό πρόσημο. Μέλη του επιτελείου του τονίζουν ότι η αριστερά στην Τουρκία χάθηκε σε culture wars ενώ στην πραγματικότητα ο πόλεμος είναι μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Σε κάθε περίπτωση, η ρητορική του μοιάζει σίγουρα πολύ πιο φρέσκια σε μια χώρα με πληττόμενη οικονομία και σε αναζήτηση νέων συμμαχιών.
Το αν θα καταφέρει να κερδίσει πράγματι τον Erdogan βέβαια είναι μια άλλη υπόθεση. Ο τελευταίος έχει διατηρήσει έναν προσωποπαγή κρατικό μηχανισμό αλλά και την υποστήριξη των media. Επιπλέον, έχει μια αδιαμφισβήτητη ικανότητα να κρατάει το πιστό το εκλογικό του ακροατήριο. Οι πολιτικές του δείχνουν έναν ηγέτη που βλέπει τον εαυτό του στην ηγεσία για πολλά χρόνια ακόμα. Σε κάθε περίπτωση πάντως οι προεδρικές εκλογές του 2023 θα έχουν ένα τεράστιο ενδιαφέρον. Ο μετριοπαθής Imamoglu φαίνεται ότι θα είναι ο μεγάλος αντίπαλος. Υπάρχει ένα “ωστόσο”. Σε όλη του την πορεία στην πολιτική, ο Erdogan έχει μάθει να κερδίζει τους μεγάλους του αντιπάλους. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.