Τι ακριβώς έχει γίνει με τις εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝΑΛ;
Η απόσυρση της Φώφης Γεννηματά για λόγους υγείας έχει δημιουργήσει νέες συνθήκες σε κάτι που έμοιαζε μία απόλυτα ομαλή εκλογική διαδικασία.
- 18 ΟΚΤ 2021
Έχουν περάσει ακριβώς 40 χρόνια από τότε που το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα που ίδρυσε και γιγάντωσε ο Αντρέας Παπανδρέου, θριάμβευε στις εκλογές του 1981. Το μεγαλειώδες 48,07% φαίνεται πλέον πολύ μακρινό για την εποχή μας γενικά, αλλά ακόμη περισσότερο για το κόμμα όπως είναι σήμερα.
Οι εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη του νέου αρχηγού του ΚΙΝΑΛ είχαν προγραμματιστεί να γίνουν στις 5 Δεκεμβρίου και, εφόσον χρειαζόταν ο β’ γύρος, στις 12 Δεκεμβρίου. Οι υποψήφιοι ήταν τέσσερις. Η νυν Πρόεδρος Φώφη Γεννηματά, ο Ανδρέας Λοβέρδος, ο Νίκος Ανδρουλάκης και ο Χάρης Καστανίδης. Όλα κυλούσαν ομαλά με μία πρωτόγνωρη για δεδομένα εσωκομματικών εκλογών ηρεμία.
Ωστόσο, η πρόσφατη ανακοίνωση της απόσυρσης της Φώφης Γεννηματά για λόγους υγείας έφερε μία αναταραχή στη μέχρι πρότινως ήρεμη -σχεδόν βαρετή- εκλογική διαδικασία. Αδιαμφισβήτητα, η Φώφη Γεννηματά τα είχε πάει καλά ως προς τη διατήρηση των ισορροπιών αλλά και τη συσπείρωση της εκλογικής βάσης του κόμματος που με την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, τον Ιανουάριο του 2015, έμοιαζε υπό διάλυση, φορτωμένο το βάρος της διαχείρισης των μνημονίων.
Πιο συγκεκριμένα, ανέλαβε το κόμμα που είχε πιάσει στις πρώτες εκλογές του 2015 ένα πενιχρό 4,68% και το έφτασε (ως ΚΙΝΑΛ) στις εκλογές του 2019 στο 8,10%. Η διαφορά φαίνεται πολύ ασήμαντη για ένα κόμμα που κάποτε άγγιζε το 50%. Δεν είναι. Το ΠΑΣΟΚ από έβδομη πολιτική δύναμη, στη Βουλή του 2015 γινόταν τρίτη παίζοντας παράλληλα και τον ρόλο του ρυθμιστή στις εξελίξεις της επόμενης μέρας.
Οι βάσεις για την επόμενη μέρα
Η απόσυρσή της, που συνοδεύτηκε φυσικά από τις ευχές για ανάρρωση των συνυποψηφίων της και όλων ημών, τάραξε τις ισορροπίες και γέννησε αυτομάτως μία τελείως διαφορετική συνθήκη. Οι τέσσερις υποψήφιοι δεν έγιναν 3, όπως θα ανέμενε κανείς (και ενδεχομένως όπως θα ευνοούσε τον Νίκο Ανδρουλάκη) αλλά 6, καθώς στη μάχη ρίχτηκαν ο Παύλος Γερουλάνος, ο Βασίλης Κεγκέρογλου και ο Παύλος Χρηστίδης. Αυτή ήταν μόνο η αρχή.
Τις τελευταίες μέρες έχει φανεί μία νέα ενεργοποίηση του Γιώργου Παπανδρέου, που σύμφωνα με φήμες, χωρίς όμως να υπάρχει τίποτα το επίσημο, ενδέχεται να διεκδικήσει ή έστω να παίξει ρόλο στη διαμόρφωση των συνθηκών για την επόμενη μέρα. Ούτως ή άλλως, και ενώ όλες αυτές οι φήμες γεννούν ήδη και τις πρώτες αντιδράσεις, μία αινιγματική ανάρτηση του Γιώργου Παπανδρέου για την επέτειο της νίκης του 1981 έμοιαζε σαν να βρίσκεται στο κατώφλι της επίσημης ανακοίνωσης της υποψηφιότητάς του.
Είναι προφανές ότι οποιαδήποτε ανάμειξη ενός πρώην Πρωθυπουργού και πόσο μάλλον ενός Παπανδρέου στις εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝΑΛ μπορεί να δημιουργήσει μία τελείως διαφορετική συνθήκη. Στην ίδια την ετυμηγορία του εκλογικού σώματος των μελών και φίλων του κόμματος αλλά και πριν από αυτή ως dealbreaker για διάφορες συμφωνίες, συμμαχίες και μετακινήσεις. Δεν είναι τυχαίες οι διάφορες (ευγενείς αν μη τι άλλο) σπόντες που ήδη αρχίζουν να ακούγονται.
Γιατί όμως ασχολούμαστε με τις εκλογές στο ΚΙΝΑΛ;
Η αλήθεια είναι ότι οι εκλογές στο ΚΙΝΑΛ έχουν καταλάβει πολύ μεγάλο χώρο της επικαιρότητας. Τυπικά, αυτό δεν είναι το σύνηθες. Τουλάχιστον για ένα κόμμα που δεν είναι πλέον από τα λεγόμενα κυβερνητικά. Προφανώς, ρόλο σε αυτό παίζει και η ιστορία του ΠΑΣΟΚ αλλά και το γεγονός ότι εμπλέκονται στις εσωκομματικές του διαδικασίες πολλά και πολύ γνώριμα πρόσωπα.
Υπάρχει και κάτι ακόμη. Το αποτέλεσμα των εκλογών στο ΚΙΝΑΛ ίσως τελικά ανοίξει ένα μικρό παράθυρο για να κοιτάξουμε έστω και φευγαλέα την επόμενη μέρα. Βλέπουμε ούτως ή άλλως τον τρόπο που η σοσιαλδημοκρατία εμπλέκεται σε συμμαχίες και αποκτάει και πάλι κυβερνητικές ευθύνες σε πολλές χώρες της Ευρώπης, με τελευταίο παράδειγμα να είναι φυσικά η Γερμανία.
Ακόμη και αν το ΚΙΝΑΛ διατηρήσει ένα ποσοστό στη βάση αυτών που γνωρίζουμε (γύρω στο 8% δηλαδή), ο ρυθμιστικός του ρόλος θα διαφανεί ακόμα περισσότερο όποτε και αν γίνουν οι εκλογές. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί να μην είναι ενωμένο και σίγουρα τόσο δυνατό όσο ήταν κάποτε. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι είναι ακόμη εδώ.