Τι σημαίνει για την Τουρκία η αναφορά του Biden σε Γενοκτονία των Αρμενίων
Μιλήσαμε με τον δημοσιογράφο και ειδικό στα διεθνή θέματα, Κώστα Ράπτη, για τις σχέσεις Αμερικής και Τουρκίας μετά την ιστορική αναφορά Biden σε Γενοκτονία των Αρμενίων.
- 27 ΑΠΡ 2021
«Κάθε χρόνο αυτή τη μέρα θυμόμαστε τις ζωές όσων χάθηκαν στη Γενοκτονία των Αρμενίων που συνέβη κατά την Οθωμανική περίοδο και δεσμευόμαστε ότι θα αποτρέψουμε οποιαδήποτε νέα θηριωδία τέτοιου τύπου». Με αυτές τις γραμμές ξεκίνησε η ανακοίνωση του Προέδρου των ΗΠΑ, Joe Biden για την Ημέρα Μνήμης των θυμάτων του Medz Yeghern («το Μεγάλο Κακό»), όπως ονομάζεται συχνά στην Αρμενία, σηματοδοτώντας μία ιστορική μέρα.
Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που ο όρος Γενοκτονία χρησιμοποιείται στις ΗΠΑ, για να περιγράψει τις αγριότητες που συνέβησαν εις βάρος των Αρμενίων, στο πλαίσιο εκκαθαρίσεων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταξύ 1915-1917. Ο Ronald Reagan είχε αναφερθεί ήδη από το 1981 σε Γενοκτονία των Αρμενίων, στο περιθώριο δηλώσεών του για το Ολοκαύτωμα. Αυτή η χρήση όμως ποτέ δεν επισημοποιήθηκε. Από την άλλη τόσο ο George Bush ο νεότερος το 2000, όσο και ο Barack Obama το 2008 είχαν δεσμευτεί ότι σε περίπτωση που εκλέγονταν, θα αναγνώριζαν τη Γενοκτονία.
Το απέφυγαν όμως και οι δύο υπό τον φόβο να εξαγριώσουν έναν σύμμαχο που οι ΗΠΑ παραδοσιακά θεωρούν πολύ σημαντικό. Μάλιστα πριν λίγο καιρό, μέλη του επιτελείου του Obama τόνισαν ότι μετάνιωσαν που δεν προχώρησαν ποτέ σε στην αναγνώριση, απολογούμενοι γι’αυτή τη διστακτικότητα. Τι είναι, λοιπόν, αυτό που άλλαξε τα δεδομένα εις βάρος της Τουρκίας και ποιο θα είναι το μέλλον για τις σχέσεις των δύο χωρών;
Η αυγή μίας νέας εποχής: H αναφορά σε μία Γενοκτονία
Η αναφορά του Joe Biden είναι, όπως προείπαμε, η πρώτη επίσημη αναφορά Αμερικανού Προέδρου των ΗΠΑ στον όρο Γενοκτονία των Αρμενίων. Αυτή είναι αδιαμφισβήτητα μία ιδιαιτέρως αρνητική έκβαση για την κυβέρνηση του Erdogan, τόσο ως προς τα μηνύματα που παίρνει όσο και ως προς τις αναταραχές που μπορεί να προκληθούν στο εσωτερικό της Τουρκίας. Είναι, λοιπόν, εκ πρώτης όψεως περίεργο που ο Biden επέλεξε να προχωρήσει τώρα σε μία αναφορά που απέφυγαν οι προκάτοχοί του σε πολύ λιγότερο κρίσιμες περιόδους ως προς τις διεθνείς ισορροπίες.
«Έχει να κάνει με το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια το κλίμα εναντίον της Τουρκίας του Erdogan βαραίνει όλο και περισσότερο στο Κογκρέσο. Ένας κρίσιμος παίκτης στους διαδρόμους της εξουσίας στη Washington έχει μετατοπιστεί και αυτό είναι το φιλο-ισραηλινό λόμπι. Σε παλαιότερους καιρούς λειτουργούσε ως ασπίδα απέναντι στην Τουρκία και γι’αυτό το ζήτημα, λόγω της τότε στρατηγικής σχέσης Ισραήλ-Τουρκίας αλλά και ως μέρος μίας προσπάθειας να διαφυλαχθεί η μοναδικότητα του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος», τονίζει ο Κώστας Ράπτης, δημοσιογράφος και άνθρωπος που ασχολείται εδώ και χρόνια με τα διεθνή.
Ήδη βέβαια το Κογκρέσο στα τέλη του 2019 είχε αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Αρμενίων. Η εκτελεστική εξουσία στις ΗΠΑ όμως παρέμενε πιο επιφυλακτική, κάτι που τώρα φαίνεται να αλλάζει. «Ο Biden θέλει να δώσει ένα δείγμα αξιοπιστίας για κάτι για το οποίο είχε δεσμευτεί πέρσι τέτοιες μέρες ως υποψήφιος Πρόεδρος. Υπάρχει βέβαια και ένα δευτερεύον στοιχείο ανταγωνισμού με τον Donald Trump. Σημαντικό είναι τέλος να τονίσουμε, ιδίως μέσα στο νέο ψυχροπολεμικό πλαίσιο, ότι όλο αυτό είναι σαν μία εικονογράφηση της πρόθεσης του Biden να οικοδομήσει μία εξωτερική πολιτική στηριγμένη στην επίκληση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την υπεράσπισή τους απέναντι στους “ευρασιατικούς αυταρχισμούς”».
Οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας
Από την πρώτη στιγμή της εκλογής του Biden, οι σχέσεις μεταξύ των δύο ηγετών είχαν ψυχρανθεί. Μία μέρα πριν την ανακοίνωση του Σαββάτου, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ επέλεξε να τηλεφωνήσει στον Erdogan δηλώνοντάς την πρόθεσή του να αναφερθεί σε Γενοκτονία των Αρμενίων. Ήταν και η πρώτη επικοινωνία των δύο ηγετών από την εκλογή Biden και αφού είχαν μεσολαβήσει σκληρές δηλώσεις του τελευταίου εναντίον της τουρκικής κυβέρνησής. Αυτή τη στρατηγική των τηλεφωνημάτων με «κακά μαντάτα» είχε ακολουθηθεί και με τον Πρόεδρο Putin ως προς τις κυρώσεις για την προσπάθεια επιρροής της Ρωσίας στις Αμερικανικές Εκλογές του 2020 αλλά και με τον Βασιλιά Salman της Σαουδικής Αραβίας για την υπόθεση δολοφονίας του δημοσιογράφου Jamal Khashoggi.
Αδιαμφισβήτητα, λοιπόν, πρόκειται για ένα βαρύ πλήγμα για το κύρος της Τουρκίας. Είναι όμως πολύ βιαστικό να θεωρηθεί αυτό (πολλώ δε μάλλον να πανηγυριστεί ως) προπομπός μίας ρήξης μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ. «Όσοι βλέπουν ρήξη στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις μάλλον δεν έχουν καλή ανάγνωση της πραγματικότητας. Αυτό το πιστοποιούν εξάλλου οι αντιδράσεις των τρίτων ενδιαφερόμενων. Ένας ειδικός της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, ο Boris Dolgov, μιλώντας στο Tass είπε ότι δεν υπάρχει λόγος να θεωρήσουν ότι η Τουρκία μπορεί να καταστεί ένας έμπιστος σύμμαχος της Ρωσίας», τονίζει ο Κώστας Ράπτης.
«Θυμίζω ότι η Γαλλία προχώρησε το 2001 σε αναγνώριση της Γενοκτονίας και 10 χρόνια αργότερα σε ποινικοποίηση της άρνησής της. Είχαμε και τότε αντιδράσεις από την Τουρκία αλλά πλέον βλέπουμε και, παρότι έχουν μεσολαβήσει τριβές για πολύ λιγότερο συμβολικά ζητήματα στην Ανατολική Μεσόγειο, ότι δεν έχουν παραιτηθεί οι δύο πλευρές από την προσπάθεια να αποκαταστήσουν τις πολιτικές τους σχέσεις με το ιδιόμορφο φλερτ Erdogan-Macron τους τελευταίους μήνες Το ίδιο εξάλλου συμβαίνει και με τη συνεργασία της Ρωσίας με την Τουρκία, παρότι η πρώτη έχει αναγνωρίσει από καιρό την Αρμενική γενοκτονία και ο Putin είχε μεταβεί στην Αρμενία στις εκδηλώσεις μνήμης για τα 100 χρόνια από τη Γενοκτονία των Αρμενίων», συνεχίζει.
Πράγματι, οι συνθήκες είναι τέτοιες που φαντάζει απίθανο τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για την Τουρκία να επιλέξουν τη ρήξη. Η διπλωματία των ΗΠΑ θα άφηνε στα χέρια της Ρωσίας και της Κίνας έναν ισχυρό σύμμαχο, ενώ η Τουρκία θα αναγκαζόταν να περιορίσει ακόμα περισσότερο τους γεωπολιτικούς της ορίζοντες. Μάλλον, λοιπόν, θα ήταν σωστότερο να δούμε την κίνηση του Biden ως μία προσπάθεια να επαναφέρει την Τουρκία στην τάξη με απώτερο σκοπό τη συνέχιση της συνεργασίας των δύο χωρών με τους δικούς του όμως όρους.
Η Τουρκία αναμετράται με το παρελθόν της
Θα μπορούσε κανείς να φέρει ως αντεπιχείρημα ότι αυτή η στρατηγική του Biden τραβάει το χαλί του Erdogan στον δρόμο για μία νέα και πιο εύκολα ελεγχόμενη ηγεσία. Κάτι τέτοιο όμως χάνει το νόημά του από τη στιγμή που και οι αντιπολιτευόμενοι Κεμαλιστές αρνούνται οποιαδήποτε αναφορά σε Αρμενική Γενοκτονία. Για την ακρίβεια, η μόνη πολιτική δύναμη που τίθεται ανοιχτά και ρητά υπέρ της αναγνώρισης και από την ίδια την Τουρκία είναι αυτή του φιλοκουρδικού HDP.
Η Τουρκία βρίσκεται σε έναν κρίσιμο σταυροδρόμι και τώρα έχει να αναμετρηθεί κριτικά με το παρελθόν της. «Στην πρώτη δεκαετία του στην εξουσία, ο Erdogan είχε προχωρήσει σε κάποια εντός ορίων ανοίγματα σε αυτό το θέμα. Με έκφραση συλλυπητηρίων για τα φοβερά γεγονότα του 1915. Η τουρκική γραμμή δεν είναι ούτως ή άλλως πια η πλήρης άρνηση των γεγονότων αλλά το στρογγύλεμα τους μέσα σε ένα πλαίσιο που όλοι οι λαοί της περιοχής στη δίνη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου υπέστησαν τραγωδίες χωρίς όμως καμία από αυτές να μπορεί να θεωρηθεί σχεδιασμένη Γενοκτονία. Αυτή είναι η γραμμή άμυνας της Τουρκίας». Τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει πολύ οι συνθήκες εντός της χώρας και ταυτόχρονα ζούμε σε έναν «πληθωρισμό διαφόρων λόγων περί γενοκτονιών διεθνώς».
Η αναγνώριση ή άρνηση της Αρμενικής Γενοκτονίας εκ μέρους της ίδιας της Τουρκίας είναι ένα γεγονός τεράστιας σημασίας για την ίδια την κοινωνία και την πολιτική της. «Μόνο μία Τουρκία που θα έχει αναμετρηθεί κριτικά με αυτό το παρελθόν θα είναι μία περισσότερο δημοκρατική χώρα. Το ζήτημα αυτό σχετίζεται με το πώς αποτινάσσει η Τουρκία την κληρονομιά του αυταρχισμού και του πατερναλισμού, η οποία -παρά τις τομές- μοιάζει να διαιωνίζεται αναλλοίωτη μέχρι τα σημερινά χρόνια. Θα ήταν πολύ εύκολο για τον Erdogan να κλείσει το κεφάλαιο αποδίδοντας τη Γενοκτονία σε ένα καθεστώς που δεν υπάρχει πια, προκειμένου για γεγονότα που συνέβησαν πριν την ίδρυση μάλιστα της Τουρκικής Δημοκρατίας. Δεν μπορεί όμως, γιατί ο ίδιος είναι παγιδευμένος στη νοσταλγία του οθωμανικού μεγαλείου».
Τελικά
Η Τουρκία υπέστη μία ιστορική διπλωματική ήττα για ένα ζήτημα που έχει κρισιμότατους συμβολισμούς για το ίδιο το εσωτερικό της. Η ήττα αυτή όμως υπερεκτιμάται συχνά στην Ελλάδα ως αποκοπή της από το άρμα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Είναι πολύ πιθανό το αμέσως προσεχές διάστημα, το μαστίγιο να το ακολουθήσει και ένα καρότο. Η ίδια η Τουρκία όσο και η επιρροή της κυρίως προς τα ανατολικά είναι απαραίτητες για τον Biden στην αυγή μίας δύσκολης τετραετίας όσον αφορά τις διεθνείς σχέσεις. Το μέλλον θα δείξει πού θα κάτσει η μπίλια, με ποιους όρους θα διαμορφωθεί η νέα σχέση μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας και πώς αυτή θα επηρεάσει και τις εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο.
Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να σημειωθεί και κάτι τελευταίο. Η επιφανειακή θανατολαγνεία, όπως και αν νοηματοδοτείται, όταν συμβαίνει με πανηγύρια, δεν αφήνει καμία οσμή δικαίωσης για τα θύματα της θηριωδίας. Μέσα στην κυνικότητα των διεθνών σχέσεων και των γεωπολιτικών στρατηγικών, η ιστορική αλήθεια είναι ζήτημα δευτερεύουσας σημασίας. Όπως δυστυχώς και η ίδια η δικαίωση των θυμάτων. Είναι όμως κομβικής σημασίας να κοιτάξουμε επιτέλους τέτοιες θηριωδίες που στιγμάτισαν τον 20ό αιώνα μακριά από πανηγυρισμούς για διπλωματικά χαστούκια. Στο κάτω-κάτω, τίποτα στη μαζική εκτέλεση 1,5 εκατομμυρίου ανθρώπων δεν είναι αφορμή για πανηγύρια.