Το ‘Κριντ 2’ αναβιώνει τη μάχη Κριντ εναντίον Ντράγκο
Βλέπουμε και σχολιάζουμε τις ταινίες της εβδομάδας κάθε Πέμπτη. Σήμερα ξεχωρίζει το νέο “Ρόκι” σίκουελ “Κριντ 2” κι ο νέος, κατακουρασμένος “Ρομπέν των Δασών”.
- 29 ΝΟΕ 2018
To National Board of Review είναι ο οργανισμός που εκκινεί την οσκαρική συζήτηση όχι απαραιτήτως βραβεύοντας τα φαβορί, αλλά πάντως θέτοντας κάποιες πρώτες παραμέτρους όσο αφορά στις ταινίες που αναμένεται να πρωταγωνιστήσουν. Θα ξεχωρίσουμε αναλυτικότερα τα οσκαρικά φαβορί μπαίνοντας στον Δεκέμβρη, όμως τα βραβεία του NBR δόθηκαν προχθές και να τι μάθαμε:
Το “Ένα Αστέρι Γεννιέται” κέρδισε 3 βραβεία (Σκηνοθεσίας για τον Μπράντλεϊ Κούπερ, Α’ Γυναικείο για τη Lady Gaga και Β’ Ανδρικό για τον Σαμ Έλιοτ). Το μιούζικαλ του Μπράντλεϊ Κούπερ ξεκινά από την πρώτη θέση στην οσκαρική κούρσα. Το αριστούργημα “If Beale Street Could Talk” του Μπάρι Τζένκινς (“Moonlight”) κέρδισε Διασκευασμένο Σενάριο και Β΄ Γυναικείο (Ρετζίνα Κινγκ) , είναι μια ταινία-θαύμα. Άλλοι νικητές ήταν το “First Reformed” του Πολ Σρέιντερ, το “Leave No Trace” της Ντέμπρα Γκράνικ, οι “Απίθανοι 2” του Μπραντ Μπερντ, ο “Ψυχρός Πόλεμος” του Πάβελ Παβλικόφσκι και το “Green Book” του Πίτερ Φαρέλι που πήρε και το βραβείο Καλύτερης Ταινίας.
Η (δίχως αξιολογική σειρά) δεκάδα των ταινιών του NBR: “Roma”, “Ένα Αστέρι Γεννιέται”, “If Beale Street Could Talk”, “Η Μπαλάντα του Μπάστερ Σκραγκς”, “Black Panther”, “Η Μαίρη Πόπινς Επιστρέφει”, “First Reformed”, “A Quiet Place”, “Can You Ever Forgive Me?”, “Eighth Grade”. Οι περισσότερες εξ αυτών θα ακουστούν πολύ τους επόμενους μήνες.
Κριντ 2 ***
(“Creed II”, Στίβεν Κέιπλ Τζ., 2ω10λ)
Καστ: Μάικλ Μπ. Τζόρνταν, Τέσα Τόμσον, Συλβέστερ Σταλόνε, Ντολφ Λούντγκρεν
Η προηγούμενη ταινία του Στίβεν Κέιπλ Τζ.: To προ διετίας κοινωνικό δράμα ενηλικίωσης “The Land”, για 4 εφήβους που μπλέκονται με τα ναρκωτικά και μια ντόπια διακινήτρια επειδή η κοινωνία είναι εντελώς διαλυμένη. Ο ανερχόμενος σκηνοθέτης παίρνει τη σκυτάλη του franchise από τον Ράιαν Κούγκλερ, ο οποίος στο μεταξύ γράφει box office ιστορία με το “Black Panther”.
H καινούρια: Στο σίκουελ του σπουδαίου “Creed”, ο Άδωνις Κριντ έρχεται αντιμέτωπος με τον Βίκτορ Ντράγκο, γιο του Ιβάν Ντράγκο, σε μια μάχη τίτλου, εγωισμού και κληρονομιάς. Ο Κριντ έχει και πάλι στο πλευρό του για προπονητή και καθοδηγητή τον Ρόκι Μπαλμπόα, αλλά οι ενοχές του Ρόκι για τον θάνατο του Απόλο Κριντ στα χέρια του Ιβάν Ντράγκο έρχονται να στοιχειώσουν τόσο τον ίδιο, όσο και τον Άδωνι.
Και πώς είναι: Για να μιλήσουμε με όρους αναλογίας ως προς την ορίτζιναλ σειρά ταινιών “Ρόκι”, το “Κριντ 2” είναι σαν το “Ρόκι 4” αν αυτό ήταν γυρισμένο σαν το “Ρόκι 2”. Ή, για να το πούμε με λέξεις αντί με κινηματογραφικά μαθηματικά, το “Κριντ 2” είναι ΟΚ. Είναι μια χαρά. Δεν θα γίνει ποτέ σημείο αναφοράς σαν την ταινία του Ράιαν Κούγκλερ, η οποία ανανέωσε τον μύθο για τον 21ο αιώνα, αλλά είναι ένα ικανό σίκουελ, τίμια γυρισμένο, γεμάτο στιβαρές ερμηνείες. Είναι ΟΚ.
Ο συναισθηματικά φορτισμένος ακαδημαϊσμός του Κούγκλερ λείπει από τον νέο σκηνοθέτη, ο οποίος δεν καταφέρνει να οδηγήσει τις εικόνες του στα ανατριχιαστικά ύψη του πρώτου φιλμ, είτε μιλάμε για δραματικές σκηνές (όπως την συνταρακτική εξομολόγηση του Ρόκι / Σταλόνε) είτε για δράση (όπως το μονοπλάνο της μάχης στο μέσον της ταινίας). Τίποτα από αυτά δε σημαίνει πως το “Κριντ 2” είναι κακή ταινία, καθώς προχωρά με σιγουριά σε γνώριμα μονοπάτια ξέροντας τι γροθιές να ρίξει, και πώς, ώστε να μας διασκεδάσει και -κυρίως- συγκινήσει για ένα μεστό κινηματογραφικό δίωρο.
Κεντρικό ρόλο σε αυτή την αποστολή παίζει αυτή τη φορά η παρουσία ενός Ντράγκο γερασμένου, κουρασμένου, ατιμασμένου. Ο Ντολφ Λούντγκρεν, έχοντας λίγα να κάνει και ακόμα λιγότερα να πει καταφέρνει στις ρυτίδες του και στο πληγωμένο του βλέμμα να αποτυπώσει μια δραματική διαδρομή ενός χαρακτήρα που το “Κριντ 2” λαμβάνει την οριακά εξωφρενική -σίγουρα παράτολμη- απόφαση να πάρει εντελώς σοβαρά.
Το στοίχημα κερδίζεται, καθώς η προσγειωμένη επαναδιατύπωση του κληρονομικού δράματος των Ντράγκο, των Κριντ και του ίδιου του Μπαλμπόα έχει ως αποτέλεσμα μια ταινία που, ανάμεσα στις αποτελεσματικά στημένες σκηνές μάχης στο ρινγκ (ακόμα και μες στη γενικότερη προβλεψιμότητά τους) και στα μικρά δραματικά arcs των κεντρικών ηρώων, ξέρει πώς να κρατήσει τον θεατή από την αρχή ως το τέλος. Για την ακρίβεια, η διαδρομή του ίδιου του κεντρικού ήρωα ίσως και να είναι η λιγότερο ενδιαφέρουσα όλων, με την αγωνία του να ξεφύγει από την προκαθορισμένη αφήγηση του πατέρα του και να ορίσει ο ίδιος την ταυτότητά του (από το πρώτο “Κριντ”) να δίνει εδώ τη θέση της σε ένα πιο στάνταρ και λιγότερο ενδιαφέρον ξέσπασμα μάτσο υπερηφάνιας.
Όμως ο Μάικλ Μπ. Τζόρνταν απλά παραείναι καλός. Όταν όλο του το κορμί οργίζεται, δεν υπάρχει κανένα δραματικό στόρι που να μοιάζει αδιάφορο γύρω από την παρουσία του.
Το “Κριντ 2” δεν φτάνει το κορυφαίο ράφι των ταινιών του franchise (δηλαδή το πρώτο “Ρόκι” και το πρώτο “Κριντ”) όμως στέκεται αξιοπρεπώς στο αμέσως επόμενο σκαλοπάτι.
Μια σκηνή που μου έμεινε στο μυαλό: Ο Συλβέστερ Σταλόνε αυτή τη φορά δε θα βρεθεί υποψήφιος για Όσκαρ όπως με το πρώτο “Κριντ” (για το οποίο ως γνωστόν έπρεπε να έχει κερδίσει) όμως και πάλι έχει -τελικά- την σκηνή συναισθηματικής κορύφωσης. Για την οποία δε θα πούμε τίποτα άλλο, φυσικά.
Ευτυχισμένος Όσκαρ **
(“The Happy Prince”, Ρούπερτ Έβερετ , 1ω45λ)
Καστ: Ρούπερτ Έβερετ, Κόλιν Φερθ, Έμιλι Γουότσον
O τίτλος της ταινίας, ο πρωτότυπος τουλάχιστον, είναι δανεισμένος από το διάσημο παιδικό έργο του Όσκαρ Ουάιλντ, για το άγαλμα που μοίραζε -με τη βοήθεια ενός χελιδονιού- τα φύλλα χρυσού που το καλύπτουν, στους φτωχούς ανθρώπους που καθημερινά παρατηρεί ανήμπορο να βοηθήσει. Δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση όλα αυτά με την παρούσα ιστορία, ένα αγνών προθέσεων αλλά απρόσμενα μουντό και δυσάρεστο βιογραφικό φιλμ, που εστιάζει στα τελευταία χρόνια της ζωής του Ουάιλντ, γραμμένο, σκηνοθετημένο και παιγμένο από τον (σταθερά στο πέρασμα των χρόνων, εξαιρετικά συμπαθή) Ρούπερτ Έβερετ σε ένα μανιώδες one man show.
Ο Έβερετ έχει πρωταγωνιστήσει στο παρελθόν σε κινηματογραφικές διασκευές έργων του Ουάιλντ (όπως το “Ένας Ιδανικός Σύζυγος”) αλλά και ΩΣ ο ίδιος ο Ουάιλντ (σε θεατρικό έργο του 2012), μια καλλιτεχνική σύνδεση που αναμφίβολα τον ενέπνευσε να προσεγγίσει τον μεγάλο δημιουργό από μια πιο δημιουργική σκοπιά. Στον “Πρίγκιπα” (συγγνώμη, στον “Όσκαρ”) η απόπειρά του παρουσιάζει θεωρητικό ενδιαφέρον, ως βιογραφικό φιλμ που αδιαφορεί για την “και μετά έγινε εκείνο, και μετά έγινε το άλλο” βαρετή προσέγγιση των περισσότερων αντίστοιχων ταινιών. Ο Έβερετ ποντάρει στο ότι ο θεατής γνωρίζει ήδη τα απαραίτητα στοιχεία της προσωπικότητας και της δημιουργικής πορείας του Ουάιλντ, παραθέτοντας στην πορεία (μέσα από διαλόγους ή μικρά φλάσμπακς) επιπλέον πλαίσιο ανάγνωσης.
Όμως, τοποθετώντας τη δράση στο τέλος της ζωής του Ουάιλντ αφήνει το έργο του εκτεθειμένο σε ένα δραματικό βάρος που δεν έχει κερδηθεί, ντύνοντας την ίδια στιγμή το φιλμ με καλλιτεχνίζοντα παιχνίδια (με τον φακό, την κάμερα, την μουσική) που μάλλον δεν γνωρίζει πώς να τα διαχειριστεί ως αφηγητής. Ως ερμηνευτής κάνει καλή δουλειά, και δημιουργικά αξίζει να αναγνωριστεί στην ταινία μια κάποια τόλμη, όμως εν τέλει το φιλμ αφορά κυρίως τους θεατές που έχουν τον ίδιο βαθμό αγάπης και σύνδεσης με τον Ουάιλντ, όσο προφανώς κι ο ίδιος ο Έβερετ.
Προβάλλονται επίσης
Μαρλίνα: Η Δολοφόνος σε τέσσερις πράξεις ***
(“Marlina the Murderer in Four Acts”, Μούλι Σούρια, 1ω33λ)
Σπαγγέτι γουέστερν εκδίκησης εξ Ινδονησίας γυρισμένο όμως ως αναπάντεχα προσγειωμένο δράμα. H Μαρλίνα ζει ειρηνικά στο σπίτι της μέχρι μια μέρα που μια συμμορία ληστών εισβάλλουν στο σπίτι της, σκοτώνουν τον άντρα της και δηλώνουν πως θα τη βιάσουν κατά σειρά. Εκείνη παίρνει το νόμο στα χέρια της μέσα από μια ακολουθία 4 πράξεων (όπως δηλώνει κι ο τίτλος) που παρουσιάζουν διαφορετικά στάδια της εκδικητικής διαδρομής της. Η Σούρια σκηνοθετεί ψύχραιμα, αναζητώντας τη βία σε διαφορετικές κοινωνικές πτυχές (ακόμα κι όταν η Μαρλίνα αναζητά νομικά το δίκιο της), κοιτάζοντας το έρημο τοπίο και της νεκρική βία των εσωτερικών χώρων με το ίδιο μάτι. Περιορίζεται σε μικρές στυλιστικές πινελιές που είτε σηματοδοτούν την τοποθέτηση της ταινίας σε σινεμά είδους είτε προσφέρουν black σουρεαλιστική επίγευση (ο νεκρός ως σχεδόν διακοσμητικό στοιχείο), αλλά πάντα επιστρέφουν στο αδιέξοδο της ηρωίδας. Η σινεφίλ ανακάλυψη της εβδομάδας, με πρεμιέρα στο Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών στις Κάννες.
Ρομπέν των Δασών *1/2
(“Robin Hood”, Ότο Μάθουρστ, 1ω44λ)
Ξεκαρδιστικά κακή Μοντέρνα Και Αιχμηρή επανεκτέλεση μιας πασίγνωστης ιστορίας που έχουμε δει κατ’επανάληψη στο σινεμά. Σαν παρωδία ταινίας του Γκάι Ρίτσι γυρισμένη ως επεισόδιο του τηλεοπτικού “Arrow”, οπτικά ανέμπνευστη και με ελάχιστη αίσθηση του χιούμορ. Ο Τέιρον Έγκερτον (του “Kingsman”) πρωταγωνιστεί εν μέσω αισθητικής στάχτης, με τον Τζέιμι Φοξ στο ρόλο του μέντορά του να φέρνει στην ταινία τη μοναδική της αίσθηση κεφιού.
Η Σιωπηλή Επανάσταση (“The Silent Revolution / Das schweigende Klassenzimmer”, Λαρς Κράουμε, 1ω51λ). Μαθητές δείχνουν την αλληλεγγύη τους στα θύματα μιας εξέγερσης στην Ουγγαρία του ‘56 μένοντας σιωπηλοί για δύο λεπτά στη διάρκεια των μαθημάτων. Συγκινητικό και επίκαιρο, βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα.
H Δαιμονισμένη Χάνα Γκρέις (“The Possession of Hannah Grace”, Ντίτερικ Βαν Ρούιτζεν, 1ω25). Ταινία τρόμου που δεν προβλήθηκε για τους δημοσιογράφους. Πρωταγωνιστεί η Σέι Μίτσελ από το “Pretty Little Liars” και το Instagram.
O Δρόμος Μας (1ω40λ). Δραματοποιημένο ιστορικό ντοκιμαντέρ για τα 100 χρόνια του ΚΚΕ.
Κάτω από το Δέντρο (“Undir trénu”, Χάφστειν Γούναρ Σιγκουρντσόν, 1ω29λ). Στα προάστια του Ρέικιαβικ η κόντρα δύο οικογενειών που μένουν σε διπλανά σπίτια, η οποία θα ξεκινήσει από ένα δέντρο που ρίχνει τη σκιά του στη διπλανή αυλή, θα οδηγήσει σε μια κωμικοτραγική κι εξωφρενική κατάσταση. Επίσημη πρόταση της Ισλανδίας για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας 2018. Η ταινία προβάλλεται στο πλαίσιο της 1ης Ευρωπαϊκής Νύχτας Κινηματογράφου, 4 Δεκεμβρίου στις 22.15 στο σινεμά Μικρόκοσμος. Ο σκηνοθέτης θα δώσει το παρών στην προβολή για Q&A.
Παίζεται ακόμα
Μια ταινία που ήδη παιζόταν στις αίθουσες και αξίζει να δεις αν την έχασες.
Οι Χήρες ***1/2
(“Widows”, Στιβ ΜακΚουίν, 2ω9λ)
Heist movie όπου τρεις γυναίκες αναγκάζονται να φέρουν εις πέρας το παράτολμο σχέδιο ληστείας ενός διεφθαρμένου πολιτικού όταν οι άντρες τους σκοτώνονται την ώρα μιας άλλης παράνομης επιχείρησής τους, αφήνοντας εκείνες να βγάλουν το φίδι από την τρύπα. Η Βάιολα Ντέιβις (“How to Get Away with Murder”), μια από τις σημαντικότερες χολιγουντιανές ηθοποιούς είναι κάτι σαν αρχηγός της ομάδας, χήρα του Λίαμ Νίσον. Στην ομάδα της, η πάντα υπερ-έντονη Μισέλ Ροντρίγκεζ των “Fast & Furious”, η συγκλονιστικά πανύψηλη Ελίζαμπεθ Ντεμπίκι του “Night Manager” και η ανερχόμενη Σύνθια Ερίβο (“Bad Times at the El Royale”) που μες στην επόμενη διετία οι πάντες θα τρέχουν να δηλώσουν πρώτοι πως την ήξεραν πριν γίνει αυτό που θα γίνει. Γράφει η Τζίλιαν Φλιν (“Αιχμηρά Αντικείμενα”, “Το Κορίτσι που Εξαφανίστηκε”) και σκηνοθετεί ο Στιβ ΜακΚουίν του βραβευμένου με Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας “12 Χρόνια Σκλάβος”. (Αναλυτική κριτική για τις “Χήρες”.)