H ιστορία της αρχαιότερης ωρολογοποιίας στον κόσμο
Η Blancpain ιδρύθηκε το 1735 στην Ελβετία, απέκτησε μεγάλη φήμη τη δεκαετία του ’50 και σήμερα ανήκει στο Swatch Group.
- 10 ΝΟΕ 2022
Το 1735 ιδρύθηκε η Blancpain, δύο χρόνια μετά, η Favre-Leuba και ένα χρόνο αργότερα, η Jaquet Droz. Το 19755, ήταν η σειρά της Vacheron Constantin να μπει στον κόσμο της ωρολογοποιίας, το 1775 της Breguet και το 1780 της Chaumet. Το 1791, ιδρύθηκε η Girard-Perregaux.
Μοιάζει απίστευτο, αλλά έχουν περάσει αιώνες -και πολλά χρόνια ακόμη- από τότε που ιδρύθηκαν πολλές ωρολογοποιίες, των οποίων τα μοντέλα φοράμε στον καρπό μας σήμερα. Και μάλιστα κάποιος μπορεί να ταξιδέψει ακόμη πιο βαθιά πίσω στο χρόνο, για να βρει το έτος ίδρυσης της Jean Richard (1681) ή να μάθει για την Gallet, την πρώτη ωρολογοποιία που υπήρξε ποτέ, το 1466.
Μολονότι και τα δύο αυτά ονόματα μπορούμε να τα βρούμε ζωγραφισμένα στα καντράν σύγχρονων ρολογιών, οι μοντέρνες ενσαρκώσεις τους είναι μόνο αυτό: ονόματα. Οπότε το ρολόι της χρονομηχανής μας θα σταματήσει στο 1735, όταν ο Jehan-Jacques Blancpain, ένας ωρολογοποιός από τη Βέρνη, έστηνε το εργαστήρι του στο Villeret, μετατρέποντας τον πρώτο όροφο της αγροικίας του. Διακόσια ογδόντα επτά χρόνια μετά, το όνομά του παραμένει σημείο αναφοράς στην αγορά του ρολογιού, με μια πορεία απρόσκοπτη και με τη σημερινή Blancpain να ανήκει πλέον στον πιο μεγάλο όμιλο ωρολογοποιίας στον κόσμο, το Swatch Group.
To 1735 λοιπόν, ο Jehan-Jacques δηλώνεται στα μητρώα του Villeret ως ωρολογοποιός και αρχίζει να κατασκευάζει εξαρτήματα για ρολόγια τσέπης, ενώ μετά από λίγα χρόνια έχει πλέον εξελιχθεί αρκετά ως τεχνίτης, ώστε να φτιάχνει τα δικά του, ολοκληρωμένα ρολόγια.
Εκείνα τα χρόνια, οι τεχνίτες δε συνήθιζαν να βάζουν το όνομά τους πάνω στις δημιουργίες τους, οπότε υπάρχει μόνο ένα ρολόι του 18ου αιώνα που μπορεί να αναγνωρισθεί ως “Blancpain”. Πρόκειται για ένα ρολόι τσέπης που ανήκε στον τελευταίο Γάλλο μονάρχη πριν τη Γαλλική Επανάσταση, τον Λουδοβίκο τον ΙΣΤ’.
Από το εργαστήριο στο εργοστάσιο
Η οικογένεια Blancpain συνεχίζει την κατασκευή ρολογιών και μετά το θάνατο του ιδρυτή της και έναν αιώνα μετά το ξεκίνημα της εταιρείας, αρχίζει να φημίζεται για τους πολύ λεπτούς μηχανισμούς που κατασκεύαζε ο Frédéric-Louis Blancpain, δισέγγονος του Jehan-Jacques. Λόγω, όμως, της κακής του υγείας, κάποια στιγμή η εταιρεία περνά στον έλεγχο του γιου του Frédéric-Emile, που ήταν μόλις 19 ετών τότε.
Για να αποφεύγει το μπέρδεμα του ονόματός του με του πατέρα του, ο νεαρός ωρολογοποιός χρησιμοποιούσε μόνο το Emile και σύντομα άλλαξε και την επωνυμία της εταιρείας σε E. Blancpain. Eίναι αυτή η περίοδος, που η εταιρεία αρχίζει να εδραιώνεται και γίνεται πλέον το μεγάλο όνομα στο Villeret, ένα χωριό που έχει φιλοξενήσει και άλλες ιστορικές ωρολογοποιίες όπως η Minerva, ενώ εκεί γεννήθηκε και ο σπουδαίος Jaquet Droz.
Βρισκόμαστε στα μέσα του 19ου αιώνα πλέον και μέχρι το θάνατό του, το 1857, ο Emile είχε στήσει ένα πλήρες manufacture που δεν είναι πολύ διαφορετικό από αυτά που βρίσκει κανείς στην Ελβετία σήμερα, με γραμμές παραγωγής, όπου ο κάθε τεχνίτης εξειδικεύεται σε ένα μόνο εξάρτημα.
Η επόμενη γενιά Blancpain χτίζει μάλιστα ένα διώροφο εργοστάσιο δίπλα στον ποταμό που περνά από το Villeret, ώστε να χρησιμοποιεί την υδραυλική ενέργεια για να κινεί τα διάφορα μηχανήματα.
Μέχρι το 1920, όταν η ελβετική ωρολογοποιία -σε μεγάλο βαθμό λόγω του γεγονότος ότι πλέον το ρολόι φεύγει από την τσέπη και πάει στον καρπό και γίνεται πιο προσιτό από όλους- η Blancpain έχει πια εδραιωθεί ως μια από τις κορυφαίες εταιρείες είδος της. Από τις 20 περίπου εταιρείες που υπήρχαν στο Villeret μισό αιώνα πριν, πλέον μόνο οι Blancpain, Minerva και Jaquet Droz συνεχίζουν, ενώ καινούργια ονόματα από άλλες περιοχές αρχίζουν να γίνονται διάσημα.
H εποχή της Betty Flechter
To 1915 συμβαίνει ένα πολύ σημαντικό γεγονός στην ιστορία του οίκου. Η σημασία του, βέβαια, θα αποκαλυφθεί κάποια χρόνια αργότερα. Προς το παρόν, μια 16χρονη κοπέλα, η Betty Fletcher έρχεται στο εργοστάσιο για να μάθει την τέχνη. Σύντομα θα τεθεί επικεφαλής του τμήματος κατασκευής αλλά και του εμπορικού τμήματος. Ο τότε ιδιοκτήτης, Frédéric-Emile Blancpain, της έχει τόση εμπιστοσύνη που την προετοιμάζει να αναλάβει πλήρως τα ηνία της εταιρείας ως διευθύντρια, μια θέση στην οποία πολύ σπάνια έβρισκε κανείς γυναίκες εκείνη την εποχή.
Είναι επίσης η περίοδος που η Blancpain ανοίγει τους ορίζοντές της με συνεργασίες εκτός Ελβετίας. Μαθαίνει τις εξελίξεις στο χώρο του μάρκετινγκ όπως συμβαίνουν στις ΗΠΑ, ενώ γίνεται εταίρος του John Harwood, ενός Βρετανού ωρολογοποιού που έχει φτιάξει τον πρώτο αυτόματο μηχανισμό για ρολόι χειρός (ως τότε τέτοιοι μηχανισμοί υπήρχαν μόνο σε ρολόγια τσέπης). Το 1924 η Blancpain πατεντάρει ένα τέτοιο μηχανισμό στην Ελβετία. Συνεργάζεται λίγο αργότερα και με το Γάλλο ωρολογοποιό Leon Hatot που έχει φτιάξει ένα άλλο είδος αυτόματου μηχανισμού, με πολύ μικρότερο μέγεθος, ιδανικό για τα μικροσκοπικά γυναικεία ρολόγια της εποχής.
Όταν το 1932 ο Frédéric-Emile Blancpain πεθαίνει ξαφνικά και η κόρη του αποφασίζει ότι δε θέλει να συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση. Η εταιρεία περνά στον έλεγχο της Betty Fletcher, αλλά σύμφωνα με τον ελβετικό νόμο, δεν μπορεί πλέον να ονομάζεται Blancpain, αφού δεν ανήκει πια ολόκληρη ή μέρος της σε μέλος της οικογένειας. Η Betty θα τη μετονομάσει σε Rayville (αν και στα καντράν των δημιουργιών της παραμένει και το Blancpain). Την περίοδο του κραχ, οι δραστηριότητες της εταιρείας περιορίζονται σημαντικά και τελικά καταλήγει να παρέχει μηχανισμούς σε άλλους οίκους, όπως η Gruel και η Hamilton. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κάνει την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη, αλλά το εργοστάσιο στο Villeret συνεχίζει να λειτουργεί κανονικά.
Και το 1953, με την προσθήκη στην ομάδα της Rayville του Jean-Jacques Fiechter, ανιψιού της Betty, έρχεται η ανάσταση. Μαζί δημιουργούν το καταδυτικό ρολόι Fifty Fathoms, αρχικά για τους βατραχανθρώπους των γαλλικών ενόπλων δυνάμεων. Αλλά όταν αρχίζει να το χρησιμοποιεί ο Jacques Cousteau, η δημοφιλία του ξεπερνά κάθε προηγούμενο. Θα συνοδευτεί το 1956 από μία ακόμη τεράστια επιτυχία: το Ladybird γίνεται το μικρότερο στρογγυλό γυναικείο ρολόι στην Ιστορία.
Τα επόμενα χρόνια, το Ladybird αποκτά κι άλλες κάσες και εκείνο με την παραλληλόγραμμη αποτελεί το αγαπημένο ρολόι της Marilyn Monroe, εκτοξεύοντας ακόμη περισσότερο τη φήμη της μάρκας.
Πλέον, το 1959 η ωρολογοποιία κατασκευάζει πάνω από 100.000 ρολόγια το χρόνο και η Betty Fletcher ψάχνει να βρει ένα τρόπο για να κάνει την τεράστια αυτή παραγωγή βιώσιμη. Το 1961 συμφωνεί να βάλει την εταιρεία στο μεγάλο όμιλο SIHH, όπου ανήκαν ήδη οι Omega και Tissot. Δέκα χρόνια μετά, η παραγωγή της Blancpain έχει ξεπεράσει τα 200.000 ρολόγια το χρόνο.
Τα δύσκολα χρόνια και η μεγάλη επιστροφή
Η κρίση, όμως, της δεκαετίας του ’70, με την περίφημη απόβαση των ιαπωνικών quartz που λύγισε πολλές ελβετικές ωρολογοποιίες, αποδεικνύεται καταστροφική για τη Rayville–Blancpain. Ο όμιλος SIHH προχωρά σε αναδιοργάνωση και το 1983 πουλά την Blancpain στους Jacques Piguet, του ομώνυμου οίκου, και Jean-Claude Biver, το τρομερό παιδί της ωρολογοποιίας που ξεκίνησε τα θαύματά του εκείνη την εποχή και έκανε στη συνέχεια τεράστια καριέρα στη Hublot και την TAG Heuer. H Blancpain μετακομίζει στο Le Brassus, το χωριό της Piaget, σε ένα παλιό της εργαστήριο που δε χρησιμοποιείται πια.
Η Blancpain, από ωρολογοποιία που είχε μάθει στη μαζική παραγωγή, αλλάζει εντελώς στυλ και γίνεται μια μάρκα που φτιάχνει πολύ λίγα κομμάτια, αλλά με έμφαση στα σπουδαία complications. Για παράδειγμα, ο πρώτος της μηχανισμός υπό το νέο καθεστώς ήταν ο πιο μικρός της εποχής που έδινε ενδείξεις φάσεων Σελήνης.
Το 1991, η νέα Blancpain παρουσιάζει το πιο σύνθετο ρολόι της εποχής: Το 1735 Grande Complication διέθετε tourbillon, διηνεκές ημερολόγιο, φάσεις Σελήνης, χρονογράφο και ηχητική υπενθύμιση.
Με τις επιτυχίες να έρχονται η μία μετά την άλλη, η SIHH αποφασίζει να αγοράσει ξανά τη Blancpain, πληρώνοντας πάνω από χίλιες φορές την τιμή στην οποία η ίδια την είχε πουλήσει στους Biver και Piaget δέκα χρόνια πριν. Την ίδια περίοδο η SIHH και ο άλλος μεγάλος ελβετικός όμιλος, η ASUAG, συγχωνεύονται, δημιουργώντας αυτό που σήμερα γνωρίζουμε ως Swatch Group.
O Biver θα παραμείνει επικεφαλής της Blancpain ως το 2003, ενώ ένα ακόμη εργαστήριό της ανοίγει στο Le Sentier. Σήμερα, Διευθύνων Σύμβουλός της είναι ο Marc Hayek, εγγονός του ιδρυτή της Swatch, και διοικεί την εταιρεία από το Paudex, ένα προάστιο της Λοζάνης.