Το ασυμβίβαστο στυλ του ατίθασου Marlon Brando
- 3 ΑΠΡ 2024
Σπουδαίο υποκριτικό ταλέντο -η ερμηνεία του στη θεατρική παράσταση Λεωφορείο ο Πόθος του Elia Kazan στο Μπρόντγουει διδάσκεται στα πανεπιστήμια ακόμα και στις μέρες μας-, σύμβολο του σεξ, style icon, προασπιστής των δικαιωμάτων των αυτοχθόνων Ινδιάνων στις ΗΠΑ, αλλά και νάρκισσος, απείθαρχος -λέγεται ότι συνήθιζε να πηγαίνει αδιάβαστος στις πρόβες-, γεμάτος πάθη και λάθη, χτυπημένος άσχημα από τη μοίρα στα τελευταία χρόνια της ζωής του – είδε τον γιο του να φυλακίζεται για δολοφονία και τη θετή του κόρη να αυτοκτονεί, ενώ πέθανε φορτωμένος με υπέρογκα χρέη και πολλαπλά προβλήματα υγείας.
Ο Marlon Brando υπήρξε απρόβλεπτος σε κάθε του βήμα – ίσως, αυτή να ήταν η γοητεία του.
«Υπάρχει μια φράση σε μία ταινία μου που λέει “Κανείς δεν θα μου πει τι να κάνω”. Έτσι ακριβώς ένιωθα πάντα», είναι μία από τις διάσημες ατάκες του, που συνοψίζει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τα πάντα – την υποκριτική, τον έρωτα, την ίδια του τη ζωή. Ακόμα και στις στιλιστικές του επιλογές διαφαινόταν το ασυμβίβαστο του χαρακτήρα του.
Το προσωπικό του στυλ δεν ακολούθησε ποτέ τις συμβάσεις. Ήταν άγριο, απρόβλεπτο, αφόρητα cool και σέξι και ταυτόχρονα, ο ορισμός του macho σε μία εποχή βέβαια που η επίδειξη της αρρενωπότητας είχε σεξουαλικό πρόσημο.
Κομψό σπάνια τον χαρακτήριζαν, ατίθασο πάντα, ακόμα και όταν φορούσε σμόκιν και παπιγιόν. Είχε αυτό το παθιασμένο βλέμμα για ελευθερία και ζωή σε συνδυασμό με τη γενικότερη στάση του που δεν άφηνε περιθώρια σε κανέναν να τον πλησιάσει περισσότερο από όσο εκείνος ήθελε.
Το στιλιστικό φωτογραφικό του άλμπουμ
O Marlon Brando γεννήθηκε στις 3 Απριλίου του 1924 και έφυγε στα 80 του χρόνια, λόγω αναπνευστικής ανεπάρκειας, νικημένος από τον διαβήτη και τον καρκίνο του ήπατος.
Με αφορμή την 100η επέτειο γέννησής του, γυρίζουμε τον χρόνο πίσω για να θυμηθούμε κάποιες από τις πιο θρυλικές του εμφανίσεις· looks που επιβεβαιώνουν ότι κανείς δεν θα ξεπεράσει ποτέ το one of a kind στυλ του.
Απέδειξε τη στιβαρότητα του λευκού Τ-shirt, ένα κομμάτι που ταυτίστηκε με την ασυμβίβαστη εικόνα του.
Ήταν ίσως ο μοναδικός άντρας που φορούσε τότε τη λευκή φανέλα και δεν έδειχνε παρωχημένος, αλλά σέξι.
Χάρη σε αυτόν και το Schott Perfecto 618 που έριξε στους ώμους του στην ταινία Ο Ατίθασος το 1953, το δερμάτινο μπουφάν πέρασε στα 50s από την γκαρνταρόμπα των μοτοσικλετιστών στο αντρικό στυλ.
Είχε αδυναμία στα φαρδιά τζην παντελόνια που έπεφταν κάπως ατσούμπαλα στο σώμα του.
Συνδύαζε casual, μάλλινα σακάκια με φανελένια πουκάμισα και φαρδιές γραβάτες.
Χρησιμοποιούσε τα αξεσουάρ τόσο όσο, ώστε να δίνουν αυτό το κάτι παραπάνω στο look του.
Όταν φορούσε σμόκιν, η γοητεία του ξεχείλιζε.
Ενώ όταν επένδυε στην καθαρότητα του λευκού κοστουμιού, μας υπενθύμιζε τον λόγο που οι γυναίκες τον ποθούσαν και οι άντρες ήθελαν να του μοιάσουν.
Ντυνόταν απλά, συνδυάζοντας κλασικά κομμάτια, όπως τα λευκά Oxford πουκάμισα με τα ελαφριά πουλόβερ με V λαιμοκόψεις.
Το mafia look, αλλά κυρίως το μουστάκι που υιοθέτησε στον Νονό πέρασαν στην ιστορία.
Μεγαλώνοντας έγινε πιο τολμηρός στιλιστικά. Αντικατέστησε τα μάλλινα σακάκια με τα τζην μπουφάν και πειραματίστηκε με τα αξεσουάρ, καθώς και με το μήκος των γκριζαρισμένων πια μαλλιών του.
Μέχρι τα βαθιά του γεράματα, δεν σταμάτησε ποτέ να μας εκπλήσσει με το στυλ του.