GROOMING

Ζώντας με πέντε τρίχες στο πρόσωπο

Ένας συντάκτης προσπαθεί μάταια να ξεπεράσει το ατυχές γεγονός ότι δεν θα φέρει ποτέ στη ζωή του γενειάδα σαν αυτή του Όλοφ Μέλμπεργκ.

Τα πρωινά Σαββάτου του 1995, λίγο πριν την προπόνηση και λίγο μετά τους Flintstones και την καθιερωμένη μωβ βιταμίνη που μας είχε στείλει ο νονός του αδερφού μου απ’ την Αμερική, ένιωθα ότι μπορώ να τα έχω όλα. Ήμουν 12, χαρούμενος και δεν περνούσε από το μυαλό μου ότι κάποτε θα έχω τα πάντα εκτός από μούσια.

Στα 16-17, τα είχα καταλάβει όλα. Έβλεπα σε φωτογραφίες τους κολλητούς μου, εμένα, τους κολλητούς και μετά πάλι εμένα. Τα (ανύπαρκτα) μάγουλα μου γυάλιζαν, ειδικά από τότε που με εγκατέλειψε η ακμή. Τα μάγουλα των κολλητών είχαν τρίχες. Πυκνές. Πολλές. Χιλιάδες. Για την ακρίβεια, υπήρχε ένα στρώμα τρίχας πάνω τους. Το οποίο μπορούσαν να ξυρίσουν, να περιποιηθούν, να αφήσουν απεριποίητο, ό,τι ήθελαν.

Θα έλεγες ότι γεννήθηκα σπανός. Δεν γεννήθηκα σπανός. Για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, άρχισαν να φυτρώνουν τρίχες μόνο στην περιοχή ‘μουστάκι’, στην περιοχή ‘goatee’ και (καμιά εικοσαριά, μη φανταστείς) στην περιοχή κάτω από το κάτω χείλος.

 

Αυτή η βιολογική εξέλιξη δεν με βρήκε ούτε σύμφωνο ούτε έτοιμο. Επειδή ο καθένας οφείλει να παλέψει με τα μέσα και τις τρίχες που έχει, εκεί στο τέλος του σχολείου και λίγο μετά, έκανα τη δική μου επανάσταση. Άφησα ανεξέλεγκτες τις τρίχες του προσώπου μου, να βγουν, να μεγαλώσουν, να καλύψουν τα μέγιστα δυνατά σπανά εκατοστά. Δεν ξέρω τι σκεφτόμουν. Αλλά ήθελα να βρω οπωσδήποτε έναν τρόπο να δείχνει το πρόσωπό μου καλύτερο. Είτε αυτό θα το πετύχαινα με κάποιο συγκεκριμένο ξύρισμα ή με κάποιο προϊόν περιποίησης.

Μια μέρα φουλ αξυρισιάς, εκεί που καθόμουν με τον Μιχάλη στο θρυλικό ΑΒ στη Μπενάκη και πίναμε καφέ αγναντεύοντας την πολυκατοικία απέναντι, ο Μιχάλης έσπασε τη σιωπή του και είπε “12”.

(Μου άρεσαν αυτές οι κουβέντες και ο ρυθμός Σταύρου Θεοδωράκη που πιάναμε με το Μιχάλη, νιώθαμε πολύ ψαγμένοι πολύ πριν αρχίσουν οι ‘Πρωταγωνιστές’).

“Τι 12 ρε Μιχάλη;”, τον ρωτάω κοιτώντας ακόμα την πολυκατοικία για να μη χαλάσει το μονοπλάνο. “Τρίχες στο αριστερό σου μάγουλο”, μου απαντάει κοιτώντας το αριστερό μου μάγουλο. “Τι νομίζεις ότι κάνεις;”, με ρωτάει. “Κοιτάζω την πολυκατοικία”, του απαντάω προσπαθώντας να συγκρατήσω τα δάκρυά μου και να κάνω ότι δεν με πείραξε η αλήθεια.

 

Έπρεπε να το συζητήσω με τον αδερφό μου, ο οποίος επίσης ξεκίνησε με εκπληκτικές προδιαγραφές για ένα σπανό μέλλον, αλλά από τότε που υπηρέτησε 20 μήνες στην Αεροπορία, άρχισε πραγματικά να βγάζει μούσια. Λες να ήταν οι σκοπιές στη Βουλιαγμένης; Λες να ήταν επειδή έτρωγε το ασπράδι του αυγού που εγώ σιχαινόμουν; Λες να είχα ελπίδα;

Πηγαίνοντας να παρουσιαστώ στην Καλαμάτα στις 11 Φεβρουαρίου 2008, μόνο ένα πράγμα με παρηγορούσε. Ότι από το πολύ ξύρισμα, θα αρχίσω να βγάζω μούσια.

Το ξύρισμα στο κέντρο εκπαίδευσης είχε γίνει η καλύτερη στιγμή της ημέρας. Σηκωνόμουν δέκα λεπτά πριν το εγερτήριο, είχα όλους τους καθρέφτες στη διάθεσή μου και άρχιζα το τελετουργικό. Ξύρισμα από την επιτρεπτή γραμμή της φαβορίτας  και κάτω στα έτσι κι αλλιώς πανεύκολα μάγουλα. Κοίταγμα στο αριστερό προφίλ, κοίταγμα στο δεξί, ίχνος τρίχας.

Στα του μουστακιού, η ποσότητα των τριχών ανέβαινε δραματικά, άρα αναγκαστικά ήμουν πιο σχολαστικός με το εκεί ξύρισμα. Διπλοτριπλοπεράσματα με το ξυραφάκι και δώσ’ του πάλι αφρό  

Μία ότι ξεχάστηκα, μία ότι συνήθως είχα τα κορίτσια που ήθελα (ναι, ακόμα και με goatee), συνέχισα αυτήν την μισοξυρισμένη-μισοαξύριστη κατάσταση για χρόνια. Που και που ξυριζόμουν τελείως (πάντα με την κρυφή ελπίδα να μεγαλώσει η σοδειά την επόμενη φορά).

Όταν δεν υπήρχε ίχνος τρίχας στη μούρη μου, συνήθιζα να φοράω και κάτι λεπτά μαύρα μακρυμάνικα και ήμουν σαν τον Αργύρη Ξάφη, όπως εύστοχα είχε επισημάνει ο Μάνος Μίχαλος μια μέρα στην κουζίνα του γραφείου.

 

Ομολογώ ακόμα πως μια φορά σκέφτηκα ότι σίγουρα θα υπάρχει φάρμακο-λίπασμα που απλώνεις στη μούρη σου και το οποίο σύντομα δίνει ζωή στις τρίχες που είναι θαμμένες από κάτω. Δεν το έψαξα παραπάνω. Αφού αποδεχτείς τον εαυτό σου, το μόνο που απομένει είναι να σταματήσεις να εκτίθεσαι.

Σταμάτησα να δίνω δικαιώματα αφήνοντας ανεξέλεγκτη τη φαβορίτα ή τις 12 που έγιναν τελικά (και άκρως μυστήρια) 32 τρίχες σε κάθε μάγουλο. Ξυρίζομαι επιμελώς στις σχεδόν άτριχες πλευρές του προσώπου (κάτι φίλοι μου με συμβούλεψαν σωστά να βάζω και ενυδατική που περιποιείται το πρόσωπο και το αφήνει λείο), αλλά από ένα παιχνίδισμα της τύχης, επέτρεψα στο μουστάκι μου να μεγαλώνει.

Το μόνο που χρειάζεται που και που είναι ένα τριμάρισμα για αισθητικούς και πρακτικούς λόγους. Δεν κοροϊδεύω κανέναν αφήνοντας ανεξέλεγκτο το μουστάκι μου. Παραμένω ‘λίγος’ στα υπόλοιπα σημεία.

Μπορεί οι πρώτες εβδομάδες να ήταν δύσκολες κυκλοφορώντας με έντονο μουστάκι, περιορισμένο goatee και τις κλασικές λίγες τρίχες ενδιάμεσα, αλλά το τότε κορίτσι μου με στήριξε σε όλο αυτό και η μετάβαση έγινε χωρίς παλινωδίες. Άρχισα να με συνηθίζω έτσι. Άρχισε να γλυκαίνει ο πόνος μέσα μου. Είπαμε, ό,τι μπορεί ο καθένας.

Να σκεφτείς ότι για μήνες κάθομαι ανάμεσα σε δύο σημαιοφόρους της γενειάδας, τον έτσι κι αλλιώς μελαχρινό Χρήστο Χατζηιωάννου, του οποίου τα γένια ακούω να βγαίνουν κάθε φορά που κλείνω το Spotify, και τον Θοδωρή Δημητρόπουλο που ως γνωστόν είχε μούσια από το δημοτικό.

 

Με το μουστάκι -που δεν τολμώ ακόμα να αφήσω σκέτο- νιώθω κάπως καλύτερα.

Εξαιρείται η προηγούμενη Κυριακή που κατέβαινα τη Βασ. Κωνσταντίνου και ένας τύπος είχε βγει ολόκληρος από τη θέση του συνοδηγού δείχνοντάς το με το χέρι του. Κάτι έλεγε. Δεν κατάλαβα.

Ευτυχώς.

(Τη συμπάθειά σας και στο @illanastasiadis)