ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο: Οι τρεις πρωταγωνιστές μιλούν για την ταινία

Οι Γιώργος Κατσής, Άρης Μπαλής και Πάνος Παπαδόπουλος παίζουν τα αδέρφια που κατασκευάζουν μία αυτοσχέδια χρονομηχανή για να επαναφέρουν στη ζωή τη νεκρή μητέρα τους, στη νέα, μεγάλου μήκους, ταινία του Γιάννη Βεσλεμέ.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ

Ένας πατέρας που κάποτε ήταν πατέρας. Τώρα, μαλώνει τα παιδιά του σαν καλικάντζαρος. Μία ακέφαλη κότα που κάποτε ήταν απλά μία κότα. Τώρα, είναι ένα κατοικίδιο που τους νανουρίζει τα βράδια. Μία λίμνη που κάποτε ήταν λίμνη. Τώρα, είναι ένας στοιχειωμένος βάλτος. Μία ντουλάπα που κάποτε ήταν ντουλάπα. Τώρα, είναι χρονομηχανή. Τρία αδέρφια που κάποτε έβγαιναν από το σπίτι τους και ζούσαν σαν κανονικοί άνθρωποι. Τώρα, δεν φεύγει κανείς πότε από το σπίτι – μόνο για να βρουν ναρκωτικά. Ζουν ένα πένθος δίχως τέλος, σαν καταραμένοι νοσταλγώντας το παρελθόν -δέσμιοι των εμμονών του πατέρα τους-, ενώ ξέρουν πολύ καλά ότι «οι ζωντανοί με τους ζωντανούς».

Ο νέος κινηματογραφικός κόσμος που έφτιαξε ο Γιάννης Βεσλεμές στην τρίτη κατά σειρά μεγάλη μήκους ταινία του -μετά τις Νορβηγία (2014) και Τι συνέβη στον Πανάγα τον Πανάγα από την ανθολογία Εγχειρίδιο Ανάγνωσης του Κακού (2018)- έχει τρόμο, ψυχεδέλεια, σπλάτερ, γκάνια, πλάσματα αλλότρια, ξεθωριασμένα χρώματα, πανέμορφες και ανατριχιαστικές ταυτόχρονα εικόνες που μοιάζουν με κινούμενο πίνακα ζωγραφικής.  

Το Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Φεστιβάλ της Tribeca, ταξίδεψε σε Καναδά, Αυστραλία και Ευρώπη και από τις 13 Φεβρουαρίου θα ξεκινήσει το ταξίδι του στην Αθήνα. Θα προβάλλεται αποκλειστικά στη σκοτεινή αίθουσα του ΑΣΤΟΡ. 

Ένα μεσημέρι με πολύ πολύ κρύο και ψιλόβροχο συνάντησα τους Γιώργο Κατσή, Άρη Μπαλή και Πάνο Παπαδόπουλο, τους τρεις πρωταγωνιστές αυτού του «ψυχεδελικού παραμυθιού που είναι καμουφλαρισμένο σε φιλμ επιστημονικής φαντασίας», όπως το χαρακτηρίζει ο δημιουργός του, στον Εθνικό Κήπο. Ήταν στιγμές που λόγω της μουντάδας και της παγωνιάς, ο Κήπος έμοιαζε με τον στοιχειωμένο κήπο της ταινίας.

Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Γιάννη Βεσλεμέ; 

Άρης Μπαλής: Μας είχε δει αρκετές φορές στο θέατρο στο παρελθόν και τους τρεις και μας γνώριζε ως ηθοποιούς, οπότε μας προσκάλεσε να συμμετάσχουμε στο casting που έκανε ο Μάκης Γαζής για την ταινία του. Με τον Πάνο είχαν συνεργαστεί και στο παρελθόν στην προηγούμενη ταινία του Γιάννη. Μετά από αρκετά δοκιμαστικά κατέληξε σε εμάς τους τρεις. Με τον Πάνο και τον Γιώργο γνωριζόμασταν από παλιά, από τη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, καθώς είχαμε συμπέσει σε διαφορετικά έτη κατά τη διάρκεια των σπουδών μας. 

Είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι με τα παιδιά και νιώθω πολύ ευγνωμοσύνη για αυτή μας τη συνάντηση.


Γιώργος Κατσής: Είχα δει τη Νορβηγία όταν είχε βγει 10 χρόνια πριν περίπου και είχα περάσει απίθανα στην προβολή. Μετά από δύο ή τρεις πολύ αστείες συναντήσεις ο Γιάννης αποφάσισε να μου δώσει τον ρόλο του Dummy.

Πάνος Παπαδόπουλος: Εμένα ο Γιάννης με έκλεισε τελευταίο για την ταινία. Είχαμε συναντηθεί σε ένα καφέ και μου είχε προτείνει μια μικρού μήκους που σκόπευε να γυρίσει. Εκεί μου μίλησε και για τα Λουλούδια, λέγοντας μου ότι δεν πιστεύει ότι θα μου ταίριαζε, αλλά αν δεν είχα πρόβλημα θα μπορούσα να δοκιμάσω κάποιες σκηνές. Θυμάμαι ήμουν κάπως αρνητικός ακόμα και στο να πάω. 

Του είχα πει νομίζω, «αν δεν μου ταιριάζει άστο δεν πειράζει, θα κάνουμε τη μικρού». Κάπως έγινε και επέμεινε κι αυτός, αλλά και ο Μάκης Γαζής και τελικά με το που βρεθήκαμε και με τα άλλα τα παιδιά έδεσε αμέσως.

Εσύ Πάνο με τον Γιώργο παίζετε μαζί στην παράσταση Αντικείμενα στο Θέατρο Ροές, ένα έργο που σκηνοθετήσατε και γράψατε από κοινού με τον Γιάννη Αποσκίτη. Με τον Άρη ωστόσο, οι τρεις σας συνεργάζεστε τώρα για πρώτη φορά; 

Πάνος: Mε τον Γιώργο πράγματι έχουμε δουλέψει πολλές φορές, αυτή νομίζω πρέπει να είναι η έβδομη στην παράσταση. Με τον Άρη δεν έτυχε να συναντηθούν οι δρόμοι μας πριν από την ταινία, τον γνωρίζαμε όμως, όπως προανέφερε και ο ίδιος, από τα χρόνια της σχολής.

Θυμάστε ποια ήταν η πρώτη αντίδραση όταν διαβάσατε το σενάριο;

Γιώργος: «Α, καλά, θα πάρω τον πούλο», ήταν το πρώτο πράγμα που είπαμε γιατί ο χαρακτήρας που υποδύθηκα τελικά, σύμφωνα με το τότε σενάριο ήταν ένας ψηλός, ξανθός, γαλανομάτης, πολύ γοητευτικός τύπος. Είχα ξενερώσει αφόρητα, γιατί με είχε ενθουσιάσει η ιστορία. Παράλληλα, ο μόνος αδελφός που ευχόμουν να παίξω ήταν αυτός που τελικά έπαιξα, ο Dummy. Τελικά, μπόρεσα να ξεγελάσω τον Βεσλεμέ ότι είμαι καλός ηθοποιός. Μέχρι σήμερα το μετανιώνει.

Άρης: Σκέφτηκα «τι καμένο σενάριο!» και ταυτόχρονα, «τι υπέροχο σενάριο!». Ενθουσιασμός γενικά.

Πάνος: Εγώ έχω μια ιδιόμορφη σχέση με τα σενάρια, δεν τα διαβάζω προσεκτικά. Μου αρέσει πάντα να αφήνω μια εκκρεμότητα. Πολλές φορές ζητάω να μου μιλήσουν για την ιστορία και τα ανοίγω πρώτη φορά στην ανάγνωση. Το συγκεκριμένο δεν το κατάλαβα πολύ εξ αρχής, ακόμα και στις τελικές πρόβες που κάναμε, ρωτούσα τον Γιάννη για διάφορα ονόματα, «ποιος είπαμε είναι αυτός;» και γελούσε που ακόμα δεν τα ήξερα. 

Βαριέσαι γι’ αυτό δεν τα διαβάζεις προσεκτικά;

Πάνος: Μπορεί ναι, να ακούγεται σαν τεμπελιά αυτό που είπα, πιθανότατα να είναι σε ένα βαθμό, αλλά πιστεύω στον κινηματογράφο σε κρατάει σε μια αγνότητα, σε μια συνεχή έκπληξη και απορία.

Ποιος από τους τρεις θα με εισάγει με δικά του λόγια στην ιστορία της ταινίας;

Γιώργος: Στην Αθήνα κάπου αόριστα στα τέλη των 70s ή στις αρχές του 80s, τρία αδέρφια διεξάγουν πειράματα στο πατρικό τους σπίτι  με σκοπό να φτιάξουν μια χρονομηχανή με την οποία θέλουν να ταξιδέψουν στο παρελθόν για να φέρουν τη μητέρα τους πίσω, η οποία έχει πεθάνει. 

Όλα αυτά υπό την επήρεια ψυχεδελικών ουσιών, τσιγάρων και αλκοόλ.

Πώς θα περιγράφατε το Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο

Άρης: Ακριβώς όπως την έχει περιγράψει ο Γιάννης: ένα ψυχεδελικό παραμύθι καμουφλαρισμένο σε φιλμ επιστημονικής φαντασίας.

Γιώργος: Είναι δύο λέξεις που τις λέει συχνά ο Γιάννης και μου αρέσουν πάρα πολύ. «Κουλ» και «Φίνο». Είναι μια ταινία που αποτελείται εξίσου κι από τις δύο αυτές λέξεις. Ο ίδιος ο Γιάννης αποτελείται από αυτές τις δύο λέξεις.

Πώς είναι να ζείτε σε αυτό το τρομακτικά και ταυτόχρονα, σαγηνευτικά απόκοσμο κινηματογραφικό σύμπαν που φτιάχνει και έχει μία ξεχωριστή ομορφιά;

Πάνος: Ο Γιάννης έχει όντως μια πολύ ξεχωριστή ματιά, ένα εντελώς δικό του σύμπαν εξαιρετικής αισθητικής και ευαισθησίας. Φλερτάρει πολύ με αυτό που λέμε b-movie, αλλά ακριβώς εξαιτίας της φωτογραφίας και της λεπτομέρειας με την οποία γυρίζει δεν γίνεται ποτέ φτηνό. Αντιθέτως, κλείνει κάπως το μάτι σε ένοχες απολαύσεις μας από το παρελθόν και εμπλουτίζεται με υποδόριο χιούμορ. Έχει τρομερό ενδιαφέρον το γεγονός ότι βρέθηκα σε μια τέτοιου είδους ταινία. Δεν πίστευα ποτέ ότι θα με σκεφτόταν κάποιος για κάτι τέτοιο.


Άρης: Ειλικρινά είναι μια υπέροχη εμπειρία. Είναι ευτυχία να μπορείς να παίρνεις μέρος σε τέτοια project και δεν το λέω με τον κλισέ τρόπο, τύπου να το πω για να το πω. Αυτή η ταινία είναι από τις πιο ευτυχείς συγκυρίες που μου έχουν συμβεί. Θα ήθελα να ήταν σειρά και να τη γυρίζουμε για 15 χρόνια, να φτάναμε τις 10 σεζόν ή κάτι τέτοιο. (γελάει). 

Άσχετο, αλλά το παράδοξο είναι ότι όταν είδα πρώτη φορά την ταινία συνειδητοποίησα ότι κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος η εμπειρία της παρακολούθησης της ταινίας, ταυτιζόταν με την εμπειρία μας κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Μάλλον, ευθύνεται ο Γιάννης που μας είχε μυήσει απόλυτα στον κόσμο που ήθελε να φτιάξει.

Γιώργος: Έχει πολύ περισσότερο γέλιο και τρυφερότητα από ό,τι θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Όλο το συνεργείο είχε ατομάρες μέσα, με πολλές από αυτές δέθηκα πολύ τότε και τις συμπάθησα σε βάθος.

Επίσης, θέλω να πω ότι ο Βεσλεμές κάνει πάρτι όταν γυρίζει. Είναι σαν παιδί. Αυτό εμένα μου αρέσει πολύ και το κυριότερο είναι ότι δεν παραλύει μπροστά σε εμπόδια ή προβλήματα. Βρίσκει τρόπο, προσαρμόζεται. Έχω δει να χάνουν το χρώμα τους σκηνοθέτες για μικρά ζητήματα και να περνάει μάταια ο χρόνος, που για μια ταινία είναι θάνατος. 

Και ο χρόνος που περάσατε εσείς οι τρεις μαζί;

Γιώργος: Με τον Πάνο και τον Άρη όλος αυτός ο χρόνος που περάσαμε μαζί μάς έχει δέσει, μάς έχει αλλάξει ανεπιστρεπτί σαν εμπειρία. Έχουμε για πάντα αυτή την ταινία πια. Αυτό είναι τεράστιο για μένα. Όσο απόκοσμο μπορεί να μοιάζει το σύμπαν του Βεσλεμέ, τόσο περισσότερο αποτελείται από εγκόσμιες κι ευαίσθητες χορδές – σε αυτές βασίζεται το σινεμά του.

Υποδύεστε τα τρία αδέρφια της ιστορίας. Who is who; 

Άρης: Δεν μπλέξαμε σχεδόν καθόλου με τα βιογραφικά στοιχεία των ηρώων πέραν από πολύ βασικά αφηγηματικά στοιχεία που τους οδηγούν στο να κάνουν αυτά που κάνουν. Είναι τρία αδέρφια λοιπόν γύρω στα 25, που ζουν σχεδόν αποκλειστικά στο σπίτι τους και προσπαθούν να επανενώσουν τη διαλυμένη τους οικογένεια. 

Ο πατέρας τους ζει στο Παρίσι και τους χρηματοδοτεί το Project της χρονομηχανής, η μητέρα τους έχει πεθάνει και αυτά μένουν εγκλωβισμένα στην αναπαραγωγή ενός τραύματος του παρελθόντος. 

Ο δικός μου χαρακτήρας είναι ο Japan, ο μεγαλύτερος αδελφός. Είναι nerd με την τεχνολογία, αλλά και ο πιο αποστασιοποιημένος σε σχέση με την προσπάθεια επαναφοράς της νεκρής μητέρας στη ζωή. Είναι κάπως πιο κυνικός, πιο ισοπεδωτικός και έχει ένα χιούμορ μάλλον καυστικό και ειρωνικό.

Πάνος: Ο δικός μου είναι ο Σκαντζόχοιρος, ο πιο οργανωτικός, ας πούμε, αυτός που έχει επωμιστεί την ευθύνη να κάνει τη χρονομηχανή να δουλέψει και να φέρει πίσω τη νεκρή τους μητέρα. Είναι βαθιά νοσταλγικός. Γαντζωμένος σε πράγματα και καταστάσεις του παρελθόντος κι ενώ κανείς, ζώντας με αυτόν τον τρόπο, πιστεύει ότι πρόκειται για πίστη, εγώ αρχίζω μεγαλώνοντας να φοβάμαι ότι είναι απλώς τεμπελιά.

Να τη πάλι η τεμπελιά. 

Πάνος: (γελάει). Προχωράμε στον Dummy.

Γιώργος: Εγώ λοιπόν είμαι ο Dummy. Ενδεχομένως, να μοιράζομαι την ίδια ευφυΐα με τα δύο άλλα αδέρφια, αλλά αυτό σπανίως φαίνεται γιατί κάνω τις περισσότερες καταχρήσεις κι από τους τρεις μας μαζί. Είμαι υπεύθυνος για την εύρεση των ναρκωτικών που καταναλώνουμε. Πιστεύω ίσως λιγότερο από όλους ότι τα πειράματά μας θα οδηγήσουν κάπου. Με φωνάζουν βάρβαρο ή αγροίκο. 

Είμαι αυτός που τον έχει πονέσει και τραυματίσει ίσως παραπάνω ο θάνατος της μάνας. Τις νύχτες κοιμάμαι στο φθαρμένο και παλιό αυτοκίνητο του πατέρα μας με τα χέρια δεμένα στο τιμόνι, προσπαθώντας να αναπαραστήσω ένα τροχαίο που με σκοτώνει.

Ποια ήταν η σχέση τους με τη μητέρα τους; 

Άρης: Έλα ντε!

Γιώργος: Ο Dummy πάντως τη λατρεύει, ο θάνατος της τον έχει τσακίσει.

Πάνος: Μεγάλης λατρείας. Με τη θύμησή της και με καθετί δικό της, με τα ρούχα, το άρωμά της. Παρά την απουσία της στην ταινία είναι πάντα παρούσα.

Και ποια είναι η σχέση με τον πατέρα τους; 

Πάνος: Η ακριβώς αντίθετη από τη μητέρα.

Άρης: Πολύπλοκη, θα έλεγα με μία λέξη.

Γιώργος: Και πάλι θα απαντήσω μέσω του Dummy. Τον μισεί. Είναι το ATM για τα ναρκωτικά του. Τίποτα άλλο.

Καθρεφτίζει η ταινία τις παθογένειες της ελληνικής οικογένειας κι αν ναι, πώς; 

Άρης: Μάλλον, καθρεφτίζει με κάποιον -εξ αντανακλάσεως- τρόπο τις παθογένειες της ελληνικής οικογένειας. Μιλάμε για τρία αδέλφια που αρνούνται να μεγαλώσουν, δεν φεύγουν από το σπίτι τους και βάζουν στόχο της ζωής τους να επανενώσουν τη διαλυμένη οικογένειά τους για να είναι όλοι πάλι μαζί. 

Παρόλα αυτά, η ταινία παραμένει στο πλαίσιο του ψυχεδελικού παραμυθιού και της επιστημονικής φαντασίας.

Πάνος: Σίγουρα ως προς το κομμάτι της άρνησης της ενηλικίωσης. Είναι μεγάλο θέμα αυτό για τη δική μου γενιά. Αμφιβάλω ότι θέλουμε στο βάθος να απεμπλακούμε. Αντιθέτως, βλέπω να επιθυμούμε διακαώς την εγκόλπωσή μας από έναν άλλον «γονέα», ακόμα και αν δεν είναι ο φυσικός μας, αλλά κάποιος που θα μας αναλάβει, που θα μας καταπιεί και θα μας πάρει τις ευθύνες. Θα ανήκουμε επιτέλους κάπου δεν θα είμαστε τόσο τρομακτικά μόνοι μας.

Γιώργος: Νομίζω ότι τα έργα τέχνης είναι -ή αποσκοπούν τις περισσότερες φορές να είναι- η εξήγηση γιατί το είδωλο μας είναι όπως είναι. Όχι, ο καθρέφτης. Η συγκεκριμένη ταινία με αυτή τη σκέψη λοιπόν, περισσότερα λέει για την παθογένεια των παιδιών να προσκολλούνται στο παρελθόν, στον θάνατο, στην αυτοκαταστροφή και στη νοσταλγία -που τη σιχαίνομαι από τα σπλάχνα μου- παρά για την ελληνική οικογένεια. 

Ή λίγο πιο μπακαλίστικα να πω το εξής: αν πιστεύεις ότι φταίει η οικογένεια σου που είσαι μαλάκας, κάνεις μια ταινία για τις «παθογένειες της ελληνικής οικογένειας». Αν αναλαμβάνεις την ευθύνη που είσαι μαλάκας, κάνεις μια ταινία για τα δικά σου λάθη. Η ταινία για μένα ανήκει στη δεύτερη, πιο ώριμη περίπτωση.


Πόσο σας απασχολεί ο θάνατος; Το ότι κάποια στιγμή θα χάσετε τους αγαπημένους σας και η ζωή απλά θα συνεχιστεί;

Πάνος: Τρομακτικά πολύ και όλοι οι συμβολικοί θάνατοι κατ’ επέκτασιν. Αλλά είναι φυσικό κατά τη γνώμη μου για όσους και όσα αγαπάμε. Όταν αγαπάς κάποιον, η μισή αγάπη είναι ο φόβος για τον χαμό της αγάπης.

Άρης: Με απασχολεί, αλλά δεν μπορώ να πω ότι με φοβίζει. Παλιότερα με τρομοκρατούσε, αλλά με τα χρόνια έχω επικεντρωθεί στην άπειρη λαχτάρα που έχω για τη ζωή. Οι απώλειες, οποιασδήποτε μορφής, με στενοχωρούν, με θλίβουν και θα με θλίβουν, αλλά είναι τόσο δεδομένες στη διαδοχή της ζωής, που πρέπει να τις πάρεις παραμάσχαλα και να πορευτείς μαζί τους.

Γιώργος: Εγώ έχω μερικές φορές, στιγμές πλήρους συμφιλίωσης με τον θάνατό μου. Τις περισσότερες όμως η σκέψη και μόνο με νικάει. Επειδή ήδη βλέπω τι κάνει στις αντοχές μου, στο σώμα μου, ο χρόνος. Δεν είμαι θρήσκος άνθρωπος επίσης, δεν πιστεύω στον Θεό ή άλλες τέτοιες δεισιδαιμονίες και άμπρα κατάμπρα. Τις θεωρώ βαθιά πρωτόγονες και οπισθοδρομικές αντιλήψεις, επομένως η ανυπαρξία ως ενδεχόμενο μου δημιουργεί τρόμο, με συνθλίβει. 

Ο Ταρκόφσκι έλεγε ότι σκοπός της τέχνης είναι να προετοιμάσει τον άνθρωπο για τον θάνατό του. Έχω ενδεχομένως κάποια προετοιμασία να κάνω ακόμα. 

Όσον αφορά τους δικούς μου ανθρώπους με απασχολεί να φύγουν γαλήνια. Οι περισσότεροι άνθρωποι φεύγουν μετά από μια τρικυμία πόνου και εξαθλίωσης. Χάνουν κάθε δείγμα ομορφιάς, χαράς και αξιοπρέπειας τις τελευταίες τους μέρες. Αυτό με πληγώνει, μου είναι ασήκωτο. Θα ήθελα οι άνθρωποι να μπορούν να φύγουν χωρίς τόσο πόνο. Είναι άδικο.

Αν είχατε στα χέρια σας μία αυτοσχέδια χρονομηχανή, έχετε σκεφτεί πώς θα τη χρησιμοποιούσατε – αν τη χρησιμοποιούσατε; 

Γιώργος: Μπορεί να σκότωνα κάποιον. Δεν ξέρω ακόμα ποιον ακριβώς. Είναι πολλοί οι υποψήφιοι. 

Άρης: Θα απαντήσω εντελώς μίζερα και ανέμπνευστα. Θα τη χρησιμοποιούσα για να επισκεφτώ το παρελθόν, να δω και να καταλάβω την καθημερινότητα πριν από 50, 100, 500 χρόνια. Για επιστημονικούς λόγους και για λόγους ατόφιας περιέργειας δηλαδή θα τη χρησιμοποιούσα. 

Νομίζω δεν θα έμπλεκα με το να διαταράξω το συνεχές του χρόνου και να επαναφέρω κάποιον στη ζωή. Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς… 

… που είναι και μία από τις εμβληματικές ατάκες της ταινίας. 

Πάνος: Εγώ θα ήθελα πολύ να επαναφέρω κάποιες όμορφες στιγμές, όχι όμως μονάχα την ανάμνησή τους, αλλά την απτότητα που είχαν. Με τρομάζει πολύ το πόσο αχειροποίητα είναι τα συναισθήματα όταν παύει η στιγμή τους. Το μόνο που πιστοποιεί ότι τα ζήσαμε είναι ένα κομμάτι μνήμης, λογικής. Όμως, οι αγκαλιές, τα τσιμπήματα, οι μυρωδιές τους, έχουν εξαφανιστεί. Σαν να τα είδαμε στον ύπνο μας κατά κάποιο τρόπο. Ξέρουμε ότι συνέβησαν, αλλά τίποτα άλλο πέρα από αυτό.

Ποια σκηνή από την ταινία σάς έκαψε το μυαλό;

Γιώργος: Δεν μου έκαψε το μυαλό, αλλά μου άρεσε πολύ μια σχεδόν ονειρική, ερωτική σκηνή της ταινίας με τρία άτομα. Αποτυπώνει πολύ όμορφα την περιέργεια με την οποία οι χαρακτήρες -ή οποιοσδήποτε- μπορεί να θέλει να εξερευνήσει πιο σκοτεινές περιοχές της σεξουαλικής πράξης. Το σκοτάδι που κουβαλάει αυτή η επιθυμία για κατάκτηση και πόνο πάνω στον άλλον.

Η μητέρα τελικά αγαπούσε περισσότερο τα λουλούδια από τι; 

Άρης: Αν απαντηθεί αυτή η ερώτηση θα συντελεστεί ένα μικρό spoiler και θα ήταν κρίμα.

Ποια ταινία είδατε τελευταία και την ευχαριστηθήκατε;

Άρης: Το Flow. Με συγκίνησε βαθύτατα.

Πάνος: Για μένα, το Substance.

Γιώργος: Ξαναείδα πρόσφατα μετά από χρόνια το Last Picture Show του Bogdanovic και συγκινήθηκα πάρα πολύ.

***

Ο Γιώργος Κατσής συμπρωταγωνιστεί με τον Πάνο Παπαδόπουλο στα Αντικείμενα στο Θέατρο Ροές. Ο πρώτος προετοιμάζει επίσης ένα σεμινάριο υποκριτικής που θα διδάξει σύντομα στη Μικρή Ακαδημία. Ο δεύτερος παίζει επίσης στο Περιμένοντας τον Γκοντό στο Θέατρο Πόρτα, σε σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου.

Ο Άρης Μπαλής αυτή την περίοδο παίζει στο Λεωφορείο ο Πόθος σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά στο Θέατρο Προσκήνιο και στα τέλη Φεβρουαρίου θα συμμετέχει στη Διόρθωση ΙΙ, παράσταση χορού του χορογράφου Κωνσταντίνου Παπανικολάου.

***

Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο

Σκηνοθεσία: Γιάννης Βεσλεμές

Σενάριο: Γιάννης Βεσλεμές & Δημήτρης Εμμανουηλίδης

Παραγωγός: Φένια Κοσοβίτσα

Executive Producer: Χρήστος Β. Κωνσταντακόπουλος

Executive producers: Ant Timpson, Ανδρέας Ζουπάνος Κρητικός

Συμπαραγωγός: Alexis Perrin

Associate producers: Mike Shema, Nick Ford

Διεύθυνση Φωτογραφίας: Χρήστος Καραμάνης GSC

Μοντάζ: Γιώργος Μαυροψαρίδης ACE

Μουσική: Γιάννης Βεσλεμές

Σκηνογράφος: Έλενα Βαρδαβά

Ενδυματολόγος: Άλκηστη Μάμαλη

Μακιγιάζ: Ιωάννα Λυγίζου

Ήχος: Νίκος Έξαρχος

Σχεδιασμός Ήχου: Περσεφόνη Μήλιου

Μιξάζ: Κώστας Βαρυμποπιώτης

Ηχογράφηση & Μίξη Μουσικής: Γιώτης Παρασκευαΐδης (ΑUX Studio)

SFX makeup & Animatronics: Atelier 69 (FR), Προκόπης Βλασερός Fx Studio (GR)

VFX: Γιάννης Αγελαδόπουλος

Color grading: Γρηγόρης Αρβανίτης

Οργάνωση Παραγωγής: Ματθαίος Βούλγαρης

Διεύθυνση Παραγωγής: Χρήστος Βασιλόπουλος

Βοηθός Σκηνοθέτη: Αργύρης Ζάχος

Casting: Μάκης Γαζής ICDA 

Ηθοποιοί: Πάνος Παπαδόπουλος, Τζούλιο Γιώργος Κατσής, Άρης Μπαλής, Sandra Abuelghanam Sarafanova, Αλεξία Καλτσίκη & Dominique Pinon

Παραγωγή: BLONDE 

Σε συμπαραγωγή με τους FALIRO HOUSE PRODUCTIONS, RUMBLEFISH, TIMPSON FILMS, ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ, ΕΡΤ Α.Ε. Με την υποστήριξη του Ε.Κ.Κ.Ο.Μ.Ε.Δ.-Creative Greece (Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, Οπτικοακουστικών Μέσων & Δημιουργίας-Creative Greece)

Info: από Πέμπτη 13/02 αποκλειστικά στο ΑΣΤΟΡ. 

Στις 14/02, ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου θα προβληθούν: η Νορβηγία του Γιάννη Βεσλεμέ, με αφορμή τα 10 χρόνια από τότε που βγήκε στις αίθουσες, στις 23.30 και στις 21.30 το Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο. Τα εισιτήρια θα κοστίζουν 9 ευρώ μόνο για το Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο, 6 ευρώ ειδική τιμή για τη Νορβηγία και 12 ευρώ και για τις δύο ταινίες. Επίσης, στις 16/02 η προβολή θα γίνει με την υποστήριξη του Comicdom CON Athens με extrended Q&A με τους συντελεστές.