Άρης Ράμμος
ΣΙΝΕΜΑ

Η Αγγελική Παπούλια δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να παίξει τον νέο της ρόλο

Το αληθινό «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών» είναι η ερμηνεία της ηθοποιού ως σκληρή αστυνομική διοικητής. Καθώς η ταινία βγαίνει στις αίθουσες, η Αγγελική Παπούλια μας ξεναγεί στον ερμηνευτικό της κόσμο.

Η Αγγελική Παπούλια είναι κάτι παραπάνω από μια απ’τις σημαντικότερες ηθοποιούς του σύγχρονου ελληνικού σινεμά: είναι μια ερμηνεύτρια που το έχει καθορίσει μέσα από λίγους, επιλεγμένους ρόλους της. Από τον «Κυνόδοντα» ως τον «Αστακό», κι από την «Έκρηξη» ως το «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών» καταφέρνει πάντα κάτι παραπάνω από το να γεμίζει απλώς την οθόνη: να σε κάνει να νιώθεις πως παρακολουθείς ένα σύμπαν που έχει δημιουργηθεί γύρω της, γύρω από αυτή τη μία ερμηνεία που παρακολουθείς.

Διαλέγει τις λέξεις της με ηρεμία και σκέψη καθώς μας ταξιδεύει σε βάθος στην ερμηνευτική της διαδικασία στη διάρκεια ενός πρωινού καφέ στο φετινό, 60ό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Βρίσκεται εκεί με διπλή αποστολή, ως μέλος της κριτικής επιτροπής (η οποία έδωσε και πολύ καλά βραβεία, κατά την άποψή μας) και ως πρωταγωνίστρια της νέας ταινίας του Σύλλα Τζουμέρκα, «Το Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών», που παρουσιάζεται πρώτη φορά στην Ελλάδα μετά την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Βερολίνου.

Στην ταινία πρωταγωνιστεί στο ρόλο της Ελισάβετ, μιας σκληροτράχηλης αστυνόμου σε δυσμενή μετάθεση στο Μεσολόγγι, όπου νιώθει θυμό και απόσταση από την τοπική κοινωνία, κάνοντάς τη δουλειά της μέσα σε ένα νέφος οργής και καταχρήσεων, νιώθοντας πως έχει χαραμίσει τόσα χρόνια από τη ζωή της. Μέχρι που μια αυτοκτονία ξεκινά ένα ντόμινο αποκαλύψεων και αίματος και τη φέρνει στην τροχιά μιας άλλης γυναίκας που θέλει κι εκείνη με τον τρόπο της να αποδράσει.

Η 3η ταινία του Σύλλα Τζουμέρκα και η 2η με πρωταγωνίστρια την Παπούλια μετά την «Έκρηξη», προσφέρει μια συναρπαστική genre ματιά στην ελληνική επαρχία και δίνει σε μια σπουδαία ηθοποιό την ευκαιρία να εξερευνήσει έναν από τους πιο απαιτητικούς και σκληρούς χαρακτήρες της καριέρας της. Σε ένα διάλειμμα από τις υποχρεώσεις της στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αφήσαμε την Αγγελική Παπούλια να μας ξεναγήσει στη διαδικασία της, να μιλήσει για το πώς η φύση του Μεσολογγίου επηρέασε την ερμηνεία της, και να εξηγήσει γιατί της αρέσει να συνεργάζεται εκ νέου με σκηνοθέτες που εμπιστεύεται.

Ο ρόλος που αρχικά φάνηκε πολύ δύσκολος

«Ο Σύλλας έγραψε σενάριο ξανά με τη Γιούλα Μπούνταλη και μου το έστειλε ρωτώντας αν θα ήθελα να παίξω αυτό το ρόλο. Διάβασα το σενάριο και μου φάνηκε πολύ δύσκολο! Φάνηκε ότι ήταν πάρα πολλά τα επίπεδα τα οποία έπρεπε να συνδυαστούν, και μου φαινόταν ότι απαιτούσε κάτι πιο περίτεχνο από εμένα, για να μπορέσω να συνδυάσω τα γραμμένα λόγια σε ένα πρόσωπο. Δύσκολο και περίπλοκο. Είπα στον Σύλλα πως μάλλον δεν μπορώ να το παίξω, μου φαίνεται πάρα πολύ δύσκολο. Επέμενε ο Σύλλας, αρχίσουμε να κάνουμε μερικές πρόβες, κι είπαμε αν δούμε ότι δε μπορώ να το κάνω, «να μου το πεις για να φύγω». (γελάει) Στις πρόβες βοήθησε ότι είχαμε ξαναδουλέψει, είχαμε κοινό κώδικα. Ήταν πιο εύκολο αυτή τη φορά, κάναμε λιγότερες πρόβες από την «Έκρηξη», υπήρχε καλύτερη και πιο βαθιά και πιο γρήγορη συνεννόηση μεταξύ μας.»

Ζωές που συνδέονται και η ψευδαίσθηση του ελέγχου

«Αυτό που μου φάνηκε ενδιαφέρον είναι ότι είναι δύο γυναίκες που προσπαθούν να δραπετεύσουν ή να απαλλαχθούν από έναν τρόπο ζωής και μια βαλτωμένη συνθήκη που είναι αναγκασμένες να ζουν για διαφορετικό λόγο η κάθε μία. Προσπαθούν κι οι δύο με τελείως διαφορετικό τρόπο. Επίσης με έναν τελείως πρακτικό αλλά και με έναν τελείως μεταφυσικό τρόπο, αυτές οι δύο γυναίκες συναντιούνται και βοηθούν χωρίς να το ξέρουν η μία την άλλη να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο ζούσαν μέχρι τώρα, και να κάνουν κάτι που κι οι δύο θέλανε πάρα πολύ. Συναντιούνται σε έναν ονειρικό χώρο κι αυτό είναι ένα επίπεδο της ταινίας που εισάγει και μια άλλη πραγματικότητα μέσα στην καθημερινότητα αυτών των ηρώων. Αυτή η θρησκευτική περιοχή που συναντιούνται αυτές οι δύο γυναίκες χωρίς να το ξέρουν.

Αυτό ήταν για μένα το έναυσμα: Πώς μπορεί να υπάρξει αυτό μεταξύ δύο ανθρώπων που δεν γνωρίζονται και που υπόγεια επηρεάζει η μία την άλλη. Πολύ συχνά στη ζωή δεν ξέρεις τα γεγονότα πώς σε οδηγούν και προς τα πού. Καθόλου. Αυτό είναι κάτι που επίσης αφηγείται η ταινία: το πώς ασυνείδητα πολλές φορές οδηγούμαστε σε αποφάσεις και σε καταστάσεις που νομίζουμε ότι ελέγχουμε αλλά δεν ελέγχουμε καθόλου, και νομίζουμε ότι έχουμε δυνατότητα ευρύτερης οπτικής. Μου φάνηκε ενδιαφέρουσα αυτή η διακλάδωση, το τι νομίζεις ότι ελέγχεις και δεν ελέγχεις, και τελικά ακολουθώντας τα γεγονότα βγαίνεις κάπου τελικά.»

Η σωματικότητα της ερμηνείας

«Στις πρόβες αρχίσαμε να αναπτύσσουμε τα διάφορα χαρακτηριστικά αυτού του προσώπου. Στο εξωτερικό κομμάτι, στον τρόπο που περπατάει– αρχίσαμε από κάτι αρκετά σωματικό και εξωτερικό. Που είναι το πώς συμπεριφέρεται καταρχάς σωματικά, αυτή η γυναίκα που έχει αυτή την εξουσία. Είναι μια γυναίκα που έχει εξουσία και έπρεπε να βρούμε τι σημαίνει στο σώμα της αυτό. Είναι ένας χαρακτήρας που έχει πάρα πολλή δύναμη, κι αυτό έπρεπε απ’την αρχή να φαίνεται, να εκπέμπεται. Είναι μια γυναίκα που παρόλο που έχει πάρει αυτή τη δυσμενή μετάθεση και ζει τα τελευταία 10 χρόνια σε μια μικρή πόλη, ζει με λιγότερες δυνατότητες από αυτές που θα μπορούσε, παρόλαυτά είναι πολύ καλή στη δουλειά της και έχει μια τρομακτική σωματική δύναμη. Αυτό ήταν κάτι που έπρεπε να το δουλέψουμε από πολύ πολύ αρχή, την a priori δηλαδή εξουσία αυτής της γυναίκας που πρέπει να είναι αδιαμφισβήτητη, σωματικά.

Μετά, σε όλα αυτά προσπαθούσα να καταλάβω την εσωτερική ζωή αυτού του προσώπου. Είναι ένα πρόσωπο που έχει μια πολύ βαθιά αίσθηση αυτοκαταστροφής. Μια πολύ βαθιά, μια ολοκληρωμένη αίσθηση αυτοκαταστροφής. Είναι ευάλωτη, συνδυασμένη με μια αγριότητα. Κουβαλάει σε όλη την ταινία μια οργή. Όλα αυτά είναι επίθετα βέβαια κι εγώ τα λέω αφού έχουν συμβεί οι πρόβες κι έχουμε κάνει ό,τι έχουμε κάνει. Όσο καιρό διαρκούν οι πρόβες ήμουν χωμένη σε όλα αυτά. Δεν είχα την πολύ μεγάλη διαύγεια να τα κατανοώ τόσο καθαρά. Μες στην διαδικασία των προβών ήμουν πιο μπερδεμένη μες σε όλες αυτές τις ποιότητες.»

Μεσολόγγι, ομορφιά και αγριότητα

«Ήμουν στο Μεσολόγγι 4 βδομάδες με κάποια κενά. Δεν είχα πάει ποτέ. Είναι μια περιοχή πολύ ξεχασμένη, πραγματικά αισθάνεσαι πως βρίσκεται σε έναν άλλο χρόνο δικό της, πολύ διαφορετικό από τον δικό μας χρόνο, μια περιοχή που πραγματικά είναι σα να μη νοιάζεται κανένας που είναι, τι γίνεται εκεί. Πολύ ξεχασμένη. Ταυτόχρονα η φύση της είναι πάρα πολύ όμορφη, γύρω από την πόλη. Κάναμε κάποια γυρίσματα εκτός πόλης, είχε το τοπίο αυτούς τους μεγάλους λόφους από αλάτι, ήταν σαν την τελευταία σκηνή στο «Χάος» των Ταβιάνι, που είναι τα παιδιά στους αμμόλοφους και κουτρουβαλάνε, είχε ένα σημείο έξω από το Μεσολόγγι που μου θύμισε αυτό- όχι με άμμο φυσικά, αλλά με λόφους από αλάτι. Έξω από την πόλη είχε αυτό, είχε και τη λίμνη, κι αυτός ο συνδυασμός είναι φοβερός. Αναρωτιέσαι πού είσαι, πότε είσαι, πώς γίνεται δίπλα σε αυτή την πόλη να είναι αυτό το τοπίο. Πολύ μεγάλη ομορφιά από τη μία και φοβερή αγριότητα από την άλλη.

Με βοήθησε πολύ γιατί ο χαρακτήρας της Ελισάβετ δεν αντιλαμβάνεται όλη αυτή την ομορφιά, τουλάχιστον συνειδητά. Είναι πολύ παγιδευμένη και κλεισμένη σε ένα σκηνικό της, στην αυτοκαταστροφή της, δε μπορεί να τη διαπεράσει καθόλου αυτός ο περίγυρος της φύσης, κάτι που πηγαίνοντας και μένοντας εκεί το συνειδητοποίησα αμέσως. Είναι σα να έχει κλειστεί σε ένα δικό της προσωπικό φρούριο, είναι βουλιαγμένη και βουτηγμένη στην καθημερινή ασφυξία. Ένα πρόσωπο που ασφυκτιά μέσα σε αυτή την πόλη και την καθημερινότητά της. Ήταν κάτι που το έζησα εκεί, για όσο καιρό ήμουν εκεί. Τι μπορεί να σημαίνει για ένα πρόσωπο να είναι αναγκασμένο να βιώνει μια καθημερινότητα πολύ μοναχική; Γιατί είναι μια γυναίκα που είναι μόνη της, ζει μια καθημερινότητα μεγάλης μοναξιάς, απομόνωσης και καμίας ελπίδας. Δεν υπάρχει για αυτό το πρόσωπο ελπίδα πουθενά στην καθημερινότητά του.»

To δημιουργικό τιμ της ταινίας (φωτό: Άρης Ράμμος)

Όταν ο χαρακτήρας εκπλήσσει την ηθοποιό

«Υπάρχει κι η αυτο-υπονόμευση, αυτοσαρκασμός και το χιούμορ, που ήταν επίσης άλλο ένα χαρακτηριστικό αυτού του προσώπου. Έχει μια ευθύτητα και μια ειλικρίνεια που είναι αστεία. Δούλεψα πολύ την ευθύτητα αυτή, τι σημαίνει το ότι μπορώ να ανοίγω το στόμα μου και να λέω οτιδήποτε θέλω να πω, χωρίς να με νοιάζει καθόλου το αποτέλεσμα αυτού που θα πω. Κατά την διάρκεια των γυρισμάτων κατάλαβα κάτι καινούριο για τον χαρακτήρα που δεν είχα καταλάβει πριν. Ότι αυτή η γυναίκα ενώ μιλάει σε όλους, στην ουσία δεν μιλάει σε κανέναν, όλα αυτά που λέει είναι ένα φοβερό βέλος προς τα έξω. Συνέχεια. Κατηγορεί, απαντάει. Ουσιαστικά δεν απευθύνεται σε κανέναν. Όλο είναι αυτοαναφορικό, δεν περιμένει τίποτα, δεν περιμένει καμιά απάντηση.

Το πάρα πολύ ωραίο σε αυτή τη δουλειά αυτό είναι. Πολλές φορές πράγματα δεν είναι συνειδητά, δεν καταλαβαίνω εγώ ή μπορεί να μην τα έχω σκεφτεί ή να μην τα έχω συνειδητοποιήσει με το μυαλό μου, αλλά στη διάρκεια των γυρισμάτων καταλαβαίνω κάτι. Κάτι μου αποκαλύφθηκε. Κι ήταν κάτι που με εξέπληξε, δεν το είχα σκεφτεί. Νόμιζα πως αυτό το πρόσωπο έχει πολύ μεγαλύτερη ανάγκη τους ανθρώπους κι έχει μεγάλη αλληλεπίδραση με τους άλλους. Αλλά μετά κατάλαβα ότι αυτό είναι κάτι που μπορείς να την απομονώνει ακόμα περισσότερο.»

Ίδιο σύμπαν, διαφορετική απόληξη

«Μου αρέσει πολύ [να επιστρέφω στους ίδιους συνεργάτες]. Έχω δουλέψει και στη ζωή μου έτσι πολύ. Έχω δουλέψει χρόνια σε μια θεατρική ομάδα με τους ίδιους ανθρώπους, έχω δουλέψει με τον Γιώργο 3 φορές σε 3 ταινίες, 2 φορές με τον Σύλλα, είναι κάτι που χωρίς να είναι δεδομένο ή ντε φάκτο, φαίνεται πως είναι πιο εύκολο για μένα να καταλάβω και να εμβαθύνω στον κόσμο του κάθε σκηνοθέτη. Μου αρέσει να εισχωρώ στον κόσμο της ταινίας κι όταν με κάποιον έχω δουλέψει είναι σα να επιστρέφω και να ξαναδημιουργώ έναν κόσμο στον οποίο έχω υπάρξει ξανά. Κάθε φορά με άλλους όρους και με άλλο τρόπο, αλλά είναι σα να εισχωρώ πάλι σε ένα γνώριμο κόσμο.

Κάθε σκηνοθέτης προσπαθεί μέσα από κάθε ταινία να δίνει το δικό του στίγμα και τη δική του οπτική στον κόσμο, οπότε μου αρέσει να είμαι μέρος αυτού του κόσμου ξανά. Κάθε φορά εξελίσσεται αλλιώς, είναι άλλη ιστορία, άλλα πρόσωπα. Αλλά είναι σα να έχει μια άλλη απόληξη ο ίδιος ο κόσμος αυτό. Αυτή η διαδρομή που κάνουμε μαζί έχει άλλη απόληξη, αλλά είναι στο ίδιο σύμπαν.»

Η αξία του να μην αποκαλύπτεις τα πάντα

«Πάντα υπάρχουν πράγματα που δεν μοιράζομαι με τον σκηνοθέτη. Είναι μόνο για μένα, και τα ξέρω μόνο εγώ. Τα σκέφτομαι εγώ και τα επεξεργάζομαι εγώ. Υπάρχει ένα κομμάτι των προβών που συζητάμε και κάνουμε πολλά πράγματα μαζί και υπάρχει κι ένα άλλο κομμάτι που είναι μια δουλειά που κάνω εγώ, δική μου, μόνη μου. Δεν την συζητάω, δεν την αποκαλύπτω, είναι τελείως δικό μου, είναι ο προσωπικός μου τρόπος να υπάρχω μέσα στην ταινία. Δεν αναλύω και δεν αποκαλύπτω τα πάντα.»

(φωτό: Άρης Ράμμος)

*Το «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών» κυκλοφορεί στις αίθουσες την Πέμπτη 21 Νοεμβρίου.

ΚΙ ΑΛΛΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Μεγάλη συνέντευξη Τζον Γουότερς: «Το κοινό μου ήταν οι εγκληματίες!»
«The Lighthouse» και 5 ακόμα ταινίες που ξεχωρίζουν στο 60ό Φεστιβάλ
«Liberte»: Μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη της ταινίας-σκάνδαλο του Φεστιβάλ
Πότε έφαγε σουβλάκια η Ρίτα Χέιγουορθ στη Θεσσαλονίκη;
Ταινία λήξης: Το αμφιλεγόμενο «Τζότζο» του Τάικα Γουαϊτίτι
Διαβάσαμε το ‘ΦΕΣΤΙΒΑΛ’, το επετειακό κόμικ
Αποτίμηση: Τα δικά μας βραβεία για το 60ό Φεστιβάλ
Ήμουν εκεί: Στη φωλιά του «Δοξόμπους»