ΣΙΝΕΜΑ

Ο David Robert Mitchell του ‘It Follows’ βρίσκει την ποπ κουλτούρα υπέροχη και αποκρουστική

Μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη του “Under the Silver Lake” για το χίπστερ Λος Άντζελες και τα περίπλοκα συναισθήματα απέναντι στην ποπ κουλτούρα.

«Είναι μια παραμόρφωση μιας στιγμής στο χρόνο», λέει ο David Robert Mitchell περιγράφοντας τη νέα του ταινία, ένα σατιρικό, moody νουάρ για ένα κύκλο χιπ ατόμων της Λ.Α. σκηνής το καλοκαίρι του 2011.

Δεν ήταν το πιο προφανές επόμενο βήμα για νεαρό σκηνοθέτη μετά το εκπληκτικό του θρίλερ “It Follows”, που αγαπήθηκε όσο λίγες ταινίες του είδους πριν λίγα χρόνια. Στην πρεμιέρα του “Under the Silver Lake” (“Το Μυστικό της Ασημένιας Λίμνης”, στις αίθουσες τώρα από τον Σπέντζο) στις περασμένες Κάννες, οι αντιδράσεις υπήρξαν αμήχανες και δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις γιατί. Οι προσδοκίες είναι μεγάλο πράγμα, και εκτός από την απρόσμενη θεματική στροφή, η ταινία του Mitchell έτσι κι αλλιώς είναι ένα φιλμ που βασίζεται ολοκληρωτικά στο mood, στη διάθεση- ό,τι χειρότερο για το σφαγείο και τον πανικό των Καννών.

Είναι λοιπόν ιδανική η τωρινή στιγμή για να την ανακαλύψει κανείς. Μακριά από φεστιβαλικούς δείκτες ισχύος, μετά το πανηγύρι των Όσκαρ, πάνω στη στιγμή που αρχίζει να ξεμυτίζει η άνοιξη.

Σε αυτή την Ασημένια Λίμνη λοιπόν, ο Σαμ του Andrew Garfield αναζητά μανιωδώς μια κοπέλα που ερωτεύτηκε ένα βράδυ στο οικιστικό του σύμπλεγμα, και η οποία μυστηριωδώς εξαφανίστηκε την επόμενη μέρα. Στην πορεία θα μπλέξει με περίπλοκες συνωμοσίες, κρυμμένα μηνύματα, βαριεστημένα πάρτυ στη σκιά της Αποκάλυψης. Και θα χαθεί μέσα ένα pop culture παραλήρημα δίχως αρχή και τέλος.

Είναι μια από τις πιο ιδιαίτερες και παρεξηγημένες σινεφίλ προτάσεις της χρονιάς. Κάτι ο μοναδικός χαρακτήρας του “Silver Lake”, κάτι η αγάπη μας για το “It Follows”, ήταν λογικό να θέλουμε να μιλήσουμε από κοντά με τον σκηνοθέτη. Τον βρήκαμε τον περασμένο Μάιο στις Κάννες, λίγο πριν την παγκόσμια πρεμιέρα του “Under the Silver Lake”. Μιλήσαμε μαζί του για όνειρα πυρετού, για την παράνοια της ποπ κουλτούρας, και για την φευγαλέα στιγμή στο χρόνο που η ταινία του προσπαθεί να αποτυπώσει.

Και, φυσικά, για το “It Follows”.

Vianney Le Caer/Invision/AP / Vianney Le Caer/Invision/AP

O David Robert Mitchell στην πρεμιέρα της ταινίας στο 71ο Φεστιβάλ Καννών (Vianney Le Caer/Invision/AP)

Τι αντιπροσωπεύει για εσένα η περιοχή στην οποία διαδραματίζεται η ταινία;

Είναι απλά μια συγκεκριμένη στιγμή στο χρόνο. Η ταινία λαμβάνει χώρα το καλοκαίρι του 2011 στο Λος Άντζελες και είναι μια στιγμή, για ένα συγκεκριμένο γκρουπ ανθρώπων, σε ένα σημείο, για ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής… μια συγκεκριμένη στιγμή στην κουλτούρα που συνέβη τότε, έχει φύγει, αλλά ακόμα το νιώθεις σαν τώρα κατά κάποιο τρόπο. Έγραφα για τις γειτονιές που έζησα και τα πράγματα που υπήρχαν τριγύρω, κι εγώ είμαι στον πυρήνα. Είναι ένα πολύ συγκεκριμένο μέρος.

Γιατί επέλεξες να τοποθετήσεις την ιστορία στο 2011;

Ο λόγος ήταν το σενάριο, γράφτηκε το 2012 και έγραφα για εκείνη τη στιγμή που τότε ένιωθα ότι εξαφανίζεται, εκείνη τη συγκεκριμένη αίσθηση που υπήρχε στον αέρα, που κάπως εξαφανιζόταν. Αυτό είναι το γιατί.

Η Καλιφόρνια πάντα ήταν ένα κινηματογραφικό μέρος, εσένα ποια η σύνδεσή σου με την περιοχή;

Αγαπώ το Μίσιγκαν, εκεί μεγάλωσα, εκεί είναι η οικογένειά μου. Αλλά είμαι στο Λος Άντζελες κάποια χρόνια τώρα και είναι πλέον κι αυτό σπίτι για μένα. Όντας κάποιος που είναι πολύ εμμονικός με τις ταινίες και το σινεμά, υπάρχει μια ιστορία εκεί, το μέρος το ίδιο, οι τοποθεσίες, έχουν όλα σχέση με το σινεμά, τα ίδια αυτά τα location υπάρχουν μέσα σε άλλες ταινίες. Οπότε είναι μια πολύ περίεργη σχέση! Επειδή έχω και προσωπική σύνδεση, αλλά και το industry συνδέεται με αυτά τα μέρη, και μετά έρχεται το πώς σκεφτόμαστε για αυτά τα μέρη μέσα από τις ταινίες και τις σειρές που τα έχουμε δει.

Για παράδειγμα στην ταινία το κλαμπ στην κρύπτη που χορεύουν, αυτή είναι η σπηλιά από την οποία βγαίνει το batmobile στο παλιό “Batman” με τον Adam West! Είναι το ίδιο μέρος που κρύβονται στο τέλος του “Invasion of the Body Snatchers”. Είναι τόσο μεγάλη η απόλαυση για μένα το να μπορώ να δουλεύω σε αυτούς τους χώρους και να έχουμε τη δική μας κινηματογραφική εκδοχή αυτών των τοποθεσιών. Αυτό είναι οπωσδήποτε μέρος της σύνδεσής μου με την περιοχή.

Είναι μια πόλη που μπορείς να μείνεις πολύ, το Λος Άντζελες;

Δεν ξέρω, η γυναίκα μου είναι από εκεί, το αγαπάμε αλλά επίσης εκτός αγάπη έχω και περιφρόνηση για το Λος Άντζελες. Κι οι δυο μας. Κάποια στιγμή θα περάσουμε χρόνο στο Μίσιγκαν υποθέτω. Αλλά νομίζω πάντα ήθελα το Λος Άντζελες να είναι σπίτι για μένα. Δεν ξέρω για πόσο καιρό. Αλλά το αγαπώ.

Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε άλλες πτυχές του Άντριου Γκάρφιλντ, εδώ παίζει άλλου τύπου χαρακτήρα.

Ήθελα να δείξω μια άλλη πλευρά του. Ήταν πολύ διασκεδαστικό να βλέπω να κάνει αυτό τον χαρακτήρα και να παίρνει ό,τι είχαμε γράψει και να κάνει αυτά τα τόσο φαν πράγματα με αυτόν.

Γιατί τον ήθελες εξαρχής για αυτό τον ρόλο;

Είναι απίστευτος ηθοποιός, συνδέθηκα μαζί του σαν πρόσωπο. Μιλήσαμε για το υλικό πολύ. Χρειαζόμουν κάποιον για αυτό τον χαρακτήρα με κάποια γοητεία για να κουβαλήσει το κοινό μαζί του, γιατί αυτός ο χαρακτήρας πάει σε σκοτεινά μέρη, δεν είναι role model, δεν είναι κάποιος που πρέπει να ακολουθήσεις. Για να ακολουθήσεις όμως αυτά τα φρικτά πράγματα χρειάζεσαι κάποιον γοητευτικό άνθρωπο να σε κουβαλήσει μέσα από όλα αυτά που συμβαίνουν.

Πώς δημιούργησες τους διάφορους χαρακτήρες που κατοικούν σε μια τέτοια ιστορία;

Ήταν κάπως fever dream για μένα, απλώς μου βγήκε. Έπινα υπερβολικά πολύ καφε, ΠΟΛΥ καφέ, και ήμουν σε μια τρελή κατάσταση. Η γυναίκα μου με πείραζε, διάβαζε σελίδες και γέλαγε και διασκέδαζε. Είχα πάθει εμμονή γράφοντας αυτό το πράγμα, από πού έρχονται οι χαρακτήρες δεν ξέρω, δεν έχω καλή απάντηση, προήλθαν από μια κατάσταση τρέλας.

Έτσι είναι συνήθως η διαδικασία;

Γράφω πολύ γρήγορα, όταν έχω την ιδέα τη βάζω γρήγορα στη σελίδα, παθαίνω εμμονή. Αυτό ήταν μοναδικό με κάποιο τρόπο. Όλοι οι χαρακτήρες, άντρες και γυναίκες, αποτελούν μια βλοσυρή ματιά στην ανθρωπότητα, ακόμα κι ο χαρακτήρας του Andrew. Υπάρχουν ερωτήσεις. Δεν είναι τόσο ότι ξεκινάω να καταδικάσω άντρες ή γυναίκες, αλλά περισσότερο ανθρώπους. Είναι κριτική ενός τόπου. Αλλά υπάρχει και αγάπη, όσο κι αν δεν τη νιώθεις εύκολα. Έρχομαι σε ένα συμβιβασμό με την πόλη και με τα πράγματα που αγαπάω σε αυτή.

Κριτική σε τι την εντοπίζεις;

Υπάρχουν τόσα διαφορετικά πράγματα που κριτικάρει το φιλμ, δεν ξέρω πώς θα έλεγα ένα. Και θέλω να αποφύγω να πω ένα πράγμα. Αλλά είναι ένα αίσθημα, κάπως έχουμε να κάνουμε με ένα τύπο χίπστερ κουλτούρας σε μια συγκεκριμένη γειτονιά του Λος Άντζελες σε μια στιγμή, η μουσική της στιγμής, το ντύσιμο, το ύφος, τα κοινωνικά γκρουπ. Αυτά τα πράγματα μετατοπίζονται, δεν είναι ίδια τώρα τα πράγματα στο πώς αλληλεπιδρούν οι άνθρωποι. Ακόμα και η σκοτεινή σεξουαλικότητα του φιλμ, όλα αυτά είναι της στιγμής. Και πάλι, είναι μια εφιαλτική, διεστραμμένη εκδοχή, δεν είναι η πραγματικότητα κι ούτε ήταν ποτέ. Είναι μια παραμόρφωση μιας στιγμής στο χρόνο.

Αλλά τι συνέβη;

Ο χρόνος! Οι άνθρωποι αλλάζουν, μεγαλώνουν, όλοι μας. Αλλάζουν τα πάντα, κάθε στιγμή. Είτε αγαπάς είτε μισείς μια συγκεκριμένη στιγμή, θα φύγει σύντομα και θα έρθει κάτι άλλο.

Το “It Follows” ήταν επίσης στις Κάννες, στην Εβδομάδα Κριτικής, μια όχι απαραίτητα προφανής επιλογή για το Φεστιβάλ.

Η πρώτη μου ταινία, το “Myth of the American Sleepover” είναι μια γλυκιά ταινία ενηλικίωσης, εκείνη η ταινία είχε τη διεθνή της πρεμιέρα στην Εβδομάδα Κριτικής. Οπότε ήλπιζα ότι θα ξαναπαίζαμε εκεί, ήταν σπουδαία εμπειρία η πρώτη μου ταινία εδώ, πραγματικα ήλπιζα πως θα το θέλανε. Όταν τελειώναμε το “It Follows”, δεν είχαμε κλειδώσει ακόμα καν, λείπανε εφέ, δεν είχαμε μουσική, αλλά κατέθεσα την ταινία, τη λάτρεψαν και ήθελαν να την παίξουν. Οπότε μαζευτήκαμε γρήγορα και είπαμε πως πρέπει να τελειώσουμε τα πάντα σε 3-4 βδομάδες. Η μουσική βγήκε σε 2 βδομάδες!

Μαζευτήκαμε, το τελειώσαμε και το παίξαμε. Δε νομίζω πως το είδος του τρόμου μπορεί να εκτιμηθεί από κάθε κοινό, αλλά στις Κάννες αν είναι ενδιαφέρον ένα φιλμ, αν κάνεις κάτι πρωτότυπο ή μοναδικό, τότε το κοινό στις Κάννες θα το εκτιμήσει.

Και το “Silver Lake” είναι κι αυτό αποχώρηση από το “It Follows”, τι σε γοητεύει σε αυτές τις διαφορές;

Είναι πιο εξαπλωμένο! Δεν είναι τόσο ότι σχεδιάζω για τέτοιες αλλαγές, απλά προέκυψε ως ένα άλλο πρότζεκτ που με ένοιαζε. Ήταν διασκεδαστικό το να κάνω κάτι πιο μεγάλο και πιο φιλόδοξο και που είχε διαφορετικές αφηγηματικές πτυχές. Το “It Follows” ήταν πιο ευθύ, πιο περιορισμένο στόρι. Απλά αυτή τη φορά έκανα κάτι διαφορετικό. Σίγουρα είναι κάτι που με γοητεύει αυτό.

Αλλά υπάρχουν πράγματα που συνδέουν τις ταινίες σου παρότι διαφορετικές σαν είδος; Έχεις κάποια αίσθηση;

Νομίζω υπάρχει, δεν ξέρω αν μπορώ να το καθορίσω. Νομίζω είναι κάτι που έρχεται από μένα, δεν ξέρω ακριβώς τι είναι και μάλλον είναι κάτι που άλλοι πρέπει να αναγνωρίσουν. Υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στις ταινίες μου, άνθρωποι μπορούν να το αναγνωρίσουν, από την πρώτη ταινία κιόλας. Αλλά όσο αφορά το τι είναι αυτό; Δεν ξέρω αν μπορώ να το καθορίσω.

Πώς αντιμετώπισες την επιτυχία του “It Follows”;

Ο βαθμός στον οποίο ο κόσμος αντέδρασε θετικά στην ταινία… [πίνει νερό, το σκέφτεται] Ξεκινώντας να την κάνω ήθελα να κάνω μια ταινία τρόμου με αναφορές στα κλασικά του είδους, αλλά να είναι και κάτι που ιδανικά δε θα ήταν αναλώσιμο, αλλά μια ταινία που οι φανς του τρόμου να εκτιμούν 20 χρόνια από τώρα. Όταν κάνεις κάτι δεν ξέρεις ποτέ αν θα δουλέψει, αλλά εγώ το ένιωθα για τον εαυτό μου. Είναι το μόνο μέρος από το οποίο μπορώ να ξεκινήσω.

Είναι φανταστικό που ο κόσμος αντέδρασε θετικά, το ήλπιζα αλλά δε μπορείς ποτέ να το ξέρεις.

Ένιωσες μέσα σου πίεση μετά να παραδώσεις κάτι αντίστοιχο;

Όχι στα αλήθεια. Για μένα είναι περισσότερο ο ενθουσιασμός του να βρω τι θέλω να κάνω και να προκαλέσω τον εαυτό μου να κάνει κάτι διαφορετικό. Απλά για να σπρώξω τον εαυτό μου να εξερευνήσει διαφορετικά είδη και διαφορετικές ταινίες. Στην πραγματικότητα έχει να κάνει με το να προσπαθώ πάντα να κάνω κάτι για το οποίο είμαι περήφανος, που να με νοιάζει. Να είμαι περήφανος για τη δουλειά που έκανα και τον χρόνο που ξόδεψα για να το κάνω. Και όσο αφορά όλα τα υπόλοιπα, απλά ελπίζεις πως ο κόσμος νοιάζεται ή συνδέεται αλλά δε μπορείς να σκας για αυτό.

Ανέφερες πως ήθελες να κάνεις ταινία τρόμου με αναφορές στα κλασικά, ποιοι είναι οι masters που πάντα έχεις στο μυαλό σου;

Ω, είμαι πολύ κακός σε αυτές τις λίστες. Από βουβά και μετά, τα πάντα, από όλο τον πλανήτη. Κάθε είδος που μπορείς να φανταστείς με νοιάζει. Από highbrow ως lowbrow και όλα τα ενδιάμεσα!

Βγάζει νόημα αυτό πολύ και στο “Silver Lake”, όπου έτσι κι αλλιώς ασχολείται πολύ η ταινία με την ποπ κουλτούρα και τον χώρο που καταλαμβάνει στις ζωές μας. Η σχέση σου με την ποπ κουλτούρα ποια είναι;

Well! Εννοώ… ζω σε αυτήν! Την καταναλώνω και κολυμπάω μέσα της και την απολαμβάνω. Την αγαπώ και την βρίσκω αποκρουστική. Όπως οι περισσότεροι άνθρωποι υποθέτω.

Γιατί βγήκε πολύ αυτό το υπαρξιακό…

Τραβάτε με κι ας κλαίω.

“To αγαπώ αλλά σπαταλάω και τη ζωή μου.”

Ναι! Εννοώ, πολλοί άνθρωποι το νιώθουμε αυτό!

Οι ταινίες θα επιβιώσουν;

Νομίζω πως ναι, αλλά ποιος ξέρει αν θα είναι για όλους. Δεν έχω ιδέα. Είναι μια σπουδαία μορφή τέχνης όπως όλες οι μορφές τέχνης του παρελθόντος. Που υπάρχουν ακόμα! Οπότε συνεχίζω να το ελπίζω.

*Το “Under the Silver Lake” (“Το Μυστικό της Ασημένιας Λίμνης”) κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Σπέντζος Film.