Εκατοντάδες παραστάσεις, δεκάδες ταινίες, ένας θρυλικός κομμωτής
Εδώ και τριάντα χρόνια, ο Χρόνης Τζήμος είναι ένας από τους πρωταγωνιστές του παρασκηνίου της εγχώριας βιομηχανίας του θεάματος. Αυτή είναι η ιστορία του.
- 2 ΝΟΕ 2021
Τα τελευταία 30 χρόνια ο Χρόνης Τζήμος έχει -όπως του αρέσει να λέει- «κάνει μαλλιά» σε περίπου 250 θεατρικές παραστάσεις (των Νίκου Μαστοράκη, Γιάννου Περλέγκα, Μιχαήλ Μαρμαρινού, Κατερίνας Ευαγγελάτου, Σίμου Κακάλα, Γιάννη Χουβαρδά, Άντζελας Μπρούσκου, Νίκου Καραθάνου, κ.α.) και 50 κινηματογραφικές ταινίες (των Νίκου Γραμματικού, Κωνσταντίνου Γιάνναρη, Τάσου Μπουλμέτη, Νίκου Τριανταφυλλίδη, Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, Αλέξανδρου Αβρανά, Πάνου Κούτρα, κ.α.).
Αυτό σημαίνει ότι είναι ελάχιστοι οι Έλληνες ηθοποιοί -ανερχόμενοι και πρώτης γραμμής, πολλά υποσχόμενοι και ήδη καταξιωμένοι- του θεάτρου και του κινηματογράφου που από την αυγή της δεκαετίας του ’90, δεν έχουν περάσει από τα χέρια του. Που δεν έχουν δηλαδή καθίσει αναπαυτικά σε μια πολυθρόνα μπροστά του ώστε να μπορέσει να κάνει τη δουλειά του, ώστε να μπορέσουν μετά εκείνοι να κάνουν τη δική τους, να υποκριθούν πάνω στη σκηνή ή μπροστά από την κάμερα, ώσπου να πέσει η αυλαία ή να ακουστεί το τελευταίο cut, οπότε και θα ξέρουν όλοι ότι έγινε από τη μεριά τους αυτό που έπρεπε να γίνει για να δημιουργηθεί ένα νέο έργο τέχνης.
«Πολλές φορές είμαι σαν ψυχαναλυτής. Είναι η ανάγκη των ανθρώπων να βγάλουν κάτι από μέσα τους, ακριβώς επειδή είμαι ο κομμωτής και όχι κάποιος συγγενής τους» λέει.
Ακριβώς αυτός είναι ο πρώτος από τους λόγους για τους οποίους το OneMan αναζήτησε τον συγκεκριμένο θρυλικό πρωταγωνιστή του παρασκηνίου της εγχώριας βιομηχανίας του θεάματος. Τον συγκεκριμένο αφανή ήρωα της έκτης και της έβδομης τέχνης που, παρεμπιπτόντως, πρόσφατα πρόσθεσε και το Crimes of the Future του David Cronenberg στο παλμαρέ του.
«Ξέρουν όμως ότι αυτό που θα μου πουν δεν θα το χρησιμοποιήσω εναντίον τους» συμπληρώνει, επιβεβαιώνοντας την άριστη φήμη γύρω από το όνομά του. Αυτός είναι ο δεύτερος.
Χρόνη, πώς ξεκινήσες σε αυτή τη δουλειά;
Είχα έναν αγαπημένο φίλο, που δεν είναι πια εν ζωή, τον Ηλιανό Καρέλη. Κάποτε ήταν βοηθός σκηνοθέτη και με βοήθησε στο ξεκίνημά μου. Η πρώτη μου δουλειά ήταν μία βιντεοκασέτα. Μετά, το 1990, μέσω του Ηλιανού έκανα μαλλιά σ’ ένα σίριαλ του Δημήτρη Ποντίκα με τίτλο Οικογένεια Καζίνο. Από εκεί μεταπήδησα στο Δέκατο Τρίτο Κιβώτιο, που ήταν η πρώτη μεγάλη μου δουλειά. Είχα την τύχη και την ευκαιρία να συνεργαστώ με ανθρώπους που ηλικιακά ήταν μίνιμουμ δέκα χρόνια μεγαλύτεροί μου. Ήμουν ένα παιδί με θέληση και όλοι αυτοί οι άνθρωποι, από το make up μέχρι τα ρούχα, που είχαν σχέση με το δικό μου κομμάτι, με βοήθησαν μέσω των γνώσεών τους σχετικά με το τι ήταν αυτό που έπρεπε να κάνω.
Κομμωτής ήθελες να γίνεις από μικρός;
Πάντα αυτό ήθελα. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, από μικρό παιδάκι. Από μια ηλικία που δεν είχα αντίληψη για πολλά πράγματα. Το μυαλό μου ήταν παιδικό. Κούρευα τις κούκλες της αδελφής μου, τις χτένιζα, αυτοσχεδίαζα. Όπως αντιλαμβάνεσαι, η αδελφή μου ήταν κι αυτή παιδάκι και έβλεπε να καταστρέφονται τα παιχνίδια της. Εγώ της έλεγα: «Μη στεναχωριέσαι Παναγιώτα, μαλλάκια είναι, θα μεγαλώσουν». Δηλαδή θεωρούσα ότι αυτό που συμβαίνει στους ανθρώπους, συμβαίνει και στις κούκλες. Τόσο παιδί ήμουν.
Άρα πρόκειται για κάτι έμφυτο.
Ναι, ακριβώς.
Μιλάμε όμως για μία εποχή, στα 60s-70s, που ακόμη επικρατούσαν πολλές προκαταλήψεις. Φαντάζομαι ότι δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο για ένα νέο παιδί από την επαρχία να ανακοινώσει στους δικούς του ότι θέλει να ασχοληθεί με την κομμωτική. Υπήρξαν αντιδράσεις στο οικογενειακό σου περιβάλλον;
Κι όμως, όχι. Μεγάλωσα σε μία οικογένεια που αντιλαμβανόταν ότι αυτό ήθελα να κάνω. Όχι ότι δεν υπήρχε μια ανησυχία… Πέρασα σε μια σχολή και θυμάμαι τη συγχωρεμένη τη μαμά μου να μου λέει: «άλλα παιδιά προσπαθούν για να μπουν στο πανεπιστήμιο, κι εσύ που μπήκες εύκολα, δεν πας καν να τελειώσεις μια σχολή». Γι’ αυτό τελικά πήρα το χαρτί του βοηθού μικροβιολόγου, το οποίο δεν χρησιμοποίησα ποτέ όμως, ούτε καν στον στρατό που θα μπορούσα. Για να σου δώσω να καταλάβεις είχα ένα θείο που μου είχε πει να το δηλώσω για να με πάρει στο 401. «Δεν θα ρίξεις ούτε μία σφαίρα», επέμενε. Όμως εγώ όλο αυτό το έκανα απλώς γιατί η μαμά μου πάντα έλεγε: «Να έχεις ένα “βραχιόλι” στα χέρια σου». Το έκανα για τους γονείς μου. Μέσα μου βαθιά ήξερα ότι πάντα ήθελα να κάνω μαλλιά.
Η μητέρα σου λοιπόν ανησυχούσε, αλλά δεν προσπάθησε να σε αποτρέψει.
Όχι, με στήριξε και η γιαγιά μου. Ο αδελφός της ήταν κομμωτής στο Δοξάτο της Δράμας το πάλαι ποτέ. Η γιαγιά μου έλεγε το εξής: «Δεν με ενδιαφέρει τι θα κάνεις στη ζωή σου. Γίνε καφετζής, αν θες. Αλλά θέλω να λένε στο χωριό -γιατί αυτό ήταν το όριό της- ότι ο εγγονός της Παναγιώτας κάνει τον καλύτερο καφέ». Αυτό προσπαθώ να κάνω σε όλη μου τη ζωή: Να κάνω όσο καλύτερα μαλλιά μπορώ ανάλογα με το τί μου ζητάνε.
Στην αρχή ήταν λίγο δύσκολο να προσαρμοστώ και να μάθω να κάνω ακόμη και «κακά» και «λερωμένα» μαλλιά. Μου πήρε χρόνο αλλά είχα από πάνω μου ανθρώπους που με συμβούλευαν. Ανθρώπους που ιεραρχικά η γνώμη τους μετρούσε περισσότερο από τη δική μου. Είχα μία καθοδήγηση. Δεν ήταν πάντα εύκολο. Δηλαδή θυμάμαι ότι στο Δέκατο Τρίτο Κιβώτιο υπήρχε μία σκηνή που πήγαιναν οι μητέρες των ναυτικών να ζητήσουν το λόγο από τη μητέρα του καπετάνιου για ένα πλοίο που είχε βυθιστεί. Εγώ δεν ήξερα τι ακριβώς έπρεπε να κάνω. Τις έβγαλα όλες «τσινετσιτά».
Έρχεται ο Αντώνης Χαλκιάς σχεδόν βουρκωμένος, του τύπου «γιατί μου το έκανες αυτό;», αλλά με καλοσύνη, ώστε να βρεθεί μια λύση εκείνη τη στιγμή. Τελικά τις έβαλε όλες με μία μαντήλα κι έκρυψε ό,τι είχα κάνει. Τα λέω αυτά για να καταλάβεις ότι από την αρχή είχα ανθρώπους που με έναν τρόπο με αγκάλιασαν και με οδήγησαν στο να γίνω αυτό που έγινα και τελικά σε αυτό που είμαι σήμερα.
Αυτό που ήξερα ήταν ότι δε θα μπορούσα να βρίσκομαι σε ένα κομμωτήριο. Ήταν ξεκάθαρο μέσα στο μυαλό μου. Το θεωρώ απρόσωπο όλο αυτό το πράγμα. Αντιλαμβάνεσαι ότι έχω συναδέλφους που έχουν πολύ μεγάλα κομμωτήρια, στα οποία πηγαίνω και με το που μπαίνω μέσα ακούω: «Φτιάξτε έναν καφέ για τον κύριο Χρόνη». Βλέπω πολλά νέα παιδιά και μέσα από την εμπειρία μου αντιλαμβάνομαι ποιο θα μπορούσε να εξελιχθεί. Πώς να γίνει όμως αυτό όταν δεν μιλάνε καν εκεί μέσα, συνεννοούνται με βλέμματα τύπου «Πάρ’ την απ’ τον νιπτήρα και πήγαινέ την στο βαφείο» ή «Πάρ’ την από το βαφείο και πήγαινέ την για κούρεμα, βάλ’ της την μπέρτα». Όλο αυτό εγώ πάντα το θεωρούσα -και συνεχίζω να το θεωρώ- λίγο φασόν. Δε θα μπορούσα να το κάνω.
Μήπως απλά σε γοήτευε εξαρχής ο χώρος του θεάματος;
Δεν ήξερα τι ακριβώς με γοήτευε. Κάθε φορά που ασχολιόμουν με κάτι, μου έδινε την δυνατότητα να αναγνωρίσω και κάτι άλλο μέσα μου, οπότε προσπαθούσα να το βιώσω για να δω αν είναι κάτι που όντως μου αρέσει ή όχι. Έχω περάσει από παντού. Σκέψου ότι ξεκίνησα από ένα πρακτορείο μοντέλων εκείνης της εποχής, το Μodel’s Οne της Μαίρης Δρακοπούλου, στην αρχή με φωτογραφίσεις, διαφημιστικά και τέτοια.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, σωστά;
Το ’85; Το ’88; Κάπου εκεί. Μεταπήδησα στην τηλεόραση και από εκεί στον κινηματογράφο και από εκεί στο θέατρο και όλα αυτά τα πράγματα είναι μπρος πίσω και πάλι τούμπα. Για να καταλάβεις, θέατρο έκανα πρώτη φορά στα 19. Η πρώτη παράσταση στην οποία έκανα μαλλιά σε ένα θέατρο στη συμβολή Λεωφόρου Αλεξάνδρας και Πατησίων -δε νομίζω ότι υπάρχει πια ακόμη- λεγόταν Τί σου κάνω μάνα μου, μάνα μου Ελλάδα μου. Ήταν επιθεώρηση. Μάλιστα κάποια στιγμή με ρώτησε η Ελισάβετ Κωνσταντινίδου αν γνωρίζομαι με τον Φωκά Ευαγγελινό. «Καλέ, από παιδιά», της λέω, «είχαμε δουλέψει σε εκείνη την επιθεώρηση». Πρόσφατα συναντηθήκαμε με τον Φωκά, του τα έλεγα αυτά και άρχισε να μου λέει: «Δεν ήμουνα εγώ». Έλα μου όμως που υπάρχουν φωτογραφίες. «Α ναι, εγώ ήμουνα» παραδέχτηκε τελικά.
Υπήρξε κάποια συγκεκριμένη στιγμή που να ένιωσες ότι το όνειρό σου έχει γίνει πραγματικότητα;
Είμαι από τους πιο τυχερούς ανθρώπους. Είμαι πολύ ικανοποιημένος γιατί αυτά που ήθελα να κάνω στη ζωή μου, τα έκανα όλα. Δεν υπάρχει κάτι από το οποίο δεν πέρασα. Και από τη διαφήμιση πέρασα πολλά χρόνια. Με κούρασε. Ήταν πολύ δύσκολο, δουλεύαμε ολόκληρα εικοσιτετράωρα. Είχα βαφτίσει terminator μερικούς σκηνοθέτες. Ξέρεις πώς σταμάτησα τη διαφήμιση; Φτάνω κάποια στιγμή σε ένα γύρισμα, πάω στο πλατό και λέω στον σκηνοθέτη: «Καλημέρα, πάω να φτιάξω έναν καφέ κι έρχομαι να κοροϊδέψουμε τον κόσμο».
Εν τω μεταξύ του είχα υποσχεθεί ότι μετά το τέλος του γυρίσματος θα τον κούρευα γιατί την επομένη είχε να πάει σε μια βάφτιση. Μου λέει λοιπόν: «Ρε συ Χρόνη, τί ήταν αυτό που είπες το πρωί;». «Τι είπα;», τον ρωτάω. «Είπες ότι πας να φτιάξεις ένα καφέ πριν κοροϊδέψουμε τον κόσμο», λέει. «Ε, γιατί εσύ τί φαντάζεσαι ότι κάνουμε; Τέχνη;» του απάντησα. Ε, σόρι κιόλας.
Γυρνάει και μου λέει ότι κάνουμε ένα διαφημιστικό το οποίο αφορά ένα απορρυπαντικό που υποτίθεται ότι χάλασε το πλυντήριο μίας κυρίας και πήρε τα ρούχα της και τα έβαλε στο πλυντήριο άλλης κυρίας. Η οποία έχει ένα καταπληκτικό απορρυπαντικό που βγάζει όλα τα ρούχα πεντακάθαρα. Είχε στείλει την ενδυματολόγο τρεις φορές στο Κολωνάκι γιατί το σομόν που ήθελε να φοράει η κυρία δεν ήταν το σωστό.
Τα αναλύω όλα αυτά στο κεφάλι μου και του λέω: «Ξέρεις πού απευθύνεσαι; Σε μία νοικοκυρά που είναι πεσμένη στα τέσσερα και προσπαθεί να μαζέψει τα νερά από το χαλασμένο πλυντήριο. Το τελευταίο που την αφορά είναι το αν τα ρούχα θα βγουν γαριασμένα». Μέσα από αυτόν τον διάλογο με τον συγκεκριμένο άνθρωπο ήταν λίγο σαν να κατανόησα κι εγώ τι έκανα τόσο καιρό.
Ενώ ο κινηματογράφος έχει κάτι που σου δίνει την δυνατότητα να δημιουργήσεις ένα χαρακτήρα ακόμα και μέσα από τα βιώματά σου, τις μνήμες σου, τις προσωπικές σου σχέσεις. Μέσα από τη δουλειά μου δίνω ένα επιπλέον εφόδιο στον ηθοποιό για να μπορέσει να φέρει εις πέρας τον ρόλο του ή τον χαρακτήρα που θα ενσαρκώσει. Η Δήμητρα Χατούπη είναι πολύ αγαπημένη μου φίλη και μου λέει πάντα το εξής: «Εγώ το ρόλο μου τον ξεκινάω απ’ το κεφάλι. Θέλω να βρω τα μαλλιά για να βρω τί είναι όλο το υπόλοιπο». Άρα λοιπόν δίνω κι εγώ κάτι στην ταινία. Πολύ; Λίγο; Ελάχιστο; Πάντως δίνω. Υπάρχω κι εγώ σαν στοιχείο μέσα στον κάθε χαρακτήρα. Ο κινηματογράφος είναι αυτό που αγαπάω πιο πολύ.
Πιο πολύ από το θέατρο;
Πιο πολύ από κάποιες παραστάσεις θα σου πω, για να είμαι ειλικρινής. Γιατί και στο θέατρο έχω δουλέψει σε παραστάσεις που με έχουν συγκλονίσει. Το θέατρο με βοήθησε να εξελιχθώ. Διάβασα κείμενα που δεν θα τα διάβαζα από μόνος μου, ποτέ, για κανέναν λόγο. Έμαθα πράγματα, διδάχθηκα μέσα από αυτή τη συνθήκη. Όταν ξεκίνησα στο Εθνικό είχε συγχωρεθεί ο Κούρκουλος και είχε ανέλαβε ο Χουβαρδάς. Έτσι μπήκα τόσο πολύ στο θέατρο. Φέτος, μετά από 15 χρόνια στο Εθνικό, αποφάσισα να αποχωρήσω. Οι αναμνήσεις μου είναι κατά πλειοψηφία καλές. Ήταν ένας χώρος που δούλεψα με αγάπη, συνέπεια και ποιότητα. Αυτό που ήταν να δώσω, το έδωσα. Κρατάω το ότι συνεργάστηκε με πολύ σημαντικούς ανθρώπους.
Τι είναι πιο απαιτητικό; Το θέατρο, το σινεμά ή η τηλεόραση;
Είναι τρία τελείως διαφορετικά πράγματα και το καθένα έχει τη δική του ομορφιά. Ο κινηματογράφος μου αρέσει περισσότερο. Δεν θεωρώ όμως κανένα πιο απαιτητικό από το άλλο. Αυτό που με αγχώνει πιο πολύ στη δουλειά μου είναι να φτάνω στην ώρα μου.
Απλά αυτό; Γιατί;
Γιατί αν καθυστερήσω, θα πάρω στο λαιμό μου κι άλλους ανθρώπους, με αυτήν την έννοια το λέω. Αν φτάσω στην ώρα μου, αυτό που είναι να συμβεί θα συμβεί. Σχεδόν πάντα είμαι προετοιμασμένος για το τί έχω να κάνω.
Δηλαδή πώς προετοιμάζεσαι;
Καταρχήν διαβάζω το σενάριο. Στο θέατρο πάντα μας κάνουν μία πρόβα για να δούμε λίγο τί συμβαίνει. Μετά, με τον σκηνοθέτη και την ενδυματολόγο λέμε ότι θα φτιάξουμε αυτή τη φιγούρα. Μπορεί να μην μας αρέσει, οπότε το ξαναφτιάχνουμε μέχρι να το βρούμε. Κάποιες φορές μπορεί να συμβεί αμέσως, άλλες θέλει περισσότερο ψάξιμο. Υπάρχουν σκηνοθέτες που εξαρχής έχουν μέσα στο μυαλό τους αυτό που θέλουν και άλλοι που πρέπει να δουν πολλά πράγματα για να αποφασίσουν.
Ποια από τις δύο εκδοχές σου αρέσει περισσότερο;
Και οι δύο με βοηθάνε. Με ρωτάνε ορισμένες φορές πώς γίνεται να είμαι τόσο ζεν, να έχω τόση υπομονή. Τους εξηγώ ότι στο τέλος ο κόσμος θα πει: «Τι ωραία μαλλιά που έκανε ο Χρόνης» ή «τι άσχημα μαλλιά». Δε θα πουν: «Τι ωραία μαλλιά που έκανε ο Μαστοράκης». Ο Μαστοράκης θα κριθεί για το δικό του κομμάτι. Από την άλλη, υπάρχουν φορές που δεν συνάδει αυτό που θέλω εγώ με αυτό που θέλει ο σκηνοθέτης. Τότε θα κάνω αυτό που θέλει ο σκηνοθέτης. Εκείνος έχει τον τελικό λόγο και πρέπει να προσεγγίσω αυτό που έχει στο μυαλό του.
Τελικά οι ηθοποιοί είναι «τρελοί»;
Είναι. Δεν έχουν όλοι τη δυνατότητα να βγαίνουν εύκολα από τον ρόλο. Επίσης κάνουν τόση προετοιμασία πριν βγουν στη σκηνή, μοχθούν. Όχι, βέβαια, ότι δεν υπάρχουν ορισμένοι που έχουν ευκολίες. Κουβαλάς όμως πολλές προσωπικότητες μέσα στα χρόνια. Για σκέψου να καλείσαι να κάνεις τρεις μήνες πρόβες για ένα έργο και μετά δύο για ένα άλλο.
Κάτι «γράφει» μέσα σου, αυτό εννοείς;
Αν όντως σου αφήσει κάτι ο κάθε ήρωας που υποδύεσαι, στο τέλος ναι, μπορεί να γίνει αυτό που λες και ο ηθοποιός μοιάζει με «τρελό». Δεν πρέπει όμως να είναι έτσι. Είναι η δουλειά τους.
Κομμάτι της οποίας είναι και το χειροκρότημα.
Κάναμε κάποια στιγμή μία παράσταση στο Εθνικό που λεγόταν Φρενοπάθειες και συμμετείχε ο Γιάννης Βογιατζής. Τον έβλεπα, μεγάλο άνθρωπο, με όλη αυτήν την πορεία πίσω του και αναρωτιόμουν για ποιο λόγο είναι στην ηλικία του στο θέατρο. Σιγουρεύτηκα ότι δεν ήταν για βιοποριστικούς λόγους -θα ήταν λυπηρό στην ηλικία του- και θυμάμαι χαρακτηριστικά μια βραδιά. Μόλις χει τελειώσει η παράσταση και βγαίνουν οι ηθοποιοί να υποκλιθούν. Ο Γιάννης λόγω ιεραρχίας έβγαινε μόνος του κάθε βράδυ. Είμαστε στις κουίντες, κάθομαι δίπλα του, περιμένω να βγάλω περούκες κλπ, κι έρχεται και με σκουντάει και μου λέει: «Άκου!». Και συνειδητοποιώ ότι το χειροκρότημα είναι η ανταμοιβή του.
Πόσο εύκολο είναι να διανύσει, ειδικά ένας νέος ηθοποιός, την απόσταση από το χειροκρότημα μέχρι το «καλάμι»;
Αν ένας άνθρωπος δεν μπορεί να έχει ισορροπία μέσα του, ναι, είναι πολύ εύκολο να καβαλήσει το καλάμι. Υπάρχουν όμως και οι πολύ προσγειωμένοι. Καθώς και άνθρωποι που περιμένουν το χειροκρότημα γιατί ξέρουν τι είναι αυτό που έχουν δώσει για να το αξίζουν.
Εσύ που κάνεις τα μαλλιά τους, τα έχεις καλά με όλους;
Ναι, με όλους στο εργασιακό επίπεδο. Φυσικά έχω και ορισμένους φίλους. Αυτό είναι άλλο. Είναι το προσωπικό επίπεδο. Είναι το κάτι παραπάνω, αυτό που θα μπεις στο σπίτι του άλλου και θα μπει κι ο άλλος στο σπίτι σου.
Κατά κανόνα ποιοι είναι πιο δύσκολοι και απαιτητικοί; Οι νέοι ηθοποιοί ή οι παλιότεροι;
Δεν νομίζω ότι μπορώ να απαντήσω εύκολα και να είμαι απόλυτα σαφής. Οι άνθρωποι που κάθονται στα χέρια μου περιμένουν από μένα το καλύτερο, άρα δεν μπορεί να υπάρχει προστριβή μεταξύ μας. Επίσης, σήμερα πια που μαθαίνει εύκολα ο ένας από τον άλλο τα πάντα, μπορεί να μην έχω πιάσει ποτέ στα χέρια μου κάποιον, αλλά να νιώθει εμπιστοσύνη και ασφάλεια επειδή έχει ακούσει καλά πράγματα για μένα.
Απαντάς διπλωματικά. Δηλαδή δεν έχεις δουλέψει με ψωνάρες;
Πάντα οι νεότεροι την ψωνίζουν γιατί οι μεγαλύτεροι έχουν ζήσει και την επιτυχία, έχουν ζήσει και την αποτυχία, άρα ξέρουν ότι πρέπει να κρατάς μικρό καλάθι. «Μεγάλη μπουκιά βάλε στο στόμα σου, μεγάλη κουβέντα μη λες», όπως λέμε. Οι νέοι μπορεί να ψωνιστούν γιατί όλο αυτό που τους συμβαίνει είναι καινούργιο και ίσως μη διαχειρίσιμο. Την αναγνωρισιμότητα γενικά δεν είναι εύκολο να τη διαχειριστείς. Υπάρχουν άνθρωποι που την περιμένουν. Υπάρχουν άνθρωποι που την φοβούνται.
Έχεις δει ανθρώπους να αλλάζουν δραστικά στην πορεία;
Ναι, μου έχει τύχει. Και με τον καλό τρόπο, που θες να πεις μπράβο στον άνθρωπο που εξελίχθηκε σωστά. Αλλά και με τον άλλο τρόπο, να εξελίχθηκε δηλαδή ως καλλιτέχνης αλλά όχι ως άνθρωπος. Θα στο πω πολύ απλά: Τους αφήνω να το ζήσουν. Αντιλαμβάνεσαι ότι αυτός ο άνθρωπος κουβαλάει μία ανασφάλεια από κάπου. Ακόμα και κάποιος που μπορεί να με θυμώσει, όταν αρχίζω και ψάχνω λίγο πιο μέσα, μπορεί να με κάνει να κλάψω γιατί θα θα λυπηθώ τόσο πολύ για το πώς είναι, οπότε ξεχνάω τα δικά μου, δεν είναι τίποτα. Απ’ την άλλη, πάντα η δουλειά μου και η ζωή μου ήταν ξέχωρα πράγματα. Είναι πιθανό να γυρίσω από το θέατρο και να σου πω πέντε πράγματα που συνέβησαν εκεί. Δεν θα είναι όμως αυτή η συζήτησή μας. Θα είναι κάτι του στιλ «μου έσπασε μια λακ» και θα τελειώσει εκεί, όπως θα έλεγα αντίστοιχα ότι μου χάλασε χθες το πλυντήριο.
Λειτουργείς και λίγο σαν ψυχαναλυτής την ώρα της δουλειάς;
Πολλές φορές όντως είμαι σαν ψυχαναλυτής. Είναι η ανάγκη των ανθρώπων να βγάλουν κάτι από μέσα τους, ακριβώς επειδή είμαι ο κομμωτής και όχι κάποιος συγγενής τους. Ξέρουν ότι αυτό που θα μου πουν δεν θα το χρησιμοποιήσω εναντίον τους.
Έχει τύχει να σου ανοιχτεί κάποιος υπερβολικά;
Άβολο είναι όταν πρέπει να πάρω θέση. Προσπαθώ να το κάνω όσο γίνεται πιο αποστασιοποιημένα. Γιατί αν πάρω θέση είναι σαν ξαφνικά να κρίνω έναν άνθρωπο που δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου, μέσα από αυτό που έχω ως άκουσμα για εκείνον από σένα που σου κάνω τα μαλλιά.
Πες την αλήθεια, αν έγραφες την αυτοβιογραφία σου, θα ανησυχούσε κόσμος;
Νομίζω ότι μόνο θα γελούσε. Έχω πει πολλά στη ζωή μου αλλά πάντα καλοπροαίρετα, με καλή διάθεση και χιούμορ. Πολλές φορές οι δικοί μου άνθρωποι -και μιλάω για τους πιο κοντινούς μου φίλους ή συγγενείς- απορούν. Με ρωτάνε τα ανίψια μου: «Θείε δεν θυμώνουν;». Ε, όχι, δεν θυμώνουν.
Σε πόσες ταινίες έχεις δουλέψει μέχρι σήμερα;
Είναι σίγουρα πάνω από 50. Ξεκίνησα με το Με μια κραυγή της Βασιλικής Ηλιοπούλου. Η επόμενη ήταν το Χάραμα του συγχωρεμένου του Μπίστικα. Από εκεί και πέρα τα πράγματα πήραν το δρόμο τους.
Μπορείς να ξεχωρίσεις τις πέντε πιο αγαπημένες σου δουλειές στο σινεμά;
Είναι σίγουρα οι Απόντες, η Πολίτικη Κουζίνα, οι Νύφες, οι Ώρες Κοινής Ησυχίας, και σίγουρα η Στρέλλα του Κούτρα, μια ταινία που άνοιξε λίγο τον εγκέφαλο των ανθρώπων ώστε να δεχθούν κάποια πράγματα που ενώ πρέπει να τα λέμε με το όνομά τους, τα κρύβουμε. Γενικά μου αρέσουν όλες οι ταινίες του Πάνου, έχω δουλέψει σε όλες εκτός από τον Μουσακά, δηλαδή έχω κάνει την Αληθινή Ζωή, τη Στρέλλα, το Ξενία και τώρα το Dodo, που θα βγει λογικά το 2022. Είναι πολύ σημαντικό για μένα που σε ό,τι κάνει ο Πάνος, είμαι η πρώτη του επιλογή.
Ποιοι είναι καλύτεροι πελάτες; Οι άντρες ή οι γυναίκες;
Το ίδιο. Εκεί έχει να κάνει με τη συνέπεια και την ασυνέπεια ενός ανθρώπου. Αν έρθει στην ώρα του στο ραντεβού ή αν μου το ακυρώσει τρεις φορές. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι στρατιώτες. Η Καριοφυλλιά Καραμπέτη, ας πούμε, είναι μια κατηγορία από μόνη της. Θα αφιερώσει χρόνο σε ό,τι χρειάζεται, από τα παπούτσια μέχρι τα μαλλιά. Υπήρξε φορά που την περίμενα στο θέατρο, έβρεχε καταρρακτωδώς και σκεφτόμουν ότι σιγά μην έρθει.
Κι όμως ήταν στην ώρα της. Αυτό σου δίνει μια ώθηση παραπάνω, θέλεις να βοηθήσεις την εικόνα της. Δεν λέω όμως ότι έναν άλλο άνθρωπο που θα καθυστερήσει, θα τον βγάλω όπως να ‘ναι… Όλους τους προσέχω, από ηθοποιούς μέχρι πολύ απλούς ανθρώπους. Έχω και πελάτες εκτός του θεάματος. Κοινούς θνητούς, που λένε.
Με ποιους διασκεδάζεις περισσότερο;
Πρέπει να με δεις να δουλεύω για να καταλάβεις ότι διασκεδάζω συνέχεια.
Δηλαδή κακές μέρες δεν υπάρχουν;
Κακές μέρες υπάρχουν αν έχει συννεφιά, χιονόνερο, κρύο. Αλλά μ’ έναν τρόπο όπου και να είμαι, δημιουργώ τις συνθήκες. Πρόσφατα έκανα μαλλιά σ’ ένα σίριαλ για το Mega. Ήμασταν σε ένα χώρο…δεν μπορείς να φανταστείς, σαν αποθήκη. Πήγα και τον έφτιαξα όλο, σαν σαλονάκι. Δημιουργώ δηλαδή τις συνθήκες ώστε ο άνθρωπος που θα έρθει να νιώσει άνετα, να μη σκέφτεται ότι μπορεί να πέσει η χτένα και όταν τη σηκώσω από το πάτωμα να λέει με το βλέμμα του: «Μην τη βάλεις στα μαλλιά μου».
Τελικά ηθοποιός σημαίνει φως, που λένε;
Ηθοποιός σημαίνει φως, από πολλές απόψεις. Μπορεί ένας άνθρωπος μέσα από το ρόλο του να βοηθήσει κάποιους, να τους δώσει φωνή, να τους δώσει τη δυνατότητα να καταλάβουν ότι υπάρχει και ένας άλλος κόσμος. Μην ξεχνάς ότι περάσαμε μία περίοδο που ήταν όλα πολύ καλά και άνετα, και πολλοί πίστεψαν ότι όλα θα είναι έτσι για πάντα. Βάζω και τον εαυτό μου μέσα. Νόμιζα ότι η κρίση δεν θα ερχόταν ποτέ σε μένα. Δεν υπάρχει όμως περίπτωση κάτι που είναι δίπλα σου να μη φτάσει σε σένα. Μπορεί απλά να έρθει λίγο πιο αργά.
Υπήρξαν φορές που δεν μπορούσα να καταλάβω ότι ο άλλος μπορεί να μην έχει πια λεφτά να έρθει σε μένα. Έβαζα στο μυαλό μου μήπως είχα κάνει κάτι. Στην πορεία όμως καταλάβαινα. Μπορεί να με ρωτούσε κάποια: «Τι βάζεις στα μαλλιά μου;» και της έλεγα «βάζω αυτό το νούμερο». Δεν ρωτούσε για να πάει να το κάνει αλλού, αλλά για να πάει να της το κάνει μια φίλη ή η κόρη της γιατί δεν περίσσευαν τα χρήματα. Υπάρχουν και άνθρωποι του τύπου «σιγά μη σου δώσω εγώ τα χρώματα να πας να κάνεις κάπου αλλού». Λες και είναι το επτασφράγιστο μυστικό τους.
Οι Έλληνες ηθοποιοί γίνονται καλύτεροι με τα χρόνια;
Σέβομαι τους παλιούς ηθοποιούς, σέβομαι και τους νέους. Υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν πάρα πολύ για να μπορούν να είναι καλοί. Ευτυχώς νομίζω ότι έχει σταματήσει αυτό που γινόταν για δεκαετίες. Βάφτιζαν τους ηθοποιούς κωμικούς ή δραματικούς. Είναι σαν να παίρνουν εμένα να κάνω μόνο τα τάδε μαλλιά. Μα ξέρω να κάνω και άλλα!
Προτιμάς να κάνεις μαλλιά σε κάποιον που υποδύεται κωμικό ή δραματικό ήρωα;
Σε προσωπικό επίπεδο ο ίδιος άνθρωπος έχει και τα δύο στοιχεία. Έχει να κάνει με το ποια είναι η ψυχική του κατάσταση εκείνη τη στιγμή και τί θα θελήσει να βγάλει προς τα έξω. Κάποιοι μπορούν να μπαίνουν και να βγαίνουν απ’ το ρόλο και άλλοι θέλουν χρόνο για να φύγουν από μία κατάσταση και να πάνε σε μία άλλη. Βλέπεις δηλαδή τον άλλο και λες: «Τώρα άσ’ τον ήσυχο».
Θυμάμαι μια σκηνή με την Μάνια Παπαδημητρίου, στους Οιδίποδες της Ρούλας Πατεράκη. Ήταν σε ένα θέατρο στα Γιάννενα. Για να στηθεί το σκηνικό, η Μάνια στο τέλος της σκηνής σερνόταν κι έμπαινε σε ένα υπόγειο χώρο, δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Έπαιξε λοιπόν, έκλαιγε, έκανε ό,τι έκανε επί σκηνής, μετά σύρθηκε, βγήκε στα καμαρίνια, σηκώθηκε και απλά ρώτησε: «Πώς ήμουν;».
Κάτι αντίστοιχο θυμάμαι και με την Κάκια Παναγιώτου -Θεός σχωρέσ’ την ψυχούλα της- που κάναμε ένα γύρισμα για την Πολίτικη Κουζίνα. Έπρεπε σε μερικές σκηνές να φαίνεται νεότερη οπότε της κάναμε μία μεταμόρφωση με ειδικά λάστιχα που της τραβούσαν το πρόσωπο προς τα πίσω. Ήταν τέτοια η κούραση της που κάποια στιγμή μου είπε: «Αχ βρε Χρόνη μου, ήρθες κι εσύ, είσαι δύο μέρες στην καρέκλα και δεν ήθελα να σε ανησυχήσω, αλλά δεν μπορώ πια, πονάνε τα μηνίγγια μου».
Πάω στον Τάσο Μπουλμέτη και του λέω: «Αν δεν σέβεσαι τίποτα άλλο, σεβάσου την ηλικία της». Επιστρέφω μετά και της λέω: «Τώρα θα γίνει η σκηνή σας. Σας είδε ο Μπουλμέτης και είπε τι καταπληκτική δουλειά είναι αυτή που κάνατε». «Αλήθεια;!», μου λέει. Δεν της έφυγε ο πόνος απ’ το τράβηγμα. Κάτι άλλαξε όμως στη σκέψη της. Καταλαβαίνεις.
Θα ήθελα το σχόλιό σου όσον αφορά το #metoo κίνημα και τις γνωστές υποθέσεις από το χώρο του θεάτρου που έχουν σοκάρει την κοινή γνώμη.
Από τα σύννεφα δεν έπεσα. Αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ ότι το όλο πράγμα είχε λάβει ήδη τόσο μεγάλες διαστάσεις. Αυτό που μπορώ να σου πω εγώ ως Χρόνης είναι το εξής: Από τη στιγμή που υπάρχουν άνθρωποι που δεν σέβονται ή δεν φοβούνται τον Θεό, τουλάχιστον ας φοβούνται τη Δικαιοσύνη. Σίγουρα είναι μια πολύ άσχημη κατάσταση για οποιουσδήποτε έχουν υποστεί οποιουδήποτε είδους βία. Καλό είναι λοιπόν που συμβαίνει όλο αυτό, ώστε αν κάποιος έχει στο μυαλό του να κάνει τα ίδια, να βάλει φρένο, να μη μπει στη διαδικασία να βλάψει ένα συνάδελφό του, γιατί αν μη τι άλλο απειλείται από τη δημοσιοποίηση του πράγματος.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο κοπλιμέντο που έχεις ακούσει για τη δουλειά σου μέχρι σήμερα;
Σε επίπεδο επαγγελματικό έγινε πάρα πολύ ντόρος όταν έκανα τον Ρουβά, στο Alter Ego, που του είχα βάλει δύο πρόσθετες φράντζες. Ο γκράντε παραγωγός της ταινίας κατόπιν εορτής γύρισε και μου είπε: «Οφείλω να ομολογήσω ότι ήσουν παιδί πιο προχώ από την εποχή σου». Μ’ έναν τρόπο αντιλαμβάνομαι ποιες είναι οι τάσεις της εποχής. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως διάλεξα κάτι που μπορούσε να αντέξει και ο Σάκης πάνω του. Διότι είχα να κάνω και μ’ έναν σκηνοθέτη ο οποίος μου έλεγε «θέλω να δω τον ρόλο,» κι εγώ του εξηγούσα «όμως βλέπεις τον Ρουβά!» Είναι τόσο απλά τα πράγματα.
Κατά τα άλλα, η μεγαλύτερη φιλοφρόνηση που έχω λάβει ποτέ ήρθε από τον Ethan Hawke. Έκανα τα μαλλιά στο Πριν τα μεσάνυχτα του Richard Linklater, την τελευταία ταινία της τριλογίας που γυρίστηκε, όπως θυμάσαι, στην Καρδαμύλη. Ήθελα λοιπόν να του κάνω λίγες ανταύγειες στα μαλλιά του. Εκείνος μου εξηγούσε ότι ο ήρωας που υποδύεται δεν είναι τύπος που θα είχε ανταύγειες. Του εξήγησα κι εγώ ότι θα ήταν κάτι πολύ διακριτικό, σχεδόν δεν θα φαινόταν, οπότε συμφώνησε.
Μετά από τέσσερις μέρες ήρθε στο γύρισμα και μου είπε ότι ήταν στη θάλασσα με τον μικρό του γιο, ο οποίος του είπε: «Μπαμπά, ο ήλιος της Ελλάδας σου έχει κάνει πολύ ωραίο χρώμα στα μαλλιά». Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια, δεν λένε;
Θα μου πεις και πώς ήταν να δουλεύεις με τον Viggo Mortensen, τη Lea Seydoux και την Kristen Stewart στο Crimes of the Future του Cronenberg;
Δυστυχώς δεν μπορώ να σου πω τίποτα. Έχω υπογράψει σύμβαση εμπιστευτικότητας (Νon Disclosure Agreement). Πάντως ειδικά ο Viggo Mortensen ήταν συμπαθέστατος. Φυσικά χαίρομαι που έκανα μαλλιά σε μια μεγάλη, διεθνή παραγωγή. Αλλά δεν παίρνουν τα μυαλά μου αέρα. Όλο αυτό το πράγμα που κάνω μου ήρθε από πολύ νωρίς, άρα δεν είχα το περιθώριο να καβαλήσω κάτι.
Την επιβεβαίωση για αυτό που κάνω, την είχα πάντα. Γι’ αυτό δεν ψωνίστηκα. Δεν θα το έκανα ποτέ. Στους ανθρώπους που βλέπω να το κάνουν, δεν μου άρεσε. Με όλες αυτές τις προσωπικότητες που έχω συνεργαστεί, κάτι έχω πάρει και κάτι έχω δώσει. Κάτι που μου αρέσει, μπορώ να το πάω ένα βήμα πιο πέρα. Κάτι που δεν μου αρέσει, σκέφτομαι: Μη σώσω ποτέ να γίνω σαν αυτόν.