ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Εξομολογήσεις ενός ντελιβερά

Ανήμερα της απεργίας του κλάδου του, μιλήσαμε με έναν διανομέα για τις δυσκολίες της δουλειάς και για το αν ισχύει ποτέ η φράση “το παιδί έχει φύγει”.

Η σχέση που έχουμε όλοι μας με τους ντελιβεράδες, είναι λίγο πολύ η ίδια. Κάθε φορά που παραγγέλνουμε πίτσα, σουβλάκια ή κάποιο άλλο φαγητό σπίτι μας, τους περιμένουμε γρήγορα στην πόρτα μας με τις σακούλες, για να τους πληρώσουμε, να τους πούμε ίσως και ένα αστειάκι και να συνεχίσουμε τις ζωές μας. Εμείς τρώγοντας κι εκείνοι πηγαίνοντας τις υπόλοιπες παραγγγελίες.

Όταν μάλιστα αργούν, γινόμαστε έξαλλοι, παίρνουμε τηλέφωνο στο κατάστημα, μας λένε ΠΑΝΤΑ ότι το παιδί έχει φύγει για να ηρεμήσουμε κι όταν τελικά έρθουν ξεσπάμε σε εκείνους, είτε με αγένεια, είτε στερώντας τους το φιλοδώρημα.

Η εικόνα που έχουμε για έναν ντελιβερά, είναι πολύ απλοϊκή: στο μυαλό μας απλά πηγαινοφέρνει παραγγελίες πάνω σε ένα μηχανάκι, κάτι που σε αρκετούς δεν φαίνεται και τόσο δύσκολο. Γι’ αυτό, η είδηση ότι σήμερα ο κλάδος των ντελιβεράδων αποφάσισε να απεργήσει προξένησε εντύπωση.

Πόσο δύσκολη μπορεί να είναι δηλαδή η δουλειά τους και τι ζητάνε; Εμείς, αποφασίσαμε να μιλήσουμε με έναν εργαζόμενο στη διανομή φαγητού προκειμένου να μας μιλήσει για την καθημερινότητα της δουλειάς του, για τα αιτήματα του κλάδου του αλλά και για μερικές αστείες και παράξενες ιστορίες που του έχουν συμβεί όσο καιρό κάνει τη συγκεκριμένη δουλειά.

Πόσες ώρες δουλεύει ένας ντελιβεράς και για πόσα χρήματα;

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)

Τον ‘Base’ όπως τον φωνάζουν οι φίλοι και οι γνωστοί του (ναι, σωστά κατάλαβες, από τη βάση των καφέδων βγαίνει το παρατσούκλι του), τον γνωρίσαμε εδώ στο γραφείο τους τελευταίους μήνες, αφού σε καθημερινή βάση μας φέρνει χαμογελαστός καφέδες και φαγητό από το Coffix. Εργάζεται ως ντελιβεράς τα τελευταία 4 χρόνια και μεταξύ άλλων έχει δουλέψει σε πιτσαρία, σουβλατζίδικο, καφετέρια και κινέζικο. Με λίγα λόγια, τα έχει γυρίσει όλα.

Η πρώτη ερώτηση προς τον ‘Base’ είναι και μια απ’ τις πιο βασικές. Πόσες ώρες δουλεύει ένας ντελιβεράς και πόσες παραγγελίες παραδίδει σε μία συνηθισμένη ημέρα; “Το delivery δεν έχει συγκεκριμένο ωράριο, μπορεί να αρχίσεις στις 8 το πρωί και τελειώσεις στις 10 το βράδυ, αν έχει πελατεία και δεν έχει άτομα είσαι αναγκασμένος να δουλέψεις. Εξαρτάται από το μαγαζί. Σε μια μέρα μπορεί να πας και 64 παραγγελίες, μου έχει τύχει να ξεκινήσω να δουλεύω 1 το μεσημέρι και να κλείσω 2 το βράδυ και να πάω συνολικά 70 παραγγελίες, κάνοντας 400 ευρώ ταμείο”. Ο πανικός των ημερών του Champions League και των άλλων αγώνων είναι τόσο τρομερός όσο νομίζουμε;

Όταν δούλευα στο σουβλατζίδικο το λέγαμε από νωρίς, ‘σήμερα έχει αγώνα’ και όντως, μισή-μία ώρα πριν γινόταν της τρελής. Τσικνοπέμπτη επίσης, δεν μπορείς να φανταστείς δουλειά, σε μία ώρα 30 παραγγελίες, της τρελής. Μέχρι και Παραμονή Πρωτοχρονιάς έχω δουλέψει και σχόλασα 23.30, λίγο πριν αλλάξει ο χρόνος. Λέει ο κόσμος ότι δεν έχει λεφτά, αλλά σε γιορτές και αγώνες όλο παραγγέλνει. Δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν παραγγέλνει, αν βγεις στο δρόμο μόνο ντελιβεράδες βλέπεις”.   Κι όλα αυτά για πόσα λεφτά; 

Παίρνεις 3-4 ευρώ την ώρα περίπου, ανεξάρτητα με το πόσες παραγγελίες θα πας. Όταν δεν έχει πολλή δουλειά σου λένε όμως να φύγεις λίγο νωρίτερα

“Μέχρι και πατάτες και κοτόπουλα έχω κόψει”

Από τη πρώτη στιγμή που ζήτησα από τον ‘Base’ να μου πει δυο λόγια για τη δουλειά του και για την απεργία, πριν καν ξεκινήσω τις ερωτήσεις, σχολίασε ότι πρόκειται για ένα παρεξηγημένο επάγγελμα. Του ζητάω να μου εξηγήσει γιατί:

Είναι αδικημένο και παρεξηγημένο επάγγελμα, γιατί όλοι νομίζουν ότι απλά παίρνουμε τις παραγγελίες, τις πάμε και γυρνάμε. Είναι πολλά στη μέση. Αρχικά, όσο είναι στο μαγαζί, ο ντελιβεράς θα κάνει και κουτάκια, θα κάνει κάβα, μέχρι και πατάτες και κοτόπουλα έχω κόψει όσο περίμενα κάποια παραγγελία. Πολλές φορές μας στέλνουν και στο σούπερ μάρκετ. Αν εμένα με στείλεις 3-4 φορές στο σούπερ μάρκετ ποιος θα πληρώσει τη βενζίνη μου; Μόνοι μας την πληρώνουμε την βενζίνη, σήμερα μόνο έχω χαλάσει 5 ευρώ, αυτό σημαίνει ότι το μήνα χαλάω κοντά στα 300. Αν παίρνω 600 μου μένουν τα μισά”. Είναι λοιπόν το εταιρικό μηχανάκι ένα από τα βασικά αιτήματα της απεργίας τους;

Ένα από τα πιο βασικά αιτήματα είναι να μας κολλάνε βαρέα και ανθυγιεινά ένσημα, αυτό είναι το πρώτο και κυριότερο. Μετά είναι και το εταιρικό μηχανάκι, όταν ο εργοδότης μου δίνει το μηχανάκι του, θα κάνει αυτός τα σέρβις, θα βάλει τις βενζίνες, αν πάθει κάτι θα είναι πρόβλημα της εταιρείας, όχι δικό μου. Δεν μου φτάνουν τα λεφτά να πάω να φτιάξω τα φρένα, αναγκαστικά θα πάω την άλλη εβδομάδα. Αν πάθω κάτι μέχρι τότε τι γίνεται”;  Τα ατυχήματα στο δρόμο με τους ντελιβεράδες είναι καθημερινά. Ο ίδιος έχει τρακάρει ποτέ;

Στο δρόμο γίνεται της τρελής. Σήμερα μόνο έχω πάει να τρακάρω τρεις φορές. Ευτυχώς δεν έχω τρακάρει ποτέ πάνω στη δουλειά, προσέχω πάρα πολύ. Μερικά αφεντικά σου λένε να πηγαίνεις λίγο πιο γρήγορα, αλλά όχι, δεν θα σκοτωθώ, εγώ πηγαίνω με αυτή την ταχύτητα, αν δεν θες βρες κάποιον άλλον. Δεν γίνεται να σπας το κεφάλι σου για 3 ευρώ”.  Παρ’ όλα αυτά, πολλοί κατηγορούν τους ντελιβεράδες ότι εκείνοι είναι που οδηγούν επικίνδυνα και κάνουν παρανομίες. “Για να φέρω τις παραγγελίες εδώ αναγκάζομαι να μπω ανάποδα, γιατί αλλιώς πρέπει να κάνω τεράστιο κύκλο και οι καφέδες θα κρυώσουν. Αν με δουν αστυνομικοί όμως εγώ τι να τους πω;” 

Με τους ταξιτζήδες τσακώνομαι συνέχεια, είναι οι χειρότεροι οδηγοί. Οδηγεί ο άλλος και μιλάει στο κινητό, με βλέπει που κρατάω 10 καφέδες και δεν με αφήνει να περάσω. Πριν μια εβδομάδα πάλι, καθόμουν σε ένα πάρκινγκ, μόλις είχα αφήσει το μηχανάκι και άρχισε ένας να μου κορνάρει απ’ το αυτοκίνητό του. Του είπα ‘μισό λεπτό να πάω την παραγγελία’ και βγήκε έξω κι άρχισε να με βρίζει και να με σπρώχνει. Τις παίξαμε στη μέση του δρόμου και στο αμάξι του είχε γυναίκα και παιδί. Δεν πάει καλά ο κόσμος”.   Εκτός από τους κινδύνους του δρόμου όμως, σημαντική είναι και η ψυχολογική πίεση.

Έχω το άγχος η παραγγελία να φτάσει σωστά, το άγχος του δρόμου, όπου καθημερινά γίνεται χαμός, την πίεση να φτάσει γρήγορα, να μην κάνω λάθος στα ρέστα γιατί μετά θα πρέπει να το καλύψω εγώ. Πιο πολύ κουράζομαι ψυχολογικά, παρά σωματικά. Σήμερα δουλεύω 11 ώρες, έχω πιει έξι καφέδες για να αντέξω, μου έχει φύγει το κεφάλι. 10 ώρες είμαι πάνω στο μηχανάκι, αν πέσω τι θα γίνει; Δεν οδηγώ μόνο 40 λεπτά –  1 ώρα απλά για να γυρίσω σπίτι μου από τη δουλειά, όλη μέρα οδηγώ”. 

Καθημερινές ιστορίες τρέλας: 10 κορίτσια, χιόνι κι ένα μπουρνούζι

Φυσικά, δεν θα γινόταν να μην ζητήσουμε από τον ‘Base’ να μοιραστεί μαζί μας μερικές από τις πιο παράξενες ιστορίες που του έχουν τύχει όσο καιρό βρίσκεται πάνω στο μηχανάκι, ξεκινώντας από τις παραξενιές των ίδιων των αφεντικών. 

Πριν μερικούς μήνες, τις ημέρες που χιόνιζε στο κέντρο και το είχε στρώσει, δούλευα σε ένα μαγαζί στον Νέο Κόσμο. Με πήρε το αφεντικό μου και μου είπε να πάω να δουλέψω, κανονικά. Αρνήθηκα φυσικά κι εκείνος νευρίασε

Σε όλους όσους παραγγέλνουν ακόμη και τις ημέρες που έχει κατακλυσμό, τι έχει να πει; “Όταν βρέχει, είναι πολλοί που σε βλέπουν λούτσα και σε ρωτάνε ‘α βρέχει;’ μόλις πας την παραγγελία. Είσαι στο σπίτι, όμορφα κι ωραία, με την κοπέλα ή τους φίλους σου και θες να παραγγείλεις. Λογικό, το καταλαβαίνω. Δεν γίνεται όμως το μαγαζί να είναι στην Καλλιθέα κι εσύ να παραγγέλνεις από Φάληρο. Παράγγειλε τουλάχιστον από την περιοχή σου, να σου έρθει και πιο σύντομα. Όταν βρέχει, δεν υπάρχει περίπτωση να πάω με περισσότερα από 40 χιλιόμετρα. Σε μερικούς αυτό δεν φαίνεται λογικό. Σήμερα πήγα έναν ελληνικό στο Νέο Κόσμο. Αυτός περιμένει ότι ο καφές θα φτάσει ζεστός”;

Και τώρα, η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου. Η μόνιμη επωδός “το παιδί έχει φύγει” όταν η παραγγελία έχει αργήσει, κατά πόσο ισχύει;  “Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχει φύγει ποτέ, να το ξέρεις αυτό. Δεν φταίει ποτέ ο ντελιβεράς. Όταν δίνεις αυτή την απάντηση, εσύ σαν αφεντικό με προδίδεις, γιατί αν η παραγγελία πρέπει ας πούμε να πάει στο Φάληρο, εγώ θέλω 10-15 λεπτά για να φτάσω. Μου έχει τύχει να μην μου δώσουν πουρμπουάρ, ενώ μου λένε πως ξέρουν ότι φταίει το μαγαζί. Ποιον τιμωρούν έτσι;”. Και μετά τις παραξενιές των αφεντικών, παραξενιές πελατών:

Μια φορά θυμάμαι δούλευα στην Καλλιθέα και με έχουν στείλει στο εμπορικό στον Άγιο Δημήτριο για να παραδώσω μια μερίδα. Επειδή η μερίδα αυτή δεν είχε όσο λάχανο-καρότο ήθελε ο πελάτης, με έστειλαν πίσω στο μαγαζί. Επίτηδες τότε του στείλαμε δώρο ολόκληρη σαλάτα”. Το κλασικό σκηνικό που έχουμε όλοι στο μυαλό μας με την σέξι γυναίκα να ανοίγει για να υποδεχτεί την παραγγελία, συμβαίνει τελικά ποτέ;

Ένα βράδυ μου είχαν ανοίξει την πόρτα κι ήταν εκεί 10 κορίτσια και μου έκαναν χαβαλέ. Πιάσαμε την κουβέντα, πλάκα είχε. Δεν έχω μπει ποτέ σε σπίτι πελάτη όμως, δεν πρέπει να ξεπερνάμε τα όρια, αν παρεξηγηθεί ο άλλος κάνεις ζημιά και σε σένα και στο μαγαζί. Πρέπει να είσαι τυπικός, αν δεν σου δώσει ο άλλος αφορμή δεν ανοίγεις καν κουβέντα, λες απλά καλησπέρα και ευχαριστώ”.

Μια άλλη φορά μου έχει τύχει να παραδίδω μια παραγγελία κανονικά στην ώρα μου και όταν φτάνω εκεί ο άλλος να μην μου ανοίγει για μισή ώρα επειδή έκανε μπάνιο. Μου άνοιξε με το μπουρνούζι και μου είπε ‘συγγνώμη ξεχάστηκα’. Άντε τώρα να το δικαιολογήσεις αυτό στο αφεντικό σου. Δεν υπάρχουν αυτά τα πράγματα και μετά όλοι νομίζουν ότι το επάγγελμα είναι απλό”.

Άλλοι στο e-food δεν γράφουν το όνομα του κουδουνιού κι όταν τους παίρνεις τηλέφωνο λένε ‘το ξέχασα’ κι εσύ κάθεσαι και περιμένεις. Έχω πάει και σε σπίτι που δεν είχε ασανσέρ και ανέβηκα πέντε ορόφους με τα πόδια

Έχω πάει μια παραγγελία 6 ευρώ και μου ανοίγει μια κυρία η οποία βγάζει μια σακούλα με ψιλά, δίλεπτα, πεντάλεπτα και δεκάλεπτα και μου λέει ‘εντάξει είμαστε, τα έχω μετρήσει’. Τι να τα κάνω εγώ αυτά;” Η νοοτροπία των Ελλήνων στο θέμα του πουρμπουάρ ποια είναι αλήθεια; Δίνουμε, ή είμαστε και λίγο τσιγκούνηδες;

Δεν μπορείς να περιμένεις πάντα πουρμπουάρ. Αν θέλει ο άλλος θα σου αφήσει, και για ένα στενό και με τα πόδια να πας. Αλλά δεν γίνεται να κάνεις παραγγελία φαγητού 20 ευρώ, να χαλάς δηλαδή για τον εαυτό σου 20 ευρώ και να μην αφήνεις 50 λεπτά, 1 ευρώ. Είναι ξεφτίλα αυτό. Μου έχει τύχει παραγγελία να κάνει 18,90, να μου δίνουν εικοσάευρο και να μου λένε ‘κράτα 19’. Δεν τα δέχτηκα καν, τα έδωσα πίσω, μου το είπε και με ύφος κι ήταν παιδί στην ηλικία μου, που πίστευα ότι θα με καταλάβει λίγο καλύτερα. Δεν ζητιανεύω στο δρόμο, δουλεύω”.

Τα βασικά αιτήματα της σημερινής απεργίας των διανομέων, εκτός από τα βαρέα και ανθυγιεινά ένσημα και το εταιρικό μηχανάκι, αφορούν την παροχή μέσων ατομικής προστασίας πάνω στο μηχανάκι καθώς και ενιαίας ειδικότητας με τον τίτλο ‘Οδηγός δικύκλου-Μεταφορέας’ και συλλογικής σύμβασης εργασίας.