ΣΙΝΕΜΑ

Ο Eric Barbier άργησε να πειστεί πως η Charlotte Gainsbourg έπρεπε να πρωταγωνιστήσει στην ‘Υπόσχεση της Αυγής’

Στην Αθήνα για το 19ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, ο σκηνοθέτης μας μίλησε για το πώς το σινεμά είδους έσωσε την καριέρα του, και για το πώς η Charlotte Gainsbourg πήρε τη σκυτάλη του ρόλου από τη Μελίνα Μερκούρη.

Ένα πράγμα που καταλαβαίνεις με μεγάλη βεβαιότητα μιλώντας στον Eric Barbier, είναι η μεγάλη, αδιαπραγμάτευτη αγάπη του για τον διάσημο συγγραφέα Romain Gary και για το αριστούργημά του, την ‘Υπόσχεση της Αυγής’. Στο αυτοβιογραφικό του μυθιστόρημα, ο Gary μιλά για τα παιδικά προσφυγικά χρόνια, τις στερήσεις, τη φτώχεια, από την Πολωνία ως τη Νίκαια, αλλά και για τις πολεμικές του περιπέτειες- μα πάνω απ’όλα μιλά για τη μητέρα του, μια εμβληματική παρουσία στη ζωή του, και την περίπλοκη σχέση του μαζί της.

Αυτός ο δεσμός ήταν κομβικής σημασίας και για τον Barbier, έναν σκηνοθέτη που ύστερα από ένα σερί περιπετειών επιστρέφει σε ένα σινεμά εποχής, για να διασκευάσει ένα βιβλίο που τον σημάδεψε- καθώς, όπως μας είπε κι από κοντά, οι σχέσεις παιδιών με τους γονείς τους αφορούν κάθε γενιά και κάθε άνθρωπο, όπου κι αν ζει στον πλανήτη, όποια εποχή.

Το βιβλίο είχε διασκευαστεί προηγουμένως στο σινεμά από τον Jules Dassin με τη Μελίνα Μερκούρη στον κεντρικό ρόλο, αλλά ο Barbier επιστρέφει στο πρωτογενές υλικό παραμένοντας πιο πιστός σε αυτό, όπως μας εξηγησε. Τον συναντήσαμε από κοντά κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, όπου η ταινία του ‘Η Υπόσχεση της Αυγής’ (στις αίθουσες από την Feelgood) ήταν η ταινία έναρξης του 19ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου.

Συζητήσαμε για το δέσιμό του με την ιστορία του βιβλίου, για το πώς οι ταινίες είδους τον βοήθησαν να αγαπήσει ξανά το σινεμά, και για το πώς η Charlotte Gainsbourg τον έπεισε να πρωταγωνιστήσει στην ταινία.

Στην ‘Υπόσχεση της Αυγής’ μας μιλάει για τα παιδικά προσφυγικά χρόνια, τις στερήσεις και τη φτώχεια αλλά και τις ημέρες του πλούτου, στη Ρωσία, στην Πολωνία και κατόπιν στη Νίκαια, καθώς και για τις νεανικές πολεμικές περιπέτειες στην Αγγλία, Γαλλία, Αιθιοπία, Συρία. Κυρίως μας μιλάει για τη μεγάλη αγάπη της ζωής του, τη μητέρα του, αυτή τη Ρωσίδα κυρία με τα πράσινα αστραφτερά μάτια και το απίστευτο ψυχικό σθένος, την ιδιόρρυθμη και χιμαιρική, που με τόση επιτυχία ερμήνευσε η Μελίνα Μερκούρη στην κινηματογραφική διασκευή του Ζυλ Ντασσέν. Ποτέ άλλοτε η αγάπη ενός γιου για τη μητέρα του δεν εκφράστηκε με περισσότερη τρυφερότητα, αισθαντικότητα, αλλά και χιούμορ. Το έργο έχει μεταφραστεί σε 14 γλώσσες.

***

Τι σε ενδιέφερε αρχικά και ήθελες να διασκευάσεις το βιβλίο; Είχε να κάνει με την προηγούμενη ταινία;

Όχι, όχι, η προηγούμενη ταινία είναι τελείως διαφορετική από το βιβλίο, οι επιλογές του Jules Dassin είναι διαφορετικές, έχουν περισσότερο να κάνουν με τη γυναίκα του παρά με το βιβλίο. Είναι homage στη γυναίκα του παρά στον Gary.

Διάβασα το βιβλίο ως έφηβος επειδή ο Romain Gary ήταν πολύ διάσημος και βραβευμένος, διάβασα 3 βιβλία του. Αυτό είναι από τα πιο διάσημα που έγραψε. Το ενδιαφέρον μου στο βιβλίο αυτό είναι ότι είναι απολύτως μια ιστορία για τους πάντες, οι πάντες μπορούν να συνδεθούν με αυτή την ιστορία. Δύο πράγματα. Ένα είναι το χρέος των παιδιών προς την οικογένειά τους, τη μητέρα, τον πατέρα. Και δεύτερο, η εκδίκηση. Και η ταινία μου μιλά για κοινωνική εκδίκηση, κάτι που έχει πολύ ισχυρή παρουσία στη ζωή του Romain Gary. Ήταν ένα πολύ φτωχό παιδί όταν έφτασε στα νότια της Γαλλίας. Όλες οι συστολές του, στη ζωή του, ακόμα κι όταν έγινε πολύ διάσημος, είχαν να κάνουν με τη σχέση του με την οικογένειά του, με τη μητέρα του. Και την θέλησή του να γίνει κάτι παραπάνω. Αυτό κάνει σε όλη του τη ζωή.


Η ταινία διαδραματίζεται σε μια άλλη εποχή, τι πιστεύεις ότι είναι αυτό που έχει να μας πει σήμερα;

Όπως έλεγα, είναι λόγω του δεσμού ανάμεσα σε ένα παιδί και τη μητέρα του, την οικογένειά του. Αυτός ο δεσμός είναι ισχυρός ακόμα και σήμερα. Ακόμα κι αν δε μιλάς με την οικογένειά σου, ακόμα κι αν τσακώνεστε, υπάρχουν τα ίδια θέματα. Ειδικά νομίζω τα αντίθετα φύλα, η μητέρα με το γιο, ο πατέρας με την κόρη, οι δεσμοί είναι πάρα πολύ περίπλοκοι και η ταινία μιλά για μια τέτοια ιστορία. Είναι αυτή η ασάφεια, είναι η κόντρα, είναι η ώθηση για να ζήσει ένα παιδί της δική του ζωή. Ξέρεις, θέλω τη δική μου ζωή, αλλά έχω και ένα χρέος προς τη μητέρα μου, με βοηθά όλη την ώρα. Είναι η ιστορία όλων, οι δεσμοί μιας οικογένειας και πώς τους διαχειριζόμαστε.

Ήσουν πάντα θαυμαστής του Romain Gary;

Τον αγαπώ αυτόν τον άνθρωπο. Αγαπώ όσα έγραψε αλλά αυτό είναι το αγαπημένο μου βιβλίο του. Επειδή είναι πιο βαθύ, επειδή μιλάει για ζητήματα πραγματικά παγκόσμια, δεν αλλάζουν ποτέ.


Οι αμέσως προηγούμενες ταινίες σου όπως το ‘Le Serpent’ έχουν πιο βίαιες θεματικές, με εγκλήματα, με τρόμο, αυτή μοιάζει με μικρή αποχώρηση.

Είναι όντως διαφορετική, αλλά είναι το αντίθετο! Γιατί ξεκίνησα με μια τέτοια ταινία. Η πρώτη μου, ‘Le Brasier’, και τα πάντα με αυτή ήταν δύσκολα στην κυκλοφορία, οπότε αποφάσισα μετά να κάνω ταινίες είδους, θρίλερ, εκεί όπου υπάρχουν πιο αυστηροί κώδικες, τα πάντα είναι πιο ακριβή. Και μετά όταν αποφάσισα να επιστρέψω σε αυτό το είδος της ιστορίας, πιο ανθρωπιστικής, μια βιογραφική ταινία, σκέφτηκα πως τώρα ήταν η στιγμή.

Πώς το αποφάσισες τώρα; Μετά την πρώτη σου ταινία χρειάστηκαν σχεδόν 10 χρόνια για την επόμενη σου!

Δεν ήθελα να κάνω σινεμά για αυτά τα 10 χρόνια. Η πρώτη μου ταινία χρειάστηκε 8 χρόνια για να γυριστεί! Είχε μεγάλο μπάτζετ, ένιωθα πως δε μου άρεσε η ταινία, δε μου άρεσαν οι ηθοποιοί, δε μου άρεσε τίποτα. Μισούσα την ίδια μου την ταινία! Και για πολύ καιρό δεν ήθελα να σκηνοθετήσω. Δεν είχα ιστορία να πω. Κι αφού επέστρεψα με ταινίες είδους, όπου τα κάδρα είναι πιο συγκεκριμένα, όπου πρέπει να κάνεις κάποιον να τρομάξει ή να νιώσει αγωνία, είναι σαν παζλ, χτίζεις μια ιστορία με αυτό τον τρόπο, κάτι που είναι πολύ ενδιαφέρον, και τώρα ένιωσα έτοιμος να επιστρέψω πίσω σε αυτό που αρνιόμουν να κάνω προηγουμένως.


Αισθάνεσαι δηλαδή πως μετά το πέρασμα από τις ταινίες είδους είσαι πλέον πιο έμπειρος, πιο εκπαιδευμένος στην κινηματογραφική γλώσσα;

Όχι, νομίζω απλά νιώθω πιο εμπλεκόμενος. Αγαπώ αυτή την ιστορία, είναι η ιστορία ενός παιδιού, που παίζει τεράστιο ρόλο στο βιβλίο, ένα παιδί στην Πολωνία, λατρεύω αυτό το κομμάτι. Αγαπώ αυτή την ιστορία ενός παιδιού που έρχεται στη Γαλλία και θέλει να πετύχει, ένιωθα μες στην ιστορία, με άγγιξε πολύ, συναισθηματικά.

Η Charlotte Gainsbourg ήταν εξαρχής η επιλογή σου για το ρόλο της μητέρας;

Όχι, δεν ήταν η επιλογή μου στην αρχή. Την ήξερα από πριν την ταινία, είχα κάνει δύο ταινίες με τον άντρα της, τον Yvan Attal. Ήξερα ότι ήθελε να κάνει την ταινία, επειδή κι αυτή είχε ιστορία σαν του Gary. Ο Serge, ο πατέρας της, ήρθε από τη Ρωσία, όπως ο Romain από την Πολωνία, το 1934. Μου έλεγε πως, Είναι η ιστορία της οικογένειάς μου!, Θέλω να το κάνω. Της λέω, Charlotte, δε μπορείς να το κάνεις, μου λέει γιατί. Της λέω επειδή είσαι έτσι [σσ. κάνει με το μικρό δάχτυλο το χεριού του μια κίνηση σα να λέει, «είσαι τόση δα, λεπτή»], άμα φυσήξει θα εξαφανιστείς! Υπάρχουν ανάγκες στο σενάριο, δεν ήταν δικό μου το θέμα. Οπότε μου λέει θέλω να το κάνω, πρέπει να αλλάξω το σώμα μου. Και όντως πρόσθεσε πολύ υλικό, έβαλε ψεύτικες πλάτες, κοιλιά, περούκα, σε όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων από την αρχή ως το τέλος. Περιπατούσε ακόμα και διαφορετικά, πιο βαριά, πιο ταλαιπωρημένα.


Ήταν φοβερό, κατάλαβε από την αρχή πως τα πάντα περνούν μέσα από το σώμα, το σώμα πρέπει να εξηγεί τα πάντα για την φτώχεια, για τις δυσκολίες μιας ζωής, τη δυσκολία του να κάνεις μια επίπονη δουλειά. Και πήγε όσο πιο μακριά μπορούσε σε αυτή την κατεύθυνση, πίεζε συνεχώς τον εαυτό της. Με εξέπληξε τελείως. Κι έλεγε πως είναι η πρώτη φορά στη ζωή της που δεν νιώθει την ανάγκη να ξυπνάει και να είναι όμορφη το πρωί. Να μην λάμπει. Και πήγε σε μεγάλο βάθος στο ρόλο, έκανε 5 μήνες πολωνικά για να τα μιλήσει στην ταινία, κι οι Πολωνοί που έχουν δει την ταινία έχουν εκπλαγεί. Τα μίλησε τέλεια.

Είναι σπουδαία ηθοποιός, που αγαπά να ερμηνεύει. Κάνει και πολλούς αυτοσχεδιασμούς και κάνει οτιδήποτε θελήσεις. Όταν ερμηνεύει εξαφανίζεται τελείως, χάνεται ολοκληρωτικά μες στον χαρακτήρα. Είναι πολύ εντυπωσιακό το πώς τα πιάνει όλα.

Το πιο δύσκολο πράγμα στα γυρίσματα ποιο ήταν;

Το να διατηρήσω τη σύνδεση με την ιστορία, το να μην ξεχνάμε ποτέ πως μιλάμε για μια ιστορία ανάμεσα σε ένα γιο και μια μητέρα, και πάντα να συντηρούμε την ένταση ανάμεσά τους ακόμα κι όταν αυτή δεν εμφανίζεται στο κάδρο. Κι αυτό είναι το δυσκολότερο πράγμα γιατί σε ολόκληρη την ταινία έχεις πολύ υλικό, πολλές τοποθεσίες. Δεν ήθελα να κάνω ένα φιλμ με βομβαρδιστικά, με αεροπλάνα και μάχες. Οι παραγωγοί θέλαν τα εντυπωσιακά μεγάλα πλάνα. Δε με νοιάζουν τα γαμημένα! Δε με νοιάζει να δείχνω αεροπλάνα για να λέω “κοίτα τα λεφτά μου”. Αυτή είναι η δυσκολία, να κρατήσω τη σύνδεση.

Η μάχη στο τέλος ήταν τεχνικά πολύ δύσκολη επίσης επειδή τα βομβαρδιστικά ήταν τεράστια, δεν είναι σα να στρίβεις με ένα αμάξι, είναι δύσκολο, και μετά χρειαζόταν σύνθεση με εφέ και ηθοποιούς, είναι τεχνικά δύσκολο να οργανώσεις τη σύνδεση ανάμεσα στα αληθινά πλάνα και τα ψηφιακά. Κι επίσης η Αφρική ήταν δύσκολη, το γύρισμα στην έρημο, ήταν σπουδαίο κομμάτι αλλά πολύ δύσκολο.


 

Τι πιστεύεις πως σε έμαθε όλη αυτή η διαδικασία;

Τα πάντα παίρνουν καιρό. Ο Gary το σκεφτόταν πάντα έτσι, κι από το πώς οργάνωνε τη ζωή του. Στεναχωριέμαι πάρα πολύ που δε θα δει ποτέ την ταινία. Κι ο Diego, ο γιος του Romain, δεν έχει δει την ταινία ακόμα. Ζει στην Ισπανία και του την έχω στείλει με μέιλ, μου στέλνει πολύ ευγενικά πράγματα, αλλά του είναι δύσκολο να τη δει, να δει τον πατέρα του. Ξέρω πως θα τη δει κάποια μέρα.

* Η ‘Υπόσχεση της Αυγής’ κυκλοφορεί στις αίθουσες την Πέμπτη 12 Απριλίου από τη Feelgood.

|Η ποπ κουλτούρα μέσα από εικόνες| Ακολούθησε το Ιnstagram account του PopCode.

Exit mobile version