Έχεις πονέσει κι εσύ με τους στίχους του Σπύρου Γιατρά
- 30 ΝΟΕ 2016
Στο 28 της Αλεξάνδρου Παπάγου, στου Ζωγράφου, όπως ανεβαίνεις προς την Πανεπιστημιούπολη, υπάρχει ένα μαγαζί με οπτικά. Αν δεν είσαι Ζωγραφιώτης ή δεν πέσει το βλέμμα σου στην μέσα δεξιά γωνία του μαγαζιού, μπορείς να μπεις ανυποψίαστος στο κατάστημα και να ζητήσεις ένα καινούργιο σκελετό για τα γυαλιά σου ή νέους φακούς επαφής.
Θα σε εξυπηρετήσει ένας κύριος με ορθωμένο ανάστημα, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα θα ενσωματώσει στο διάλογό σας τουλάχιστον μία στακάτη ατάκα για μια μεγάλη αλήθεια της ζωής. Μια αλήθεια που ακόμα και αν δεν την ασπάζεσαι, η σιγουριά στο βλέμμα του και στον τόνο της φωνής του όταν θα την λέει θα είναι τέτοια, που θα σε βάλει σε σκέψεις. Παρόλα αυτά, θα βγεις από το κατάστημα και θα συνεχίσεις τη ζωή σου σαν να μπήκες σ’ ένα ακόμα μαγαζί με οπτικά.
Αν είσαι Ζωγραφιώτης και έχεις μπει πάνω από μία φορά στο συγκεκριμένο μαγαζί, το βλέμμα σου θα έχει σίγουρα πέσει στη μέσα δεξιά γωνία του χώρου. Εκεί που βρίσκεται ένα κομμάτι από την τεράστια συλλογή χρυσών και πλατινένιων δίσκων που έχει στο μαγαζί του ο Σπύρος Γιατράς, ο ιδιοκτήτης του καταστήματος και στιχουργός εκατοντάδων λαϊκών επιτυχιών των τελευταίων περίπου σαράντα ετών.
Δεν είμαι Ζωγραφιώτης, αλλά την πρώτη φορά που πήγα στο συγκεκριμένο μαγαζί, ήμουν παρέα μ’ ένα φίλο που ήθελε να αγοράσει φακούς. Μέχρι ο Σπύρος Γιατράς να εξυπηρετήσει τον φίλο μου, άρχισα να χαζεύω τα γυαλιά ηλίου, ώσπου το βλέμμα μου έπεσε εδώ:
(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)
Σάστισα. Άρχισα να αναρωτιέμαι για το αν επρόκειτο για έναν θαυμαστή του Στράτου Διονυσίου που με κάποιο τρόπο κατάφερε να αποκτήσει το συγκεκριμένο ενθύμιο, αλλά στρέφοντας το κεφάλι δεξιά, πάνω και αριστερά του συγκεκριμένου χρυσού δίσκου, το βλέμμα μου έπεσε σε δεκάδες ακόμα δίσκους σπουδαίων λαϊκών τραγουδιστών.
Κάπου εκεί το ‘Σπύρος Γιατράς’ της ταμπέλας του καταστήματος συνδυάστηκε με το
‘Στίχοι: Σπύρος Γιατράς
Μουσική: Αλέκος Χρυσοβέργης’
που για χρόνια συναντώ (στις κασέτες, στα CD και στο Youtube κάτω από τα τραγούδια του Στράτου Διονυσίου, του Νότη Σφακιανάκη, του Βασίλη Καρρά και δεκάδων άλλων τραγουδιστών (τους οποίους όπως με συμβούλεψε τουλάχιστον 2-3 φορές ο Γιατράς κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, δεν θα ξεχάσω ν’ αναφέρω αργότερα).
(Παράλληλα)
Αν και το μαγαζί έκλεινε ύστερα από πέντε λεπτά, για την επόμενη μισή ώρα ο Σπύρος Γιατράς μας διηγούνταν απίστευτες ιστορίες από την καριέρα του, όπως αυτή του Κινέζου πρέσβη που τον αναζητούσε εκ μέρους ενός Κινέζου επιχειρηματία που είχε λατρέψει το ‘Της γυναίκας η καρδιά’.
Οπτικός και στιχουργός
Τη δεύτερη φορά που επισκέφθηκα το κατάστημά του η συζήτησή μας είχε φυσιολογική ροή. Ξεκίνησα ρωτώντας τον, το εύλογο, γιατί συνεχίζει να είναι οπτικός αν και έχει γράψει τόσο μεγάλα τραγούδια.
”Δόξα τω Θεώ, η δουλειά του στιχουργού φέρνει πιο πολλά λεφτά από όσα πρέπει κι από όσα είχα φανταστεί. Θα μπορούσα να ζω από αυτό, αλλά είμαι οπτικός από τα μικράτα μου. Ολοκληρώνομαι μέσα από αυτή τη δουλειά. Επίσης, αυτό το μαγαζί αποτελεί σημείο συνάντησης με τον κόσμο. Αγαπώ τους ανθρώπους και με αγαπούν κι εκείνοι. Δεν θέλω να φύγω μακριά τους.
”Η αίσθηση της έμπνευσης και της πραγματικότητας είναι θέμα ταλέντου. Πόσο μπορείς να σκεφτείς, τι δυνατότητες έχεις, πού μπορεί να ταξιδέψει το μυαλό, τι εμπειρίες έχεις. Ποτέ η εμπειρία του ενός δεν ωφελεί τον άλλο. Πρώτα το νομίζουμε και μετά γινόμαστε δυστυχισμένοι ή ευτυχισμένοι. Εξάλλου η ευτυχία είναι σαν μπάλα. Μόλις την φτάσουμε, την κλωτσάμε”.
Δεν θα μπορούσα να σταματήσω να είμαι οπτικός. Ο άνθρωπος μπορεί να αφομοιώσει περισσότερες ιδέες και αντιλήψεις από όσες μπορεί να αποβάλει. Είναι δύσκολο όταν δεχτείς κάτι να το αποβάλεις. Είναι καλύτερο να κοιμηθείς μ’ ένα παράπονο, παρά να ξυπνήσεις με μία τύψη. Ήμουν σχεδόν σίγουρος πως τη συγκεκριμένη ατάκα την δανείστηκε από κάποιο τραγούδι του, αλλά δεν τον διέκοψα για να τον ρωτήσω.
Τις χαρές και τις λύπες μας τις διαλέγουμε πολύ πριν τις αισθανθούμε (ομοίως). Εγώ διάλεξα τι θα κάνω, μου αρέσει αυτό που κάνω και θα το κάνω για όσο αντέχω και υπάρχω. Είμαι οπτικός με την ίδια αγάπη και θέρμη που είμαι και στιχουργός, αν και είμαι από μικρός παντρεμένος με τη λογοτεχνία και το διάβασμα.
Την τελευταία ατάκα την ανέφερε με περηφάνια τουλάχιστον άλλες δύο φορές κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας, η οποία στη συνέχεια πήγε στο γιατί ο έρωτας του για τη λογοτεχνία δεν τον οδήγησε στη συγγραφή ενός βιβλίου.
”Δεν έγραψα βιβλίο, αλλά έγραψα μια πορεία στο ελληνικό τραγούδι. Θα μπορούσα, βέβαια, να γράψω θεατρικά έργα και μυθιστορήματα, αλλά με τραβούσε περισσότερο ο στίχος και η ποίηση και σ’ αυτά αφιερώθηκα. Τα πρώτα μου ποιήματα και δοκίμια τα έγραψα για τον εαυτό μου στα γυμνασιακά έδρανα, ενώ στο δημοτικό έγραφα πατριωτικά ποιήματα.
Ο Αλέκος Χρυσοβέργης και η MINOS
Η πρώτη μου επαγγελματική επαφή με το χώρο έγινε μέσω ενός συμμαθητή μου, του Βαγγέλη Πιτσιλαδή, ο οποίος εκείνη την εποχή έγραφε τους δικούς του ρομαντικούς διαδρόμους. Έγραφε ρομαντικά τραγούδια όπως το ‘καλοκαίρι μαζί πηγαίναμε στην αμμουδιά’, που έγιναν επιτυχίες.
Λαϊκά τραγούδια άρχισα να γράφω με τον Αλέκο Χρυσοβέργη. Βρεθήκαμε σ’ ένα γήπεδο τυχαία όπου παίζαμε ποδόσφαιρο σε αντίπαλες ομάδες. Τον ήξερα εξ ονόματος και εκείνος είχε ακούσει για μένα, μέσω ενός κοινού φίλου, του Αντώνη Αρβανιτίδη. Με ρώτησε αν μπορώ να του γράψω στίχους, του έστειλα ένα δείγμα, ενθουσιάστηκε και κάπως έτσι ξεκίνησε μια πορεία που κρατά 35 χρόνια. Με μία απλή σύμπτωση της ζωής. Όταν, όμως, συμβαίνει κάτι, ούτε ο Θεός μπορεί να αναιρέσει το γεγονός”.
Στη συνέχεια βρέθηκα σ’ ένα τραπέζι στα γραφεία της MINOS και απέναντι μου είχα τον Μάτσα, τον Θεοφίλου και τον μεγάλο Πάριο. Ήταν η πρώτη μου επαφή με το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι και ο Πάριος άνοιξε τα μάτια, την αγκαλιά και την ψυχή του και είπε ‘εγώ θέλω αυτόν’, δείχνοντάς με
Μέσα σε πέντε λεπτά είχε αναφέρει ήδη δύο φορές τον Θεό, πίσω και πλάι στο γραφείο του είχε εικόνες αγίων, ενώ επάνω στο γραφείο είχε 3-4 διαφορετικά λεξικά και την Καινή Διαθήκη. Ήταν αναπόφευκτο η συζήτηση να πάει στη θρησκεία.
”Είμαι απόλυτα θρησκευόμενος. Δεν είμαι θρησκόληπτος. Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν πως ο θεός είναι μοντέλο εξουσίας. Εγώ δεν το πιστεύω αυτό. Το πρόσωπο του Θεού στη Γη είναι η φύση, η θάλασσα το ποτάμι, ο αέρας, τα άστρα, ο ήλιος. Ο Θεός είναι ο πλάστης.
Κάποιες γυναίκες είναι το χαμόγελο του Θεού και άλλες είναι οι γκριμάτσες
Δεν έχει άσχημη πλευρά ο Θεός, απλώς ο πρώτος νόμος της γνώσης είναι ο νόμος της διαφοράς”.
Θεός, γυναίκες, φύση. Τον ρώτησα για τις πηγές έμπνευσής του; ”Η έμπνευση έρχεται ξαφνικά, με τον τρόπο που θέλει εκείνη. Μπορεί από ένα περιστατικό να γίνει μία έκρηξη στο μυαλό σου, την οποία δουλεύεις και ξαναδουλεύεις μέχρι να γίνει στίχος. Άλλες φορές πάλι έρχεται αυτόματα.
Ξέρεις, η αλήθεια βγαίνει δύσκολα από το στόμα και ακόμα πιο δύσκολα μπαίνει στα αυτιά”. ”Μήπως είναι κι αυτό στίχος”; αναρωτήθηκα ξανά, χαμηλόφωνα. ”Ο άνθρωπος πρέπει να αγαπάει την αλήθεια. Να ζει με την αλήθεια. Όλα τα άλλα είναι δήθεν και περίπου”.
‘Ο Αετός’, ‘Της γυναίκας η καρδιά’, ‘Μήπως είμαι τρελός’
Ανεξάρτητα από τον τρόπο που έρχεται η έμπνευση στον καθένα, ο Γιατράς χάρη σε αυτή έχει γράψει κομμάτια που έχουμε όλοι σιγοτραγουδήσει, ανεξάρτητα από τα μουσικά μας γούστα. Πριν καν προλάβω να του ζητήσω να μου μιλήσει για μερικά από αυτά, ξεκίνησε με τον ‘Αετό’.
”Ο ‘Αετός’ είναι ο ‘εθνικός ύμνος’ της σχολής Ικάρων. Γράφτηκε σε ταφόπλακες παιδιών που σκοτώθηκαν σε πολεμικές συρράξεις. Είναι κάτι που δονεί την ψυχή του έθνους. Από τα μικράτα μου ήθελα να γράψω ένα τραγούδι που να περιλαμβάνει αυτές τις σκέψεις μου.
Μετά τον Αετό γράψαμε (εκείνος και ο Αλέκος Χρυσοβέργης) το ‘Σώμα μου’ και το ‘Μήπως είμαι τρελός’ το οποίο έχει τον πιο ωραίο στίχο που έχω γράψει.
Το ‘το σχήμα του κορμιού σου στο κρεβάτι μου έχει μείνει και εγώ στο πάτωμα κοιμάμαι’ είναι τρομερό σαν εικόνα
Οι στίχοι μου περιλαμβάνουν πολλές εικόνες άλλες από τις οποίες έχω δει κι άλλες φανταστεί. Τέχνη δεν είναι μόνο να γράψεις κάτι. Η τέχνη είναι μια προσπάθεια συμφιλίωσης με το σύμπαν.
Το ‘Της γυναίκας η καρδιά’ γράφτηκε για έναν άνθρωπο που περπατάει μόνος στο δρόμο μια βροχερή νύχτα και φαίνεται ότι είναι απογοητευμένος ερωτικά. Έτσι, τουλάχιστον τον φαντάστηκα εγώ”. Κάπου εδώ του ζήτησα να μου επαναλάβει την ιστορία με τον Κινέζο πρέσβη.
(Της γυναίκας η καρδιά)
”Μία μέρα χτυπάει το τηλέφωνο στο μαγαζί. Το σηκώνω και μια αντρική φωνή μου συστήνεται ως ο πρέσβης της Κίνας στην Αθήνα, ο οποίος ήθελε να μου κάνει μια πρόταση εκ μέρους ενός Κινέζου επιχειρηματία που ήθελε να με γνωρίσει. Νόμισα ότι ήταν φάρσα και του έκλεισα το τηλέφωνο. Αφού επαναλήφθηκε το ίδιο περιστατικό 2-3 φορές, βρήκα το σταθερό τηλέφωνο της πρεσβείας και τον ζήτησα εκεί. Τηλεφώνησα και συνειδητοποίησα πως ήταν όντως ο πρέσβης.
Μου είπε πως ένας Κινέζος επιχειρηματίας είχε ακούσει το συγκεκριμένο κομμάτι και ήθελε να μου πληρώσει τα αεροπορικά εισιτήρια προς και από την Κίνα για να με γνωρίσει και να του εξηγήσω τι μπορεί να είχα στο μυαλό μου όταν έγραψα το στίχο ‘της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος’
Ίσως πάω κάποια μέρα. Επίσης, το ‘Αν δεν είχα και σένανε τι θα ήμουν στη Γη’ το έχω γράψει για τη γυναίκα μου”.
Παρά τις τόσες επιτυχίες, ο Σπύρος Γιατράς δεν αρνείται ότι έχει ζηλέψει στίχους άλλων στιχουργών κι ο πρώτος που του ήρθε στο μυαλό όταν τον ρώτησα σχετικά ήταν το ‘θεέ μου τη δεύτερη φορά που θα ‘ρθω για να ζήσω’ του Λευτέρη Παπαδόπουλου. ”Όποιος σου πει ότι δεν έχει ζηλέψει στίχο που έχει γράψει κάποιος άλλος, είναι ψεύτης.
Είχα την τύχη να συνεργαστώ με όλους τους μεγάλους τραγουδιστές που ήθελα. Από ξένους θα ‘θελα να είχα γράψει στον Στίβι Γουόντερ ή τον Φρανκ Σινάτρα. Ζω μέσα στη μουσική. Ακούω από Μπαχ μέχρι Ρόλινγκ Στόουνς. Ο κόσμος χωρίς τη μουσική θα ήταν σφάλμα.
Πώς γράφεται ένα τραγούδι;
”Σχεδόν σε όλα γράφεται πρώτα ο στίχος, τον οποίο δίνω στο συνθέτη, ο οποίος με τη σειρά του τον ντύνει με μουσική. Τώρα πια όταν γράφω έχω στο μυαλό μου τον τραγουδιστή που θα το τραγουδήσει. Μην ξεχάσεις να γράψεις πως ένα τραγούδι δεν γράφεται μόνο με στίχο, αλλά και με μουσική”, μου επισημαίνει και συνεχίζει.
Δεν είχα το δικαίωμα από την πρώτη στιγμή να κάνω τις επιλογές μου. Μπορεί να είχα αντιρρήσεις με τον τρόπο συμπεριφοράς κάποιων τραγουδιστών στους οποίους έδωσα στίχους, αλλά τα τραγούδια τους τα αγάπησα κι έγιναν επιτυχίες. Πολύ γρήγορα τα πράγματα έγιναν όπως ήθελα και άρχισα να διαλέγω πού θα δίνω τη δουλειά μου, αλλά και να με διαλέγουν.
(Πού πας; -Βασίλης Καρράς)
Κάποτε είχε έρθει μια εκκολαπτόμενη τραγουδίστρια που νόμιζε ότι είναι σταρ και μου είπε ότι είχε την 6η αίσθηση. ‘Το θέμα είναι ότι έχεις την 6η αίσθηση, αλλά σου λείπουν οι άλλες πέντε’, της απάντησα. Τον άνθρωπο που νομίζει ότι δεν υπάρχει κάτι καλύτερο στον κόσμο από τον εαυτό του να μην τον λογαριάζεις”.
Η προσωπικότητα είναι ένα επικίνδυνο φορτίο. Όσο πιο έντονη είναι, τόσο πιο επικίνδυνο το φορτίο που κουβαλά ο άνθρωπος
Πολλοί από αυτούς τους τραγουδιστές για τους οποίους έχω γράψει μπορούν να βάλλουν το χάος σε τάξη. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με όλους τους μεγάλους. Δεν έπεσα πάνω σε μικρούς τραγουδιστές”.
Τον ρωτάω να μου εξηγήσει τι κάνει έναν τραγουδιστή μεγάλο. ”Ο τραγουδιστής πρέπει να είναι καλλίφωνος και ιδιαιτερόφωνος. Να μπορεί να περάσει αυτό που τραγουδάει στον κόσμο. Ένα πανί για να γίνει κουρέλι πρέπει να φύγει πρώτα η κλωστή. Μετά γίνεται κουρέλι. Αυτό, λοιπόν, πρέπει να το έχει ο τραγουδιστής”.
Η νύχτα και τα μεγάλα ονόματα
Αν και είχε ξεκαθαρίσει από την αρχή της κουβέντας πως για κανένα λόγο δεν θα εγκατέλειπε το επάγγελμά του ως οπτικός, συνέχιζα να απορώ με το γεγονός πως δεν επέλεξε έστω να κάνει ένα επάγγελμα πιο κοντά στη νύχτα.
”Είμαι άνθρωπος της μέρας. Μπορεί τα τραγούδια μας να τραγουδιούνται τη νύχτα, αλλά εγώ είμαι της ημέρας. Δεν έχω επαφή με τη νύχτα. Η νύχτα είναι κάτι μαγικό όταν τη ζεις σε διαφορετικούς τόνους.
Δεν επισκέπτομαι τις πίστες ούτε στο πρώτο τραπέζι ούτε στο τελευταίο, εκτός από τα καμαρίνια του Πάριου, του Αντύπα και του Οικονομόπουλου. Γιατί αυτές είναι οι μεγάλες μου συμπάθειες συν το Βοσκόπουλο. Αγαπάω πολύ και τον Βασίλη Καρρά, αλλά είναι συνήθως στη Θεσσαλονίκη.
Μεγαλύτερος τραγουδιστής από συστάσεως του ελληνικού πενταγράμμου είναι ο Γιάννης Πάριος
Ο Τόλης Βοσκόπουλος είναι ο μοναδικός σταρ της ελληνικής δισκογραφίας. Ο Στράτος Διονυσίου είναι το κάστρο, ο μέγας βάρδος του ελληνικού τραγουδιού και βρίσκεται ανάμεσα στους 2-3 μεγαλύτερους τραγουδιστές που έβγαλε η Ελλάδα, όπως και ο Δημήτρης Μητροπάνος, ο μέγας ιδαιτερόφωνος και καλλίφωνος. Ο Βασίλης Καρράς είναι ο μέγας λαϊκός. Ο Σφακιανάκης είναι πετυχήμενος. Έχει γαλόνια πολλά, είναι αρχιστράτηγος.
Είναι προφανές πως ο Γιατράς έχει μια καλή κουβέντα για όλους. Όταν τον ρωτάω γιατί ξεχωρίζει τον Πάριο, μου απαντά: ”Ξέρει να είναι ελεύθερος να σκέφτεται και να δίνει. Αυτό το καταλαβαίνω από τη φωνή του. Ο Πάριος είναι μεγάλος. Είναι ουράνιος”.
Κριτική κάνει όποιος δεν μπορεί να κάνει τέχνη. Γιατί είναι εύκολη. Ο καλλιτέχνης ο αληθινός δεν προσπαθεί να διακριθεί. Προσπαθεί να διακρίνει.
Όση ώρα μου μιλάει για τα μεγάλα κομμάτια που έχει δώσει με τον Αλέκο Χρυσοβέργη σε λαϊκούς τραγουδιστές, αναρωτιέμαι το κατά πόσο ένα ωραίο τραγούδι μπορεί να κάνει επιτυχημένο τραγουδιστή έναν άνθρωπο με κακή φωνή. Δεν λέμε, άλλωστε, πως τα μηχανήματα σ’ ένα στούντιο ή μια πίστα μπορούν να βελτιώσουν τη φωνή του τραγουδιστή; Του εκφράζω την απορία μου.
”Όχι δεν μπορεί ένα μηχάνημα να φτιάξει τη φωνή ενός τραγουδιστή. Αυτός είναι ένας μύθος. Μπορεί να διορθώσει κάποιες ατέλειες ή να επαναλάβει ένα συγκεκριμένο κομμάτι πολλές φορές μέχρι να επιτευχθεί ο στόχος στην ηχογράφηση ενός δίσκου. Αλλά το να φτιάξει τη φωνή, είναι ένας μύθος. Εμένα που δεν έχω καλή φωνή, δεν μπορεί να με κάνει κανείς τραγουδιστή. Και καλά τραγούδια να μου γράψουν θα έχω μια σπουδαία μουσική, αλλά θα είμαι ένας κακόφωνος.
Δεν έχω κάνει μαθήματα μουσικής, αλλά σε αυτά τα 40 χρόνια που είμαι στη μουσική μπαίνω στα στούντιο. Δεν δίνω στίχους και ξοφλάω. Είναι πολύ εύκολο να το κάνεις αυτό. Είμαι μέσα στο στούντιο μαζί με τον τραγουδιστή. Έχω πολλές τέτοιες ώρες εμπειρίας και μπορώ να ξεχωρίζω έναν καλό από έναν κακό τραγουδιστή.
Ο τραγουδιστής εκτός από καλή φωνή χρειάζεται ψυχή, μυαλό, γνώση, μελέτη. Ο τραγουδιστής πρέπει να αγωνίζεται.
Ο Διονυσίου έμπαινε σε ένα στούντιο και έλεγε δέκα τραγούδια μαζί
Τα έπαιρνε τα μελετούσε τα πρόσεχε. Είχε αγωνία.
Μου έχουν ζητήσει πολλές φορές να κάνω τον κριτή σε τηλεοπτικό show. Καλά κάνει όποιος πάει, αλλά εγώ δεν είμαι ο τύπος που θα το κάνει αυτό. Όταν πας με κέρινα φτερά κοντά στον ήλιο, θα λιώσουν και θα πέσεις”.
”Ε, εντάξει αυτό σίγουρα το έχετε γράψει κάπου, αφού όση ώρα συζητάμε μου απαντάτε με στίχους”, του λέω μην έχοντας λόγο να κρατάω πλέον τη συγκεκριμένη σκέψη για τον εαυτό μου.
(Υπό το μηδέν)
”Όχι τώρα τα σκέφτομαι. Απλώς είμαι επιγραμματικός στις εκφράσεις μου. Όπως και στα τραγούδια. Έχω γράψει μεγάλες επιτυχίες, αλλά όχι πολλά τραγούδια. Απλώς είχα την τύχη από τα περίπου 300 τραγούδια που έχω γράψει, τα 250 να γίνουν επιτυχίες”. Του ζήτησα να μου πει μια τελευταία ατάκα για κλείσιμο.
”Άμα δεν σε νοιάζει πού πας, δεν θα χαθείς ποτέ και τα όνειρα που παίρνουν συνεχώς αναβολή, γίνονται οργή”.
Κάπως έτσι μπορεί να ξεκινά το επόμενο του τραγούδι.
Ο Σπύρος Γιατράς, μεταξύ άλλων, έχει γράψει (σε τυχαία σειρά) στίχους για τους: Γιάννη Πάριο, Λίτσα Διαμάντη, Στράτο Διονυσίου, Καίτη Χωματά, Δημήτρη Μητροπάνο, Τόλη Βοσκόπουλο, Νότη Σφακιανάκη, Βασίλη Καρρά, Αντύπα, Νίκο Μακρόπουλο, Θέμη Αδαμαντίδη, Μαρινέλλα, Τζένη Βάνου, Κατερίνα Στανίση, Δούκισσα, Αλέκα Κανελίδου, Πασχάλη Τερζή, Δημήτρη Κοντολάζο, Ζαφείρη Μελά, Σταμάτη Γονίδη, Άγγελο Διονυσίου, Γιώργο Μαζωνάκη, Βαλάντη, Σπύρο Σπυράκο, Λεωνίδα Βελή, Ηλία Κλωναρίδη, Νίκο Οικονομοπουλο, Πίτσα Παπαδοπούλου, Πάολα, Χρήστο Αντωνιάδη, Πάνο Κιάμο, Γιάννη Πλούταρχο, Δημήτρη Μπάση, Στέλιο Διονυσίου, Βασίλη Παϊτέρη, Πέγκυ Ζήνα, Κωνσταντίνα, Σοφία Αρβανίτη, Γιάννη Ντουνιά, Αλέκο Ζαζόπουλο, Κωνσταντίνο Αργυρό.