Ανδρέας Σιμόπουλος
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Γιάννης Τσορτέκης: «Ακυρωμένοι δεν είναι οι νέοι άνθρωποι. Αυτοί είναι η ζωή»

Ο Θησέας του Ιππόλυτου, που ανοίγει προσεχώς το φετινό φεστιβάλ Επιδαύρου είναι ο Γιάννος όπως τον φώναζε η γιαγιά του. Ένας εργάτης της Τέχνης, φύσει και θέσει αισιόδοξος που ζει και δημιουργεί με ανοιχτωσιά, πάθος και ταξίδια του νου, που κάνει ακόμα και στα 5 λεπτά που ρουφάει το τσιγάρο.
Μία ημέρα ακόμα να καθυστερούσαμε το ραντεβού μας με τον Γιάννη Τσορτέκη και αυτή η συνέντευξη δεν θα γραφόταν. Θα είχε φύγει για την Επίδαυρο. Είναι βέβαια και οι τηλεφωνικές συνεντεύξεις που δεν του πολυαρέσουν, όπως μου ανέφερε όταν μιλήσαμε την πρώτη φορά για να κανονίσουμε πότε θα τα πούμε. Το θέλει το από κοντά. Την αναζητά, την επιδιώκει την επαφή, ακόμα κι αν το πρόγραμμά του είναι σφιχτό. Κατάλαβα το γιατί όταν τον συνάντησα σε ένα καφέ στον τόπο που μεγάλωσε και ζει μέχρι σήμερα, στο Ψυχικό. 

Ο Γιάννης Τσορτέκης είναι ένας άνθρωπος με ανοιχτωσιά και αισιοδοξία, με πάθος και πόθο όχι για τη ζωή γενικώς, αλλά για την κάθε στιγμή ειδικώς, που δίνει τεράστια σημασία στις σχέσεις των ανθρώπων. Από τις πρώτες σχεδόν λέξεις που βγήκαν από το στόμα του ήταν ότι το σημαντικότερο στο καθετί που κανείς στη ζωή σου είναι οι σχέσεις που αναπτύσσεις. 

«Τα πάντα είναι σχέσεις. Ο Ιππόλυτος δηλαδή που πάμε να κάνουμε μία σχέση είναι. Έτσι την αντιλαμβάνομαι. Μία συνάντηση εξαιρετικών, ο καθένας στο είδος του, καλλιτεχνών, που αυτό από μόνο του ωστόσο δεν αρκεί για να γεννηθεί κι ένα αντίστοιχα εξαιρετικό αποτέλεσμα. Η ζεστή σχέση που αναπτύσσεται είναι που βγάζει σωστή και νόστιμη τη συνταγή. Και νομίζω ότι εν προκειμένω την πετύχαμε». 

Η κουβέντα μας ξεκίνησε με την κάθοδό του στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου με την ευριπίδεια τραγωδία σε παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου και σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάτου, που θα παρουσιαστεί στις 7 και 8 Ιουλίου στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου και μετά θα περιοδεύσει σε ανοιχτά θέατρα της Αθήνας, της ελληνικής περιφέρειας και της Κύπρου.

Συνεχίστηκε με τις τηλεοπτικές του σχέσεις στις σειρές Αυτή η Νύχτα Μένει και Maestro. Κατευθύνθηκε σε μονοπάτια που έδειξαν ότι «το τραύμα είναι ένα σημαντικό παράσημο στην πορεία του καθενός», αλλά και ότι στο τέλος της ημέρας «σημασία έχει πώς μπαίνεις εσύ στα πράγματα». Πέρασε απέναντι για να φωνάξει ότι «η ψυχολογία της νέας γενιάς δεν καταρρακώνεται, ρε φιλαράκι επειδή θα την αμείψεις ελάχιστα» και κατέληξε στο ότι αν θέλεις να είσαι καλλιτέχνης δεν υπάρχει χώρος για σταριλίκι. «Είναι δυνατόν να είσαι ηθοποιός και να μη θέλεις να έρθει ο κόσμος στο καμαρίνι να σου μιλήσει;». 

Πριν προλάβουμε να πούμε αντίο και καβαλήσει τη μηχανή, ακούστηκε μία γυναικεία φωνή. «Συγγνώμη που διακόπτω. Ο Γιώργης δεν είστε; Είστε εξαιρετικός. Σας αγαπώ πολύ. Μπορώ να σας αγκαλιάσω; Από εδώ ο άντρας μου. Σας βλέπουμε μαζί». Και την αγκάλιασε πρώτα εκείνος.

Πρώτα συναισθήματα για τη φετινή σας κάθοδο στην Επίδαυρο;

Για μένα η Επίδαυρος δεν είναι μία αναλώσιμη ιστορία, όπου βρίσκομαι δηλαδή κάθε χρόνο και έχει γίνει τρόπων τινά μία συνήθεια. Απεναντίας, η σχέση μου μαζί της είναι όπως η σχέση που έχω με όλα τα πράγματα στη ζωή και η σπανιότητα της συμμετοχής μου σε παραστάσεις όλα αυτά τα χρόνια την καθιστά ακόμα πιο σημαντική στα μάτια, τη συνείδηση, στην επιθυμία μου.

Έχετε ξανασχοληθεί σε επίπεδο παράστασης με τον Ιππόλυτο

Όχι, είναι η πρώτη φορά. Είναι ένα μαγικό έργο εξαιρετικής δραματουργίας, αλλά το σημαντικό είναι οι σχέσεις με τους ανθρώπους, που μεγεθύνουν το αίσθημα της προσμονής να βρεθούμε όλοι μαζί στο Αρχαίο Θέατρο για τη συγκεκριμένη ευριπίδεια τραγωδία. 

Να πούμε λίγα λόγια για την υπόθεσή της;

Η ιστορία αφορά τη δολοπλοκία που στήνει η Αφροδίτη, η Θεά του έρωτα, στον Ιππόλυτο, τον εξώγαμο γιο του Θησέα με την αμαζόνα Ιππολύτη, καθώς είναι ένας ταγμένος νεαρός στη Θεά Αρτέμιδα του κυνηγιού και ζει μέσα στη φύση, χωρίς σεξουαλική ζωή, ούτε κοινωνική συναναστροφή με γυναίκες. Η Αφροδίτη θέλοντας να τον κάνει να αρχίσει να τιμά και εκείνη, βάζει τη Φαίδρα, τη σύζυγο του Θησέα και μητριά του Ιππόλυτου, να τον ερωτευτεί παράφορα. Τα πράγματα όμως δεν εξελίσσονται καθόλου καλά. 

Η Φαίδρα βιώνει ένα τρομακτικό έρωτα, που την οδηγεί σε κατάθλιψη και προκειμένου να γλιτώσει από όλο αυτό το αδιέξοδο, αυτοκτονεί. Αφήνει ένα γράμμα στον Θησέα, όπου ουσιαστικά του εξομολογείται ότι ο Ιππόλυτος προσπάθησε να τη βιάσει και για να διατηρήσει την τιμή της οικογένειας καθαρή επέλεξε να βάλει τέλος στη ζωή της. Ο Θησέας πείθεται από το ψέμα της, εξοργίζεται, συγκρούεται με τον Ιππόλυτο και τον εξορίζει. Ο τελευταίος αποδέχεται την κρίση του πατέρα του, αλλά μπλέκει σε μία δραματική κατάσταση από την οποία βγαίνει νεκρός. Όταν ο Θησέας πληροφορείται τον θάνατο του γιου του και παράλληλα, συνειδητοποιεί τη δολοπλοκία στην οποία μπλέχτηκε, συντρίβεται.

Ένα σπαρακτικό τέλος που η αρχή του είναι η σύγκρουση των δύο Θεών.

Οι Θεοί όμως είναι τα δημιουργήματα του ανθρώπου για την ανάγκη του να υπάρξει σε σχέση με κάτι ισχυρότερο έξω από αυτόν. Συνεπώς, το έργο και η παράστασή μάς μιλά για το πώς αυτά τα συστήματα ελέγχουν τον άνθρωπο και πώς ο άνθρωπος, εν προκειμένω ο Θησέας, καταλήγει μόνος με νεκρούς τη γυναίκα και τον γιο του να ζει μία αφόρητη ζωή. 


Ανδρέας Σιμόπουλος

Κρατάτε τον ρόλο του Θησέα. Πώς θα τον περιγράφατε ως τύπο/χαρακτήρα; 

Δεν είναι τύπος. Δεν είναι ούτε χαρακτήρας, ούτε ήρωας. Τα μυθικά πρόσωπα της αρχαίας δραματουργίας τα αντιλαμβάνομαι ως περσόνες. Όσο κι αν έχουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά (μιλάω πάντοτε σε σχέση με το πώς έχω φτάσει να πιστεύω ότι ήταν αυτό το είδος στην εποχή του, όχι πώς είναι σήμερα), είναι περσόνες, δηλαδή σημεία αναφοράς μέσω των οποίων ηχεί μία αλληγορία, μία παραμυθία που σκοπό έχει να δημιουργήσει στον θεατή αυτόν τον χώρο που θα τον εξελίξει από πάρα πολλές άλλες πλευρές.

Δεν είναι δηλαδή ότι εγώ δεν μπορώ να μιλήσω απλοϊκά για τον ρόλο μου, είναι ότι δεν απλοποιούνται αυτά τα μεγέθη. Για παράδειγμα, το ότι βάζει ο Ευριπίδης τη Φαίδρα να ερωτευτεί τον γιο του άντρα της δεν έχει να κάνει σε τίποτα με μία αντίστοιχη σημερινή κατάσταση. Τα μεγέθη είναι διαφορετικά, οι όροι είναι διαφορετικοί. Ακόμα και το θέμα της εστίας, που ήταν τότε πολύ σημαντικό και δομικό για τον άνθρωπο και στη συνείδησή του καταγραφόταν ως ο χώρος στον οποίο ένιωθε ασφάλεια, έβρισκε την ησυχία του, τού επέτρεπε να γίνει δημιουργικός, σήμερα, είναι κάτι δυσεύρετο. Με όλο αυτό το στρες και την ανασφάλεια του αν θα ξημερώσω αύριο, που μας περιβάλλει, παλεύεις να βρεις γαλήνη ακόμα και στο σπίτι σου. 

Παρατηρώ ότι μιλάτε με πολύ πάθος (κουνάει τα χέρια του, η εκφορά του λόγου του έχει ένταση, κάνει γκριμάτσες στο πρόσωπο, χτυπάει το χέρι στο τραπέζι) για τον Ιππόλυτο. Σαν το συγκεκριμένο είδος δραματουργίας να κινεί κάτι μέσα σας.  

Μου κινεί κάτι το οτιδήποτε κι αν κάνω. Όταν είμαι σε εμπλοκή με κάτι δεν μπορώ παρά να ταξιδεύω στα απύθμενα βάθη που αυτό ορίζει. Είναι όμως που βλέπω τα πάντα ως σχέσεις. Δεν με παθιάζει δηλαδή από μόνο του το έργο αυτό καθεαυτό, αλλά η συνάντηση με τους ανθρώπους. Ο Ιππόλυτος που πάμε να κάνουμε μία σχέση είναι. Έτσι την αντιλαμβάνομαι. Μία συνάντηση εξαιρετικών, ο καθένας στο είδος του, καλλιτεχνών, αρχής γενομένης από την Κατερίνα Ευαγγελάτου και στη συνέχεια, με τους ηθοποιούς, τους μουσικούς και όλους όσοι εργάζονται πίσω από τη σκηνή. Αυτό ωστόσο δεν αρκεί για να γεννηθεί κι ένα αντίστοιχα εξαιρετικό αποτέλεσμα. Η ζεστή σχέση που αναπτύσσεται είναι που βγάζει σωστή και νόστιμη τη συνταγή. Και νομίζω ότι εδώ την πετύχαμε.

Θα σου πω όμως και το άλλο σχετικά με το πάθος – συγχώρεσέ με αν σε μπερδεύω, αλλά ταξιδεύει η σκέψη μου, το μυαλό μου είναι φεύγα. 

Με παθιάζει το να λειτουργώ δημιουργικά γιατί είναι πάθος από μόνο του. Η δημιουργία και η δημιουργικότητα δεν είναι προνόμιο των καλλιτεχνών, αλλά οποιουδήποτε παράγει έργο με το σώμα και το πνεύμα του εν γρηγόρση, να δρουν και να αντιδρούν. Γι’ αυτό και δεν αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου με την έννοια του καλλιτέχνη (χρησιμοποιώ καταχρηστικά τη λέξη), αλλά με εκείνη του εργάτη, που ιδρώνει σκάβοντας ένα φρεάτιο, χειρουργεί τον δρόμο για να φτιάξει κάτι. 

Το ότι είναι σαν να ζούμε σε μία εποχή που όλα δείχνουν να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο μετριάζει κάπως το πάθος;

Το πάθος δεν είναι σε συνάρτηση με την εποχή. Κάθε εποχή ήταν εξαιρετικά δύσκολη για κάποιους και για κάποιους άλλους εξαιρετικά εύκολη. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού βρίσκεται σε δυσμενή θέση, μικρότερο σε ευμενή. Αυτό συνέβαινε πάντα. Κύκλοι είναι τα πράγματα. Το θέμα είναι πώς επιλέγεις να μπεις εσύ στα πράγματα. Δηλαδή ακόμα κι όταν δεν είχα χρήματα να πληρώσω το ρεύμα, συνέχιζα να πορεύομαι κάπως «ρηγαφερεϊκά». Η ζωή είναι μία οδύσσεια με συμπληγάδες που σε καλεί να αφεθείς στο ένστικτο και τη διαίσθησή σου, ακόμα και αν στο τέλος τραυματιστείς. Μέσα στο παιχνίδι είναι κι αυτό. Δεν το φοβάμαι το τραύμα. Είναι ένα σημαντικό παράσημο στην πορεία μου. 

Και πώς επιλέγετε να μπαίνετε στα πράγματα; 

Με παιδικότητα. Τη συντριβή τη βιώνω επίσης έτσι. Είμαι φύσει και θέσει αισιόδοξος άνθρωπος. Δεν προετοιμάζομαι ποτέ για το αρνητικό, μόνο για το θετικό ακόμα και αν διαισθάνομαι ότι εδώ πέρα το πράγμα θα στραβώσει. «Πάμε να δούμε πώς θα στραβώσει αν τελικά πράγματι πάνε όλα λάθος», λέω στον εαυτό μου και βουτάω. Με ερεθίζει η πιθανότητα του λάθους, του σφάλματος, του αδιέξοδου και της δυσκολίας που πρέπει να λυθεί. Δεν με ερεθίζει το εύκολο. 

Γιάννης Τσορτέκης

Ερεθιστικά λειτουργούν και οι σχέσεις με τους ανθρώπους, όπως προαναφέρατε. Πώς είναι να συναντιέστε ξανά, αυτή τη φορά στο σανίδι και στον Ιππόλυτο, με δύο συναδέλφους από τις τηλεοπτικές σας δουλειές; Από τη μία, η Κόρα Καρβούνη από το Αυτή η Νύχτα Μένει. Από την άλλη, ο Ορέστης Χαλκιάς από το Maestro.

Τι να πρωτοπώ τώρα για την Κόρα, που είναι μία σπουδαία ηθοποιός και ένας ακόμα σπουδαιότερος άνθρωπος. Έχουμε συνεργαστεί πραγματικά πάρα πολλές φορές. Αλλά και τι να πρωτοπώ για τον Ορέστη. Αυτό το χαρισματικό παιδί το θαυμάζω απεριόριστα. Δεν είναι καλλιτέχνης. Δεν είναι εργάτης. Είναι στρατιώτης. Τρέχει μία κούρσα ξέφρενη. Εργάζεται νυχθημερόν και μπαίνει στα πράγματα δίνοντας κάθε φορά το 101% του εαυτού του. Πόσο φοβερό είναι αυτό να το βλέπεις από έναν νέο άνθρωπο.

Ακτινοβολεί το πρόσωπό σας κυριολεκτικά που μιλάτε για εκείνον.

Πρόσεξε, δεν μιλάω μόνο για τον Ορέστη, αλλά για τη γενιά του Ορέστη. Αυτή την τόσο παρεξηγημένη γενιά, που την κατηγορούν ότι αράζει, ότι δεν ασχολείται με τίποτα, ότι τα έχει όλα έτοιμα, ότι είναι ό,τι να ναι. Όχι φίλε μου. Καμία γενιά δεν τα έχει όλα έτοιμα, πόσω μάλλον αυτή. Η οποία κάθε μέρα το πιστεύω όλο και πιο πολύ είναι έτη φωτός μπροστά από εμένα, από τη δική μου γενιά. Κι αυτό με συγκινεί βαθύτατα. Με εξιτάρει να τρέξω να την προλάβω. Με φτιάχνει, πώς να στο πω. Με κάνει να συνειδητοποιώ ότι έχουμε δραματική ελπίδα και το δραματική το λέω με την έννοια της αντίδρασης. Δηλαδή όταν βλέπω αυτά τα παιδιά έτσι, δεν παίζει το πράγμα να βγαίνει έτσι όπως βγαίνει στις εκλογές. 

Βγήκε όμως. 

Βγήκε, γιατί όσα δεν φτάνει η αλεπού, τα κάνει κρεμαστάρια. Όταν αναγνωρίζεις τη νεολαία σαν ράθυμη, σαν άσχετη, σαν παρτάκηδες, σαν ανθρώπους που δεν έχουν ενδιαφέρον και κίνητρο. Όταν δημιουργείς εργασιακές συνθήκες που της επιβάλλουν 12ωρη σχέση εργασίας στην οποιαδήποτε επιχείρηση, γιατί ποιος θα πάει να δουλέψει εκεί; Εγώ; Η γενιά μου; Όχι, το 12ωρο θα το αντέξει σωματικά ένα νέο παιδί. Όταν ακυρώνεις τον προσωπικό χώρο, τη βούληση και την επιθυμία σαν πόθο και πάθος του νέου ανθρώπου με σκοπό να τον ισοπεδώσεις. Όταν τον αμείβεις με το ελάχιστο και του καταρρακώνεις την ψυχολογία, τι καλό περιμένεις να βγει από όλο αυτό; 

Έλα όμως που η ψυχολογία δεν καταρρακώνεται ρε φιλαράκι επειδή θα αμειφθεί ελάχιστα το παιδί. Θα δουλέψει 12 και 14 ώρες, θα πάρει τα 450, τα 500, τα 600 ευρώ που θα του δώσεις και θα τα απολαύσει έτσι όπως εσύ δεν προέβλεψες. Πώς; Με παρέα. Κι ας πιστεύουν κάποιοι ότι η τεχνολογία, οι οθόνες και τα social media απομονώνουν τους νέους. Αυτή είναι η μία πλευρά που φαίνεται. Η άλλη είναι η κοινωνικότητα που προσφέρουν. Αυτόν τον καφέ, που αρκεί για να τους φέρει σε επαφή και να τους κάνει να νιώσουν όμορφα. Και η γιαγιάκα μου η συγχωρεμένη, που με φώναζε Γιάννο, μόνο αυτό τον καφέ έξω από την πόρτα του σπιτιού της είχε μαζί με τις άλλες γιαγιάδες που επίσης δούλευαν 14ωρα στο χωράφι και στο σπίτι. Καταλαβαίνεις πώς τα πράγματα είναι ίδια; Και πώς ένας καφές είναι καταλύτης για να βρεθούμε και να γίνουμε άνθρωποι; Οι εποχές αλλάζουν και τα δεδομένα. 

Ακυρωμένοι δεν είναι οι νέοι λοιπόν. Οι νέοι βγαίνουν στον δρόμο. Οι νέοι είναι στον στίβο. Εκεί θέλω να είμαι μαζί τους να εμπνέομαι και να εμπνέω. Ακυρωμένη είναι η δική μου γενιά, που δεν αγωνίζεται γι’ αυτούς, που κάθεται στο σπίτι και βλέπει τηλεόραση, ειδήσεις και γίνεται το μυαλό πουρές. Που δεν κατεβαίνει στον δρόμο ενώ γνωρίζει ότι τα 800 θα γίνουν 650 ευρώ και μετά θα πάμε στην κάλπη και θα βγει ο φασισμός, αυτός ο βόθρος στην εξουσία. Πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτοί με -οι είναι η ζωή. 


ALPHA TV

Σας πετυχαίνω σε μία χρονική στιγμή που βρίσκεστε σε πρόβες με τον Ιππόλυτο και την πρεμιέρα του προ πυλών και το Αυτή η Νύχτα Μένει να ολοκληρώνει τον κύκλο του. Τι κρατάτε από αυτό το ταξίδι; 

Δεν ήταν για μένα μία σειρά. Δεν ήταν ένας ρόλος, ο Γιώργης. Ήταν μία οικογένεια το Αυτή η Νύχτα Μένει. Σαν με όλους αυτούς τους ανθρώπους να έζησα για 12 μήνες στο ίδιο σπίτι κι αυτό δεν είναι αυτονόητο ότι θα συμβεί. Γι’ αυτό και η θλίψη μου είναι βαθιά που τους αποχωρίζομαι. Αλλά η ζωή είναι τόσο γλυκιά, τόσο όμορφη που κάποια στιγμή θα ξανασυναντηθούμε. Σίγουρα όχι όλοι μαζί, σίγουρα όχι στην ίδια συνθήκη. 

Παράλληλα, έχετε και τα γυρίσματα για τη δεύτερη σεζόν του Maestro

Ξεκίνησαν την άνοιξη, τώρα κάνουμε μία καλοκαιρινή παύση και μετά, θα ξεκινήσουμε ξανά σε εντατικούς πλέον ρυθμούς. 

Τη βλέπατε να έρχεται την επιτυχία; 

Δεν το είχα φανταστεί όλο αυτό, αλλά πολλά δεν είχα φανταστεί και τελικά, συνέβησαν. Οι άνθρωποι που δουλέψαμε μαζί για το Maestro είναι δικοί μου άνθρωποι, όπως και οι άνθρωποι του Αυτή η Νύχτα Μένει. Βιώνω την επιτυχία λοιπόν σαν είναι η επιτυχία του παιδιού μου, στην οποία συνέβαλα κι εγώ με το λιθαράκι μου.


MEGA TV

Η τηλεοπτική έκθεση και κατ΄ επέκταση η αναγνωρισιμότητα ήταν κάπως πρωτόγνωρη; 

Ε ναι, ήταν. Τι ψέμματα να πω. Μέχρι πριν ένα χρόνο κυκλοφορούσα στον δρόμο και περνούσα απαρατήρητος.

Το ότι τώρα συμβαίνει το αντίθετο, σας ενοχλεί; Σας προκαλεί αμηχανία;

Δεν γίνεται να είσαι καλλιτέχνης, εργάτης της Τέχνης και να μην αποζητάς την επαφή με το κοινό σου. Είναι δυνατόν να είσαι ηθοποιός και να μη θέλεις να έρθει ο κόσμος στο καμαρίνι να σου μιλήσει; Γιατί να προκαλεί συστολή στον θεατή το να έρθει σε πλησιάσει; Μα αυτό είναι ένα από τα ωραία πράγματα της δουλειάς μας. Αυτή η επαφή. Να έχω παίξει αυτό το μουνόπανο τον Χαράλαμπο στο Maestro και να με σταματάνε στον δρόμο για να μου πουν μία καλή κουβέντα και να μην το ευχαριστιέμαι; Αντ’ αυτού, να μαγκώνομαι και να στραβώνω; Ποιος είσαι ρε μεγάλε για να το παίξεις ντίβα και σταρ. Αγάπη μου προκαλεί. Καμία αμηχανία. 

***

Ιππόλυτος

Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

07 & 08/07 στις 21.00

Προπώληση εδώ

Exit mobile version