Τι είναι η ελληνική τηλεόραση; 5 πρόσωπα-σταθμοί απαντούν
Αλέξανδρος Αντωνόπουλος, Λιάνα Κανέλλη, Γιώργος Λιάνης, Ροβήρος Μανθούλης και Φρόσω Ράλλη μιλούν για πάθη, παθογένειες και ιάσεις της ελληνικής τηλεόρασης..
- 20 ΝΟΕ 2012
Η ελληνική τηλεόραση ξεκίνησε να εκπέμπει στις 23 Φεβρουαρίου 1966.
Από τότε μέχρι σήμερα η τηλεόραση τα έχει κάνει και τα έχει δείξει όλα.
Ζωντανές εκπομπές, σήριαλ, απευθείας μεταδόσεις αθλητικών γεγονότων, ταινίες, ανταποκρίσεις από πολεμικά μέτωπα: Ενημέρωση και ψυχαγωγία, σωρηδόν. Σε αυτή τη γενναία -νέα- εποχή της τηλεοπτικής επέλασης υπήρξαν αρκετοί άνθρωποι που ξεχώρισαν και εξακολουθούν να ξεχωρίζουν.
Για το ήθος, την δουλειά, την παρουσία και το λόγο τους, εντός αλλά και εκτός τηλεόρασης.
Συναντήσαμε και μιλήσαμε με πέντε από αυτούς.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ηθοποιός
Θα πω μια βαριά κουβέντα, για το θέμα των τηλεοπτικών αδειών… Θέλουν να μας κάνουν Βόρεια Κορέα.
Η τηλεόραση τείνει να είναι το κυρίαρχο μέσο της εποχής αν και την ίδια στιγμή φαίνεται να έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Το internet μοιάζει να κερδίζει έδαφος, κυρίως στους νέους. Είναι ποικίλη, μου αρέσουν κάποιες ενημερωτικές εκπομπές αν και είναι ενοχλητική η μονομερής παρουσίαση ορισμένων θεμάτων με αποτέλεσμα να μην είναι αμερόληπτη. Η μυθοπλασία –κατά 90% – είναι πολύ δεύτερης ποιότητας. Αναμενόμενο από τη στιγμή που δεν υπάρχουν χρήματα για καλές παραγωγές. Και όταν λέω χρήματα δεν αναφέρομαι στα υπερβολικά ποσά που δινόταν στο παρελθόν. Όμως- τώρα πια- είναι λίγα. Πόσο εύκολο είναι να γίνουν δουλειές με τα ψέματα; Ο κόπος που απαιτείται δεν καλύπτεται όταν οι περισσότεροι είναι απλήρωτοι ή παίρνουν ψίχουλα. Είναι αλήθεια ότι είχαμε φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Δόθηκαν αμοιβές ανεπίτρεπτα υψηλές, θα μου πεις μας τις έδιναν και τις παίρναμε. Αλλά δεν είναι δυνατόν να πληρώνεται κάποιος με 10.000 ευρώ το επεισόδιο. Η φούσκα που ζήσαμε από το 1981 και μετά έφερε την καταστροφή.
Βρέθηκα στην τηλεόραση -ως εκφωνητής ειδήσεων- εντελώς συμπτωματικά. Έγινε διευθυντής της ΕΡΤ ο Δημήτρης Χορν. Είχε διαλυθεί ο θίασος που είχε δημιουργήσει για μία παράσταση και για να μη μας αφήσει χωρίς δουλειά σκέφτηκε να βάλει ηθοποιούς να λένε τις ειδήσεις. Μου το πρότεινε, μου το ζήτησε σαν χάρη να κάνω ένα δοκιμαστικό, να πάω για λίγο. Αυτή η χάρη και αυτό το λίγο κράτησαν 17 ολόκληρα χρόνια.
Την πρώτη φορά που παρουσίασα τις ειδήσεις επικράτησε πανικός. Βγήκα εντελώς απροετοίμαστος. Μου είχαν πει ότι θα εκφωνούσα το δελτίο των 9 και όχι το απογευματινό. Ενώ είχαμε κάνει πολλά δοκιμαστικά δεν ήμουν προετοιμασμένος για αυτό που έζησα. Διότι άλλο στο δοκιμαστικό που μπορείς να κάνεις λάθος και να μη συμβεί τίποτα και άλλο να είσαι στον αέρα και να σε βλέπουν εκατομμύρια κόσμου, τότε τα δελτία είχαν απίστευτη θεαματικότητα. Ήξερα- λοιπόν- οτι θα βγω στις εννέα. Ξαφνικά έκοψαν αυτόν που θα παρουσίαζε το απογευματινό δελτίο και έτσι όπως ήμουν με το τζιν και ένα μπλουζάκι έτρεχα για να ντυθώ να βαφτώ και να μπω -με κλωτσιά κυριολεκτικά- στο στούντιο. Θυμάμαι ότι από το τρακ και την αγωνία μου, ούρλιαζα, έτρεμα ολόκληρος. Ήταν μία αληθινή φρίκη.
Αυτή τη δουλειά δεν την είδα ποτέ σαν ρόλο. Δεν ήμουν ηθοποιός αλλά αυτός που παρουσίαζε τις ειδήσεις. Έπρεπε να είμαι αποστασιοποιημένος και ψυχρός. Άλλωστε –τότε-δεν είχα μεγάλη θεατρική εμπειρία. Τα όπλα μου στον αέρα ήταν το autocue και τα χαρτιά μου. Κάποια στιγμή θυμάμαι την ιδέα ενός δημοσιογράφου να μαγνητοφωνούμε τα κείμενα, για να μην σκύβουμε και κοιτάζουμε τα χαρτιά μας… πριν το autocue. Έπαιζε μία κασσέτα και ακούγαμε αυτά που έπρεπε να πούμε από ένα ακουστικό. Υπήρχε και ένα πεντάλ που το πατούσαμε με το πόδι μας για να ρυθμίζουμε την ταχύτητα του λόγου. Πήγαινε πιο γρήγορα ή πιο αργά αναλόγως του πώς το πιέζαμε. Συνέβησαν απίστευτα κωμικοτραγικά περιστατικά. Από το τρακ, την αγωνία και τη σύγχυση πατούσες το πεντάλ και έτρεχε η κασσέτα και έψαχνες τα χαρτιά σου για να δεις που βρίσκεσαι και τι έπρεπε να πεις. Το σταματήσαμε μετά από μία εβδομάδα.
Τα ρούχα που φορούσαμε τα βρίσκαμε στην ντουλάπα μας. Ήταν προσωπικές ενδυματολογικές επιλογές με τα δικά μας λεφτά. Δεν υπήρχαν στυλίστες και κομμωτές, δεν υπήρχε τίποτα… μεγάλη πενία. Πέρασα 17 χρόνια με λίγα λεφτά και με ό,τι ρούχα είχα στην ντουλάπα μου. Επειδή δεν είχα αυτοκίνητο έμπαινα στο πούλμαν της ΕΡΤ- πήγαινε κάθε μισή ώρα στο Ραδιομέγαρο- και έλεγα ότι «έχω την αξιοπρέπειά μου στην κρεμάστρα», το πουκάμισο, τη γραβάτα και το σακάκι. Κάποια στιγμή ένας από τους διευθυντές με φώναξε και μου έκανε στυλιστική παρατήρηση. Του απάντησα ότι «αυτά τα ρούχα έχω, αν θέλετε να πάρω άλλα δώστε μου περισσότερα λεφτά», δεν μου έδωσε.
Στον άερα έγιναν πολλά περίεργα, δυσάρεστα ή αστεία. Εκείνη την εποχή λέγαμε για εξαφανίσεις ηλικιωμένων. Όταν λες κάτι στον αέρα δεν το συνειδητοποιείς καθώς συμπεριφέρεσαι σαν μηχάνημα. Δεν έπρεπε να έχουμε συναισθηματική εμπλοκή αφού εκφωνούσαμε ειδήσεις για πολέμους, σκοτωμούς, αφανισμούς λαών. Μετέδωσα λοιπόν την είδηση για την εξαφάνιση της Σοφίας Δημητριάδου. Δεν το έβαλα στο μυαλό μου αλλά όταν είδα στην οθόνη την φωτογραφία κατάλαβα ότι ήταν η γυναίκα που με μεγάλωσε, η γυναίκα που είχαμε στο σπίτι μας. Ήταν απίστευτο σοκ.
Ευτράπελα συνέβαιναν πάντα και μάλιστα ήμουν τόσο χάχας που δε μπορούσα να κρατηθώ και να μη σκάσω στα γέλια. Θυμάμαι το Δημοψήφισμα για το Ναι ή Όχι στην Βασιλευομένη Δημοκρατία που ήταν για εμένα μια απίστευτη εμπειρία γέλωτος. Ήμουν υπέρ του όχι, όπως και όλοι μέσα στο studio. Καλοκαίρι, στο Υπουργείο Εσωτερικών, σε ένα δωμάτιο δύο επί δύο να κάνουμε την μετάδοση. Είχε αφόρητη ζέστη, είμασταν ο ένας πάνω στον άλλον με χέρια κατάμαυρα αφού μας έφερναν τα αποτελέσματα σε αντίγραφο το οποίο ήταν από καρμπόν. Κρατούσαν το πρωτότυπο οι υπάλληλοι του Υπουργείου.Εκείνη την εποχή κυκλοφορούσε στους δρόμους το περίφημο μωρό που έκανε πιπί μέσα στο στέμμα- ήταν εναντίον του Βασιλιά. Την ίδια στιγμή υπήρχε και το τραγούδι της Αλέκας Κανελίδου, το «Άσε με να φύγω». Κάποια καλά παιδιά ερχόταν και κάθε 4-5 αποτέλεσματα μου έφερναν τη φωτογραφία με το μωρό και μου σιγουτραγουδούσαν το «άσε με να φύγω σε παρακαλώ όλο και πιο λίγο είναι το ποσοστό». Γελούσα τόσο πολύ που με φώναξε ο διευθυντής για να μου κάνει παρατήρηση μετά από τηλεφωνικά παράπονα που έκαναν άνθρωποι από την Κρήτη. Είπαν ότι ήταν ντροπή η κρατική τηλεόραση να παίρνει θέση με έναν ηλίθιο να γελάει συνεχώς με τα αποτελέσματα. Άλλο ένα περιστατικό που θυμάμαι είναι η ανακοίνωση εκλογικών αποτελεσμάτων που κάναμε με τον Κώστα Τσιβιλίκα, λέγαμε τις ειδήσεις σε ζευγάρια. Μπήκαμε στο στούντιο στις πέντε το απόγευμα και βγήκαμε στις εννέα και σαράντα το πρωι. Έπρεπε-οπωσδήποτε- να πούμε όλα τα αποτελέσματα. Υπήρχε λοιπόν το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού. Ο Κώστας το έκανε για πρώτη φορά και είχε τρακ. Σε συνδυασμό με την κούραση –είχε φτάσει τέσσερις το πρωί- βγαίνει και ανακοινώνει «Νομός Γρεβενών… Πασόκ τόσο, Νέα Δημοκρατία τόσο, Κλάπα Κλάπα έψιλον τόσο, κάνω ότι δεν ακούω, και συνεχίζει -Κλάπα Κλάπα έψιλον Εσωτερικού τόσο. Βγάζω λοιπόν το μικρόφωνο,φεύγω έξω από το στούντιο και σκάω στα γέλια. Αυτό ήταν ένα ανάρπαστο περιστατικό και μάλιστα μας καλούσαν σε εκπομπές για να το περιγράψουμε και να μιλήσουμε για αυτό.
Από αυτά τα 17 χρόνια κέρδισα την άνεση μπροστά στον φακό, την ετοιμότητά μου στην καταστροφή – σε ένα δελτίο μπορούν να συμβούν τα πάντα- αλλά και την αναγνωρισιμότητα, έγινα γνωστός στο πανελλήνιο σε μία μόνο νύχτα.
Τα σημερινά δελτία ειδήσεων έχουν μεγάλη πληροφόρηση. Ό,τι γίνεται τώρα, τώρα το μαθαίνουμε. Υπάρχουν καλά δελτία αλλά υπάρχει και έντονο το στοιχείο του σόου. Οι παρουσιαστές επιζητούν τον καβγά μεταξύ πολιτικών αντιπάλων, αν και αυτά μοιάζουν να είναι και λίγο φτιαχτά. Αλλά η εποχή μας είναι φτηνή και δεύτερη, μας αρέσουν τα ψεύτικα πράγματα.
Η Κρατική Τηλεόραση ήταν, είναι και ελπίζω να μην είναι στο μέλλον, απαράδεκτη. Φερέφωνο της εκάστοτε κυβέρνησης. Όμως τώρα έχει φτάσει σε απίστευτα άκρα. Πάντα υπήρχε λογοκρισία, κανονική λογοκρισία. Το έζησα με όλες τις κυβερνήσεις. Υπήρχε άνθρωπος που έκανε έλεγχο ειδάλλως καμία είδηση δεν έβγαινε στον αέρα.
Δύο τηλεοπτικά σήριαλ που έκανα και αγαπώ πολύ είναι το ‘Δις Εξαμαρτείν’ και το ‘Μαμά και Γιος’. Δύο εξαιρετικές δουλειές. Με μεγάλη κούραση, με μεγαλύτερη ευχαρίστηση και συγκίνηση. Να σκεφτείτε ότι στα τελευταία επεισόδια δεν μπορούσαμε να παίξουμε από τη συγκίνηση. Είμαι υπερήφανος για αυτές τις σειρές. Και γελάσαμε και τσακωθήκαμε πολύ στα γυρίσματα αλλά αυτά είναι πολύ φυσιολογικό να συμβαίνουν στην τηλεόραση.
>>>>> Στη σελίδα 3 ο Ροβήρος Μανθούλης μιλά για τη σχέση του με τη γαλλική και την ελληνική τηλεόραση