ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η παρανοϊκή ιστορία του John McAfee θα σου χακάρει το μυαλό

Ο άνθρωπος που δημιούργησε το πιο ασφαλές antivirus στον κόσμο δεν κατάφερε να προστατεύσει τον εαυτό του από την πειραγμένη ευφυΐα του.

“Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν ήταν οι Ρώσοι που παραβίασαν τα συστήματα της εθνικής επιτροπής των Δημοκρατικών (σ.σ. αναφορικά με την υπόθεση διαρροής ηλεκτρονικών μηνυμάτων της Χίλαρι Κλίντον, κατά την προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ). Το λογισμικό που χρησιμοποιήθηκε είναι πολύ παλιό. Οι κρατικοί χάκερ δεν θα χρησιμοποιούσαν μια παλιά έκδοση λογισμικού, που είναι λιγότερο λειτουργική από τις ενημερωμένες εκδόσεις. Ένα από τα πράγματα που η CIA λέει και έχω πει εδώ και χρόνια είναι πως παραμένει σχεδόν αδύνατο να συσχετίσεις με κάποιον μια ψηφιακή επίθεση, γιατί ένας καλός χάκερ μπορεί να κρύψει τα ίχνη του, καθώς και να αφήσει να φανεί ότι κάποιος άλλος το έκανε. Αυτό συμβαίνει όλη την ώρα”, είπε σε μια από τις πιο πρόσφατες δημόσιες τοποθετήσεις του ο John McAfee, διάσημος δημιουργός του πρώτου antivirus προγράμματος για ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα πρόσωπα στην παγκόσμια τεχνολογική και επιχειρηματική σκηνή.

Μετά από περιπέτειες που μπορεί να αποτελέσουν το υλικό ενός σεναρίου για ταινία (ή τηλεοπτική σειρά κατά τα νέα χολιγουντιανά πρότυπα), ο ιδιοφυής, ιδιόρρυθμος, σκοτεινός, αινιγματικός, αυτοκαταστροφικός, απρόβλεπτος και εσχάτως ακτιβιστής υπέρ των ατομικών ελευθεριών και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, John McAfee, ζει τη φαινομενικά πιο ήσυχη περίοδο της πολυτάραχης ζωής του.

Το 2013 παντρεύτηκε την Janice Dyson. Κατοικεί στο Lexington του Tennessee, ασχολείται με τη γιόγκα (έχει γράψει και κάποια βιβλία σχετικά) και μια στο τόσο βρίσκει τον τρόπο να στρέψει ξανά πάνω του τα φώτα δημοσιότητας. Άλλοτε ανακοινώνοντας ότι θα διεκδικήσει το χρίσμα της υποψηφιότητας για την προεδρία των ΗΠΑ με το κόμμα των Φιλελεύθερων (πριν από δύο χρόνια), και άλλοτε ανεβάζοντας στο YouTube βίντεο με το οποίο απαντά σε όλους εκείνους που συνεχίζουν να τον ρωτούν πως μπορούν να απεγκαταστήσουν το McAfee antivirus από το PC τους.

Η ιστορία της επιστήμης των υπολογιστών γράφει ότι το 1986 δύο αδέρφια από το Πακιστάν έγραψαν τον κώδικα του πρώτου γνωστού ιού με στόχο ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Δεν ήθελαν να καταστρέψουν κάτι. Το έκαναν από απλή περιέργεια, προκειμένου να διαπιστώσουν πόσο μακριά θα ταξίδευε. Για τον σκοπό αυτό συμπεριέλαβαν τα ονόματά τους, τη διεύθυνση και το τηλέφωνο της επιχείρησής τους, στην πόλη Λαχόρη. Περίπου έναν χρόνο μετά το τηλέφωνό τους άρχισε να χτυπά ασταμάτητα. Ο ιός τους, με την ονομασία ‘Brain’, είχε προσβάλει υπολογιστές σε ολόκληρο τον κόσμο.

Ο John McAfee εργαζόταν τότε στη Lockheed πάνω σε ένα διαβαθμισμένο πρότζεκτ αναγνώρισης φωνής. Μεταξύ άλλων, από το 1968 είχε δουλέψει σε προγράμματα ανάπτυξης λογισμικού για λογαριασμό της NASA και της Xerox. Διαβάζοντας σε μια εφημερίδα του Σαν Χοσέ ένα άρθρο για την εξάπλωση του πακιστανικού ιού, βρήκε την ιδέα τρομακτική. Του θύμισε τα παιδικά του χρόνια όταν ο πατέρας του τον χτυπούσε χωρίς λόγο. Γνώριζε καλά πώς ήταν να δέχεσαι μια αναίτια επίθεση. Έτσι αποφάσισε να κάνει κάτι. Το 1987 ίδρυσε τη McAfee Associates στο σπίτι του στη Σάντα Κλάρα και δημιούργησε το πρώτο πρόγραμμα αντιμετώπισης ψηφιακών απειλών, το οποίο δημοσίευσε σε διάφορες βάσεις δεδομένων της εποχής. Δεν περίμενε ότι κάποιος θα πλήρωνε για να το αποκτήσει.

Ο σκοπός του ήταν να πείσει τις κοινότητες των χρηστών απλώς να το εγκαταστήσουν – κυρίως σε υπολογιστές επιχειρήσεων. Μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια περίπου οι μισές από τις εταιρείες του Fortune 100 έτρεχαν το antivirus του McAfee, αρχίζοντας να καταβάλουν χρήματα για την άδεια χρήσης του, αποφέροντας στον δημιουργό του έσοδα αρκετών εκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο.

 (AP Photo / Moises Castillo)

Τον Οκτώβριο του 1992 η McAfee Associates εισήχθη στον Nasdaq και οι μετοχές του ιδρυτή της άξιζαν μονομιάς 80 εκατ. δολάρια. Το 1994 παραιτήθηκε από τη διοίκηση της εταιρείας του και δύο χρόνια αργότερα πούλησε και τα τελευταία πακέτα μετοχών της που είχε στο χαρτοφυλάκιό του. Τον Αύγουστο του 2009 οι New York Times δημοσίευσαν την είδηση ότι η αξία της προσωπικής του περιουσίας είχε συρρικνωθεί από τα 100 στα 4 εκατ. δολάρια ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και της επιλογής του να επενδύσει τα προηγούμενα χρόνια κυρίως σε ακίνητα.

Η εταιρεία που είχε ιδρύσει, μετά από σειρά συγχωνεύσεων, εξαγοράστηκε το 2010 από την Intel, η οποία έχει ενσωματώσει το λογισμικό ασφαλείας στις πλατφόρμες της.

Στο μεταξύ, στην Μπελίζ, το μικρό κρατίδιο της Κεντρικής Αμερικής στις βορειοδυτικές ακτές της Καραϊβικής, ο 72χρονος σήμερα McAfee είχε στήσει το δικό του οχυρό. Ζούσε υπό την προστασία ενός μικρού ιδιωτικού στρατού, που στην πλειοψηφία του απαρτιζόταν από πρώην κατάδικους. Περιστοιχιζόταν επίσης από νεαρές Λατίνες (μία εξ αυτών είναι σήμερα η σύζυγός του), με τις οποίες μοιραζόταν το κρεβάτι του.

Όταν το καλοκαίρι του 2012 ο Joshua Davis του περιοδικού Wired τον συνάντησε στο ιδιόκτητο τροπικό νησί του, 24 χιλιόμετρα από τις ακτές της Μπελίζ, δεν μπορούσε να κρύψει την έκπληξή του για όσα είδε να συμβαίνουν εκεί. Ο John McAfee, λιπόσαρκος, με βαμμένα ξανθά κατά τόπους τα μαλλιά του και τατουάζ να καλύπτουν τα χέρια και τους ώμους του, τον υποδέχτηκε κρατώντας ένα περίστροφο. Έχοντας αφήσει μια σφαίρα στον μύλο του Smith & Wesson, δεν δίστασε να παίξει ρώσικη ρουλέτα ενώπιον του τρομαγμένου επισκέπτη.

Έβαζε το όπλο στο κεφάλι του και τραβούσε τη σκανδάλη ξανά και ξανά! Μπροστά του, στο τραπεζάκι του σαλονιού της ξύλινης οικίας, υπήρχαν πυρομαχικά, πλαστές ταυτότητες με τη φωτογραφία του, ένα ισχυρό απωθητικό σπρέι για αρκούδες και μια βρεφική πιπίλα. “Μπορώ να το κάνω αυτό όλη την ημέρα”, είχε πει, με τον ήχο του κλικ της σκανδάλης να μοιάζει με σφυρί στα αυτιά του Davis. “Μπορώ να το κάνω αυτό χιλιάδες φορές, δέκα χιλιάδες φορές. Τίποτα δεν θα συμβεί ποτέ. Γιατί; Επειδή έχετε χάσει κάτι. Λειτουργείτε με υποθετική  αντίληψη της πραγματικότητας που είναι λανθασμένη…”.

(Ο John McAffee στην περίοδο της Μπελίζ / AP Photo/Ambergris Today Online-Sofia Munoz, File)

Αφού, λοιπόν, ο John McAfee έπαιξε με τις αντοχές και το μυαλό του επισκέπτη του, αναφέρθηκε στην τότε πρόσφατη έφοδο των διωκτικών αρχών στην αγροικία του.

Ήταν νύχτα της 30ής Απριλίου του 2012, όταν ο φρουρός στο φυλάκιο της εισόδου δεν αντιλήφθηκε τι συνέβαινε στην άλλη άκρη του κτήματος. Μια ειδικά εκπαιδευμένη από το FBI ομάδα αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος είχε ήδη εισβάλει στον χώρο. Βαριά οπλισμένοι, οι κομάντο δεν άφησαν περιθώρια αντίδρασης στη φρουρά του McAfee. Εκείνος, γυμνός και με ένα περίστροφο στο χέρι, ήταν ξαπλωμένος στο υπνοδωμάτιο της βίλας, η οποία στεκόταν σε πασσάλους έξι μέτρα πάνω από το υγρό έδαφος. Δεν θύμιζε σε τίποτα τον μεγιστάνα της Σίλικον Βάλεϊ που ήταν κάποτε.

Το 2009 είχε πουλήσει όλα του τα περιουσιακά στοιχεία – μεταξύ των οποίων εκτάσεις και ακίνητα στη Χαβάη, στο Κολοράντο, στο Νέο Μεξικό και το Τέξας, όπως και το ιδιωτικό του αεροσκάφος, και είχε μετακομίσει στην Καραϊβική. Είχε ανακοινώσει πως θα ασχολιόταν με τη δημιουργία φυσικών αντιβιοτικών, από συστατικά που υπάρχουν στις ζούγκλες. Για τον σκοπό αυτό είχε κατασκευάσει και ένα εργαστήριο.

Τώρα, το προπύργιό του δεχόταν επίθεση και καμιά τριανταριά αποφασισμένοι κομάντο της Αστυνομίας πλησίαζαν προς το μέρος του. Όπως περιγράφει στο δημοσίευμα ο συνεργάτης του Wired, ήταν τρομοκρατημένος… Πήρε αγκαλιά τη 17χρονη κοπέλα που κοιμόταν στο κρεβάτι του. Καθώς οι κομάντο εισέβαλαν στο σπίτι, έβαλε ένα σορτς και με τα χέρια ψηλά βγήκε στον διάδρομο. Οι αστυνομικοί τον έσπρωξαν στον τοίχο και του φόρεσαν χειροπέδες. “Είστε υπό κράτηση ως ύποπτος για την παραγωγή μεθαμφεταμίνης”, του φώναξε ένας από τους αστυνομικούς. “Αυτό είναι μια καταπληκτική υπόθεση, κύριε”, αποκρίθηκε ο McAfee. “Και αυτό γιατί δεν έχω πουλήσει ναρκωτικά από το 1983…” – έχει παραδεχτεί ότι έκανε για πολλά χρόνια χρήση κοκαΐνης, την οποία ‘έσπρωχνε’ και σε συναδέλφους. Επίσης, ήταν αλκοολικός από την εποχή ακόμα που σπούδαζε στο κολέγιο, στα τέλη της δεκαετίας του ’60, βρίσκοντας χρόνια αργότερα καταφύγιο στις συναντήσεις των Ανώνυμων Αλκοολικών.

Οι αστυνομικοί έκαναν άνω κάτω τη βίλα και τα υπόλοιπα μπανγκαλόου, όπου συνήθως διέμεναν οι νεαρές ερωμένες του. Βρήκαν αρκετά όπλα και πυρομαχικά, αλλά και εκατοντάδες μπουκάλια με χημικά, τα οποία δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν. Στη διάρκεια των ερευνών πυροβόλησαν και σκότωσαν ένα από τα σκυλιά του, όταν εκείνο κινήθηκε με άγριες διαθέσεις. Τελικά και αφού είχε πια ξημερώσει, τον μετέφεραν μαζί με έναν φυγόδικο άντρα της προσωπικής του φρουράς στα κρατητήρια του κεντρικού αστυνομικού σταθμού της πρωτεύουσας. Ο John McAfee κρατήθηκε εκεί λιγότερο από 24 ώρες. Δεν του απαγγέλθηκαν τελικά σοβαρές κατηγορίες. Στο εργαστήριό του δεν είχαν βρεθεί παράνομες ουσίες. Κατηγορήθηκε μόνο για τη μη νόμιμη κατοχή των όπλων και την επόμενη μέρα το πρωί αφέθηκε ελεύθερος.

 (AP Photo / Alan Diaz, File)

Ο McAfee είχε προσελκύσει το ενδιαφέρον των διωκτικών αρχών όταν δύο χρόνια μετά τη μετεγκατάστασή του στην Μπελίζ δημοσίευσε δεκάδες σχόλια στο φόρουμ bluelight.ru, το οποίο αναφέρεται σε θέματα φαρμακευτικών και ναρκωτικών ουσιών. Έγραφε ότι πειραματιζόταν με ένα ψυχοτρόπο διεγερτικό που βρίσκεται σε άλατα μπάνιου. Πρόκειται για μια κατηγορία ουσιών που έχουν παρόμοιες επιδράσεις με τις αμφεταμίνες και την κοκαΐνη. “Όταν κατά λάθος για πρώτη φορά έπεσαν μερικές σταγόνες στα δάχτυλά μου από μια μεταχειρισμένη φιάλη δεν κοιμήθηκα για τέσσερις μέρες. Είχα οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις και τη χειρότερη παράνοια της ζωής μου”, ανέφερε σε ένα από τα posts του.
Εντούτοις, αργότερα υποστήριξε πως όλα αυτά ήταν απλώς μια περίτεχνη φάρσα. “Αν πρόκειται να πάρω ναρκωτικά, θα πάρω κάτι που ξέρω ότι είναι καλό… Κάποια μανιτάρια και ίσως εξαιρετικής ποιότητας κοκαΐνη. Όποιος με ξέρει καλά, όμως, γνωρίζει ότι δεν παίρνω πια ναρκωτικά”, είπε παίζοντας με τα νεύρα των διωκτών του.

Τελικά, στα μέσα Νοεμβρίου του 2012, άφησε για πάντα πίσω του την Μπελίζ. Ήταν πλέον καταζητούμενος για την πιθανή ανάμειξή του σε φόνο. Επικαλούμενος αργότερα τον φόβο του, ότι η αστυνομία της χώρας ήθελε στην πραγματικότητα να τον σκοτώσει, δικαιολόγησε την απόφασή του να φύγει μακριά, όταν κατάλαβε ότι θα ανακρινόταν για τον φόνο του Gregory Viant Faull, ο οποίος είχε βρεθεί πυροβολημένος στο κεφάλι, στην πισίνα του σπιτιού του. Με τον Faull είχαν λογοφέρει κάποιες φορές στο παρελθόν.
Όταν ένα απόγευμα αντιλήφθηκε ότι αστυνομικοί πλησίαζαν και πάλι το σπίτι του, έσκαψε γρήγορα ένα χαντάκι στην άμμο και κρύφτηκε εκεί, μισοθαμμένος για ώρες, έχοντας βάλει πάνω από το κεφάλι του ένα κομμάτι χαρτόνι.

(Στη Γουατεμάλα, προσποιούμενος ότι έχει υποστεί καρδιακό επεισόδιο για να κερδίσει χρόνο / AP Photo/ Moises Castillo)

Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, ο φυγάς πλέον McAfee εντοπίστηκε στη Γουατεμάλα, μετά το λάθος ενός δημοσιογράφου να δημοσιεύσει μια φωτογραφία του με τα στοιχεία τοποθεσίας της. Είχε καταφύγει εκεί, αφού πρώτα έμεινε για μικρό διάστημα σε ένα πανάκριβο θέρετρο, στη χερσόνησο του Γιουκατάν στο Μεξικό, σχετικά κοντά στα σύνορα με την Μπελίζ.

Μετά από την αποκάλυψή του στη γειτονική Γουατεμάλα ζήτησε πολιτικό άσυλο. Ακολούθησε η σύλληψή του για παράνομη είσοδο στη χώρα της Κεντρικής Αμερικής. Λίγες ημέρες αργότερα το αίτημά του απορρίφθηκε, οπότε μεταφέρθηκε σε κέντρο κράτησης. Εκεί, όπως αργότερα ο ίδιος ισχυρίστηκε, προφασίστηκε δύο φορές καρδιακό επεισόδιο, προκειμένου να δώσει περισσότερο χρόνο στον δικηγόρο του να καταθέσει μια σειρά από προσφυγές, αποτρέποντας την έκδοσή του στην Μπελίζ. Τελικά, στις 12 Δεκεμβρίου, ο John McAfee απελάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες.

(Κρατούμενος στη Γουατεμάλα / AP Photo/Sonia Perez)

Οι Αρχές της Μπελίζ δεν έχουν απαγγείλει συγκεκριμένη κατηγορία στον McAfee και η υπόθεση παραμένει υπό διερεύνηση. Πέρσι, η αστυνομία του κρατιδίου συνέλαβε και ανέκρινε μία από τις πρώην φιλενάδες του. Η οικογένεια του Faull έχει κατηγορήσει τον McAfee και εκείνη για τη δολοφονία του, καταθέτοντας μήνυση σε δικαστήριο της Φλόριντα. Ο McAfee έχει αρνηθεί τις κατηγορίες και έχει δηλώσει πρόθυμος να καταθέσει, αλλά όχι και να επιστρέψει στη Μπελίζ. Έτσι και αλλιώς, η περιουσία του εκεί δημοπρατήθηκε και το σπίτι του κάηκε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.

(Credit κεντρικής φωτογραφίας: AP Photo/Moises Castillo)