Ανδρέας Σιμόπουλος
ΘΕΑΤΡΟ

Η Αγγελική Παπούλια, ο Χρήστος Πασσαλής και η Τάση του Καλού Σαμποτάζ

Υπήρχε πάντα μέσα τους. Αποδείχτηκε σωτήρια όταν η πανδημία ανέτρεψε τα σχέδια τους να ανεβάσουν το «Ήπαρ» που έγραψε ο Ευθύμης Φιλίππου. Με κλειστά τα θέατρα, άνοιξαν την πόρτα στον Αλέξανδρο Βούλγαρη και τελικά γύρισαν μια ταινία που θα κάνει πρεμιέρα online.
«Η ευελιξία είναι κάτι που έχουμε μάθει από πολύ νωρίς. Αρχίσαμε να δουλεύουμε υπό δύσκολες και επισφαλείς συνθήκες. Ξέρεις πώς είναι να είσαι καλλιτέχνης στην Ελλάδα» λέει η Αγγελική Παπούλια και μετά από μία εμφατική παύση συνεχίζει:«Δεν είναι απλό και εύκολο. Έχουμε μάθει να προσαρμοζόμαστε, πάντα με ένα δημιουργικό τρόπο, και να μην δημιουργούνται μέσα μας αμετακίνητες δομές. Δεν δουλεύαμε ποτέ έτσι».

Ο Χρήστος Πασσαλής, με τον οποίο έχουν δουλέψει μαζί τόσο στον κινηματογράφο όσο και επί σκηνής, από τον «Κυνόδοντα» του Λάνθιμου ως τις παραστάσεις των blitz, επαυξάνει. «Αν ο κλασικός ορισμός του θεάτρου είναι να βρίσκονται ένας ηθοποιός και ένας θεατής στον ίδιο χώρο, τοΗΠΑΡ δεν είναι θέατρο». Το ΗΠΑΡ -«η τελευταία συζήτηση ανάμεσα στα όργανα των σωμάτων ενός άντρα και μιας γυναίκας»- θα ήταν θέατρο και μάλιστα -δεδομένου ότι το κείμενο υπογράφει ο Ευθύμης Φιλίππου και τη σκηνοθεσία οι εν λόγω δύο από τους πιο καταξιωμένους πρωταγωνιστές της γενιάς τους- μια από τις πιο πολυσυζητημένες παραστάσεις του χειμώνα που έχουμε αφήσει πια οριστικά πίσω μας, αν δεν είχε ξεσπάσει η πανδημία, και αν, μεταξύ τόσων ακόμη πτυχών της κανονικότητας που ανατράπηκαν εξαιτίας της, δεν είχαν κλείσει οι θεατρικές σκηνές.

Αφού λοιπόν, όπως τονίζουν, καταστρατηγήθηκε η ουσία του θεάτρου, αποφάσισαν να γλιστρήσουν σε μιαν άλλη μορφή, να ψάξουν έναν άλλο δρόμο και απευθύνθηκαν στον The Boy. «Δεν θέλαμε να υποκριθούμε ότι πρόκειται πλέον για μία θεατρική παράσταση και να την ανεβάσουμε σε ένα χώρο που δεν υπάρχει κανείς. Θα ήταν πολύ αμήχανο. Αποφασίσαμε ότι είναι καλύτερο να κάνουμε άλλη μία κίνηση αναδίπλωσης και ευελιξίας και να το αντιμετωπίσουμε με τον Αλέξανδρο -τον οποίο εκτιμάμε και θαυμάζουμε- μέσα από μία κινηματογραφική λογική», λέει η Παπούλια.

Το ΗΠΑΡ λοιπόν που ξεκίνησε ως θεατρικό αλλά ολοκληρώθηκε ως ταινία θα κάνει πρεμιέρα στην GNO TV, τη νέα διαδικτυακή τηλεόραση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στις 9 Απριλίου. «Θες να το πεις video art; Πες το όπως θες», λένε χαριτολογώντας οι συνδημιουργοί του. Ας το πούμε απότοκο της σύμπραξης μερικών καλλιτεχνών που δεν κατάλαβαν ποτέ γιατί οι άνθρωποι αναζητούν συχνά αυτό που λέμε ασφάλεια.

Παράσταση ΗΠΑΡ

Θέλετε να ξεκινήσουμε από την παράσταση ή από τη συνθήκη που άλλαξε εντελώς τα αρχικά σχέδια σας και θα «ανέβει» στη διαδικτυακή τηλεόραση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής;

Αγγελική Παπούλια: Από την παράσταση!

Πότε λοιπόν και πώς γεννήθηκε η ιδέα το ΗΠΑΡ;

Χρήστος Πασσαλής: Ξεκίνησε από την επιθυμία μας να συνεργαστούμε με τον Ευθύμη, τον οποίο ξέρουμε περίπουμια δεκαετία. Παράλληλα θέλαμε να συνεργαστούμε και με μουσικούς. Και οι δύο αυτές επιθυμίες ήταν ενστικτώδεις, δεν είχαμε κάποιο συγκεκριμένο πλάνο. Ο Ευθύμης άρχισε να σκέφτεται διάφορα -σαν treatment στην αρχή, δεν έγραφε κείμενο- που τα συζητούσαμε.

ΑΠ: Η ιδέα πάνω στην οποία δουλέψαμε -ένα κείμενο για τα εσωτερικά όργανα του ανθρώπινου οργανισμού- ήταν 100% του Ευθύμη.

Ποιες ήταν οι πρώτες σας σκέψεις όταν ο Ευθύμης παρουσίασε την ιδέα;

ΑΠ: Μου άρεσε αμέσως πάρα πολύ. Δεν είχαμε ξανασχοληθεί με τέτοιο κείμενο. Αλλά και για εκείνον ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο. Δεν είχε γράψει ποτέ ένα έργο στο οποίο δεν μιλάνε άνθρωποι. Τελικά πήραμε στα χέρια μας ένα πρώτο κείμενο πέρυσι, στα τέλη Νοέμβρη.

ΧΠ: Δώσαμε feedback, είχε και ο Ευθύμης καινούργιες σκέψεις, το συζητήσαμε, μιλήσαμε δομικά για κάποια πράγματα που φανταζόμασταν. Όπως πάντα το αίσθημα μόλις διαβάζαμε αυτό που είχε γράψει ήταν η έκπληξη. Παρόλο που τον ξέρουμε δηλαδή τόσο καιρό δεν μπορούμε παρά να θαυμάζουμε αυτό που έχει μέσα του. Η αντίδραση μου πάντα είναι ενός ανθρώπου που κοιτάζει έναν ευφυή δημιουργό να γράφει.

Το να δουλεύεις με κάποιον που γνωρίζεις χρόνια έχει μόνο θετικό πρόσημο; Ή μία από τις αγωνίες της συνεργασίας είναι και η αποφυγή ευκολιών που εκ των πραγμάτων αναπτύσσονται σε μία μακροχρόνια επαγγελματική σχέση και ενδεχομένως να λειτουργήσουν ως τροχοπέδη στην αναζήτηση νέων δημιουργικών προκλήσεων;

ΧΠ: Πολύ σωστή παρατήρηση.

ΑΠ: Όμως με τον Εύθυμη, παρά τη μακρόχρονη γνωριμία μας, μέχρι τώρα είχαμε συνεργαστεί στον κινηματογράφο, όπου το σενάριο ήταν ήδη έτοιμο. Είναι η πρώτη φορά που συνεργαζόμαστε στο επίπεδο της δημιουργίας ενός θεατρικού κειμένου από την αρχή. Δεν είχαμε ξαναμπεί σε τέτοια συνθήκη ανταλλαγής ιδεών.

Η οποία ανταλλαγή, όπως και οι πρόβες, ξεκίνησαν πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας.

ΑΠ: Λίγο πριν το τέλος του 2019 κάναμε τις πρώτες πρόβες στις Βρυξέλλες με τους μουσικούς του Ensemble ICTUS, πάνω στο πρώτο draft του κειμένου.

ΧΠ: Δοκιμάσαμε την αντοχή του κειμένου, το πώς λειτουργεί σε σχέση με τα σώματα, τη μουσική, την αισθητική που θέλαμε κι επιστρέψαμε στην Ελλάδα με επιπλέον ιδέες που μας βοήθησαν να φτάσουμε στο τελικό κείμενο.

ΑΠ: Η αρχική ημερομηνία που υποτίθεται ότι θα ανέβαινε η παράσταση ήταν τον περασμένο Ιούλιο. Τον Μάρτιο είχαμε το τελικό κείμενο αλλά εξαιτίας της πανδημίας δεν μπορούσαμε να ξαναπάμε στις Βρυξέλλες για πρόβες. Οπότε…Zoom.

Δεν προλάβατε δηλαδή καλά καλά να καταλήξετε ως προς το κείμενο και η πανδημία ανέτρεψε τα σχέδιά σας. Η νέα συνθήκη πώς επηρέασε την μετέπειτα δουλειά σας για το ΗΠΑΡ, σε πρακτικό και όχι μόνο επίπεδο;

ΑΠ: Στην αρχή ήταν αποκαρδιωτικό όλο αυτό. Αμέσως όμως αρχίσαμε να κάνουμε πρόβες έστω μέσω Zoom. Δεν ήταν σε καμία περίπτωση σαν τις πρόβες που είχαμε αρχικά στο μυαλό μας, αλλά προσπαθήσαμε ακόμη και μέσα από αυτή τη συνθήκη να προχωρήσουμε την επικοινωνία μας.

ΧΠ: Φυσικά όμως ήμασταν προβληματισμένοι. Το Zoom δεν είναι πανάκεια. Αν είσαι επιχειρηματίας μπορεί να σου λύσει τα χέρια, προστατεύεις και το περιβάλλον γιατί δεν παίρνεις χίλια αεροπλάνα. Στη δουλειά μας είναι ένα θλιβερό υποκατάστατο, όμως σε κρατάει σε επαφή με τους ανθρώπους που δεν μπορείς να δεις δια ζώσης. Κρατάει ζωντανό το project στο μυαλό όλων.

ΑΠ: Αναπτύσσεται τελικά κάποιου είδους επικοινωνία και ανταλλαγή ιδεών.

ΧΠ: Οι άνθρωποι που ασχολούμαστε με τις τέχνες, είμαστε ευέλικτοι. Βρίσκεται ο τρόπος να κάνεις αυτό που πρέπει.

Άρα δεν είναι πια καθόλου αποκαρδιωτικό, όπως λέτε, το γεγονός ότι μια θεατρική παράσταση θα ολοκληρωθεί με τη μορφή βίντεο;

ΑΠ:Αφού καταλάβαμε ότι δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε μια παρουσίαση μουσικού και θεατρικού τύπου, ψάξαμε έναν άλλο δρόμο και γι’ αυτό απευθυνθήκαμε στον Αλέξανδρο Βούλγαρη για να κάνει την κινηματογράφηση. Δεν θέλαμε να υποκριθούμε ότι πρόκειται πλέον γιαμία θεατρική παράσταση και να την ανεβάσουμε σε ένα χώρο που δεν υπάρχει κανείς. Θα ήταν πολύ αμήχανο. Αποφασίσαμε ότι είναι καλύτερο να κάνουμε άλλη μία κίνηση αναδίπλωσης και ευελιξίας και να το αντιμετωπίσουμε με τον Αλέξανδρο -τον οποίο εκτιμάμε και θαυμάζουμε- μέσα από μία κινηματογραφική λογική.

ΧΠ: Θέλουμε το βίντεο να έχει αυταξία. Θες να το πεις video art; Πες το όπως θες. Αλλά δεν σκεφτόμαστε θεατρικά πια.

Δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό σας να ανεβάσετε απλά την παράσταση και να έχετε μια-δυο κάμερες να τη βιντεοσκοπούν για να τη δει μετά ο κόσμος;

ΧΠ: Όχι, θα ήταν δυσλειτουργικό.

ΑΠ: Δεν μου αρέσει να βλέπω κάτι τέτοιο. Θεωρώ ότι δεν έχει καμία σχέση με τη λειτουργία του θεάτρου. Πρόκειται για μία αντικατάσταση που δεν είναι ισάξια.

ΧΠ: Δεν γίνεται να υποκατασταθούν τα πάντα. Πρέπει να έχεις την ευελιξία να κάνεις κάτι άλλο. Αν ο κλασικός ορισμός του θεάτρου είναι να βρίσκονται ένας ηθοποιός και ένας θεατής στον ίδιο χώρο, το ΗΠΑΡ δεν είναι θέατρο. Αφού καταστρατηγείται η ουσία του θεάτρου, είναι καλό να γλιστρήσεις σε μια άλλη μορφή.

ΑΠ: Που όμως να μην είναι εκπτωτική και αμήχανη, με εμάς να υποκρινόμαστε ότι παίζουμε μπροστά σε ένα κοινό που δεν υπάρχει. Για ποιο λόγο; Για να το γράψουν κάποιες κάμερες και αυτό το πράγμα να μην είναι ούτε θεατρικό, ούτε κινηματογραφικό;

ΧΠ: Ένας φίλος μου έλεγε ότι σε μια αντίστοιχη βιντεοσκόπηση οι ηθοποιοί υποκλίνονταν κιόλας στην κάμερα. Δεν το κρίνω. Αλλά…το κρίνω κιόλας.

ΑΠ: Μου φαίνεται τελείως άσχετο και μάταιο.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ΗΠΑΡ είναι μια υβριδική συνεύρεση θεάτρου και κινηματογράφου;

ΧΠ: Ναι, κάπως έτσι.

ΑΠ: Αν και η πρόθεση μας όμως τώρα πια είναι να είναι περισσότερο κινηματογράφος, παρά θέατρο. Έχει πολύ μεγαλύτερο νόημα έτσι.

Υπάρχει έστω και στο πίσω μέρος του μυαλού σας ότι η ανησυχία ότι υπάρχουσα συνθήκη της πανδημίας, ακόμη κι αν αργά ή γρήγορα ομαλοποιηθεί η κατάσταση, ενδεχομένως να επηρεάσει οριστικά και αμετάκλητα τη φύση της θεατρικής τέχνης;

ΑΠ: Ελπίζω πως όχι. Κάποια στιγμή θα επανέλθει η προσέλευση των ανθρώπων στο θέατρο. Δεν νομίζω ότι λόγω φόβου οι άνθρωποι θα εγκαταλείψουν το θέατρο.

ΧΠ: Στο μεσαίωνα το θέατρο είχε απαγορευτεί τελείως. Βρέθηκε το κόλπο να κάνουν οι ηθοποιοί παραστάσεις τα πάθη του Χριστού, κείμενα δηλαδή που ήταν συμβατά τότε με το φασισμό της εκκλησίας. Μετά ήρθε ο Σέξπηρ, πήρε άλλη μορφή. Θέλω να πω ότι το θέατρο επιβιώνει τόσες χιλιάδες χρόνια. Θα συνεχίσει και μετά απ’ όλο αυτό που ζούμε. Καλό είναι κιόλας να αλλάξει λίγο. Καλό είναι γενικά να ανανεώνεται κάθε μορφή τέχνης.

Ακόμη κι αν αυτή η εξ ανάγκης ανανέωση σημαίνει ότι ένα θεατρικό έργο θα μεταλλαχθεί σε κινηματογραφικό για να φτάσει τελικά ενδεχομένως ένας θεατής να το δει σε μία οθόνη μερικών ιντσών;

ΑΠ: Η ευελιξία είναι κάτι που έχουμε μάθει από πολύ νωρίς. Αρχίσαμε να δουλεύουμε στην Ελλάδα υπό δύσκολες και επισφαλείς συνθήκες. Μην λέμε πάλι τα ίδια. Ξέρεις πώς είναι να είσαι καλλιτέχνης στην Ελλάδα. Δεν είναι απλό και εύκολο. Από πολύ νωρίς μάθαμε να προσαρμοζόμαστε, πάντα με ένα δημιουργικό τρόπο, και να μην δημιουργούνται μέσα μας αμετακίνητες δομές. Δεν δουλεύαμε ποτέ έτσι.

Αυτή η έφεση στην ευελιξία, όπως λέτε, κάνει ενδεχομένως τους Έλληνες ηθοποιούς καλύτερους από τους ξένους συναδέλφους τους;

ΧΠ: Η υποκριτική είναι άλλο πράγμα. Επειδή όμως έχουμε δουλέψει αρκετά με ξένους ηθοποιούς, θα πω το εξής: Τεχνικά ο μέσος όρος είναι πιο υψηλός έξω. Αλλά η ταπεινή μου άποψη είναι ότι οι πολύ καλοί ηθοποιοί στην Ελλάδα, στις καλύτερες στιγμές τους είναι καλύτεροι από τους αντίστοιχους Γερμανούς. Δουλεύοντας έξω, συχνά μου λείπει ο Έλληνας ή η Ελληνίδα ηθοποιός, κάποια χαρακτηριστικά όπως η μεγαλύτερη ευκολία να πάνε σε μια άλλου τύπου θερμότητα. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να το περιγράψω, πάντως δεν εννοώ συναισθηματισμό ή μελοδραματισμό. Με τους Γερμανούς ηθοποιούς, ας πούμε, είναι δυσκολότερο αυτό. Όσον αφορά την ευελιξία γενικά οι καλλιτέχνες παντού είναι ευέλικτοι. Ακόμη και στην πιο προηγμένη χώρα, οι καλλιτέχνες δεν είναι και τόσο προνομιούχοι. Περισσότερο από τους Έλληνες είναι σίγουρα, αλλά είναι γενικά ένα επισφαλές επάγγελμα, μαθαίνεις να ζεις με την αβεβαιότητα.

ΑΠ: Και με τη ροή και με το ότι όλα κάθε μέρα μπορούν να αλλάξουν. Κάπως όλο αυτό γίνεται μέρος της δουλειάς. Κάθε μέρα προσπαθείς ξανά και ξανά με ένα καινούριο τρόπο να προχωρήσεις, δεν έχεις ποτέ μια σταθερότητα, δεν υπάρχει ποτέ η ασφάλεια, η οποία πολλές φορές,σε επίπεδο υποκριτικής και ηθοποιού, είναι και μειονέκτημα.

ΧΠ: Αν ορίσεις την αναδίπλωση ως υποχώρηση, είναι προβληματικό. Καλό είναι να την αντιλαμβάνεσαι θετικά. Για μένα δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Το μόνο αδιέξοδο είναι ο θάνατος, απ’ όσο γνωρίζω δηλαδή. Μπορεί να μην είναι καν. Σε οποιαδήποτε άλλη πτυχή της ζωής δεν υπάρχει η έννοια του αδιέξοδου και σίγουρα όχι στη δουλειά μας. Αρκεί να δει κανείς την αναπροσαρμογή με θετικό πρόσημο. Όπως είπε η Αγγελική, δεν είναι εκπτωτική κίνηση το να πεις ότι θα κάνεις έναβίντεο με τον Αλέξανδρο Βούλγαρη. Είμαι καταχαρούμενος.

ΑΠ: Ακριβώς, είναι μεγάλη η χαρά γιατί ενάμιση χρόνο πριν δεν το ξέραμε και τώρα βρήκαμε τον τρόπο να δουλέψουμε με έναν άνθρωπο που πάντα θέλαμε να δουλέψουμε.

Άρα είστε περισσότερο χαρούμενοι για το ότι το ΗΠΑΡ έχει πια πάρει αυτή τη νέα μορφή, παρά στενοχωρημένοι για το ότι ο κόσμος δεν θα δει ζωντανά τη θεατρική παράσταση.

ΧΠ: Ναι, σαφώς.

ΑΠ: Η άλλη επιλογή ήταν να μη γίνει καθόλου. Αυτό δεν παίζει, είπαμε, δεν υπάρχουν αδιέξοδα.

ΧΠ: Και όταν κάποια στιγμή ελαφρύνει παγκοσμίως το όλο πράγμα, θα ταξιδέψουμε με αυτή την παράσταση, θα παίξουμε ζωντανά μπροστά σε ανθρώπους. Είναι καθησυχαστική αυτή η σκέψη. Δεν κάνουμε κατά τύχη αυτή τη δουλειά προφανώς, μας αρέσει το θέατρο, η ζωντανή ανταλλαγή.

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τα τελευταία δέκα και πλέον χρόνια έχουμε συνηθίσει να μιλάμε στην Ελλάδα με όρους κρίσεων.

ΑΠ: Φοβερό δεν είναι; Από τη μία στην άλλη.

Και εκτός όλων των άλλων πάντα αναρωτιέται κανείς τι θα αφήσει η κάθε κρίση πίσω της σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Τι πιστεύετε ότι θα συμβεί με την τρέχουσα; Θα δούμε δηλαδή στο εγγύς ή απώτερο μέλλον τα βιβλία, τους δίσκους, τα θεατρικά της πανδημίας;

ΧΠ: Οι καλοί καλλιτέχνες λειτουργούν ως ραντάρ. Αυτό το σοκ που ζούμε όλοι, αυτό το πάγωμα της πραγματικότητας, με την ίδια λογική που ο ψυχρός πόλεμος έβγαλε τους τάδε συγγραφείς ή τις δείνα ταινίες, σίγουρα θα αφήσει κάτι πίσω του, θα μεταφραστεί κάπως.

Μήπως η συνειδητοποίηση ότι μία κρίση δεν έχει σαφή ορίζοντα τέλους ζωντανεύει τον κίνδυνο να μην σκέφτονται μακροπρόθεσμα οι καλλιτέχνες; Για να το πω απλά, μπορείτε τώρα να οραματιστείτε εύκολα μια παράσταση που θα θέλατε να ανεβάσετε μετά από δύο χρόνια;

ΧΠ: Δεν έχω τέτοιο πρόβλημα.

ΑΠ: Η δημιουργικότητα είναι κάτι πολύ φυσικό για εμάς, με το οποίο η ζωή μας είναι άμεσα συνδεδεμένη. Δεν πρόκειται ποτέ να αναρωτηθώ αν θα καταφέρει να υλοποιηθεί μετά από χρόνια κάτι που οραματίζομαι τώρα.

ΧΠ: Χωρίς να θέλω να υποτιμήσω το σοκ που ζούμε, και τρία χρόνια πριν να μας έκανες την ίδια ερώτηση, επί της ουσίας δεν θα ήταν τόσο διαφορετικά τα πράγματα. Η αβεβαιότητα σε αυτό που κάνουμε είναι διαρκής και πολλαπλής φύσεως. Αυτό που κάνουμε είναι ένα επάγγελμα, δεν είναι ένα χάρισμα από κάποιου είδους θεό. Ίσως λοιπόν σε ένα χρόνο εσύ να μη μπορείς να κάνεις κάτι, δεν ξέρεις καν πώς θα είναι ο ίδιος σου ο εαυτός. Ανέκαθεν όμως με τον γνώμονα της αβεβαιότητας δουλεύαμε.

ΑΠ: Ας μην ξεχνάμε ότι περάσαμε και την περίοδο της οικονομικής κρίσης, που η αβεβαιότητα ήταν κυρίαρχη, κανείς δεν ήξερε τι θα γίνει. Και πάλι κάπως συνεχίζαμε να δουλεύουμε.Υποθέτω ότι ένα από τα διακυβεύματα κάθε καλλιτεχνικού εγχειρήματος είναι ολοκληρώνοντας να έχει μάθει ο δημιουργός και κάτι για τον εαυτό του.

ΧΠ: Σωστά. Ή να τον έχει αλλάξει.

Τι μάθατε λοιπόν για τους εαυτούς σας τώρα που το ΗΠΑΡ ολοκληρώνεται ως βίντεο, το οποίο δεν γνωρίζατε όταν ξεκινούσατε τις πρόβες για το ΗΠΑΡ ως θεατρικό;

ΧΠ: Δεν ήξερα ότι είμαστε τόσο πολύ ευέλικτοι. Μου άρεσε αυτό.

ΑΠ: Εγώ επιβεβαίωσα κάτι που ήξερα, ότι μας διακρίνει μία επιμονή, δεν τα παρατάμε, δεν λέμε ποτέ άσ’ το δε γίνεται. Προχωράμε με ένα τρόπο που θα οδηγήσει στο να γίνει αυτό που θέλουμε.

Και τι πιστεύετε ότι θα μάθει ή τι θα θέλατε να μάθει ένας θεατής παρακολουθώντας το ΗΠΑΡ;

ΧΠ: Θα μπει σε ένα πολύ περίεργο, αποπροσανατολιστικό κόσμο, που όμως είναι πολύ ζεστός. Γιατί το κείμενο του Ευθύμη είναι θερμό. Είναι σαν να χάνεσαι σε μια σπηλιά και μετά να βγαίνεις σε ένα νέο, καινούργιο φως.

ΑΠ: Είναι πάρα πολύ συγκινητικός ο τρόπος που αυτό το κείμενο δείχνει τα εσωτερικά όργανα αυτών των δύο ανθρώπων να είναι σε διάλογο.

Ως blitz κάποτε λέγατε ότι η ομάδα σχηματίστηκε με βάση, μεταξύ άλλων, την πεποίθηση ότι όλα είναι υπό αμφισβήτηση, ότι τίποτα δεν είναι σίγουρο, ούτε στο θέατρο ούτε στη ζωή.

ΧΠ: Είναι σαν να μας επιβλήθηκε η αβεβαιότητα λόγω επαγγέλματος αλλά και λόγω μιας τυχοδιωκτικής φύσης.

ΑΠ: Ακριβώς. Θυμάμαι ούτως ή άλλως να έχω μία τέτοια τάση, ακριβώς επειδή ζούσα με έναν τέτοιο τρόπο. Δεν με ενδιέφερε ποτέ η σταθερότητα, με την έννοια της συγκεκριμένης δομής.

ΧΠ: Αυτή η αβεβαιότητα για εμάς έχει θετικό πρόσημο, μας αρέσει. Αυτό που στα αγγλικά λένε “comfort zone”μας προκαλεί προβλήματα, ψυχολογικά και καλλιτεχνικά. Θεωρώ ότι αυτός είναι και ένας από τους λόγους που τελείωσαν οι blitz. Προσωπικά έπιασα τον εαυτό μου να είναι σε μία comfort zone, ο καθένας μας είχε το ρόλο του. Δεν έχει ενδιαφέρον, ανεξάρτητα από το αν έχει επιτυχία. Αυτό λοιπόν που γράφαμε τότε ως blitz, αν και είναι μια γενική διατύπωση, φυσικά ισχύειακόμη. Δεν μας επιβάλλεται μόνο λόγω του διαλυμένου 21ου αιώνα που ξεκίνησε με τους Δίδυμους Πύργους και δεν ξέρουμε πού θα φτάσει. Είναι κάτι που επιθυμούμε γιατί είμαστε φύσειςτυχοδιωκτικές, παρά την κούραση που συνεπάγεται.

ΑΠ: Κανείς δεν ξέρει ποτέ τι θα γίνει. Το περασμένο καλοκαίρι, στα γυρίσματα μιας ταινίας, ήμασταν σε ένα ιστιοφόρο και κάθε μέρα ήταν τελείως διαφορετική, υπήρχε απόλυτη εξάρτηση από τα καιρικά φαινόμενα. Εκεί μου φάνηκε πιο φοβερό από ποτέ το ότι οι άνθρωποι έχουμε αυτή την τάση. Μέχρι να βρεθείς σε μια συνθήκη που θα σε κάνει να συνειδητοποιήσεις ότι τελικά δεν υπάρχει. Γιατί λοιπόν ένας άνθρωπος αναζητά συνέχεια αυτό που λέμε ασφάλεια;

Ίσως γιατί είναι πιο ξεκούραστο;

ΧΠ: Με ένα τρόπο όντως είναι.

ΑΠ: Τι είναι δηλαδή πιο ξεκούραστο;

ΧΠ: Ίσως το να έχεις ένα βίο πιο οργανωμένο, με ένα σταθερό εισόδημα.

Με το ότι δεν υπάρχει, όπως λέτε, ασφάλεια, είναι κάτι που συμφιλιωθήκατε από μικροί ή το καταφέρατε σε βάθος χρόνου;

ΧΠ: Εξαρχής, το λέω απερίφραστα. Αν και εύχομαι να οξύνεται με τα χρόνια. Φαντάσου ότι με την Αγγελική γνωριστήκαμε όταν παίζαμε σε μια παράσταση του Μαρμαρινού και φύγαμε σχεδόν στη μέση των προβών ενός επόμενου project του Μιχαήλ για να κάνουμε τους blitz. Σαφώς μας ενδιαφέρει η καριέρα μας, είμαστε φιλόδοξοι άνθρωποι, αλλά με κάποιους δικούς μας όρους. Υπήρχε πάντα σε εμάς η τάση του καλού σαμποτάζ. Κάποιες φορές είναι πιο οξυμένη. Κάποιες άλλες μπορεί να ξεχνιέσαι, ανθρώπινο είναι κι αυτό. Η ανθρώπινη φύση άλλωστε είναι πολύπλοκη.Για κάποιους η εναλλαγή και ο τυχοδιωκτισμός είναι το ζητούμενο για να ζήσουν πιο ευτυχισμένα. Άλλοι άνθρωποι ευχαριστιούνται πολύ την ασφάλεια. Δεν είναι αρνητικό για όλες τις φύσεις αυτό. Για τη δική μου φύση όμως είναι. Προτιμώ την ανησυχία από την ησυχία. Αν ωστόσο θεωρούμε ασφάλεια το να είναι γεμάτοι οι δρόμοι της Αθήνας με αστυνομικούς, μάλλον έχουμε μια λανθασμένη οπτική της ασφάλειας. Αλλά αυτό είναι μια εντελώς άλλη κουβέντα.

Το ΗΠΑΡ θα κάνει πρεμιέρα στην GNO TV, τη νέα διαδικτυακή τηλεόραση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στις 9 Απριλίου. Η προπώληση των εισιτηρίων – τιμή 5 ευρώ – θα ξεκινήσει online στις 5 Απρίλιου από τα ticketservices.gr & tickets.public.gr (info: Ταμεία ΕΛΣ 2130885700).

Exit mobile version