Η Δώρα Αναγνωστοπούλου μεγάλωσε με Τρύπες και Μπέργκμαν
- 22 ΙΟΥΛ 2020
“Δεν είμαι σίγουρη αν γράφονται τέτοια πράγματα. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι περάσαμε υπέροχα. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που έκανα οτοστόπ, αν και στην Ιταλία τότε δεν αισθανόσουν κίνδυνο. Το πιο πιθανόν ήταν να πέσεις πάνω σε κάποιον φοιτητή”.
Η παραπάνω είναι μια από τις ωραιότερες αναμνήσεις της κόρης του χονδρέμπορου σοκολάτας και της υπαλλήλου στις βρεφικές τροφές Γιώτης από τα πέντε, συνολικά, ξέγνοιαστα χρόνια που πέρασε ως φοιτήτρια στην Ιταλία.
“Υπήρχε πάντα ένα ντουλάπι στο πατρικό μου, γεμάτο σοκολάτες και σοκοφρέτες, που ήταν η χαρά των φίλων μου. Στο δικό μου σπίτι δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο. Τα παιδιά μου (12 και 9 χρονών αντίστοιχα) εξακολουθούν να ανοιγοκλείνουν με χαρά εκείνο στο σπίτι των γονιών μου”.
Μια χώρα που το κορίτσι (με τα μακριά μαλλιά, το ανήσυχο πνεύμα και την προτίμηση σε Τρύπες και Stereo Nova) λάτρεψε τόσο από την πρώτη στιγμή που την γνώρισε, στα 13 της στο πλαίσιο ενός προγράμματος ανταλλαγής μαθητών όπου έμεινε σε μια μικρή πόλη κοντά στην Φότζα, ώστε αποφάσισε πως δεν την ένοιαζε καν να δώσει Πανελλήνιες.
“Λάτρεψα την χώρα και με κέρδισε η αισθητική της. Οπότε, με το που γύρισα, ξεκίνησα μαθήματα Ιταλικών (σ.σ. μιλάει επίσης αγγλικά και ισπανικά). Φρόντισα να κρατήσω τις παρέες που είχα κάνει. Και γενικά είχα δημιουργήσει ένα ωραίο κλίμα να με περιμένει. Ήμουν πολύ αποφασισμένη”.
“Λένε ότι ο τόπος που μεγαλώνουμε μας ορίζει. Και εγώ μεγάλωσα και ωρίμασα στην Ιταλία”
Μια χώρα που στάθηκε καρμική για κάθε πτυχή της ζωής της αφού εκεί ήταν που το κορίτσι που, αντί για αφίσες, είχε κολλημένα editorial του Τσαγκαρουσιάνου από το 01 στην ντουλάπα της (“Θυμάμαι ακόμη ένα συγκλονιστικό που είχε γράψει για μια φίλη του που είχε καρκίνο”), γνώρισε τον δημοσιογράφο σύζυγό της.
“Όταν εγώ πήγαινα για σπουδές στην Ιταλία, εκείνος γύριζε. Γνωριστήκαμε για ένα μικρό διάστημα 2-3 μηνών μέχρι να φύγει και μετά βρεθήκαμε ξανά τυχαία όταν τελικά επέστρεψα. Σκέψου ότι στην Ελλάδα γύρισα για οικογενειακούς λόγους, αλλιώς σκεφτόμουν σοβαρά να μείνω μόνιμα Ιταλία. Ήταν ίσως όντως καρμικό όλο αυτό. Λένε ότι ο τόπος που μεγαλώνουμε μας ορίζει. Και εγώ μεγάλωσα και ωρίμασα στην Ιταλία”.
Μια χώρα στην οποία η Δώρα -με τα γαλαζοπράσινα μάτια χάσιμο- πρωτοανακάλυψε το πάθος της για τον κινηματογράφο που έμελλε να γίνει ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της μετέπειτα καριέρα της.
“Εκεί ήταν που ξεκίνησε το πάθος μου για τον κινηματογράφο. Περνούσα άπειρες ώρες στην ταινιοθήκη του πανεπιστημίου, πήγαινα σινεμά και έγραφα εργασίες για τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο. Ασχολήθηκα -μεταξύ άλλων- με τον νεορεαλισμό και τους εκπροσώπους του (Φελίνι, ντε Σικά) και τον Τριφό”.
Μια καριέρα που ξεκίνησε το 2003 από την ΕΡΤ, στην οποία πήγε ως παρουσιάστρια προγράμματος, και από την οποία έφυγε το 2019 ως παρουσιάστρια του κεντρικού δελτίου ειδήσεών της. Έχοντας αποδείξει ότι μπορεί ο πολιτισμός να είναι το πάθος της, αλλά η ενημέρωση είναι τελικά στο αίμα της.
“Στην ΕΡΤ βρέθηκα λίγο πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, όταν έκαναν casting για παρουσιάστριες προγράμματος. Παρότι εγώ αυτό που ήθελα να κάνω και ο λόγος που σπούδασα δημοσιογραφία ήταν το ρεπορτάζ και οι ανταποκρίσεις, με πρότυπα θρύλους όπως η Οριάνα Φαλάτσι, ξεκίνησα να δουλεύω με πολύ όρεξη κάνοντας παρουσίαση και δουλεύοντας παράλληλα στο πρόγραμμα. Η πρώτη εκπομπή που παρουσίασα ήταν κάτι αντίστοιχο της Κινηματογραφικής Λέσχης του Γιάννη Μπακογιαννόπουλου. Ήμουν πραγματικά τυχερή γιατί είχα πολύ καλούς δασκάλους, όπως τον Γιώργο Μπράμο και έπειτα τον Μισέλ Δημόπουλο, από τους οποίους έμαθα πάρα πολλά πράγματα για το σινεμά. Στην πορεία έκανα και άλλα πράγματα, όπως μεσημεριανή εκπομπή, μαγκαζίνο για ομογενείς στην δορυφορική, ενώ συμμετείχα στις αγορές ταινιών και προγράμματος”.
Για την ακρίβεια η Δώρα, που εκπέμπει τόσο αβίαστα αισθητική και στιλ (ακόμη και καβάλα στην αγαπημένη της βέσπα, όπως την είδα να έρχεται στο ραντεβού μας στην Μαρίνα Φλοίσβου), έκλεισε την πόρτα πίσω της στον σωστό χρόνο και με το σωστό τρόπο.
“Η αυλαία για μένα έπεσε με τις εκλογικές βραδιές. Ήταν μια φοβερή εμπειρία, ένας non stop μαραθώνιος, στον οποίο τα πήγαμε πολύ καλά. Είχαν περάσει 2 ½ χρόνια από την στιγμή που κλήθηκα να αναλάβω το κεντρικό δελτίο ειδήσεων χωρίς να έχω απόλυτη εμπειρία από την ενημέρωση και σε μια περίοδο που η ενημέρωση ήταν στο peak της. Εκείνη την στιγμή ένιωσα ότι έχω κατακτήσει πράγματα. Ένιωσα σίγουρη για τον εαυτό μου. Και, λίγο πριν κληθώ να υποδεχθώ -μαζί με τους συναδέλφους μου- την νέα διοίκηση, όπως συμβαίνει μετά από κάθε εκλογές, έρχεται η πρόταση από το ONE. Για μένα ήταν μια ψήφος εμπιστοσύνης και ένα εισιτήριο συνέχειας. Οπότε και δέχθηκα”.
Ψήφος, εισιτήριο αλλά και πρόκληση. Από εκείνου του είδους που χρειάζεσαι κότσια, φιλοδοξία -και λίγη δημιουργική τρέλα- για να αποδεχθείς.
“Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση. Ήταν μια πρόκληση για μένα, τόσο προσωπική όσο και επαγγελματική. Το Mega είναι ένα καινούργιο κανάλι που έχει μια βαρία κληρονομιά και ένα βαρύ όνομα. Ο κόσμος το έχει αγαπήσει πολύ και πρέπει να του δώσουμε αυτό που περιμένει. Αλλά η γοητεία είναι ότι χτίζεις κάτι από την αρχή. Όταν το κάνεις αυτό πρέπει να μελετήσεις πολύ καλά τι κενό υπάρχει, τι θέλει ο κόσμος από εσένα και ποια είναι η ταυτότητα που θέλεις να δώσεις εσύ σε αυτό. Και εγώ νομίζω ότι ο παρουσιαστής δίνει όντως ταυτότητα με την παρουσία του, την αισθητική του και τη δουλειά του”.
Από το ελάχιστο που την γνωρίζω, αισθάνομαι ότι η κολυμβήτρια Δώρα (αυτός είναι ο αγαπημένος τρόπος γυμναστικής της) δεν μασάει μπροστά σε προκλήσεις. Για την ακρίβεια ότι αυτές είναι που της βγάζουν μπροστά χαρακτηριστικά (όπως την δύναμη και την ψυχραιμία) που και η ίδια μπορεί να μην είχε συνειδητοποιήσει ότι διαθέτει. Εκτός και αν το θεωρείς εύκολο πράγμα να βρίσκεσαι στο τιμόνι ενός νέου δελτίου ειδήσεων, όπως του Mega. Και, τρεις εβδομάδες μετά, να σου σκάει ο Covid-19.
“Ήταν δύσκολα για εμάς τα πράγματα γιατί, πάνω που πήγαμε να χτίσουμε το δελτίο, μείναμε λιγότεροι αφού δεν μπορούσες εκείνη την περίοδο να πεις σε κάποιον να έρθει στα γραφεία αν είχε οικείους σε ευπαθείς ομάδες, μικρά παιδιά κτλ. Τα βγάλαμε, ωστόσο, πέρα με πολύ μεράκι και πολλή υπομονή. Σε προσωπικό επίπεδο δεν νιώθω ότι έχω δώσει το 100%. Αλλά μου αρέσει να κάνω σταθερά βήματα και είμαι από τους ανθρώπους που εμπιστεύομαι πολύ τους συνεργάτες μου. Δεν ξεκινώ με την λογική ότι τα ξέρω όλα. Έχω πολλά πράγματα να μάθω από τους έμπειρους ανθρώπους που σχεδιάζουν το δελτίο. Έχω πολλά πράγματα να μάθω από τους ρεπόρτερ που βγαίνουν στον δρόμο. Αυτό που θέλω είναι να υπάρχει πρόοδος, να πηγαίνουμε κάθε μέρα και καλύτερα και να κερδίζουμε περισσότερο κόσμο“.
“Αυτό που θέλω είναι να υπάρχει πρόοδος”
Από το ελάχιστο που την γνωρίζω, αισθάνομαι ότι η Δώρα, με το πλατύ μεταδοτικό χαμόγελο (για το οποίο δέχεται συνήθως κομπλιμέντα) και το έξοχα δυναμικό καρέ δια χειρός Βαγγέλη Χατζή (που όντως είναι άξιο επιβράβευσης), δεν μας έχει δείξει ακόμη παρά ψήγματα του τι μπορεί να κάνει.
“Η πρώτη μου προτεραιότητα είναι να στηθεί καλά το δελτίο, να αρχίσουμε να κατακτάμε πράγματα σε καθημερινή βάση και να κερδίζουμε την εμπιστοσύνη όλο και περισσότερων τηλεθεατών. Από εκεί και πέρα θα ήθελα κάποια στιγμή να κάνω μια εκπομπή με συνεντεύξεις. Είναι κάτι που με ιντριγκάρει και θεωρώ ότι έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον”.
Όπως, αντίστοιχα, εγώ έχω παταγωδώς αποτύχει να σου περιγράψω μέχρι τώρα το πόσο απολαυστική εμπειρία είναι του να κάθεσαι απέναντι σε μια τέτοια γυναίκα που τελικά συνειδητοποιώ ότι ορίζεται από όλα όσα δεν κάνει.
Τι εννοώ; Δεν το παίζει ωραία, γιατί αυτό είναι το μοναδικό πράγμα στην ζωή της που της ήρθε έτοιμο. Όλα τα υπόλοιπα πάλεψε για να τα αποκτήσει.
“Δεν έδινα ποτέ ιδιαίτερη σημασία στην εμφάνισή μου. Δεν πορευόμουν με αυτό, ούτε το είχα στο ποτέ στο μυαλό μου ως άξιο λόγου”
Δεν το παίζει διανοούμενη, παρότι όντως μεγάλωσε με Μπέργκμαν και το πιο τρας πράγμα που βλέπει είναι όντως Ταραντίνο.
“Μια στιγμή που με σημάδεψε ήταν όταν, στα τέλη Γυμνασίου, είδα ένα βράδυ στον καναπέ του σπιτιού μου τις Άγριες Φράουλες. Τον λάτρεψα τον Μπέργκμαν. Και από τότε άρχισα να ψάχνομαι κινηματογραφικά και γενικότερα. Όσον αφορά την πιο ένοχη μου απόλαυση αυτή είναι ο Ταραντίνο, ο οποίους μου αρέσει ακόμη και στα πιο σπλάτερ του, όπως στο Death Proof με τις γυναίκες που εκδικούνται”.
Δεν το παίζει ροκου, παρότι μεγάλωσε με Τρύπες.
“Δεν υπήρξα πολιτικοποιημένη, αλλά μεγαλώνοντας ήμουν ανήσυχο νιάτο. Φαντάσου ότι πρώτη μου συναυλία ήταν, στα 15 μου, οι Τρύπες στο Λυκαβηττό”.
Για να μην το κουράζω, δεν το παίζει τίποτα άλλο από ότι ακριβώς είναι. Μια σκληρά εργαζόμενη μάνα δυο παιδιών που τόλμησε να αφήσει την σιγουριά προκειμένου να συμβάλλει στο χτίσιμο ενός δελτίου ειδήσεων για το οποίο να είναι πραγματικά περήφανη.
“Ως μαμά είμαι ήρεμη, όχι ιδιαίτερα αυστηρή και το θεωρώ επιτυχία ότι οι γιοι μου μιλάνε για τα πράγματα που αισθάνονται ή τους συμβαίνουν. Αυτό που μου καταλογίζουν είναι ότι είμαι απούσα λόγω δουλειάς”.
Στο τέλος της ημέρας η Δώρα, με την χαρακτηριστική φωνή που έρχεται να συμπληρώσει ταμαμ το πακέτο Φελινικής πρωταγωνίστριας που ακούσια πρεσβεύει, είναι απλώς ο εαυτός της.
“Σε τι είμαι εντελώς ατάλαντη; Δεν μπορώ να ζωγραφίσω ούτε ίσια γραμμή, δεν έχω πιάσει ποτέ μουσικό όργανο στο χέρι μου και σιδερώνω χάλια. Από την άλλη, λίγο το πέρασμα στην Ιταλία, λίγο η καταγωγή από Σμύρνη και Ήπειρο, ανοίγω φύλλο, φτιάχνω εξαιρετική πίτσα και ζυμώνω πολύ ωραίο ψωμί”.
Το ότι αυτός τυγχάνει να είναι larger than life, είναι δικό μου/ μας πρόβλημα, όχι δικό της.