Βασίλης Αντωνόπουλος
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Η Ειρήνη Φαναριώτη μας εκτοξεύει στην κορυφή του κόσμου

Η ηθοποιός-σκηνοθέτις παρουσιάζει την παράσταση Στην κορυφή του κόσμου, εκεί να με πας!. Μία ιστορία για πέντε γυναίκες που ζουν σε μία παράλληλη πραγματικότητα, όπου οι άνθρωποι διαχωρίζονται σε δύο μητρώα: Μόνος/Μόνη και Μαζί. 

Η πρώτη φορά που βρέθηκε μόνη πάνω στη σκηνή ήταν πριν από μία επταετία όταν παρουσίασε τον μονόλογο Το κορίτσι του λύκου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, βασισμένoς στο μυθιστόρημα του Κριστιάν Μπομπέν La folle allure. Το ανέβασε με την ομάδα που ίδρυσε το 2015, την Terre de Semis (έχουν παίξει μέσα στα χρόνια από το Σύγχρονο Θέατρο μέχρι το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου και το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου) και αφηγήθηκε την ιστορία της ζωής μιας γυναίκας που βρίσκεται στο κατώφλι της ενηλικίωσης, έχοντας περάσει μέσα από την ξεγνοιασιά των παιδικών της χρόνων στο τσίρκο, την εφηβική πειθαρχία ενός οικοτροφείου, τη συζυγική ανία και τον έρωτα.

Την περσινή σεζόν, επανέλαβε το “one woman show”, αλλά με ένα δικό της θεατρικό έργο, το πρώτο της: το Nina/Where are you my de@r?, το οποίο έγραψε, σκηνοθέτησε και ερμήνευσε στο Θέατρο 104. Ξετύλιξε μία ακόμα ιστορία μιας γυναίκας, που θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε γυναίκα του σήμερα που έχει περάσει τα 30 και δέχεται την κοινωνική πίεση σε κάθε πτυχή της ζωής της. 

Φέτος, επέστρεψε με το δεύτερο έργο της, αλλά αυτή τη φορά δεν είναι μόνη, ούτε πάνω στη σκηνή. Υπό τις σκηνοθετικές της οδηγίες, πέντε γυναίκες ηθοποιοί παρουσιάζουν την παράσταση Στην κορυφή του κόσμου, εκεί να με πας! στο Θέατρο Αργώ-Studio. 

«Πέρυσι, δεν είχα χρήματα. Το πρώτο έργο με το οποίο καταπιάστηκα ήταν ουσιαστικά το φετινό μου, το Στην κορυφή του κόσμου, εκεί να με πας!. Πριν δύο χρόνια το πρότεινα σε φορείς, μίλησα με παραγωγούς, ωστόσο είτε δεν με καλούσαν ποτέ είτε όταν μου έκλειναν ραντεβού δεν ήθελα να κάνω εκπτώσεις. Είμαι σε μια φάση πλέον που δεν μπορώ να αναλαμβάνω την ευθύνη ανθρώπων που εργάζονται για μια δική μου παράσταση και δεν είναι οι συνθήκες ανθρώπινες και με σεβασμό στο χρόνο και στον κόπο του καθενός. 


Μην έχοντας λοιπόν κάποια στήριξη, αποφάσισα να ανεβάσω μόνη μου το Nina/where are you my de@r?, παίρνοντας μόνο την ευθύνη του εαυτού μου και συστήνοντας στο κοινό αυτή την πλευρά μου. Ευτυχώς, θα έλεγα τελικά. Τα εμπόδια, η έλλειψη πίστης και στήριξης από ανθρώπους που έχουν τα λεφτά για να το κάνουν μου βγήκε σε καλό. Με κάνει κάθε μέρα και πιο δυνατή, πιο σίγουρη να σταθώ στα δικά μου πόδια και να κάνω τα πράγματα έτσι όπως θα ήθελα να τα είχε κάνει κάποιος και για μένα. Με έκανε να κοιτάξω δίπλα μου και να δω τους ανθρώπους που με στηρίζουν και πιστεύουν σε μένα, ενώ εγώ έψαχνα την υποστήριξη μακριά σε άλλα πεδία και μέσα από άλλα μάτια. Το τραύμα, βλέπεις, της μη αποδοχής είναι πάντα εκεί, απλώς μεγαλώνω πια». 

Βάσια Αναγνωστοπούλου

Η γυναικεία εμπειρία και οι προκλήσεις της βρίσκονται -ξανά- στον πυρήνα της νέας αυτής ιστορίας, που είναι μία σύγχρονη κωμωδία. «Τα βαθιά συναισθήματα και ο σεβασμός που τρέφω για τις γυναίκες με οδήγησαν στη συγγραφή της. Τις θαυμάζω. Ξεκινώντας από τη δύναμη της μάνας μου, το πείσμα της αδερφής μου, τη ζωντάνια, την αγάπη, την πίστη, το στήριγμα των φιλενάδων μου. 

Μεγάλωσα με πολλές γυναίκες γύρω μου. Το ασταμάτητο πνεύμα, η εφευρετικότητα, η τρυφερότητα ακόμη κι όταν όλα γύρω πάνε κατά διαόλου, η επιμονή. Έβλεπα να λείπουν από το θέατρο έργα που έχουν στο κέντρο τους τη γυναίκα – κι όχι σαν φύλο, αλλά σαν άτομο. Άτομο με το οποίο μπορεί να ταυτιστείς ακόμα κι αν δεν είσαι γυναίκα», αναφέρει για να υπογραμμίσει ότι δεν αντιλαμβάνεται το έργο ως καθαρά γυναικείο: «Είναι ανθρώπινο. Έρχονται άτομα στην ηλικία μου και πολύ πιο νεαρά απ’ όλα τα φύλα που ταυτίζονται πολύ και προβληματίζονται. Ταυτόχρονα, ανακουφίζονται κιόλας. 

Μιλάει για την ίδια τη ζωή, για το σήμερα. Τη σκληρότητα που δείχνουμε καθημερινά, την ένταση που βγάζουμε στους ανθρώπους, στη φύση, στα ζώα, τη βία που είναι στη γωνία και καραδοκεί κάθε μέρα. Και στον αντίποδα μιλάει για το πόσο απλή είναι η τρυφερότητα, η δικαιοσύνη, η ισότητα. Μια μικρή απόφαση είναι να είσαι όλα αυτά».

Τι βλέπουμε όμως να διαδραματίζεται επί σκηνής; «Πέντε γυναίκες, η Μαρία (ή Μαράρα), η Κάτια, η Θανάσια, η Γιάνι και η Νέλλυ συναντιούνται -άλλες καλεσμένες κι άλλες ακάλεστες- για τα γενέθλια της Μαρίας, στο διαμέρισμα όπου ζει τα τελευταία χρόνια η Κάτια, στο μπλοκ της ΜΟΝΗ. Ένα συγκρότημα διαμερισμάτων που έχει φτιαχτεί από την πολιτεία για την προστασία των γυναικών που ζουν μόνες. 

Η Μαρία μόλις έχει φτάσει στο διαμέρισμα λόγω του πολύ πρόσφατου και ιδιαίτερου χωρισμού της με τον σύντροφό της Ντόνυ και δεν έχει καμία διάθεση για γενέθλια. Η Γιάνι, γειτόνισσα της Κάτιας στο μπλοκ καταφτάνει για να βοηθήσει την κατάσταση ενώ η Θανάσια, account manager στην PR εταιρία που έχει αναλάβει τον λογαριασμό της Μαρίας στο διαδίκτυο, της προτείνει να προωθήσει στον λογαριασμό της ένα ιδιαίτερο premium προιόν. Παράλληλα, η Νέλλυ, κρύβει κάτω από τα ρούχα της ένα πολύ τραγικό μυστικό. Όλα αυτά μέσα σε χορό, τραγούδι, γέλια, μαλλιοτράβηγμα και κλάματα».

 

Ανέφερε ότι μία από τις ηρωίδες, η Κάτια ζει τα τελευταία χρόνια η Κάτια, στο μπλοκ της ΜΟΝΗ κι αυτό έχει τη σημασία του, καθώς είναι ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του έργου που έγραψε. Οι πέντε ηρωίδες προσπαθούν να επιβιώσουν όσο καλύτερα μπορούν, μέσα σε έναν κόσμο σκληρό, ανταγωνιστικό και απειλητικό. Η συνάντησή τους εκτυλίσσεται σε ένα πολύχρωμο σύμπαν, με έντονους ρυθμούς, σε μία παράλληλη πραγματικότητα -ή ίσως ένα κοντινό μέλλον-, όπου οι άνθρωποι καταγράφονται στα μητρώα και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: οι ΜΑΖΙ και οι ΜΟΝΟΣ/ΜΟΝΗ.


«Δεν θυμάμαι ακριβώς να σου πω πότε εγκαθιδρύθηκε αυτό σαν ιδέα μέσα στο έργο. Θυμάμαι μόνο την αφετηρία ης σκέψης που πηγαίνει αρκετά πίσω, την περίοδο που ήμουν χωρίς σχέση -διήρκεσε κάποια χρόνια- κι ένιωθα μια τρομερή πίεση από το περιβάλλον ότι έπρεπε να ζευγαρώσω. Εγώ στο μεταξύ OK ήθελα να ερωτευτώ, αλλά δεν με πείραζε που κοιμόμουν μόνη τα βράδια – κι απλωνόμουν στο κρεβάτι μου. 

Όποιες γυναίκες έχουν περάσει μια ηλικία και δεν έχουν σχέση ή δεν έχουν παντρευτεί αντιμετωπίζονται σχεδόν σαν ελαττωματικά προϊόντα. Όταν εγώ ήμουν στην ίδια θέση φοβόμουν. Αν είσαι μόνη σημαίνει πως είσαι και διαθέσιμη αυτόματα. Εγώ την ένιωθα αυτή την πίεση σαν ελεύθερη που ζούσα τη ζωή μου και δυστυχώς από άτομα του στενού μου κύκλου, που προφανώς δεν υπάρχουν πια στη ζωή μου. Με έκαναν να φοβάμαι πάντα ότι κάποιο δικαίωμα έχω δώσει για να μου κάνουν κάποια κίνηση που με έφερνε σε δύσκολη θέση ή να έρθουν αιφνιδιαστικά να μου χτυπήσουν το κουδούνι ή να με χαρακτηρίσουν σκύλα και “παγοκολώνα” επειδή δεν ανταποκρινόμουν.

Όταν γνώρισα τον Κωνσταντίνο -τον σύζυγό μου- αυτό καταλάγιασε σιγά-σιγά κι ύστερα σε παρέες άρχισα να ακούω τα ίδια για άλλες γυναίκες και σε παρέες παντρεμένων. Και δυστυχώς καμία γυναίκα να μην μιλάει. Θυμώνω πολύ και τώρα που το επαναφέρω στο μυαλό μου. Κάπως έτσι, υποθέτω χώρισα τον κόσμο σε ΜΑΖΙ και ΜΟΝΗ. Με τις ΜΑΖΙ να ζουν σε αγωνία μήπως χάσουν το προνόμιό μου και τις ΜΟΝΗ να είναι απομονωμένες».

Βασίλης Αντωνόπουλος

«Ο τίτλος Στην κορυφή του κόσμου, εκεί να με πας! έχει κάτι το αθώα ρομαντικό, έχει επίσης κάτι κλισέ, ίσως και να κρύβει κάποια ειρωνεία», της λέω και συμφωνεί, εν μέρει. «Θα μπορούσαμε να πούμε πως ναι, έχει κάτι κλισέ. Έχει να κάνει με τα όνειρα που κάνουμε όταν είμαστε εκεί κοντά στην εφηβεία -καλά εγώ ακόμα τα κάνω- και το αίτημα με το οποίο μεγαλώνουμε σαν γυναίκες. Να φτάσουμε ψηλά, να αλλάξουμε τον κόσμο ή έστω το πώς ο κόσμος μας βλέπει. Κρύβει πίσω του τη σκέψη ότι αν φτάσω ψηλά κανείς δεν θα μπορεί να προσποιηθεί ότι δεν με βλέπει, ότι δεν έχω κάνει κάτι καλό. 

Έχει να κάνει με την αποδοχή που αναζητάμε ως γυναίκες μέσα στην κοινωνία. Παράλληλα, σχετίζεται και με τον τρόπο προβολής μας μέσω του διαδικτύου. Με το πόσο χώρο καταλαμβάνει πια στις ζωές μας το θέμα της προβολής, ότι το κάθε άτομο πλέον μπορεί να προβάλλεται και να δημιουργεί πρότυπα χωρίς κάποια ιδιαίτερη ιδιότητα ή γνώσεις».

Τη ρωτώ αν υπήρξε κάποια στιγμή που από έρωτα είπε τη συγκεκριμένη φράση. Γελάει και απαντά: «Εντάξει, έχω πει πολλά, αλλά αυτή όχι. Έχω πια αιτήματα στις σχέσεις μου. Ίσως, όχι με έναν τόσο επιτακτικά ουτοπικό τρόπο, αλλά διεκδικώ χώρο. Διεκδικώ αυτό που πιστεύω πως αξίζω. Λέω εγώ θέλω αυτό και δεν θέλω να πεθάνω χωρίς να το έχω παλέψει. Συνδέω πολύ συχνά τον χρόνο και τον θάνατο με τους στόχους. Αν σήμερα ήταν η τελευταία μέρα της ζωής μου… Ίσως γιατί έχω ζήσει τον θάνατο ενός νέου ανθρώπου, που μου άφησε την πικρή γεύση ότι δεν τον χόρτασα, θέλω όσο μπορώ να χορτάσω από ζωή. 

Επίσης, το θεωρώ και ύβρι να έχεις υγεία και ειρήνη και να μην παλεύεις για όσα θες για σένα και τους δικούς σου. Για τον σεβασμό, για την αλήθεια, για τις ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας. 

Ζούμε σε πολύ θολούς καιρούς κι αυτό μας ζαλίζει, μας υπνωτίζει συχνά. Έχω περάσει και περνάω από αυτή την περιοχή συχνά. Κατάλαβα όμως, αργά, αλλά το έκανα, πως κανείς δεν μπορεί να σε πάει πουθενά, να σου δώσει τίποτα ή να σε κάνει ευτυχισμένη. Πρέπει να το κάνεις εσύ για τον εαυτό σου. Κάποιες φορές έχω τη δύναμη, κάποιες άλλες κουράζομαι. Γι’ αυτό είμαι και η Μαρία και η Κάτια – οι δύο βασικές ηρωίδες του έργου».

Αν και βρίσκει μαζί τους περισσότερα κοινά στοιχεία συγκριτικά με τις άλλες τρεις ηρωίδες, δεν διαχωρίζει τον εαυτό της από καμία. «Βρίσκω εμένα μέσα στην καθεμία. Κάθε λόγος, κάθε στιγμή και κάθε εμπειρία προέρχονται από δικές μου στιγμές, λόγια κι εμπειρίες. Τόσο που καμιά φορά κοιτάζω την παράσταση και σκέφτομαι “Πόσα έχω ζήσει Θεέ μου! Τελικά, είμαι πολύ μεγάλη!”». 

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο δεν έχει με καμία τους ουσιαστικές διαφορές. «Ξέρεις, το ζήτημα είναι πως είναι θέμα τύχης ποιες είμαστε σήμερα. Ξεκινάει από το που γεννιόμαστε. Σε ποια χώρα, σε ποια πόλη, με ποιους γονείς και σε τι περιβάλλον αναπτυσσόμαστε, ποιες είναι οι επιρροές μας. Αν για παράδειγμα γεννιόμουν σήμερα στη Γάζα, δεν θα είχα την πολυτέλεια για τίποτα από αυτά που συζητάμε τώρα. Δεν μας διαχωρίζει τίποτα σαν ανθρώπους στην ουσία μας. Η κάθε μια από αυτές τις γυναίκες θα μπορούσε να είναι εγώ, εσύ, εκείνη ή εκείνος. Τυχαία είμαστε αυτές που είμαστε.


Έτσι, παρόλο που κάποια στοιχεία από τις ηρωίδες αρχικά φαινόντουσαν στις ηθοποιούς ότι είναι μακριά τους, δεν τα αναγνώριζα ή δεν επικροτούσαν κάποιες επιλογές τους, με παραδείγματα και παραλληλισμούς κατάλαβαν και δικαιολόγησαν τις αδυναμίες των φανταστικών αυτών γυναικών. Γιατί όλες μας είμαστε κάθε μέρα αυτές οι ηρωίδες, αυτή είναι η αλήθεια».

Και το φετινό της θεατρικό έργο, όπως και το περσινό, εντάσσονται σε μία τάση που διακρίνεται τα τελευταία χρόνια πολύ έντονα στο ελληνικό θέατρο, όπου το γυναικείο βίωμα βγαίνει στη σκηνή. Ολοένα και πληθαίνουν κάθε σεζόν τα έργα που έχουν καθαρά φεμινιστική ταυτότητα – παραστάσεις που γράφονται, σκηνοθετούνται και παίζονται από γυναίκες, θέλοντας να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους για τη θέση της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία. 

Το επόμενο θεατρικό της έργο θέλει να έχει και πάλι τη σύγχρονη γυναίκα στο επίκεντρο. «Δεν ξέρω όμως αν θα είναι τόσο προφανές», διευκρινίζει. «Ξέρεις, με έναν τρόπο πάντα ήταν στο επίκεντρο για μένα. Από όταν ξεκίνησα να σκηνοθετώ, είναι λογικό σε όλα τα έργα να υπάρχει η γυναικεία ματιά. Ακόμα κι αν δεν είναι ακριβώς στο επίκεντρο, νομίζω θα ήταν αφελές εκ μέρους μου να πω ότι δεν αντιλαμβάνομαι τα έργα σύμφωνα με τη φύση μου».

Σε μία ουτοπική συνθήκη, ποια θα ήταν άραγε η δική της εκδοχή για την κορυφή του κόσμου; «Δεν είναι ουτοπία αυτό που φαντάζομαι. Το να ζεις με άλλους ανθρώπους μαζί που σε σέβονται και τους σέβεσαι, το να αποδέχεσαι και να αγαπάς το άτομο δίπλα σου γι’ αυτό που είναι, το να θες να βρεις λύση αντί να βγάλεις το μαχαίρι, το να παίρνεις μια βαθιά ανάσα πριν ορμήσεις στη μάχη, το να λατρεύεις όλες τις διαφορετικές εκδοχές των άλλων, το να φροντίζεις τις πληγές, το να κυκλοφορείς χωρίς το φόβο ότι κάτι θα πάει στραβά, το να μην καταστρέφεις ότι για αιώνες υπάρχει χωρίς εσένα, το να σέβεσαι τη ζωή όλων των πλασμάτων πάνω στη Γη, το να μη σηκώνεις το τουφέκι για χόμπι. 

Τέτοια, απλά πράγματα δηλαδή. Θα μου πεις, εσύ τα κάνεις; Πραγματικά, παλεύω κάθε μέρα με το θηρίο μέσα μου. Γιατί είμαστε θηρία σε κλουβιά πια, πώς να δώσουμε καλό; Από πού να το πάρεις; Από αυτά που διαβάζεις κι ακούς κάθε μέρα; Το κακό φέρνει πάντα κακό. Και δυστυχώς έχουμε πνιγεί πια από την τόση αδικία».

***

Στην κορυφή του κόσμου, εκεί να με πας!

Κείμενο/Σκηνοθεσία: Ειρήνη Φαναριώτη 

Σχεδιασμός φωτισμού: Ναυσικά Χριστοδουλάκου 

Σκηνικά: Τίνα Τζόκα 

Κοστούμια: Karavan Clothing 

Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Gary Salomon 

Χορογραφίες: Αγγελική Τρομπούκη 

Βοηθός Σκηνοθέτριας: Μυρσίνη Πετρίδη

Φωτογραφίες: Βάσια Αναγνωστοπούλου 

Αφίσα: Βασίλης Αντωνόπουλος 

Παραγωγή: Terre de Semis AMKE 

Παίζουν: Κάτια: Στέφη Πουλοπούλου, Μαρία: Αγγελική Πασπαλιάρη, Θανάσια: Χαρά Κυριαζή, Νέλλυ: Βίνα Σέργη, Γιάνι: Έλενα Χρηστίδη 

Η παράσταση πραγματοποιείται με την υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού. Χορηγός Karavan Clothing Ευχαριστούμε την εταιρεία υποδημάτων Dore shoes.

Info: Θέατρο Αργώ – Studio (Ελευσινίων 13-15, Αθήνα, 210-5201684). Παρασκευή και Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 19.00. Προπώληση εδώ.