Η ιστορία της ελληνικής επανάστασης είναι γεμάτη μύθους
Μια συζήτηση με τον συγγραφέα Σταύρο Παναγιωτίδη με αφορμή το βιβλίο του «Μύθοι, παρεξηγήσεις και άβολες αλήθειες της ελληνικής ιστορίας».
- 23 ΜΑΡ 2024
H μητέρα του συνήθιζε να του λέει πως «όσα πιο πολλά ξέρεις, τόσο πιο δύσκολο είναι να σε κοροϊδέψει κάποιος». Ο Σταύρος Παναγιωτίδης το υιοθέτησε και φρόντισε να «οχυρωθεί» καταλλήλως, αναζητώντας την αλήθεια σε ό,τι τον αφορούσε και τον ενδιέφερε. Είτε ήταν η κοινωνιολογία, είτε η πολιτική επιστήμη, είτε η ιστορία.
Σε ένα pocket size βιβλίο 223 σελίδων που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος παρέθεσε κάποιους από τους πιο διαδεδομένους «Μύθους, παρεξηγήσεις και άβολες αλήθειες της ελληνικής ιστορίας» -όπως είναι ο τίτλος.
Πολλές αφορούν την Ελληνική Επανάσταση, για αυτό και διαβάζεις τώρα αυτές τις γραμμές. Για αρχή, μην βάλεις το χέρι σου στη φωτιά πως όλα άρχισαν την 25η Μαρτίου, από εκεί που ξέρεις ότι άρχισαν. Ή ότι υπήρχαν Κρυφά Σχολειά στις εκκλησίες.
Θα πρότεινα και να μην ορκιστείς για τον χορό του Ζαλόγγου. Ή ότι οι Σπαρτιάτες πετούσαν παιδιά στον Καιάδα. Ή πως ο Μέγας Αλέξανδρος έκοψε το Γόρδιο Δεσμό. Ή ότι ο Ιωάννης Μεταξάς είπε περιβόητο «όχι».
Η δουλειά του Σταύρου είναι ένα από τα πιο ευανάγνωστα, «ζωντανά» και ενδιαφέροντα βιβλία που έπιασα ποτέ στα χέρια μου, την στιγμή που η ελληνική ιστορία δεν υπάρχει καν στη λίστα με τα ενδιαφέροντα μου (ίσως γιατί πάντα ένιωθα πως πολλά από όσα είχα διδαχθεί στο σχολείο -για το σθένος, το φιλότιμο και την αδιαπραγμάτευτα δίκαιη προσωπικότητα των προγόνων μου- δεν κολλούσαν με όσα βλέπω γύρω μου).
Θέλησα λοιπόν, να επικοινωνήσω μαζί του, ώστε αφενός να του δώσω τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια (που κέρδισε έναν αδιάφορο για την ελληνική ιστορία, άνθρωπο), αλλά και να μάθω από την πηγή 2-3 (5-10) άλλες τέτοιες ενδιαφέρουσες ιστορίες. Με ενημέρωσε πως θα τις διαβάσω στην επόμενη δουλειά του.
Ως εχθρός των spoilers έκανα ένα U-Turn στο βιβλίο που συγκεντρώνει και αποδίδει με απλό, κατανοητό και αδιάσειστο τρόπο μύθους που καλλιεργούνται και αναπαράγονται εδώ και δεκαετίες.
«Χρειάστηκα 15 ημέρες για να γράψω το βιβλίο και 3 μήνες για να το ξαναγράψω, ώστε να μην κουράζει τον ειδικό αναγνώστη. Σκεφτόμουν από καιρό να συγκεντρώσω τις ιστορίες αυτές, αφού πάντα πίστευα αυτό που μου έλεγε η μητέρα μου, πως όσο πιο πολλά ξέρεις, τόσο πιο δύσκολο είναι να σε κοροϊδεύουν. Κι αυτό ενώ έβλεπα πολλούς δημοσιολογούντες να κοροϊδεύουν και να προσπαθούν να κάνουν καριέρες πάνω σε μύθους για την ιστορία».
Μύθοι, Παρεξηγήσεις και άβολες αλήθειες της Ελληνικής ιστορίας
Την αφορμή ωστόσο, όπως γράφω και στην εισαγωγή, μου την έδωσε ένας πανεπιστημιακός καθηγητής και διδάκτορας της ιστορίας σε ένα μεταπτυχιακό σεμινάριο που παρακολούθησα στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Έλεγε τη μια μπαρούφα μετά την άλλη. Από light ανιστόρητες αναλύσεις του τύπου “όλοι οι μελετητές συμφωνούν πως αν είχε ζήσει ο Καποδίστριας θα είχαμε ένα πολύ καλύτερο κράτος” έως καθαρούς μύθους». Παράδειγμα;
«Ο Τσόρτσιλ δεν είπε ποτέ πως κάθε 50 χρόνια πρέπει να βομβαρδίζεις τη Γερμανία -ξέρει αυτή γιατί. Ή ο Σαρλ Ντε Γκολ δεν έβαλε ποτέ βέτο για να μην μπει η Μεγάλη Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση με αυτό το όνομα, ώστε να μην δημιουργηθεί ζήτημα με την γαλλική περιοχή της Βρετάνης».
Πώς έγινε η Επανάσταση του ‘21 η βάση του βιβλίου
Σου είπα ήδη πως ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου του αφορά την Ελληνική Επανάσταση του ‘21. Υπάρχει συγκεκριμένος λόγος για αυτό.
«Τους «Μύθους» τους έγραψα το 2022. Το 2021 είχα κάνει την επιστημονική επιμέλεια κάποιων videos της πολιτικής και πολιτιστικής ομάδας Σπούτνικ για τα 200 χρόνια από την επανάσταση. Άρα είχα αντιμετωπίσει σε αυτήν τη δουλειά, μύθους και άβολες αλήθειες
Εκείνη την περίοδο ετοίμαζα κάποια άλλη δουλειά. Παράλληλα είχα στο κινητό ανοιχτό ένα αρχείο, στο οποίο σημείωνα τα θέματα που θα μπορούσα να συμπεριλάβω στο βιβλίο. Είχα αποφασίσει από νωρίς να μην περιοριστώ μόνο στους μύθους. Να μιλήσω και για παρεξηγήσεις, δηλαδή για πράγματα που δεν έγιναν ακριβώς όπως τα ξέρουμε, αλλά και για άβολες αλήθειες. Αυτές είναι το αντίθετο των μύθων, γεγονότα που συνέβησαν αλλά τα κρύβουμε κάτω από χαλί, επειδή κάνουμε το λάθος να μην τα τοποθετούμε στην πραγματική ιστορική συγκυρία τους. Επειδή βλέπουμε το παρελθόν με τα μάτια του παρόντος».
Για παράδειγμα;
«Αισθανόμαστε άβολα με το ότι δεν μιλούσαν όλοι οι αγωνιστές ελληνικά. Δεν το βλέπουμε αυτό το γεγονός στο ιστορικό του πλαίσιο. Δεν σκεφτόμαστε πως τότε δεν υπήρχε διαμορφωμένη και κατασταλαγμένη η έννοια και η φυσιογνωμία του ελληνικού έθνους όπως είναι σήμερα. Τα υλικά από τα οποία διαμορφωνόταν ήταν πιο ποικίλα. Άρα, δεν ήταν παράξενο κάποιοι που πολεμούσαν εναντίον των Οθωμανών να μην μιλούσαν ελληνικά.
Αισθανόμαστε άβολα και περίεργα, όταν σκεφτόμαστε πως πολλοί αγωνιστές από τη μία πολεμούσαν, από την άλλη πισωπατούσαν και τα έβρισκαν με τους Οθωμανούς.
Σήμερα θα ήταν προδότες».
Τότε ήταν; «Όχι. Ήταν άνθρωποι του παλιού παραδοσιακού κόσμου που έφτιαχναν τον νέο εθνικό κόσμο με τον αγώνα τους. Και μέσα τους, μέσα στην συνείδησή και στο ήθος τους, ζούσαν και οι δύο αυτοί κόσμοι. Αυτή είναι η γοητεία του ‘21. Είναι και αυτό που ‘κλωτσάει’ με την ιδέα που έχουμε για το εθνικό μας παρελθόν, πως είμαστε αυτό το ενιαίο έθνος των 3000 χρόνων με την γραμμική και αδιατάρακτη ιστορία και που ξεχωρίζει από όλα τα άλλα έθνη».
Η ιστορία που τον εξέπληξε
Πολλά είναι αυτά που έχει γράψει και θα σε εκπλήξουν. Τι εξέπληξε τον ίδιο; «Η ιστορία με το σαμποτάζ του Έβρου το 1965 από τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, τον μετέπειτα δικτάτορα της 21ης Απριλίου του 1967. Έψαχνα υλικό για ένα σχετικό άρθρο και στην αναζήτηση των λεπτομερειών, έπεσα πάνω σε μια δημοσίευση του ιστορικού Λεωνίδα Καλλιβρετάκη που εξηγούσε ότι κάποια στοιχεία αυτής της ιστορίας, όπως την ξέρουμε σήμερα, δεν προέκυπταν από πουθενά.
Υπήρχε όντως, μια προβοκάτσια που έστησε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος για να ενοχοποιήσει κάποιους κομμουνιστές φαντάρους της μονάδας τους. Δεν είχε να κάνει όμως, με ζάχαρη που μπήκε στα ρεζερβουάρ κάποιων τανκς, αλλά με βλάβη σε φορτηγά , η οποία στην πραγματικότητα οφειλόταν σε κακή συντήρηση. Και υπεύθυνος για αυτό ήταν ο ίδιος ο Παπαδόπουλος.
Με την προβοκάτσια πέτυχε δυο τρυγόνια με έναν σμπάρο: και απέκρυψε την πλημμελή συντήρηση και κατηγόρησε τους κομμουνιστές.
Αυτή είναι μια κοινή ιστορία που αναπαράγουμε οι πάντες -σε συζητήσεις, άρθρα, τηλεοπτικές εκπομπές- με μεγάλη ευκολία. Παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν αναρωτήθηκε αν όντως ίσχυε έτσι».
Γιατί έμεινε; «Ίσως γιατί ταιριάζει στην εικόνα που έχουμε για τον Παπαδόπουλο, ως συνωμότη που με άλλους συνωμότες κινήθηκαν στο σκοτάδι και ανέτρεψαν τη δημοκρατία.».
Οι επιθέσεις από εθνικόφρονες
Ο Σταύρος μου εξήγησε ότι αυτό που έχουμε στο μυαλό μας ως ιστορία, είναι ο συνδυασμός πραγμάτων που έχουμε διαβάσει σε σχολικά βιβλία και άλλων που τα μαθαίνουμε, χωρίς να τα διδασκόμαστε -από ιστορίες που μεταφέρονται από στόμα σε στόμα μέσα στα χρόνια, τα σκετσάκια των σχολικών εορτών κ.α. Δεδομένα που παραθέτει ο διδάκτορας σύγχρονης ιστορίας και συγγραφέας έρχονται σε αντίθεση με το εθνικό φρόνημα όσων έχουν ένα αφήγημα που υποστηρίζεται από mainstream -αν και αναληθείς σε πολλές περιπτώσεις- αφηγήσεις. Πολλοί εξ αυτών του έχουν επιτεθεί στα social media.
«Κάποιες από αυτές της επιθέσεις είναι στα όρια της γραφικότητας. Δεν το παίρνω προσωπικά. Καταλαβαίνω ότι δεν τα λένε σε εμένα. Αν ήταν ένα ρομπότ που έλεγε τα ίδια πράγματα, θα έβριζαν το ρομπότ». Βάζω στοίχημα πως τον έχουν μπλέξει και σε θεωρίες συνωμοσίας. Ότι κάποιος τον έχει βάλει να γράψει ό,τι έγραψε.
«Είναι στο πλαίσιο της γενικότερης θεωρίας που θέλει όποιον κάνει καριέρα στην Ελλάδα, να πρέπει να γίνει προκλητικός για να τα καταφέρει.Ένας από τους λόγους που έγραψα το βιβλίο και προσπάθησα πάρα πολύ να υπάρχει ξεκάθαρο ύφος και σεβασμός στην αντίθετη άποψη, ήταν ότι θεωρώ πως όταν λες δυσάρεστα πράγματα στον κόσμο, επιβάλλεται να τα λες προσεκτικά. Μόνο έτσι δεν κλείνεις τα ήδη μισόκλειστα αυτιά. Ίσως και να τα ανοίγεις λίγο». Ίσως.
«Ό,τι μοιάζει κινηματογραφικό με κάνει καχύποπτο»
Η έρευνα που δεν έχει σταματήσει ποτέ να κάνει ο Σταύρος («και η δουλειά μου ως συνεργάτη του περιοδικού Hot Dog History με έχει βοηθήσει να ψάξω και να βρω πολλά πράγματα που δεν ήξερα»), τον έχει οδηγήσει μοιραία σε μια ακραία (;) επιφυλακτικότητα. «Αν κινητοποιούνταν μια φορά η προσοχή μου και η επιφύλαξη μου όταν άκουγα κάποιον να λέει “όπως είπε ο τάδε”, τώρα κινητοποιείται 100 φορές. Ή όταν ακούω μια όμορφη διήγηση ιστορικού γεγονότος, γίνομαι αμέσως καχύποπτος. Ακόμα και σε αθώες αφηγήσεις.
Ό,τι μοιάζει κινηματογραφικό ή ευχάριστα αφηγηματικό, με κάνει καχύποπτο. Το αστείο είναι πως πήγα να πέσω στο αμάρτημα που σχολιάζω στο βιβλίο. «Σε ένα σημείο του βιβλίου είχα γράψει πως όπως έλεγε και ο Σολωμός, το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί ως εθνικό ό,τι είναι αληθινό.
Σε μια συζήτηση που είχα λίγο μετά με μια φίλη ιστορικό, μου είπε ότι δεν είχε βρεθεί από τον ίδιο τον Σολωμό αυτή η φράση και πως μας την είχε παραθέσει ο μαθητής του και επίσης ποιητής, Ιάκωβος Πολυλάς. Έκανα, λοιπόν, τη σχετική διόρθωση, πριν βγει το βιβλίο».
Το να έχεις απορίες είναι ένας τρόπος να κάνεις μια δουλειά ενδιαφέρουσα για πάρα πολλά χρόνια;
«Ό,τι σου εξάπτει το ενδιαφέρον, δημιουργεί ερωτήματα. Αυτό είναι η έρευνα: όταν βλέπεις ένα γεγονός -ένα δεδομένο, μια κατάσταση-, να σου δημιουργείται η απορία τι προηγήθηκε και φτάσαμε σε αυτό. Και μετά αρχίζεις να το ψάχνεις. Αυτή η πηγαία περιέργεια, που την έχουν τα μικρά παιδιά, είναι που χάνεται μέσα στη σχολική διαδικασία.
Το σχολείο κατευθύνεται στη λογική να δίνει περισσότερες απαντήσεις, για να περάσεις τις τάξεις και να φτάσεις ως τις πανελλήνιες εξετάσεις και να μπεις στο Πανεπιστήμιο. Κι όταν μπαίνεις τελικά στο πανεπιστήμιο, ειδικά στις κοινωνικές επιστήμες, τι σου λένε οι καθηγητές; «Τώρα ξέχνα ό,τι ξέρεις από το σχολείο». Ξέχνα αυτή τη σχέση με τη γνώση. Τώρα θα τα δούμε όλα αλλιώς.
Σε μια παρουσίαση του βιβλίου μου που έγινε στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής, με δυο φιλόλογους λυκείου συμφωνήσαμε πως το σχολείο θα ήταν χρήσιμο να επικεντρώνει στο να δημιουργεί νέες ερωτήσεις μέσα από τις απαντήσεις. Όχι να επικεντρώνει μόνο στο να δίνει έτοιμες απαντήσεις. Αλλιώς δεν μπορεί να είναι ουσιαστικά αποδοτικό».
Πώς βρίσκω τη σωστή απάντηση σε ένα χάος πληροφοριών
λοι έχουμε στη διάθεση μας τα ίδια εργαλεία. Για παράδειγμα, το Internet που δίνει πρόσβαση σε ένα μέρος της βιβλιογραφίας που υπάρχει για το όποιο θέμα. Δεν ρωτάμε όμως, όλοι τα ίδια πράγματα και από την ερώτηση εξαρτάται η απάντηση που θα μας δώσει το μηχάνημα -όσο εξελιγμένο και αν είναι. Επίσης, δεν είμαστε όλοι επαρκώς καταρτισμένοι για να ‘παίρνουμε’ τις ίδιες πληροφορίες μέσα από ένα κείμενο το οποίο είναι διαθέσιμο σε όλους.
«Σημασία έχει να κάνεις τη σωστή ερώτηση στο υλικό σου και να ξέρεις να πλοηγείσαι μέσα στο χάος των δεδομένων. Αυτό που ξεχωρίζει τον ειδικό από τον μη ειδικό, σε κάθε αντικείμενο, είναι πως ο ειδικός ξέρει ποιο είναι το σημαντικό πράγμα -που παίζει τον κρίσιμο ρόλο.
Κι αυτό ισχύει στα παντα. Από το πώς θα φτιάξεις ένα καζανάκι ως το πως θα εξακριβώσεις ένα ιστορικό γεγονός, στα πάντα. Αυτή τη γνώση την αποκτάς με το μόνο τρόπο που αποκτώνται οι γνώσεις: διαβάζοντας, παρατηρώντας και παθαίνοντας.
Το μεγαλύτερο μέρος του κοινού ενημερώνεται από το Internet. Μέσω αυτού καταρτίζεται και ιστορικά και πέφτει θύμα του εντυπωσιασμού (πχ των videos στο YouTube μέσω των οποίων μπορεί να μην μαθαίνεις αλήθειες). Δεν είναι τυχαίο πως ένα από τα μεγαλύτερα πεδία στρατολόγησης τις ακροδεξιάς είναι το Internet.
Στο τέλος, θα έλεγα ότι είναι καλά τα βιβλία, καλές οι εκπομπές και καλοί οι ιστορικοί περίπατοι. Αν όμως, δεν υπάρχει πολιτική εξουσία να ‘μαζεύει’, να συμπυκνώνει και να βάζει τα δεδομένα στα σχολεία, δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι ως προς το τι ιστορία μαθαίνουμε σε αυτήν τη χώρα. Χρειάζεται να έχουν θέληση αυτοί που παίρνουν τις αποφάσεις και μετά να βρίσκουν και να δίνουν χρήματα στα σχετικά προγράμματα».
Έως τότε θα περιμένουμε δουλειές σαν και αυτήν του Σταύρου να μαθαίνουμε πώς έγιναν όσα μας έφτασαν εδώ όπου είμαστε σήμερα.