Η μεγάλη επιστροφή του Νίκου Πατρελάκη
- 14 ΙΑΝ 2025
Aφενός ως DJ (προτιμώντας όμως πια μικρά στέκια αντί για τα μεγάλα κλαμπ της νιότης του), αφετέρου ως συνθέτης ήχου και εικόνας – ως προς αυτά αξίζει ειδική μνεία στα εξαιρετικά βίντεο με τα οποία «έντυσε» τις τελευταίες, μεγάλες συναυλίες των Στέρεο Νόβα αλλά και στο υποβλητικό Neapoly, το ορχηστρικό ηλεκτρονικό άλμπουμ που συνδημιούργησε από προ διετίας με τον Κωνσταντίνο Βήτα.
Έχει προφανώς σημασία αυτό το μεγάλο χρονικό διάστημα, το πέρασμά του εξ ορισμού προσδίδει άλλη βαρύτητα στην κυκλοφορία του Omni, από την άλλη όμως δεν αποκλείεται να λειτουργεί εν μέρει αποπροσανατολιστικά και να είναι προτιμότερο να βγει από τη δημόσια συζήτηση ώστε να σταθεί ο δυνητικός ακροατής του άλμπουμ -παλιός και γνώριμος ή νέος και παρθένος στο τι εστί “Nikko Patrelakis”- σε ό,τι θα ακούσει σε αυτό.
Σε αυτό, όπως πληροφορεί ο ίδιος ο δημιουργός του, έπαιξε σινθεσάιζερ, fairlight cmi iii, ηλεκτρικό μπάσο, κιθάρα, vocoder, έκανε επίσης φωνητικά, ηχογραφήσεις πεδίου και προγραμματισμό, ενώ επισημαίνει και ότι τα εννέα «αγνωστικά ως προς το είδος» κομμάτια του Omni σχηματίζουν μια συνεχή ροή για όλα αυτά που έχουν σημασία ή για τη ζωή χωρίς τους σύγχρονους περιορισμούς και τις προκαθορισμένες κατευθύνσεις.
Ειδικά ως προς τα της ροής επιβεβαιώνουμε. Πρόκειται για ένα απόλυτα συνεκτικό άλμπουμ, πλασμένο για να ακουστεί από την αρχή ως το τέλος – εκτός πια κι αν δεν είναι ζητούμενο του ακροατή η αποκάλυψη όλων του των αρετών. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν πρόκειται για ένα δίσκο που ζητάει από τον ακροατή να του δώσει μία «φέτα» από τον προσωπικό του χρόνο που του αρμόζει – αν μη τι άλλο μία από αυτές που όλοι ξοδεύουμε άσκοπα καθημερινά κάνοντας τίποτα.
Χρόνο ζήτησε και το OneMan από τον Νίκο Πατρελάκη. Να τον αφιερώσει όσο για να ανατρέξει σε όση ζωή έχει ζήσει μέχρι σήμερα και να θυμηθεί ποια τραγούδια, άλμπουμ και καλλιτέχνες του την άλλαξαν. Πότε, πού και κυρίως γιατί.
Εν αρχή ην ο Χατζιδάκις
Από τα πρώτα πράγματα που θυμάμαι είναι τα ταξίδια με την οικογένεια μου στην Ελλάδα. Μεγάλες διαδρομές με το αυτοκίνητο, που πάντα είχε μουσική. Το κασετόφωνο έπαιζε μια μεγάλη γκάμα από νέο κύμα μέχρι αμερικάνικο φολκ. Από τις αγαπημένες μου κασέτες ήταν αυτή με soundtrack του Elmer Bernstein.
Οι γονείς μου δεν είχαν κλασική αναφορά αλλά τους ενθουσίαζε ο αποφασιστικά αισιόδοξος τόνος του Bernstein στα soundtrack, ξεκινώντας βέβαια από το Και οι Επτά Ήταν Υπέροχοι που είχαν δει στο σινεμά, οπότε ο μουσικόφιλος θείος μου Τάσος τους είχε ετοιμάσει την ανάλογη κασέτα, που μου φαίνεται πρέπει τελικά να έλιωσε από το παίξιμο. Μου έμεινε από τότε η αγάπη για τα soundtrack.
Tο δεύτερο σίγουρο άλμπουμ των ταξιδιών ήταν Τα Παράλογα των Χατζιδάκι και Γκάτσου, αυτό το υπέροχο ποτάμι από μελωδίες και ιστορίες έγινε από τα πιο σημαντικά ελληνικά μου ακούσματα, που ακόμα ακούω με κατάνυξη. Ξεκινώντας από εκεί, μελέτησα στη συνέχεια τον Χατζιδάκι αλλά και αγάπησα την ποίηση.
Η τομή των Pink Floyd
Πρέπει να είμαι γύρω στα δέκα και στην καλοκαιρινή κατασκήνωση ο ομαδάρχης μου, Δημήτρης, με εισάγει στους Queen. Έχει μαζί του το News of the World. Από τα κοντινά είδη στην κλασική μουσική που σπούδαζα και ακούγονταν γύρω μου μέχρι αυτό, υπήρχε μια τεράστια απόσταση που αποφάσισα να εξερευνήσω. Πέρασα από όλους τους ήρωες της ευρύτερης σκηνής, όμως το άλμπουμ των Queen, A Night at the Opera, υπήρξε ένας δρόμος για το πώς η κλασική αντίληψη για την αρμονία μπορούσε να εφαρμοστεί με ένα πολύ διαφορετικό τρόπο, γεφυρώνοντας μέσα μου, αυτό που έκανα με αυτό που ήθελα να κάνω.
Την ίδια εποχή μαθαίνω τους Pink Floyd. Το Wish You Were Here γίνεται το αγαπημένο μου άλμπουμ. Λυρικό και ανθρώπινο και αντιδραστικό μαζί, μου δίνει διαφορετική μουσική τροφή. Εδώ ακούω και για πρώτη φορά συνθεσάιζερ και αρχίζω να αντιλαμβάνομαι τη διαδικασία της ηχογράφησης και της παραγωγής. Ξεκίνησα στη συνέχεια να ψάχνω άλμπουμ συγκεκριμένων παραγωγών και βέβαια ακολούθησα τον Alan Parsons για αρκετά χρόνια μετά.
Οι Depeche Mode ως πηγή έμπνευσης
Η εφηβεία μου περιλαμβάνει ήχους από όλες τις πλευρές. Ακούω για πρώτη φορά ηλεκτρονική μουσική και αρχίζω να ψάχνω δισκογραφία. Η ημέρα που αποφάσισα πως θέλω να ασχοληθώ με το είδος σαν μουσικός, ήταν η ημέρα της συναυλίας των Tangerine Dream στον Λυκαβηττό, ένας νέος για μένα παράδεισος ήχου και εικόνας. Σχεδόν ιεροτελεστική electronica παιγμένη από τρεις ανθρώπους που κάθονταν ήσυχα ανάμεσα σε τόνους μηχανημάτων. Το Logos Live κυκλοφόρησε στη συνέχεια σε άλμπουμ, ένα από τα πιο αγαπημένα μου από ολόκληρη τη δισκοθήκη μου.
Παράλληλα συναντώ το new wave και την electro-pop όπως ακούγονται και χορεύονται στις σχολικές μας παρέες. Οι Depeche Mode γίνονται αμέσως το γκρουπ επιλογής. Ακούω τα sequencers και τα arpeggiators του Gore με μεγάλη προσοχή. Θα πρέπει να ξεχωρίσω ως άλμπουμ της εποχής το Black Celebration, που ήταν και η κορυφή της αγάπης μου για το γκρουπ που είχε διάρκεια μέχρι το Violator, μερικά χρόνια μετά. Η πρώτη ενήλικη χρήση των samples στο Black Celebration ήταν μεγάλη έμπνευση. Είχα τηv τύχη να δω live το Black Celebration, στην Κοπεγχάγη. Τη συναυλία άνοιγαν οι Talk Talk με πολυμελή μπάντα, και ακολουθούσαν οι New Order, που μάλωσαν στη σκηνή και η συναυλία σταμάτησε για λίγο, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Από τα dj set ως τη συνεργασία με τον Paul McCartney
Έχω αρχίσει και παίζω σαν dj. Ο ήχος είναι Balearic στην αρχή, που κυλάει σε house και σε techno καθώς περνάει ο καιρός. Όλη η δεκαετία των 90’s είναι για μένα ένα μουσικό συνονθύλευμα νέων ήχων και εξέλιξης, επικεντρωμένο γύρω από την dance electronica, την οποία τιμώ μέχρι σήμερα, αφού δεν έχω σταματήσει τα dj sets έκτοτε.
Ένα άλμπουμ όμως με καθόρισε περισσότερο από ό,τι με καθόρισε όλη η μουσική της εποχής, το freestyle Old Codes New Chaos των Fila Brazillia, ενός ιδιοσυγκρασιακού αγγλικού electronica σχήματος, το οποίο όρισε στα αυτιά μου τι μπορεί να είναι σκεπτόμενη χορευτική μουσική και πώς τα είδη δεν έχουν πολύ σημασία τελικά.
Η δεκαετία τελειώνει με την κυκλοφορία του πρώτου μου προσωπικού άλμπουμ Habitat, αποτέλεσμα σύνθεσης και αυτοπροσδιορισμού μερικών χρόνων. Το 1999 κυκλοφορεί και το Voice, που συνέθεσα με τον Paul McCartney και την Heather Mills, με σκοπό να συγκεντρωθούν χρήματα για φιλανθρωπικό σκοπό. Ηχογραφήσεις στην Αθήνα και το Λονδίνο, αγωνία και συγκίνηση. Κατά την επιστροφή στην Αθήνα κάνουμε με την κολλητή μου τιμητικό re-run όσης δισκογραφίας των Beatles είχαμε, πολύτιμα, πολυπαιγμένα βινύλια με inlets και στίχους, με πιο αγαπημένο μου το λευκό άλμπουμ The Beatles, κατά τη γνώμη μου ένα από τα πιο σημαντικά άλμπουμ που έχουν δημιουργηθεί ποτέ, αρχή και έμπνευση πολλών μεγάλων μουσικών στη συνέχεια.
Η Aretha Franklin ως βάλσαμο για την ψυχή
Η δεκαετία του 2000 έχει κυρίως παραγωγή μουσικής παρά ακρόαση. Μέχρι και τώρα, όποια εποχή γράφω έντονα και συχνά, ακούω ελάχιστη μουσική. Έχω για αυτά τα διαστήματα μερικά άλμπουμ ως σταθερή αναφορά, τα οποία έχουν ενσωματωθεί τελείως μέσα στο μουσικό μου dna και η επιρροή τους είναι ελεγχόμενη.
Το άλμπουμ που άκουσα στα σίγουρα τις περισσότερες φορές εκείνη την εποχή ήταν το Electric Counterpoint του Steve Reich με τον Pat Metheny. Μια θάλασσα εμμονικών αρμονιών και ερωταπαντήσεων, έκτοτε απαραίτητη συνοδεία σε όλα τα ταξίδια, μαζί με μια ειδική έκδοση με επιλογή τραγουδιών της Aretha Franklin της δεκαετίας του 1960. Αυτή η τετραπλή συλλογή cd ακούστηκε και ξανακούστηκε, τραγουδήθηκε ξανά και ξανά, γειώνοντάς με πάντα, άμεσα και ευοίωνα. Η νεαρή Aretha με την ανθρώπινη φωνή της να σου λέει πως αξίζει η ζωή, αξίζει ο έρωτας, έλα να τραγουδήσουμε και να χορέψουμε μαζί και θα δεις πως όλα είναι καλύτερα.
Παράλληλα κυκλοφορώ τρεις προσωπικούς δίσκους, στους οποίους μπλέκω ηλεκτρονική μουσική και jazz, πειραματισμό και εξωστρέφεια, ακόμη –και ίσως μάλλον για πάντα– στη διαδικασία του αυτοπροσδιορισμού.
Η ζωή χωρίς τον David Bowie
Κοιτώντας τη δεκαετία που πέρασε, κι ενώ άκουσα πολλή μουσική, ελάχιστα πράγματα κατάφεραν να με συνοδέψουν σε όλη τη διάρκεια της. Για να είμαι ειλικρινής ελάχιστα τραγούδια κατάφεραν να μου κάνουν παρέα για περισσότερα από δύο σετ ή μια βόλτα στη θάλασσα. Το μόνο άλμπουμ που άκουσα ασταμάτητα σε επανάληψη ήταν στα σίγουρα το Pagodes του Jono McCleery. Πειραματικό φολκ και μπαλάντες, διάφανη περίεργη ακουστική παραγωγή, ο Nick Drake με μάσκα αστροναύτη.
Εκτιμώ πολύ τον πειραματισμό και τον παρακολουθώ όπου τον εντοπίζω. Κι εννοώ πειραματισμό χωρίς ενοχή, στο κάθε είδος και όχι ως είδος από μόνος του, αυτό τον τελευταίο τον βαριέμαι λίγο.
Η δεκαετία του 2010 σημαδεύτηκε μουσικά για μένα, αλλά και για πολύ κόσμο, από τις απώλειες. Η δική μου αναπόληση είχε κυρίως David Bowie. Βγήκαν βινύλια και cd από το ράφι. Tο αγαπημένο μου άλμπουμ του είναι σίγουρα το Heroes, από το οποίο ξεκίνησα και με τον Eno αλλά και με τον Fripp, όταν το είχα πρωτακούσει και αγαπήσει. Πειραματικό ροκ, electronica και ambient, επιστεγασμένα με τα καταπληκτικά ηχογραφημένα φωνητικά, απλό και πολύπλοκο ταυτόχρονα, σύγχρονο για πάντα.
Και τώρα;
Αυτή τη δεκαετία παράγω με ένταση. Βρίσκομαι σε μια από αυτές τις περιόδους που χρειάζομαι να εκφραστώ παρά να εμπνευστώ, οπότε ακούω προσεκτικά και λίγο. Σκέφτομαι όμως όλες αυτές τις καταπληκτικές μουσικές, που με ακολουθούν όλη μου τη ζωή, σαν φίλοι που δεν βρισκόμαστε πια πολύ αλλά αγαπιόμαστε το ίδιο. Αυτά τα άλμπουμ έχουν σταθερά πια πόστα στα players μου. Και κάθε φορά που τυχαίνει και ακούω κάποια από αυτά, είναι σαν να επιστρέφω και πάλι σπίτι μου.
Περισσότερα στα:
patrelakis.com/omni-album
nikkopatrelakis.bandcamp.com/album/omni