Λευτέρη Βενιάδη, πώς είναι να φτιάχνεις μία όπερα για το ποδόσφαιρο;
- 2 ΙΟΥΛ 2021
Ο μουσικοσυνθέτης Λευτέρης Βενιάδης οραματίστηκε πριν μερικά χρόνια αυτές τις εικόνες και ένα από τα καλλιτεχνικά του όνειρα ζωής φέτος γίνεται πραγματικότητα. Μαζί με την αυστριακή συγγραφέα Gerhild Steinbuch και τη σκηνοθέτιδα Sofia Simitzis θα παρουσιάσουν σε λίγες ημέρες την Όπερα ποδοσφαίρου (The soccer opera) -συμπαραγωγή με το Μουσικό Φεστιβάλ Χίου- στην Πειραιώς 260, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.
Από την Χίο, στις Οινούσσες και από εκεί στην Πειραιώς 260
«Μεγάλωσα στην Χίο, παίζοντας μπάλα στη δεκαετία του ’80 που ήταν η εποχή του Maradona και του Σαραβάκου. Παράλληλα, έκανα μαθήματα πιάνου», θυμάται ο Λευτέρης Βενιάδης. Το ποδόσφαιρο και η μουσική ήταν από μικρή ηλικία οι δύο μεγάλες του αγάπες. Μπορεί επαγγελματικά να ακολούθησε τη δεύτερη, δεν ξέχασε ποτέ όμως την πρώτη.
«Το 2003 βρέθηκα στο στάδιο των Οινουσσών (το μικρό νησάκι δίπλα στην Χίο). Εκεί, στο ένα από τα δύο πέταλα είχαν στήσει μία σκηνή. Όταν είδα αυτό το αρχιτεκτονικό εύρημα, είπα για φαντάσου να μπορούσα κι εγώ να δημιουργήσω κάτι που να ενώνει τον αθλητισμό με τη μουσική. Μετά έφυγα στην Γερμανία, γνώρισα καλύτερα το μουσικό θέατρο και η ιδέα αυτή ωρίμασε μέσα μου».
Για τη δημιουργία της παράστασης Όπερα ποδοσφαίρου, που θα ανέβει στις 5 και 6 Ιουλίου στην Πειραιώς 260, δεν ακολούθησε την πεπατημένη: πρώτον, συνεργάστηκε με δύο γυναίκες καλλιτέχνιδες στη συγγραφή και τη σκηνοθεσία που όπως ο ίδιος αναφέρει «δεν είχαν ιδέα από ποδόσφαιρο, διάβασαν όμως πολύ και ξεπέρασαν εαυτόν» και δεύτερον, δούλεψαν οι τρεις τους μαζί το έργο, χωρίς να ακολουθήσουν την κλασική διαδρομή του μουσικού θεάτρου, «όπου ο συγγραφέας γράφει το λιμπρέτο, έρχεται μετά ο συνθέτης που το μελοποιεί και τέλος ο σκηνοθέτης που το σκηνοθετεί».
Ένα 90λεπτο γεμάτο ποδόσφαιρο και άριες
«O Ιταλός τενόρος Andrea Bocelli είχε πει ότι το ποδόσφαιρο μπορεί να προκαλέσει παρόμοια συναισθήματα με μία όπερα και πόσο δίκιο έχει. Και οι δύο πλευρές προετοιμάζονται σε ρυθμούς πρωταθλητισμού για να είναι άψογοι την ημέρα που θα βρεθούν μπροστά στο κοινό, το οποίο θέλουν να μαγέψουν, να διασκεδάσουν, να του προσφέρουν θέαμα για να τους αποθεώσει και χειροκροτήσει και εκείνο στο τέλος με τη σειρά του». Το πιο κοινό σημείο όμως των δύο αυτών κόσμων για εκείνον είναι η αδρεναλίνη, «που υπάρχει πριν την έναρξη της παράστασης ή του αγώνα και χτυπά κόκκινο όταν το έργο και το παιχνίδι κορυφώνονται».
Στην Όπερα ποδοσφαίρου, οι ομάδες χωρίζονται στους πάνω και στους κάτω, στους ισχυρούς και τους αδύναμους. «Στην αρχή κερδίζουν οι πάνω και οι κάτω απογοητεύονται, αλλά κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού βουτάμε όλο και πιο πολύ στην παιδική μας ηλικία και στην ανάμνηση του παιχνιδιού. Αυτό έχει ως συνέπεια να ξεχνάμε τον συμφεροντολογικό, καπιταλιστικό κόσμο, την εγωμανία και την εμμονή για τη νίκη. Μας ενδιαφέρει μόνο το παιχνίδι αυτό καθεαυτό και η απόλαυση του. Η παράσταση μας είναι η γιορτή του ποδοσφαίρου, ο τρόπος που αντιλαμβανόμασταν το παιχνίδι όταν ήμασταν παιδιά. Για μένα είναι η ανάμνηση του εαυτού μου και των συμμαθητών μου τότε που παίζαμε μπάλα στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο. Τότε, που κάθε αγώνας με μία άλλη γειτονιά ήταν ο μεγαλύτερος τελικός όλων των εποχών».
Όπως ο ίδιος εξηγεί, «δανειζόμαστε τον όρο όπερα. Δεν θα σας παρουσιάσουμε μία όπερα με την κλασική της μορφή, όπως μπορεί να φαντάζεται κάποιος στο άκουσμα του τίτλου της παράστασης. Είναι μία εξέλιξη αυτής που σπάει τις φόρμες. Ένα μουσικό έργο που έχει τη δομή ενός αγώνα, ακόμα και τη διάρκειά του, το 90λεπτο, την παράταση, τα πέναλτι για να οδηγηθούμε στη λήξη, αλλά και βασικά κομμάτια του λυρικού θεάτρου, όπως είναι οι άριες. Με αυτές φωτίζονται οι σκέψεις των πρωταγωνιστών-παικτών και θίγονται παγκόσμια κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα».
Το ποδόσφαιρο ως αφορμή για σχολιασμό της παγκόσμιας επικαιρότητας
«Με αφορμή τον ποδοσφαιρικό αγώνα ανοίγουμε παράθυρα για να βάλουμε τον πολιτικό και κοινωνικό σχολιασμό στο επίκεντρο, τα μηνύματα που θέλουμε να περάσουμε. Για παράδειγμα, δώσαμε επίτηδες τον ρόλο του διαιτητή, ένα ανδροκρατούμενο επάγγελμα σε ένα ανδροκρατούμενο άθλημα, σε μία γυναίκα», υπογραμμίζει ο Βενιάδης, που στην παράσταση κρατά τον ρόλο του εκφωνητή και συνεχίζει: «Οι άριες είναι οι σκέψεις και οι κρίσεις μας, το σχόλιό μας στην παγκόσμια επικαιρότητα. Υπάρχει η άρια του χαμένου πέναλτι που ο επιθετικός χάνει το πέναλτι και μιλά για τη χαμένη ευκαιρία της ζωής του. Η άρια των fake news -ερμηνεύεται από τη σοπράνο μας που συμπτωματικά το επώνυμό της είναι Καραγκούνη-, για αυτούς που κερδίζουν με κατασκευάσμενα γεγονότα, αλλά και η άρια του επιθετικού που βγαίνει συνεχώς οφσάιντ, δεν βάζει γκολ όπως ο επιθετικός της αντίπαλης ομάδας και εύχεται να ήταν κάποιος άλλος από αυτός που είναι.
Ουσιαστικά, η παράστασή μας αποτελείται από δύο επίπεδα, το καθαρά ποδοσφαιρικό και το δραματουργικό, το κείμενο της συγγραφέως για έναν καλύτερο κόσμο, για την πορεία από το εγώ στο εμείς και την υπενθύμιση της βαρύνουσας σημασίας της αλληλεγγύης. Γι’ αυτό και το έργο μας δεν απευθύνεται σε όσους αγαπούν το ποδόσφαιρο ή σε όσους βλέπουν όπερα, αλλά σε όλους».
Οι πρόβες και το Euro 2020
Αν και έβλεπε ποδόσφαιρο από πάντα, όταν 30άρισε πήρες τις αποστάσεις του από το άθλημα. «Έχασα τη λαχτάρα μου να βλέπω αγώνες. Ίσως, απογοητεύτηκα γιατί ο Παναθηναϊκός δεν τα πήγαινε καλά και αποστασιοποιήθηκα. Τα τελευταία χρόνια όμως, η φλόγα αναζωπυρώθηκε και ειδικά φέτος με το Euro έχω θυμηθεί ξανά όλους τους λόγους που λατρεύω να βλέπω μπάλα: για τα πολλά γκολ, τις ανατροπές, την ένταση, τις εκπλήξεις. Να φανταστείς επειδή λόγω των προβών δεν προλαβαίνω να παρακολουθώ live όλα τα παιχνίδια, όταν επιστρέφω αργά το βράδυ σπίτι βλέπω βιντεάκια με όλα όσα έχασα. Εκεί που τρελάθηκα βέβαια ήταν όταν δεν είδα το Κροατία-Ισπανία και το Γαλλία-Ελβετία. Τι μπάλα έχασα; φώναζα μόνος μου βλέποντας τα στιγμιότυπα».
Το χαμένο γκολ και οι χαμένες ευκαιρίες που μας βγάζουν νικητές
«Όταν ζήτησα από τη συγγραφέα να μου γράψει την άρια του χαμένου πέναλτι, η οποία να τονίσω ξανά δε βλέπει ποδόσφαιρο, εντυπωσιάστηκα με το κείμενό της. Κάπου προς το τέλος έγραψε: Αχ να είχα και εγώ μία χαμένη ευκαιρία όπως ο Rob Rensenbrink το 1978 στο Μουντιάλ. Το όνομά του μου διέφευγε και έτσι, το γκούγκλαρα. Ε λοιπόν ήταν ο επιθετικός της Ολλανδίας που στο 91ο λεπτό έστειλε την μπάλα στο δοκάρι, ενώ το σκορ ήταν 1-1 με την Αργεντινή. Με αυτό το σουτ θα μπορούσε να σκοράρει και να πάρει το Κύπελλο η Ολλανδία. Δεν τα κατάφερε όμως, το παιχνίδι πήγε παράταση και η Αργεντινή στέφθηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια.
Το μήνυμα που θέλει να περάσει με αυτή την αναφορά είναι ότι ο πραγματικός νικητής είναι ο χαμένος. Με τα στραπάτσα και τις χαμένες ευκαιρίες μαθαίνεις να βγαίνεις μπροστά και να κερδίζεις τις μικρές και μεγάλες μάχες της ζωής».
Info: Όπερα ποδοσφαίρου
Πειραιώς 260 (Δ)
05 – 06/07/2021 στις 21:00
ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΖΩΝΗ 20€ • ΖΩΝΗ Α΄ 15€ – ΦΟΙΤΗΤΙΚO / 65+ / ΚΑΛΛ. ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ 12€ • ΖΩΝΗ Β΄ 10€ – ΦΟΙΤΗΤΙΚO / 65+ / ΚΑΛΛ. ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ 8€ • ΑΜΕΑ / ΑΝΕΡΓΩΝ / ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚO ΚΑΛΛ. ΣΧΟΛΩΝ 5€
Περισσότερες πληροφορίες εδώ.