Πώς η Μελισσάνθη Μάχουτ αγάπησε αληθινά τη Eurovision
Μιλήσαμε με την ανερχόμενη ηθοποιό για το ρόλο της ως Μίτα Ξενάκης στην ταινία του Netflix, για τον Γουίλ Φέρελ, την προφορά του Νταν Στίβενς και το πάρτυ με τους παλιούς νικητές.
- 3 ΙΟΥΛ 2020
Στο ‘Eurovision Song Contest: The Story of Fire Saga’ (ή πιο απλά, ‘την ταινία για τη Eurovision στo Netflix’) ο Γουίλ Φέρελ κι η Ρέιτσελ ΜακΆνταμς παίζουν έναν Ισλανδικό δίδυμο με μεγάλα μουσικά όνειρα. Θέλουν να κατακτήσουν την Ευρώπη μέσα από το τραγούδι του, και δη την ποπ, extravagant εκδοχή της. Θέλουν μια μέρα να κερδίσουν την Eurovision.
Όλοι με ένα όνειρο ζούμε βέβαια, και για τη Μελισσάνθη Μάχουτ τα μεγάλα όνειρα τώρα ξεκινάνε. Γεννημένη στον Καναδά και με σπουδές φιλολογίας στην Αγγλία, αποφοίτησε τελικά από τη Δραματική Σχολή Εθνικού Θεάτρου το 2009 κι έκτοτε έχει ήδη αρχίζει να χτίζει μια πολύ ενδιαφέρουσα καριέρα ετερόκλητων στοιχείων και προκλήσεων. Έχει κάνει θέατρο (και στο εξωτερικό αλλά και εδώ, με παραστάσεις σαν το ‘Έγκλημα και Τιμωρία’), έχει κάνει τηλεόραση (παίζει στο τηλεοπτικό ‘Έτερος Εγώ’), έχει κάνει σινεμά (έπαιζε στον ‘Νοτιά’ του Μπουλμέτη), έχει ενσαρκώσει ακόμα και χαρακτήρα βιντεοπαιχνιδιού, την Κασσάνδρα του ‘Assassin’s Creed Odyssey’.
Η ταινία ‘Eurovision Song Contest: The Story of Fire Saga’ streamάρει στο Netflix.
Ένα από τα μεγαλύτερα βήματα έρχεται όμως τώρα: Στην Eurovision ταινία, η Μελισσάνθη κρατά έναν πολύ μεγάλο ρόλο δίπλα στο κεντρικό πρωταγωνιστικό τρίο των Γουίλ Φέρελ, Ρέιτσελ ΜακΆνταμς και Νταν Στίβενς. Παίζει την Μίτα Ξενάκης, την Ελληνίδα εκπρόσωπο στον διαγωνισμό τραγουδιού, η οποία έχει πολύ κοντινή σχέση με το Ρώσο Λέμτοβ του Νταν Στίβενς, αλλά στην πορεία εμπλέκεται περισσότερο και με τους υπόλοιπους χαρακτήρες.
Η Μίτα της Μελισσάνθης Μάχουτ ταιριάζει εντελώς αβίαστα μες στο πάρτυ κλίμα της φανταστικής Eurovision της ταινίας, η οποία έτσι κι αλλιώς καταφέρνει να προσεγγίσει τον όλο διαγωνισμό με χιούμορ μεν, αλλά και με μια ειλικρινή αγάπη και θαυμασμό για τον θεσμό. Παλιοί νικητές κάνουν το πέρασμά τους από το φιλμ, τα τραγούδια είναι όχι μόνο πειστικά ως Eurovision entries αλλά είναι και όντως πολύ καλά (υπό την επιμέλεια του Σάβαν Κοτέτσα, στενού συνεργάτη του Μαξ Μάρτιν και σταθερού συνθέτη της Αριάνα Γκράντε), και όλοι οι κεντρικοί χαρακτήρες αντλούν στοιχεία και αισθητικές γραμμές από το παρελθόν και την όλη εικονογραφία του θεσμού.
Μέσα σε όλο αυτό το τεράστιο πάρτυ, η Μελισσάνθη Μάχουτ βρίσκει την ευκαιρία να σταθεί δίπλα σε μερικά σπουδαία ονόματα του σημερινού Χόλιγουντ και ταυτόχρονα να βιώσει μια ακόμα διαφορετική πρόκληση στην ως τώρα καριέρα της. Τη βρήκαμε στο τηλέφωνο για να μιλήσουμε για όλα αυτά, για την χημεία της με τον Νταν Στίβενς, για τη σκηνή-μουσείο της Eurovision και για το πώς είναι να ερμηνεύει από μια τραγουδίστρια στο μεγαλύτερο stage μέχρι μια ηρωίδα σε videogame.
***
Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία; Όταν είδα την ταινία δεν ήμουν καθόλου έτοιμος για τόσο μεγάλο για την Ελληνίδα τραγουδίστρια.
Έχω μια καταπληκτική ατζέντισα Ελληνίδα που δουλεύει κυρίως εξωτερικό και τη γνώρισα πριν κάποια χρόνια. Μαζί είχαμε κάνει το ‘Assassin’s Creed’, δουλεύουμε κατά καιρούς και ψάχνουμε πρότζεκτ, αν έχει κάτι μου το λέει. Με είχε πάρει και μου είχε πει για αυτό και λέω, πάμε να το κάνουμε για πλάκα, σκεφτόμουν δεν υπάρχει περίπτωση [να το πάρω]. Κι απλά άρχισε να πηγαίνει καλά με τις οντισιόν και να ζητάνε κι άλλο tape. Κάποια στιγμή πήγα στο Λονδίνο και συνάντησα τον σκηνοθέτη και τον διευθυντή κάστινγκ, και αρκετά tapes αργότερα συνέβη. Χρειάστηκαν 4-5 συνολικά.
Για τι χρονικό διάστημα μιλάμε;
Από την πρώτη μέχρι την δεύτερη κασέτα ήταν μεγάλο διάστημα, έγινε φαντάζομαι και μεγάλο ξεσκαρτάρισμα από την δική τους πλευρά, σε 20-30 άτομα που θέλουν να δουν. Πέρασε κανένα διβδόμαδο. Μετά πήγε αρκετά γρήγορα. Έκατσε και είμαι πολύ χαρούμενη.
Όταν ενεπλάκης εσύ το καστ των τριών πρωταγωνιστών ήταν ήδη σεταρισμένο;
Ναι ναι, δηλαδή όταν πήγα κάποια στιγμή στο Λονδίνο για να κάνουμε όλοι μαζί το πρώτο μας μίτινγκ που είχε ζητήσει το Netflix να κάνουμε, ήμασταν όλοι μαζί στον ίδιο χώρο. Ήταν μια όμορφη συνάντηση και κάναμε το πρώτο μας δέσιμο. Εντελώς συμπτωματικά είχαμε βρεί έναν κοινό γνωστό με τον Νταν [Στίβενς] και δέσαμε κάπως περισσότερο, ίσως και λόγω των ρόλων μας. Βγήκε πάρα πολύ φυσικά και πάρα πολύ καλά οργανωμένο από την πλευρά του Ντέιβιντ [Ντόμπκινς] του σκηνοθέτη, και του Netflix. Ήταν σαν μια ωραία, μεγάλη παρέα που είχε καιρό να τα πει και ξαναβρεθήκαμε. Ήταν κάτι περίεργο και ταυτόχρονα και πάρα πολύ νορμάλ.
Προσωπικά πέρασα πολύ ωραία με την ταινία αλλά φαινόταν γενικά να υπάρχει ένα κλίμα πολύ ευχάριστο και να περνάτε καλά κι εσείς.
Καταπληκτικά ευχάριστο ήταν, ειδικά οι σκηνές στο σπίτι του Λέμτοβ, που ήταν και βραδινά γυρίσματα. Ήταν εκεί και τόσοι νικητές από την Eurovision, τόσο όμορφη ενέργεια, όλοι λαμπεροί, όλοι να χοροπηδάνε και να τραγουδάνε… αυτό το vibe που βλέπεις στην ταινία σε αυτή την σκηνή, αλλά καθόλη τη διάρκεια της μέρας και της νύχτας.
Ήταν σημαντική αυτή η σκηνή γιατί νωρίτερα η πρώτη μου αντίδραση ήταν… θα κάνουν οι Αμερικάνοι ταινία την Eurovision; Κάντε μας τη χάρη!
Νομίζω ήταν κι οι ίδιοι κάπως διστακτικοί στην αρχή απλά ο Γουίλ είναι τεράστιος φαν, είχε πάει και στο Τελ Αβίβ, παρακολουθεί φανατικά. Προφανώς προσπαθούν να αποδώσουν και το αστείο κομμάτι της Eurovision για το οποίο όλοι ή το αγαπάμε ή το μισούμε τον διαγωνισμό, αλλά και προφανώς επειδή είναι Αμερικάνοι που προσεγγίζουν κάτι τόσο Ευρωπαϊκό πρέπει να υπάρχει κι ένας σεβασμός. Γιατί προφανώς οι Ευρωπαίοι είτε το αγαπάμε είτε το μισούμε, αλλά μας ανήκει, μην πας πεις κάτι για αυτό τον θεσμό. Αλλά νομίζω το έπιασαν πολύ σωστά, δε νομίζω ότι το διακωμώδησαν. Δηλαδή τα κομμάτια τα ίδια ήταν πολύ καλά κομμάτια.
Η μουσική που σου αρέσει είναι άλλης φάσης; Δεν ξέρω αν ισχύει…
Διάβασες το άρθρο της Popaganda, ε;
Διάβασα το άρθρο της Popaganda.
[γελάμε]
Εντάξει, το αγαπώ αυτό το άρθρο, έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη μου. [γελάει]
Κοίτα, ναι σίγουρα. Αλλά υπάρχει κι ένα μέρος μου που τα αγαπάω αυτά τα κομματάκια λιγάκι. Καλοκαίρι, ένα χαλαρό βράδυ… Καλά, μην λέω βλακείες τώρα, ακούω το κομμάτι του Λέμτοβ στο repeat τώρα μια βδομάδα. Είναι το αγαπημένο μου από όλα, τρελαίνομαι, το ζω μόνη μου στο σπίτι μου με αυτό το κομμάτι.
Αλλά ακούω οτιδήποτε, από ροκ, τζαζ, μπλουζ, κάντρι, πιο ελαφρύ τέκνο, ελαφρύ house, οτιδήποτε σχεδόν εκτός από ελληνικά… όταν λέω ελληνικά εννοώ μπουζούκια, το βαρύ το ελληνικό. Δεν έχω ιδιαίτερη προκατάληψη απέναντι στη μουσική. Πιο μικρή ήμουν προκατελειμμένη, τώρα πλέον έχει ανοίξει το εύρος αυτών που ακούω.
Πώς ήταν αυτή η σκηνή με τους νικητές;
Καταπληκτικό, ήταν τόσο ωραίο που ήταν όλοι αυτοί εκεί. Εκεί μέσα σε όλη αυτή τη διαδικασία άρχισα πραγματικά να εκτιμώ τη Eurovision, πριν ήμουν στη φάση ότι εντάξει μωρέ, βλαειούλα. Χαριτωμένο είναι. Τώρα γνωρίζοντας αυτούς ,βλέποντας από κοντά ποιες πραγματικά είναι οι δυνατότητές τους φωνητικά… γιατί για κάποιο λόγο όταν τους βλέπεις στον διαγωνισμό κάπως δεν κοιτάς το κομμάτι του skill του δικού τους, μένεις στην παρουσίαση, στο γκλαμ, την υπερβολή, και δεν πας στο να ακούσεις πραγματικά το πώς είναι η φωνή του εκάστοτε τραγουδιστή. Κι απλά τους άκουγες a cappella να τραγουδάνε όλοι, προφανώς ντυμένοι οι πάντες με ένα στυλ-εξτραβαγκάνζα, και καταλαβαίνεις το πόσο επαγγελματίες είναι. Άρχισε σιγά σιγά να αλλάζει η άποψή μου για τη Eurovision.
Ανέφερες πριν λίγο τον Νταν Στίβενς και ήθελα να τον αναφέρω κι εγώ, είναι η αγαπημένη μου ερμηνεία της ταινίας…
Ξεκάθαρα. Δεν καταλαβαίνεις, στο σετ είχαμε σκαλώσει, είχαμε αρχίσει ένας ένας να μιλάμε με προφορά Λέμπτοβ. Οπότε μετά σταματάγαμε και θυμόμασταν καθένας την προφορά που έχει διαλέξει και αρχίζαμε ξανά. Απλά ήταν τόσο κολλητικό αυτό που έκανε, και τόσο διασκεδαστικό. Το ευχαριστιόταν πάρα πολύ και προφανώς όλοι μετά άρχιζαν -ακόμα κι ο Γουίλ- να μιλάνε με προφορά. Ναι, πραγματικά είναι συγκλονιστικός.
Επίσης οι πρωταγωνιστές, η Ρέιτσελ ΜακΆνταμς είναι μονίμως υποτιμημένη, φανταστική στα πάντα, κι ο Γουίλ Φέρελ μια ιδιοφυία. Πώς είναι να συνεργάζεσαι μαζί τους;
Θα σου πω δυο πράγματα. Ένα, προφανώς πηγαίνοντας σε μια τέτοια δουλειά και δουλεύοντας με τέτοιους ανθρώπους έχεις πάντα στο μυαλό σου ότι πάω να δουλέψω με κάποιον που έχει πετύχει αυτό, που έχει όνομα στο χώρο, ή κάνω μια κωμωδία με κάποιον που είναι κυριολεκτικά ένα comic genius. Ή η ΜακΆνταμς έχει κάνει τόσες ταινίες, λες Χριστέ μου, η γυναίκα είνια καταπληκτικά ταλαντούχα. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και λέω, ΟΚ.
Αλλά από την άλλη, το βγάζεις μετά αυτό από το κεφάλι σου. Ευτυχώς είχαμε γνωριστεί πιο πριν και δεν ξεκινήσαμε τα γυρίσματα αμέσως, κάναμε ένα-δυο μίτινγκ πριν που είχαμε τη δυνατότητα να γνωριστούμε και να πούμε ένα-δυο πράγματα. Τόσο προσγειωμένοι άνθρωποι, τόσο γλυκείς και ανθρώπινοι χωρίς ίχνος σνομπαρίας ή έπαρσης. Απλά γνώριζες έναν τύπο ή μια τύπισσα και ήταν κουλ και αρχίζατε να τα λέτε. Οπότε άρχισε να φθίνει το δέος του ότι ήταν αυτοί οι γίγαντες. Ήταν ένα υπέροχο άτομο, ένα τρομερό άτομο, με το οποίο by the way κάνουμε και μια σκηνή τώρα.
Φαινόταν από τη χημεία των χαρακτήρων, ήταν σα να ανήκεις σε αυτό το περιβάλλον. Κι ο χαρακτήρας σου, υπάρχουν οι στιγμές που νιώθεις και μια μελαγχολία αλλά και είναι κεφάτη όταν πρέπει.
Εγώ προφανώς δε μπορώ να το δω, αλλά είναι ένα σχόλιο που μου λένε, ότι υπάρχει άνεση και χαλαρότητα. Κι όσο αφορά τον χαρακτήρα, ήθελα να την κάνω πιο… υπάρχει κίνδυνος να βγει [ένας τέτοιος χαρακτήρας] λίγο σκυλίτσα μερικές φορές. Και εξερευνήσαμε το ενδεχόμενο… να μην είναι! Γίνεται κάτι στην αρχή αλλά βασίζονται τα πάντα σε καλές προθέσεις.
Τι ενέπνευσε το vibe του ρόλου; Υπάρχει Φουρέιρα, Παπαρίζου;
Κοίτα! Το vibe κατέληξε να υπάρχει ενδυματολογικά. Αρκετά. Με το μαλλί και το κουστούμι. Υπήρχε μια πολύ ωραία συνεργασία με την Άννα Σέπαρντ–
Είναι συγκλονιστική η δουλειά στα κουστούμια της ταινίας.
Έχει κάνει “Λίστα του Σίντλερ”, “Σπάιντερμαν”, απίστευτες δουλειές. Και στο πρώτο μίτινγκ άρχισε να γίνεται ένας περιορισμός ως προς το ενδυματολογικό και υπήρχε μια προτίμηση σε μια συγκεκριμένη χρωματική παλέτα, κάτι πιο κρύο, με γκλίτερ, μαύρο ή ασημένιο. Και κάπως προέκυψε αυτό το υπέροχο κουστούμι που προφανώς ζήτησα εγώ μετά αφού τελείωσαν τα γυρίσματα και ευτυχώς μου το δώσανε και απλά θέλω να κυκλοφορώ μόνο αυτό πια. Και με το που το φοράω και το βλέπω λέω ΠΩΠΩ ΤΕΛΕΙΟ ΕΙΝΑΙ πωπωωω είναι σαν αυτό που φορούσε η Φουρέιρα [γελάμε]. Αλλά εντάξει, το θέλω!
Αλλά σαν χαρακτήρας ήταν νομίζω ένα κοκτέιλ από πολλά πράγματα. Προφανώς υπάρχει και κάτι πιο απαλό, αλλά είναι και ένα κράμα πολλών γυναικείων χαρακτήρων που έχω θαυμάσει ανά καιρούς για την ευθύτητα και την γοητεία τους.
Βγάζει και μια ανθρωπιά όταν είναι πιο απογοητευμένη, κλπ. Δεν είναι ένας stock χαρακτήρας.
Μα ναι, κοίτα, αυτή κι αυτός είναι φιλαράκια, έχουν περάσει πολύ καλά μαζί, έχουν τις περιπέτειές τους, φροντίζουν ο ένας τον άλλο και όταν υπάρχει μια συνθήκη που αυτός μπορεί να το τραβάει πιο πολύ από ό,τι πρέπει είναι και στη δική της θέση να τον συνεφέρει. Κυρίως για μένα έχει να κάνει με τη φιλία ανάμεσα σε αυτούς τους δύο παρά με τις σχέσεις τους με τους άλλους.
Ο Λέμτοβ ας πούμε έχει τη σχέση με τον χαρακτήρα της Ρέιτσελ, αλλά η δική μου συμμετοχή έχει να κάνει ξεκάθαρα με το ότι είμαι κολλητή του Λέμτοβ και απλά by the way γίνεται και κάτι με τον Γουίλ. Αλλά για μένα εκείνη είναι η βασική της σχέση στην ταινία.
Έχεις κάνει πολύ θέατρο, έχεις κάνει σινεμά, τηλεόραση, έχεις δουλέψει στο ‘Assassin’s Creed’, όλα διαφορετικά, αναρωτιέμαι τι φέρνει το ένα στο άλλο; Μια ταινία σαν αυτή τώρα τι νιώθεις ότι σου φέρνει καινούριο, σε τι σε προκαλεί;
Κοίτα, το να κάνεις μια τέτοια δουλειά φέρνει περισσότερες δυνατότητες περισσότερων δουλειών αυτού του τύπου. Περισσότερη δουλειά στο σινεμά. Το οποίο είναι κάτι που με ενδιαφέρει. Τεχνικά, το κάθε ένα από αυτά έχει τις δικές του διαφορετικές προκλήσεις.
Αυτό εδώ ας πούμε έχει περισσότερη λεπτοδουλειά η κάμερα από οτιδήποτε άλλο. Είναι κάτι που δυστυχώς όσο και να προσπαθήσουν να στο εξηγήσουν στη σχολή, άμα δεν βγεις και το κάνεις είναι αρκετά δύσκολο να το καταλάβεις και εύκολο να μείνει στη θεωρία. Η τριβή με κάτι τέτοιο βελτιώνει. Όσο πιο πολύ ασχολείσαι και όσο πιο πολύ το δουλεύεις, είναι καλύτερα για σένα. Μετά επίσης μπορείς να το δείς, μπορείς να πεις ότι κάπου έπρεπε να έχω κάνει κάτι διαφορετικό, μπορείς να εντοπίσεις και να στοχεύσεις στις αδυναμίες σου και μετά να δουλέψεις ανάλογα.
Το θέατρο είναι εντελώς διαφορετικό, είναι κάτι που προδιαθέτει τη δυσκολία της μνημόνευσης ενός μεγάλου κομματιού κειμένου, αρκετές ώρες. Θέλει διαρκώς μεγάλη ενέργεια, τρελό boosting, ειδικά αν έχεις παράσταση 2-3 ωρών που συνήθως είχα, για κάποιο λόγο! Άλλο είδος ενέργειας και δύναμης που πρέπει να διατηρήσεις. Αλλά είναι πιο ανταποδοτικό για κάποιο λόγο. Έχει αρχή, μέση και τέλος, έχει ολοκληρωθεί το έργο και δίνει μια ικανοποίηση στο τέλος της βραδιάς. Ότι α, ωραία, έχω σαν άνθρωπος ευχαριστηθεί την ιστορία του χαρακτήρα γιατί βιώθηκε.
Ενώ στο σινεμά πολλές φορές δεν το έχεις αυτό. Ξεκινάς από την τελευταία σκηνή και δεν έχεις εσύ πλήρη εικόνα τι κάνεις. Εκεί θες άλλο skill. Πρέπει να κάνεις έξτρα δουλειά για να ξέρεις πώς θα δείχνει αυτό στο τέλος. Ώστε και εγώ να είμαι πιστή σε αυτό που θέλει ο σκηνοθέτης, αλλά και να βγάλω προσωπικά μια άκρη για την διαδρομή του χαρακτήρα.
Και μετά τα βιντεοπαιχνίδια είναι άλλη φάση τελείως. Δεν συγκρίνεται. Είναι όλα αυτά μαζί, απλά. Από το λαιμό και κάτω κάνεις θέατρο και από το λαιμό και πάνω κάνεις σινεμά. Γιατί οι κάμερες που έχεις κοντά σου στο πρόσωπό σου στο βιντεοπαιχνίδι είναι πέντε εκατοστά από το πρόσωπό σου, πολύ κοντά δηλαδή, ενώ οι κάμερες για το σώμα σου είναι πέντε μέτρα. Οπότε είναι τελείως διαφορετική η κίνηση του προσώπου και του σώματός σου που πρέπει να κάνεις. Είναι αρκετά διαφορετικά όλα.
*Η ταινία ‘Eurovision Song Contest: The Story of Fire Saga’ streamάρει τώρα στο Netflix.