Εδώ είναι το ταξίδι
Ο Νίκος Πορτοκάλογλου σε μια προσωπική ρετροσπεκτίβα.
- 18 ΙΟΥΝ 2018
Στο φωτεινό σαλόνι του σπιτιού του στο Χαλάνδρι, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, με αφορμή την αθηναϊκή στάση της ‘Σχολικής Εκδρομής’ την Πέμπτη 21 Ιουνίου στο Θέατρο Βράχων, άπλωσε όλους τους δίσκους του στο τραπεζάκι και διηγήθηκε ιστορίες που δεν έχει ξαναπεί. Σήκωνε το κεφάλι και θυμόταν.
1982, Φατμέ
Γράψαμε τον δίσκο με ηχολήπτη τον Αντώνη Καφετζόπουλο
Έγραφα τραγούδια από τα 13 μου. Τα πρώτα χρόνια προσπαθούσα να μιμηθώ τον Λένον και τον Ντίλαν και αφού τέλειωσα το σχολείο, άρχισα να γράφω πιο προσωπικούς στίχους. Έδωσα για Αρχιτεκτονική, δεν μπήκα και μετά από κάποια χρόνια γράφτηκα στην Καλών Τεχνών στις Βρυξέλλες, που ζούσε ο θείος μου και θα με φιλοξενούσε μέχρι να βρω σπίτι. Οι μήνες που έμεινα στις Βρυξέλλες ήταν καθοριστικοί. Η απόσταση από την Ελλάδα και από τη μουσική με έκαναν να καταλάβω ότι αυτά ήθελα στη ζωή μου.
Ο πρώτος δίσκος βγήκε το ‘82, αλλά όλη η ιστορία είχε ξεκινήσει από το ‘80. Γύρισα στην Ελλάδα, μάζεψα τους παλιούς μου φίλους και συμμαθητές με τους οποίους είχαμε χαθεί για 2-3 χρόνια, και κάναμε την μπάντα. Ηχογραφήσαμε τα τραγούδια και πήγα με την κασέτα σε διάφορες εταιρίες. Κατέληξα στον Τάσο Φαληρέα που ήταν ο μόνος που όχι απλά την άκουσε αμέσως, αλλά ενθουσιάστηκε και είπε, αύριο μπαίνουμε στούντιο.
Είναι αυτό που ονειρευόμουν, αυτό που μοιραζόμουν και με τον Οδυσσέα (σ.σ. Τσάκαλο) που καθόμασταν στο ίδιο θρανίο και λέγαμε τι γκρουπ θα φτιάξουμε. Το όνειρο έγινε πραγματικότητα, είχαμε τον πρώτο δίσκο στα χέρια μας. Και ήταν εντελώς χειροποίητος.
“Το κοινό μας ήταν κυρίως παιδιά που ακούγανε new wave. Για να ανοίξει αυτό το κοινό, πέρασαν χρόνια”.
Γράψαμε τον δίσκο στο Polysound του Σμυρναίου με ηχολήπτη τον Αντώνη Καφετζόπουλο, ο οποίος ήταν μαθητής του Σμυρναίου, νέος ηθοποιός τότε που είχε ψώνιο με την ηχοληψία. Στη μέση της ηχογράφησης, ο Φαληρέας μας είπε σταματάμε, ξέμεινα. Μετά από 6 μήνες μας έστειλε στο στούντιο του Σπανουδάκη στην Παιανία και συνεχίσαμε τον δίσκο. Στο εξώφυλλο είναι μια φωτογραφία της τότε κοπέλας μου, την οποία μόνταρα μόνος. Το έκανα με χαρτοκοπτική αυτό το εξωφυλλάκι.
Ο δίσκος έκανε μια αίσθηση γιατί δεν υπήρχε κάτι παρόμοιο τότε. Βγήκε ένας μαύρος δίσκος που απέξω έλεγε ‘Φατμέ’, ο ήχος ήταν ηλεκτρικός, τα λόγια ελληνικά. Περίεργο φρούτο. Γράφτηκαν καλά πράγματα για το δίσκο, υπήρξε μια καλή υποδοχή, αλλά από ένα μικρό κοινό. Ήταν μια underground κατάσταση.
1983, Ψέματα
Ήταν φεύγα αυτός ο δίσκος, είχε πολύ παράξενα τραγούδια
Θυμάμαι ότι είχαμε ζοριστεί πολύ για να κάνουμε τον δεύτερο δίσκο. Και μάλιστα, επειδή η εταιρία περίμενε ότι με τον πρώτο θα πουλούσαμε 50.000 αντίτυπα (σ.σ. το ‘Φατμέ’ πούλησε 10.000), μας έκαναν νούμερα, είχαμε κλείσει στούντιο και μας το ακύρωσαν…
Ο δεύτερος δίσκος ήταν πιο μελαγχολικός. Είχε τα πρώτα ερωτικά τραγούδια που έγραψα, που ξέρεις, δεν ήταν και πολύ δημοφιλή στο ροκ κοινό. Αλλά εγώ ήμουν ερωτευμένος τότε με άλλη κοπέλα -όχι αυτή του πρώτου- η οποία είναι και γυναίκα μου ακόμα.
Επίσης είχε ένα τραγούδι που με σημάδεψε, το ‘Πάντα Μετρημένος’. Ήταν ένα τραγούδι σαρκαστικό, αλλά μας γύρισε μπούμερανγκ από αυτούς που δεν μας γούσταραν, ότι είμαστε δηλαδή μετρίως μέτριοι και πάντα μετρημένοι. Είναι σαν να κατηγορείς τον Χάρρυ Κλυνν ότι είναι ο Τραμπάκουλας.
Ήταν φεύγα αυτός ο δίσκος, είχε πολύ παράξενα τραγούδια. Πήγε χειρότερα από τον πρώτο. Ο πρώτος είχε και κάτι το επαναστατικό, λόγω του ‘Άσωτου Υιού’ ή και του ήχου γενικότερα. Ο δεύτερος ήταν εσωστρεφής και ερωτικός, οπότε το κοινό που γούσταρε τον πρώτο να ξενέρωσε με τον δεύτερο.
1985, Ρίσκο
Ο Παπάζογλου ήταν από το πρωί ως το βράδυ εκεί
Εκείνη την εποχή είχε αλλάξει διεύθυνση η δισκογραφική, έφυγε ένας διευθυντής που ήταν γενικώς αρνητικός σ’ αυτή τη νέα σκηνή και έγινε διευθυντής ο Κυβέλος και πολύ στενός συνεργάτης του ο Φαληρέας, οπότε ήταν μεγάλη χαρά για εμάς γιατί αισθανθήκαμε ότι παίζουμε στο γήπεδό μας, με ανθρώπους που μας πιστεύουν και θα μας βοηθήσουν. Και όντως ο Φαληρέας, όταν του έβαλα να ακούσει τα τραγούδια του τρίτου δίσκου, επειδή ήταν πιο έντονες οι επιρροές από το λαϊκό τραγούδι, μας πρότεινε να το κάνουμε στη Θεσσαλονίκη με παραγωγό τον Παπάζογλου. Ήμασταν ήδη φαν του Παπάζογλου και ειδικά εκείνη την εποχή που είχε την μπάντα Ταχεία Θεσσαλονίκης -μια ροκ μπάντα με μπουζούκι. Παίζαμε συχνά και σε συναυλίες μαζί. Λέμε κατευθείαν μέσα.
Μείναμε στη Θεσσαλονίκη για 1,5 μήνα. Χειμώνας του ‘84. Ήταν μια εντελώς ξεχωριστή εμπειρία. Μέναμε στο Σίτι και πηγαίναμε κάθε πρωί στο στούντιο για όσο αντέχαμε, με τον Νίκο ηχολήπτη και παραγωγό. Ήμασταν και σε μια φάση μετασχηματισμού, γιατί είχε φύγει ο πρώτος μας μπασίστας. Ενορχηστρώναμε τα κομμάτια επιτόπου στο στούντιο οπότε δεν είδαμε καθόλου τη Θεσσαλονίκη. Πέφταμε νεκροί για ύπνο.
“Στη Θεσσαλονίκη τότε, έγινε και η πρώτη μου γνωριμία με τον Γκορίτσα. Είχε μόλις γυρίσει από το Λονδίνο όπου τελείωσε τις σπουδές του και είχε βρει δουλειά σε μια τηλεοπτική μουσική εκπομπή”.
Ο Νίκος ήταν από το πρωί ως το βράδυ εκεί. Έκανε παραγωγή, μας έλεγε γνώμες, ιδέες για να αλλάξουμε πράγματα. Όταν μιξάραμε το ‘Ρίσκο’, στο οποίο έκανε και φωνητικά, είχαμε ενθουσιαστεί γιατί νιώθαμε ότι έχουμε βρει έναν καινούργιο ήχο, ένα ηλεκτρικό πράγμα με πολύ ελληνική χροιά και το κλαρίνο να πρωταγωνιστεί. Θυμάμαι τον Νίκο να λέει, ‘μάγκες, το πετύχαμε, ελάτε να πετάξουμε τα παπούτσια μας στον αέρα’. Και βγάλαμε όλοι τα παπούτσια μετά από 15 ώρες μίξη και τα πετούσαμε στον αέρα μέσα στο κοντρόλ -πώς βγάζουν άλλοι τα καπέλα στις αποφοιτήσεις. Γενικά είχε πέσει πολύ γέλιο, παρότι ήταν δύσκολη φάση για εμάς. Το ότι έφυγε ο μπασίστας μάς άλλαξε τις ισορροπίες, γιατί ο Μήτσος ήταν η πηγή του γέλιου στο συγκρότημα. Μας δυσκόλεψε αυτό, μας κόστισε πολύ. Είχαμε τους πρώτους κραδασμούς.
1986, Βγαίνουμε απ’ το τούνελ
Όταν άρχισαν να πηγαίνουν όλα καλά, αρχίσαμε να βλέπουμε ο ένας τα στραβά του άλλου
Το ‘βγαίνουμε απ’ το τούνελ’ ήταν μια φράση του Αντρέα. Το χρησιμοποίησα λίγο σατιρικά, κλείνοντας το μάτι, γιατί ήταν το ‘86, η δεύτερη τετραετία του ΠΑΣΟΚ και είχαν αρχίσει να διαψεύδονται τα όνειρα για τη μεγάλη αλλαγή και την αναγέννηση της χώρας. Απ’ την άλλη υπήρχε κάτι πάρα πολύ ειλικρινές. Την περίοδο των τριών πρώτων άλμπουμ που ήταν αρκετά σκοτεινά και ενδοσκοπικά, υπήρξαν πολλά τραγούδια, όπως το ‘Ρίσκο’, το ‘Πάντα Μετρημένος’, το ‘Υπάρχει Λόγος Σοβαρός’, που έμοιαζε σαν να ψάχνω την ταυτότητά μου, και εγώ και η μπάντα και η γενιά μας. Οπότε, το καλοκαίρι του ‘85 που είχε βγει το ‘Ρίσκο’ και άρχισε να υπάρχει μια μεγαλύτερη δημοσιότητα για το συγκρότημα, αισθάνθηκα ότι έκλεισε αυτός ο κύκλος αυτός. Αισθάνθηκα μια ανάγκη εξωστρέφειας.
Θυμάμαι ότι έλειπε η γυναίκα μου σε ταξίδι για μια εβδομάδα και είχα μείνει μόνος στο σπίτι στη Νέα Σμύρνη, όπου με έπιασε ένας τρομερός οίστρος και ολοκλήρωσα 20 τραγούδια. Είχα πάρει ένα παιδικό keyboard, ένα πληκτράκι τόσο δα -Yamaha ήτανε, Korg; δε θυμάμαι- που είχε και έτοιμους ρυθμούς απάνω και έγραψα πολλά τραγούδια εκεί. Έβαζα ρυθμούς ψεύτικους και άλλαζα τις συγχορδίες. Μάλιστα στο ‘Καλοκαιράκι’, κράτησα το ρυθμό και το ηχογραφήσαμε όπως ήταν. Ήταν μια έκρηξη εξωστρέφειας, πραγματικά αισθανόμουν ότι έβγαινα από ένα τούνελ. Ήταν ένας φωτεινός ποπ δίσκος, που επίσης δεν άρεσε στους ροκάδες, αλλά άρεσε σε πολύ άλλο κόσμο. Κι εκείνη τη χρονιά έγινε η έκρηξη.
O δίσκος βγήκε τον Ιούνιο του ‘86. Είχαμε πάει διακοπές στην Πάτμο, είχα μαγευτεί με το νησί, και θυμάμαι ότι είχα ένα αίσθημα ότι κάτι αλλάζει στη ζωή μου. Αμέσως μετά, είχαμε την πρώτη καλοκαιρινή συναυλία στην Καλαμάτα. Μέχρι τότε οι συναυλίες μας ήταν λιγοστές τα καλοκαίρια. Δεν ήμασταν και του κόμματος. Τη δεκαετία του ‘80, το ΠΑΣΟΚ έκανε πολιτιστική εκστρατεία, οπότε όσοι ήταν πιστοί στο κόμμα, μπορεί να είχαν και 30-40 συναυλίες κάθε καλοκαίρι. Εμείς είχαμε λιγοστά πράγματα μέχρι τότε αλλά και περιορισμένο κοινό, μόνο στις μεγάλες πόλεις. Και κάνουμε την πρώτη καλοκαιρινή στο θέατρο της Καλαμάτας και ήταν κατάμεστο, τραγουδούσαν όλοι το ‘Καλοκαιράκι’. Δεν κατάλαβα πότε έγινε αυτό. Είχαν τεράστια διαφορά οι πωλήσεις αυτού του δίσκου σε σχέση με τους προηγούμενους.
Παραδόξως, στο συγκρότημα αρχίζει μια περίοδος γκρίνιας. Όσο ήμασταν στην προσπάθεια και τον αγώνα, ήμασταν ενωμένοι. Όταν άρχισαν να πηγαίνουν όλα καλά, αρχίσαμε να βλέπουμε ο ένας τα στραβά του άλλου. Μυστήρια πράματα.
1988, Ταξίδι
Το ‘Ταξίδι’ είναι συνδυασμένο για μένα με τη γέννηση της κόρης μου
Νομίζω ότι είναι το πιο άρτιο άλμπουμ που κάναμε. Όταν το ακούω τώρα, θα το ήθελα λίγο πιο βρώμικο, αλλά καταλαβαίνω την ανάγκη μας τότε να κάνουμε κάτι τόσο άψογο. Γι’ αυτό και 10 χρόνια αργότερα που έκανα τα ‘Παιχνίδια με τον Διάβολο’, έλεγα ότι θέλω να κάνω το άλμπουμ που δεν έκανα με τους Φατμέ.
Το ‘Ταξίδι’ είναι συνδυασμένο για μένα με τη γέννηση της κόρης μου. Κάποια στιγμή ένας φίλος μου μουσικός, ο Κώστας ο Γιαννίρης, μου είπε ότι έχει παρατηρήσει ότι οι δύο καλύτεροι δίσκοι μου είναι αυτοί που έβγαλα όταν γεννήθηκαν τα παιδιά μου. (Ισχύει;) Ναι, νομίζω ότι έχει δίκιο. Οι εποχές που ήμασταν σε αναμονή του παιδιού φαίνεται ότι μου έφεραν κι εμένα γονιμότητα.
Η ιστορία πίσω από το ‘Είμαστε Πια Πρωταθλητές’ είναι πολύ απλή, είναι ο ενθουσιασμός από τον θρίαμβο του Ευρωμπάσκετ. Γράφτηκε με αφορμή αυτό, αλλά έχει και όλη την περηφάνια που νιώσαμε τότε και ειδικά για μια ομάδα μπάσκετ. Νομίζω το κλειδί στο τραγούδι είναι το ‘ήμασταν πάντοτε παιχτάρες, μα δεν αλλάζαμε μπαλιές’. Το ότι ανακαλύπτουμε ξαφνικά πως όταν συνδυάζουμε ταλέντο με σκληρή δουλειά και ομαδικότητα, κάνουμε θαύματα.
Το ‘Ταξίδι’ ήταν το τελευταίο μας άλμπουμ. Είναι η χρονιά που παίζουμε με την Αλεξίου και τη Μάνου στην Πλάκα, η οποία είναι μια πολύ ωραία χρονιά, αλλά έχουμε σκορπίσει, έχουν αναπτυχθεί φυγόκεντρες δυνάμεις. Όταν ξεκινήσαμε, ήμασταν τρεις πιτσιρικάδες που ζούσαμε στο ίδιο σπίτι στο Φάληρο. Τώρα είχαμε 30αρίσει. Υπήρχαν διαφωνίες, δεν τα βρίσκαμε μουσικά και έγινε ένα βελούδινο διαζύγιο.
1990, Φωνές
Το κοινό έδειξε ότι δεν πολυενδιαφερόταν
Με το που διαλύθηκε το συγκρότημα, περνάω μια χρονιά που δεν κάνω συναυλίες, αφήνω μούσι και κλείνομαι σε ένα υπόγειο για να γράψω. Έχω την περιέργεια να πειραματιστώ με εντελώς διαφορετικά όργανα, χωρίς να εγκαταλείπω την κιθάρα ή τα ντραμς. Ήθελα να ακούσω βιολί, κλαρίνο, φλογέρες, κρουστά, πνευστά, όλα όσα δεν μπορούσα να κάνω με τους Φατμέ. Και προέκυψε ένας έθνικ δίσκος.
Εκεί ζήτησα βοήθεια από έναν νέο συνθέτη που είχε έρθει από τη Θεσσαλονίκη, τον Γιώργο Ανδρέου. Με βοήθησε στην παραγωγή και την ενορχήστρωση, ενώ την ίδια περίοδο ηχογραφούσε έναν δίσκο με δικά του τραγούδια με την Ελένη Τσαλιγοπούλου, το ‘Κορίτσι και Γυναίκα’. Αυτοί οι δύο δίσκοι έγιναν στο ίδιο στούντιο, ήταν σαν αδερφάκια. Και η Ελένη τραγούδησε στο δικό μου και εγώ στο δικό της. Ήταν μια πολύ γόνιμη εποχή, αισθανόμουν ότι εξερευνώ ένα καινούργιο τοπίο, όμως το αποτέλεσμα κρίθηκε αντιεμπορικό. Και αυτό συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια.
Τα πρώτα χρόνια της σόλο καριέρας μου ήταν μια επιστροφή στο ξεκίνημα. Δεν ήταν μια συνέχεια από το επίπεδο που βρισκόμασταν με τους Φατμέ, ήταν πάλι σαν να γύρισα στην αρχή, παρότι αυτοί οι δίσκοι έβγαλαν μερικά κλασικά τραγούδια. Το κοινό έδειξε ότι δεν πολυενδιαφερόταν.
(Σε πτόησε;) Πώς δεν με πτόησε; Με στεναχώρησε βαθιά, αλλά η αντίδραση μου πάντα σε τέτοιες καταστάσεις είναι να βουτάω με τα μούτρα και να γίνομαι πιο δημιουργικός για να έρθω στα ίσα μου. Οπότε έγραφα μανιωδώς.
1991, Σήκω Ψυχή μου, Σήκω Χόρεψε
Ιούνιος, ο πιο ωραίος μήνας του χρόνου
Αυτός ο δίσκος είχε τις πιο ωραίες πρόβες που έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου. Καλοκαίρι του ‘91. Εδώ και χρόνια πήγαινα στην Πάρο για διακοπές γιατί είχα πολλούς φίλους Νεοσμυρνιώτες που είχαν μετακομίσει εκεί, είχαν ανοίξει μαγαζιά. Κυρίως φίλοι του αδερφού μου, λίγο μεγαλύτεροι. Εκείνη τη χρονιά μου ήρθε η φαεινή ιδέα και ρώτησα το φίλο του αδερφού μου, τον Σταύρο, που είχε νοικιάσει μια πολύ ωραία ταβέρνα στη Σάντα Μαρία, μια μαγική παραλία. Του λέω ρε Σταύρο, πότε ανοίγεις; Μου λέει μέσα Ιουλίου. Ωραία, του λέω, να έρθουμε με τα παιδιά να κάνουμε πρόβες στο μαγαζί τον Ιούνιο που θα είναι κλειστά; Και δεν έρχεστε; λέει, λαχείο θα την κάνουμε κι εμείς.
Ήταν Ιούνιος, ο πιο ωραίος μήνας του χρόνου για μένα, όλες οι παραλίες ήταν δικές μας, το μαγαζί ήταν υπέροχο, ψηλοτάβανο, ήμασταν βασιλιάδες. Κάναμε τις πρόβες μας και μόλις κουραζόμασταν, κάναμε βουτιές ή παίζαμε μπάλα στην παραλία. Ήταν η χρονιά που ξαναπήρα τον Οδυσσέα στα τύμπανα, είχα στο μπάσο τον Γιώργο Καραγιαννίδη που έπαιζε και στους Sharp Ties (συνοδοιπόροι μας στο ξεκίνημα, μόνο που είχαν πουλήσει δεκαπλάσιους δίσκους από εμάς). Είχα πάρει και τρεις εξαιρετικούς μουσικούς, τον Κλέονα Αντωνίου, τον Θοδωρή Ρέλλο και τον Τάκη Κανέλλο που μετά φτιάξανε τους Mode Plagal. Έχουν μείνει αξέχαστες σε όλους αυτές οι πρόβες στην Πάρο.
1993, Τα Καράβια Μου Καίω
Αν δεν τραβάει το πράγμα, να σκεφτούμε και τίποτα άλλο
Η αρχή μιας μεγάλης συνεργασίας με τον Μάκη Μουράτογλου, ένα παιδί που έχει έρθει πρόσφατα από το Λονδίνο. Είχε σπουδάσει ηχοληψία, καλός μουσικός με πολύ καλές ιδέες σαν παραγωγός κι ενορχηστρωτής. Μια συνεργασία που κράτησε πάνω από δέκα χρόνια. Τελειώνει αυτή η πρώτη τριλογία των προσωπικών μου άλμπουμ και μετά από εκεί μπλοκάρω. Αισθάνομαι ότι το κοινό δεν ανταποκρίνεται, δεν ενδιαφέρεται.
“Το τραγούδι ήταν μια εντελώς προσωπική κρίση, αλλά 25 χρόνια μετά, στην κοινωνική κρίση που περάσαμε, επανήλθε και απέκτησε ένα τελείως άλλο νόημα, όχι στενά προσωπικό, αλλά κοινωνικό”.
Το τραγούδι ‘Τα Καράβια μου Καίω’ το έγραψα ακριβώς επειδή είχα αρχίσει να ζορίζομαι πολύ και να κάνω σκέψεις διαφυγής τύπου εντάξει, ζήσαμε 10 χρόνια σαν συνθέτες, δεν σημαίνει ότι θα περάσουμε όλη τη ζωή μας έτσι. Αν δεν τραβάει το πράγμα, να σκεφτούμε και τίποτα άλλο. Σκεφτόμουν ακόμα και το να πάω στην Πάρο. Κι εκεί πάνω, μου βγήκε σαν κραυγή το τραγούδι. ‘Δεν θα πάω πουθενά’.
Η φωτογράφιση του εξωφύλλου έγινε από τον Τάσο Βρεττό, στη Λούτσα. Τα περισσότερα εξώφυλλα μου είναι του Βρεττού. Μαζί του είχες δύο επιλογές. Ή θα φωτογραφιζόσουν στο στούντιό του ή στη Λούτσα.
1996, Άσωτος Υιός
Ε, αυτός ο δίσκος ήταν το restart, η αναγέννησή μου
Εκεί που νιώθω ότι στέλνω μηνύματα που δεν φτάνουν στον παραλήπτη, μου έρχεται η ιδέα να κοιτάξω λίγο πίσω, να διαλέξω μερικά τραγούδια που νιώθω ότι ήταν αδικημένα και να τα ξανακάνω ή σαν ντουέτα ή να τα δώσω σε άλλους τραγουδιστές ή τραγουδοποιούς, σκηνοθετώντας το εγώ όλο αυτό. Το ‘Να Με Προσέχεις’ το πήρε ο Σαββόπουλος και το κάναμε με ένα πιάνο και ένα κοντραμπάσο, ξεγυμνωμένο, μια σπαρακτική εκτέλεση με τον τρόπο του Σαββόπουλου. ‘Η το ‘Δε Μένω Πια Εδώ’ που είπε η Βιτάλη επίσης με έναν μοναδικό τρόπο.
Ο δίσκος είχε μόνο ένα καινούργιο κομμάτι, το ‘Κλείσε τα Μάτια σου’, που το έγραψα για το ‘Ακροπόλ’ του Βούλγαρη. Ήταν ένα εντελώς κλασικό ζεϊμπέκικο. Ε, αυτός ο δίσκος ήταν το restart, η αναγέννησή μου. Ήταν καθοριστική η συμμετοχή και η στήριξη των συναδέλφων, τόσο συμβολικά όσο και καλλιτεχνικά. Το ‘Ψέματα’ ήξερα ότι είναι ένα τραγούδι που γούσταρε ο Χάρης Κατσιμίχας ο οποίος για δέκα χρόνια μου έλεγε, αυτό το τραγούδι θα το πω εγώ μια μέρα. Οπότε τον πήρα τηλέφωνο και του είπα, ήρθε η ώρα να το πεις.
“Κι όπως είμαι με τον τζουρά και παίζω, εμφανίζεται η κόρη μου που είναι 7 χρονών με τα χέρια πίσω από την πλάτη και μου λέει ‘μπαμπά, κλείσε τα μάτια σου…’ Δεν θυμάμαι τι μου έδειξε, αλλά θυμάμαι ότι βρήκα τα λόγια”.
Είχε πολύ ενδιαφέρον η προετοιμασία και η διαδικασία αυτού του δίσκου. Είχε μια αβίαστη ευκολία στην πραγματοποίηση Ερχόταν ο κάθε καλλιτέχνης στο στούντιο και ηχογραφούσαμε επιτόπου το κομμάτι. Σε 10-12 μέρες είχε βγει όλη η ουσιαστική δουλειά. Ήταν μαγικό αυτό που συνέβη. Ξαφνικά ένιωσα ότι φτάσανε όλα τα μηνύματα εκεί που τα έστειλα. Η πλάκα είναι ότι η πρώτη επιτυχία του δίσκου ήταν το καινούργιο τραγούδι, το ‘Κλείσε τα Μάτια σου’, στο οποίο κάνει δεύτερη φωνή η Κανά. Ήταν λίγο αναπάντεχο, γιατί ήταν ένα τελείως διαφορετικό τραγούδι από το ύφος μου.
Ήταν παραγγελία. Μου είχε ζητήσει ο Βούλγαρης ένα λαϊκό τραγούδι, γιατί το ‘Ακροπόλ’ ήταν ταινία εποχής και (σ.σ. στη σκηνή που παίζει το τραγούδι) οι πρωταγωνιστές πάνε σε ένα λαϊκό μαγαζί της δεκαετίας του ‘50. Εκείνη την εποχή είχα μόλις αγοράσει έναν τζουρά και ήμουν ενθουσιασμένος. Είχα γράψει μια μελωδία σε ζεϊμπέκικο κι όταν ήρθε ο Βούλγαρης σπίτι και μου περιέγραψε τι περίπου ψάχνει, του παίζω τη μελωδία στον τζουρά και μου λέει, αυτό είναι. Του λέω ναι, αλλά δεν έχω τα λόγια και φεύγοντας μου απαντάει, θα τα βρεις τα λόγια, δε σε φοβάμαι.
“Κι όπως είμαι με τον τζουρά και παίζω, εμφανίζεται η κόρη μου που είναι 7 χρονών με τα χέρια πίσω από την πλάτη και μου λέει ‘μπαμπά, κλείσε τα μάτια σου…’ Δεν θυμάμαι τι μου έδειξε, αλλά θυμάμαι ότι βρήκα τα λόγια”.
Αυτό το τραγούδι ήταν μια μοναδική περίπτωση. Λίγες μέρες αφότου το ηχογραφήσαμε, πέθανε ξαφνικά ο πατέρας μου. Και συνειδητοποιώ ότι το τραγούδι ήταν ένας αποχαιρετισμός σε αυτόν. Ξεκινάει με το στίχο ‘σαν προσφυγάκι δίχως πάσο’ (ο πατέρας μου ήταν πρόσφυγας από τη Σμύρνη), και μετά υπάρχει και το ‘κλείσε τα μάτια σου ν’ αναστηθώ’, που γίνεται ανατριχιαστικό πλέον. Δεν ξέρω, είναι για φροϋδική ψυχανάλυση όλο αυτό.
1997, Βαλκανιζατέρ
Ήμουν ανέκαθεν τρελός σινεφίλ
Έχει αναπτερωθεί το ηθικό μου, είμαι πιο ήρεμος, πιο χαλαρός. Διαβάζω το σενάριο, ενθουσιάζομαι γιατί είναι ένα road movie εντελώς ελληνικό και η σχέση (και η αντίθεση) των δύο φίλων μου δίνει ιδέες για τραγούδια. Το ‘Χωρίς Αμορτισέρ’ θα λεγόταν κανονικά ‘Βαλκανιζατέρ’, αλλά υπήρχε ένα τραγούδι του Ρασούλη με τον ίδιο τίτλο, άρα το εύρημα ήταν του Ρασούλη. Ο Γκορίτσας του ζήτησε άδεια για να δώσει τον τίτλο στην ταινία, γιατί του ταίριαζε τέλεια. Όταν όμως ήταν να βγάλω τον δίσκο, είχα πρόβλημα γιατί μου λέει ο Ρασούλης, τι θα γίνει, θα υπάρχουν δύο δίσκοι ‘Βαλκανιζατέρ’; Έτσι ονομάσαμε το σάουντρακ ‘Κρυφτό’ από το άλλο τραγούδι που υπάρχει μέσα. Μανούβρες για να βρούμε τις ισορροπίες.
Είμαι ενθουσιασμένος που κάνω το πρώτο μου σάουντρακ, γιατί ήμουν ανέκαθεν τρελός σινεφίλ. Επίσης, νιώθω ότι το να γράφω μουσική για ταινίες μου δίνει μια ελευθερία, παρότι είναι ένα είδος παραγγελίας. Αισθάνομαι τρομερή απελευθέρωση σε σχέση με το να έκανα άλλον έναν προσωπικό δίσκο. Κι επίσης, μ’ αρέσει πολύ που παρουσιάζω για πρώτη φορά κάποια ορχηστρικά κομμάτια στη δουλειά μου. Η ταινία γίνεται μεγάλη επιτυχία, ο δίσκος πάει καλά και γενικά, από τον ‘Άσωτο Υιό’ και μετά, είναι μια εποχή ευεξίας.
1999, Παιχνίδια με τον Διάβολο
Έχει μια ορμή, είναι σαν να βγαίνεις απ’ τα κεκτημένα σου
Η προετοιμασία του δίσκου ταυτίζεται με την εγκυμοσύνη της γυναίκας μου. Γεννιέται ο γιος μου, έντεκα χρόνια μετά την κόρη μου. Δουλεύω τον δίσκο για πολύ καιρό. Από τα ‘Καράβια’ το ‘93 μέχρι το ‘99, είναι έξι χρόνια όπου τα μόνα τραγούδια που έχω βγάλει είναι αυτά που βρίσκονται στο σάουντρακ για το ‘Βαλκανιζατέρ’. Οπότε σε όλο αυτό το διάστημα, γράφω.
Το ‘Δε μας Συγχωρώ’ είναι αρκετά παλιό τραγούδι. Το ‘Παιχνίδια με τον Διάβολο’ ήταν πρόσφατο, γράφτηκε την τελευταία χρονιά πριν τον δίσκο. Έχει μια ορμή και μια πρωτοτυπία, αυτό που νιώθεις μερικές φορές στη δουλειά σου ότι υπάρχουν κάποιες αιχμές, σαν να βγαίνεις απ’ τα κεκτημένα σου. Και κάθε φορά που συμβαίνει αυτό, νιώθεις ζωντανός. Γενικά αυτός ο δίσκος ήταν ένα νέο δημιουργικό ξεκίνημα, γιατί ο ‘Άσωτος’ ήταν μεν restart, αλλά στηριγμένο σε παλιότερο υλικό. Πήγε πολύ καλά, στο ραδιόφωνο παίζονταν 7 τραγούδια απ’ αυτόν τον δίσκο.
Αυτό που χαίρομαι είναι ότι έχω ζήσει όλες τις παραλλαγές. Και πολύ εκρηκτικές επιτυχίες που κάνουν ένα εκκωφαντικό μπαμ με την κυκλοφορία, όπως το ‘Καλοκαιράκι’ ή όπως το ‘Θάλασσα μου Σκοτεινή’, αλλά και πολλά τραγούδια αργής καύσης που δεν γίνεται τίποτα ιδιαίτερο όταν βγαίνουν. Μερικές φορές έχω νιώσει ότι πέρασαν και εντελώς αδιάφορα, αλλά με το χρόνο αποκτούν μια κλασικότητα, όπως το ‘Να με Προσέχεις’, το ‘Ό,τι Δε Σε Σκοτώνει’, διάφορα.
2001, Μπραζιλέρο
Το ‘Θάλασσα Μου Σκοτεινή’ προοριζόταν για ζεϊμπέκικο
Είναι το δεύτερο σάουντρακ. Μόλις έχω τελειώσει τα ‘Παιχνίδια’, είμαι πολύ χαλαρός και λέω ωραία, θα κάνουμε την πλάκα μας, ό,τι μας κατέβει. Τα ‘Παιχνίδια’ ήταν πολύ γκρουπίστικος δίσκος. Κάναμε 3 μήνες πρόβες εδώ στο υπόγειο, γιατί η ιδέα ήταν να γίνει ένας εντελώς live δίσκος, να μπούμε και να τα παίξουμε όλοι μαζί, χωρίς πολλά κόλπα και overdubs. Κάναμε πρόβες σαν να ετοιμαζόμαστε για live. Μετά από αυτό, λέω τώρα θα αράξουμε, θα το κάνουμε οι δυο μας, εγώ με τον Μάκη τον Μουράτογλου. Programming, σύνθια, samplers, electronica ήχοι, και κάποια παραδοσιακά όργανα, κρητική λύρα.
“Επειδή ο Σωτήρης μου ‘χε πει ότι θέλει μια σκηνή σε λαϊκό μαγαζί, η μουσική που έγραψα για τη ‘Θάλασσα’ ήτανε ζεϊμπέκικο. Μετά μου λέει ότι θα κόψει αυτή τη σκηνή και του λέω ευτυχώς”.
Η λύρα μου ήρθε επειδή στο σενάριο η ταινία εκτυλισσόταν σε κάποιο νησί. Έχει αυτήν την τραχύτητα και τον τσαμπουκά η λύρα που πάντα με ενθουσίαζε, οπότε λέω ευκαιρία είναι. Από τις πιο ωραίες στιγμές του δίσκου είναι το ‘Τι Λείπει’, όπου πειραματίστηκα για πρώτη φορά με dance beat και κρητική λύρα. Είχε πολύ ζουμί αυτή η δουλειά και έγινε και σε πολύ χαλαρό και ευχάριστο κλίμα, εδώ στο σπίτι. Κανένα άγχος για το πόσες ώρες θα δουλέψουμε, κάναμε ό,τι μας κατέβαινε, πειραματιστήκαμε πάρα πολύ. Πάρα πολύ ευτυχής συγκυρία και η συμμετοχή της Ελευθερίας Αρβανιτάκη στα δύο τραγούδια. Επίσης πολύ ωραία στιγμή το ότι έβγαλα ένα νέο κορίτσι, την Ανδριάνα Μπάμπαλη που είπε το ‘Δεν Είναι Αργά’.
Τα λόγια για το ‘Θάλασσα μου Σκοτεινή’ τα έγραψα μπαίνοντας στη θέση του χαρακτήρα πολύ πριν γυριστεί η ταινία. Ήταν ο κλασικός Ελληνάρας, τα είχε όλα, αλλά ήθελε παραπάνω. Είχε οικογένεια, παιδί, δουλειά, ήταν παράγοντας στην τοπική ομάδα, είχε γκόμενα, αλλά και πάλι, καλά δεν ήτανε.
Ήμουν στο Πήλιο για διακοπές, ήταν κι ο Οδυσσέας εκεί και πήρα την κιθάρα και βγήκε μια εντελώς διαφορετική μουσική. Δουλεύοντας μετά με τον Μάκη, που ήταν πολύ καλός στο programming, αφέθηκα σ’ αυτό. Μ’ άρεσε πολύ που τα τραγούδια πήραν μια electronica ατμόσφαιρα. Έβαλε και ο Μάκης αυτό το ριφάκι με το σίνθι στην αρχή του τραγουδιού, που ήταν πάρα πολύ ωραίο.
2003, Δίψα
Κάπως μπλέξαμε τα μπούτια μας
Η ιδέα ήταν να κάνουμε ένα δίσκο που να είναι η σύνθεση του ‘Μπραζιλέρο’ με τα ‘Παιχνίδια’, να είναι και γκρουπίστικος και electronica, και εκεί κάπως μπλέξαμε τα μπούτια μας. Ίσως ήταν και ότι είχαμε κάνει έναν κύκλο με τον Μάκη -ήταν η τελευταία δουλειά που κάναμε μαζί. Με είχε κουράσει αυτός ο δίσκος, η διαδικασία, αλλά όταν τον ακούω τώρα μου φαίνεται πολύ φρέσκος. Περίεργο.
2006, Ένα Βήμα Πιο Κοντά
Αρχίζω ψυχανάλυση, γιατί χάνω λίγο την μπάλα
Είναι μια περίοδος πιο εσωστρεφής. Ο δίσκος είναι σχεδόν unplugged, ακουστικός. Αυτή η περίοδος από το ‘Ένα Βήμα Πιο Κοντά’, τη ‘Στροφή’ και το ‘Ίσως’ μου θυμίζει λίγο την πρώτη μου φάση μετά τους Φατμέ. Είναι η περίοδος της ψυχανάλυσης αυτοί οι δίσκοι. Περνάω μια κρίση μέσης ηλικίας και ζορίζομαι. Είναι μια ηλικία εκεί κοντά στα 50 που αισθάνεσαι ότι θα μπορούσε να είναι αλλιώς η ζωή σου. Σκέφτεσαι μήπως είναι η στιγμή για ένα νέο ξεκίνημα. Κι εκεί αρχίζω ψυχανάλυση, γιατί χάνω λίγο την μπάλα. Η ψυχανάλυση κράτησε πολλά χρόνια.
Θυμάμαι μια ιστορία που μου έλεγε ο Γιάννης Αδαμάκης, ο ζωγράφος, τον οποίον γνώρισα όταν έκανα τη ‘Δίψα’. Είχα δει μια έκθεση του (ζωγράφιζε μανιωδώς καράβια) και του είπα ότι θέλω να κάνει ένα έργο για το εξώφυλλο του δίσκου μου. Μου είπε λοιπόν μια ιστορία για μια αρχαία παράδοση της Ιαπωνίας. Όταν κάποιος ζωγράφος κατακτούσε φήμη και δόξα και ένα δικό του ύφος, έπρεπε να εγκαταλείψει την πόλη του και να πάει σε ένα άλλο, απομακρυσμένο σημείο της χώρας για να ξεκινήσει να ζωγραφίζει με διαφορετικό τρόπο, από την αρχή. Αυτή η ιστορία με χτύπησε κατακούτελα και ήταν η αφορμή για να γράψω το ‘Μην Τρομάξεις Αν Χαθώ’. Κατά κάποιο τρόπο, ήταν ένα τραγούδι που απευθυνόταν σε όλους τους δικούς μου, την οικογένεια, τους φίλους μου. Μια ανάγκη απόδρασης στην οποία έλεγα ‘μην τρομάξεις αν χαθώ, μη με ψάξεις, θα σε βρω εγώ, θα σε βρω όταν θα έχω μάτια να σε δω, μην ψάξεις, μην τρομάξεις, θα σε βρω εγώ’. Γενικά υπάρχει διάχυτη στο δίσκο μια ανάγκη να δω με νέα μάτια τα δικά μου πρόσωπα και πράγματα, τη ζωή μου.
2009, Στροφή
Ήμουν στραμμένος περισσότερο προς τα μέσα, παρά προς τα έξω
Έχω μπει για τα καλά στην ψυχανάλυση, οπότε βλέπω πολλά όνειρα. Το ‘Παιδί’ είναι η περιγραφή ενός ονείρου. Είναι ένας εσωστρεφής δίσκος, αλλά έχει περισσότερη ένταση και δυναμισμό. Έχει θυμό, πράγματα που βγαίνουν όταν κάνεις ψυχανάλυση. Κι έχει και μια ανάγκη λύτρωσης και πολλή εξερεύνηση. Ο ‘Ξεναγός’ ας πούμε, είναι εμπνευσμένος από το ‘Στάλκερ’ του Ταρκόφσκι. Είναι ένας συμβολισμός της εξερεύνησης του ασυνείδητου, ό,τι δηλαδή και η διαδικασία της ψυχανάλυσης. Δύσκολοι δίσκοι, δύσκολα θέματα. Ήμουν στραμμένος περισσότερο προς τα μέσα, παρά προς τα έξω.
2012, Ίσως
Σαν μια γιορτή γενεθλίων
Το ‘Ίσως’ είναι σαν μια γιορτή γενεθλίων, ένας ‘Άσωτος Υιός’ νούμερο δύο, όπου καλώ καλλιτέχνες και επανεκτελούμε παλιά μου τραγούδια. Αυτή τη φορά διαλέγω να το κάνω με όλη τη νέα γενιά τραγουδοποιών και τραγουδιστών, που ήδη έχουν ξεχωρίσει και έχουν δημιουργήσει ένα κοινό, αλλά δεν είναι στο peak που είναι σήμερα. Ο Χαρούλης, ο Μαραβέγιας, ο Μουζουράκης, η Μποφίλιου, η Ζαμάνη, ο Δρογώσης, ο Μπαλάφας και κάποια πιο νέα παιδιά.
2014, Λιμάνια Ξένα
Ένα self-portrait με τραγούδια άλλων
Ήταν ο μόνος δίσκος που έκανα εντελώς μόνος μου. Με εξαίρεση στο τέλος, στις μίξεις, που με βοήθησε ο Βασίλης Κορρές, ο συνεργάτης μου. Όλη η διαδικασία κράτησε 1,5 χρόνο. Το είχα δει σαν μια δική μου σπουδή, ένα μεταπτυχιακό στους δασκάλους μου, στους τραγουδοποιούς της παλιάς γενιάς. Έβαλα τραγούδια που αγαπούσα από μικρός και που συνήθως όταν πήγαινα να χαλαρώσω στο Πήλιο τα έπαιζα, τα διασκεύαζα.
“Έπαιζα ξέρω γω τον ‘Αλήτη’ του Ζαμπέτα σαν μπλουζ κι έλεγα ακούγεται σαν άλλο τραγούδι, έχει μια άλλη οπτική. Ή το ‘Τι Σε Μέλλει Εσένανε’, ένα σμυρνέικο που αγαπάω πολύ, το έλεγε η γιαγιά μου”
Δεν ήταν κάποιο φιλόδοξο σχέδιο να τα αναμορφώσω. Τα λαϊκά τραγούδια είναι υπέροχα και τα αγαπάω όπως είναι, απλά επειδή τα έπαιζα με διαφορετικούς τρόπους, σκέφτηκα ότι θα είναι σαν ένα ωραίο εργαστήριο να κάτσω και να τα κάνω. Και όντως ήταν. Ήταν ένα tribute στην κιθάρα αυτό το άλμπουμ. Παίζω από ηπειρώτικα και νησιώτικα μέχρι λαϊκά με ακουστικές και ηλεκτρικές κιθάρες. Αυτό είναι το βασικό κόνσεπτ του ήχου. Είναι ένα self-portrait με τραγούδια άλλων.
Μερικές φορές το ακούω, κάποια μ’ αρέσουν πάρα πολύ, σε άλλα λέω μπορούσα και καλύτερα, αλλά θυμάμαι τον φίλο μου τον Βρεττό που ερχόταν και τα άκουγε και έλεγε ωραία είναι έτσι όπως τα χαϊδεύεις, μην τα φορτώσεις πιο πολύ. Και μου έμεινε αυτό. Ήταν πολύ ωραίο παιχνίδι, δεν είχα διάθεση να κάνω κάποιο statement. Ήταν ένα τρυφερό πλησίασμα στους αγαπημένους μου τραγουδοποιούς. Δυστυχώς δεν πήρα άδεια από την οικογένεια του Άκη Πάνου, να βάλω τα τραγούδια που ήθελα.
2017, Εισιτήριο
Υπάρχει ένα σκοτεινό υπόβαθρο, αλλά και κάτι εορταστικό
Όταν τέλειωσα την ηχογράφηση, το ακούγαμε στο αμάξι με τη γυναίκα μου πηγαίνοντας ταξίδι και αισθανόμασταν ότι είναι ένας δίσκος που μιλάει πολύ για το χρόνο, για τη φθορά που φέρνει και για την πορεία προς το τέλος. Υπάρχει αυτό το σκοτεινό υπόβαθρο, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει και κάτι εορταστικό, το ‘ναι, αλλά είμαστε ζωντανοί και το γιορτάζουμε’. Υπάρχει το πολιτικό τραγούδι, το ‘Θα Περάσει κι Αυτό’, που βγήκε ως single πολύ πριν τον δίσκο και έγινε το σχετικό μπάχαλο το ‘15 του μεγάλου διχασμού. Παρότι ήταν ένα τραγούδι με το οποίο προσπαθούσα να εκφράσω το σπαραγμό μου γι’ αυτόν το διχασμό, τελικά χρησιμοποιήθηκε κι αυτό σαν εργαλείο διχασμού, γιατί έτσι ήταν η εποχή.
Και υπάρχουν και κάποια τραγούδια που έχουν ένα χιούμορ που δεν το είχα βγάλει. Μια πλευρά μου που δεν ξέρω γιατί δεν έχει βγει στα τραγούδια είναι η σατιρική. Εδώ υπάρχει το ‘Πες μου Γιατρέ’, το ‘Πανηγύρι’. Και σχηματίζεται και μια νέα μπάντα, οι Ευγενείς Αλήτες με μια άλλη γκάμα από ηχοχρώματα όπως η τρομπέτα, το βιολί, το γιουκαλίλι, που υπάρχουν πια και στις συναυλίες μου. Με αυτήν την μπάντα έχουμε διασκευάσει και τα παλιά κομμάτια, τα έχουμε φέρει πιο κοντά στον ήχο του τελευταίου δίσκου.
Πολλά από τα τραγούδια αυτά που συζητήσαμε παίρνουν μια νέα μορφή όταν τα ακούς από μια νεανική χορωδία όπως θα συμβεί την Πέμπτη. Κι επίσης, βλέπω αυτή τη συναυλία και σαν επετειακή για τα 60 μου χρόνια.
Κεντρική φωτογραφία: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson, Editing: Βασιλική Γκέτη
Το άρθρο είχε δημοσιευτεί στις 18 Ιουνίου του 2018.