“Νιώθω περισσότερο ξένος στο Αφγανιστάν παρά στην Ελλάδα”
- 1 ΜΑΡ 2019
Έχουμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε τους πρόσφυγες ως τις ανθρώπινες συνιστώσες ενός προβλήματος. Τους έχουμε κρύψει πίσω από αριθμούς και λέξεις που δείχνουν πλήθος: ομάδες, ροές, καραβάνια, δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες. Και όμως, πίσω από αυτές τις λέξεις κρύβονται άνθρωποι για τους οποίους η μετανάστευση δεν είναι ‘πρόβλημα’ αλλά βίωμα. Και αυτή τη βιωματική πλευρά της μετανάστευσης την ξεχνάμε.
Τον Αλιχάν τον γνώρισα στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Ανάμεσα σε 300-350 άτομα που κουβαλούσαν τις δικές τους αφηγήσεις ζωής, οι οποίες τελικά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έμοιαζαν, υπήρχε και η ιστορία του Αλιχάν. Ο Αλιχάν δεν ήταν παιδί μεσοαστών λευκών Ελλήνων υπαλλήλων ή ελεύθερων επαγγελματιών που στερήθηκαν προκειμένου να σπουδάσουν εμάς τα παιδιά τους. Η αφήγηση εδώ ήταν τελείως διαφορετική.
Και πώς να μην είναι ξεχωριστή η ιστορία ενός ανθρώπου που γεννήθηκε στο Αφγανιστάν, αγάπησε τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό από το εκεί σχολείο και μετά από κάποια χρόνια και αδιανόητες -για μας τους υπόλοιπους φοιτητές- δυσκολίες, κατέληξε να διδάσκεται αρχαία ελληνικά στην Ελλάδα. Αφού είχε πέράσει από το Ιράν, την Τουρκία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και τη Νορβηγία. Και ενώ ταυτόχρονα παντρεύτηκε μια γυναίκα που καταγόταν από την πόλη Τyumen στη Σιβηρία(5000 χλμ μακριά από την Αθήνα), γνωρίζοντάς τη επίσης στη Φιλοσοφική Σχολή όπου εκείνη σπούδαζε στην Αγγλική Φιλολογία.
(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson)
Ο Αλιχάν τώρα είναι 15 χρόνια στην Ελλάδα και αναγκάζεται να κάνει δύο δουλειές για να ζήσει την οικογένειά του. Το πρωί πηγαίνει σε νοσοκομεία και εργάζεται ως διαπολιτισμικός διαμεσολαβητής και μεταφραστής βοηθώντας τους πρόσφυγες στα πρώτα τους βήματα στην Ελλάδα. Το βράδυ εργάζεται σε ένα ψητοπωλείο στα Εξάρχεια.
Από το εμπόλεμο Αφγανιστάν στην Ελλάδα
Είμαι από το Αφγανιστάν, γεννήθηκα σε ένα μακρινό χωριό, μακριά από την Καμπούλ. Μετά με τον πόλεμο πήγαμε για 2 χρόνια στο Ιράν, οι περισσότεροι από το χωριό μου. Εκεί τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα και αποφασίσαμε να έρθουμε σε μια ευρωπαϊκή χώρα μέσω Τουρκίας.
Πήγα από το Αφγανιστάν στο Ιράν, στην Τουρκία, από εκεί στην Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία και τέλος Νορβηγία. Από τα σύνορα του Ιράν μέχρι την Τουρκία ήρθα με τα πόδια. Περπάταγα 3 μέρες με δυσκολιές και πολύ κίνδυνο. Αν σε έπιαναν οι Τούρκοι στα σύνορα μπορεί και να σε σκότωναν. Περάσαμε το μεγαλύτερο βουνό, το Αραράτ, με τα πόδια. Ήταν χιονισμένο. Το περάσαμε Οκτώβριο μήνα. Στην αρχή ήμασταν 2-3 άτομα. Στον δρόμο μας βρήκαμε και άλλα άτομα από άλλες χώρες: Ιράκ, Συρία, αφρικανικές χώρες. Οι περισσότεροι απλά ήθελαν να έρθουν στην Ευρώπη να γλυτώσουν.
Μαθαίνοντας για την Ελλάδα από το μακρινό Αφγανιστάν
Την ήξερα πολύ καλά. Στο σχολείο που ήμασταν ακόμα στο Αφγανιστάν μαθαίναμε ιστορία, για τον Μεγάλο Αλέξανδρο, τους φιλοσόφους. Από τότε είχα μια γνώμη για την Ελλάδα και έτσι την είχα αγαπήσει από πολύ νωρίς. Ήθελα να έρθω σε μια τέτοια χώρα και να συνεχίσω, να κάνω κάτι με τη ζωή μου.
Μας έλεγαν πόσο απίστευτο ήταν αυτό που έκανε ο Αλέξανδρος. Πέρασε από το Αφγανιστάν. Υπάρχει μια θεωρία που λέει πως πέθανε και τάφηκε στο σημερινό Αφγανιστάν. Να φανταστείς ότι ακόμα στο σημερινό νόμισμα έχουμε ελληνικά γράμματα.
Έλεγα στους δικούς μου τι κάνω εδώ στην Ελλάδα και με καμαρώνανε. Ξέρουν την Ελλάδα ως πατρίδα της φιλοσοφίας και της ιατρικής. Οι φοιτητές ιατρικής, όταν παίρνουν το πτυχίο τους, ορκίζονται στον Ιπποκράτη. Ακόμα και σήμερα στο Αφγανιστάν υπάρχουν πολλά μαγαζιά που πουλάνε αρχαιοελληνικά βότανα για θεραπευτικούς σκοπούς. Τα πιστεύουν περισσότερο από ο,τι τη σύγχρονη ιατρική.
Η δύσκολη προσαρμογή στην Αθήνα
Όταν ήρθα τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Ήμουν και πολύ μικρός, 18 χρονών. Ένα νέο παιδί που δεν ήξερε τη γλώσσα. Οι πρόσφυγες από Αφγανιστάν ήταν ελάχιστοι και δεν υπήρχε καμία υποστήριξη από το κράτος ή από ΜΚΟ. Δεν ξέραμε τη γλώσσα. Ήμασταν τελείως μόνοι.
‘Εζησα 1,5 χρόνο στο πάρκο εδώ, στην Αλεξάνδρας. Είχα έρθει εδώ μόνος μου σε μια ξένη χώρα. Αποφάσισα να φύγω από εδώ. Έφτασα στη Νορβηγία. Ήταν πολύ δύσκολο να κάνω αίτηση για άσυλο, οπότε αναγκαστικά έφυγα προς τα εκεί. Μας γύρισαν πίσω τελικά με βάση το Δουβλίνο 2, μας γύρισαν στην Ελλάδα που ήταν η πρώτη χώρα υποδοχής. Εγώ κατά βάθος χάρηκα. Μου άρεσε πολύ εδώ.
Πέρασα όλες τις χώρες της Ευρώπης αλλά η Ελλάδα μου άρεσε περισσότερο. Όταν επέστρεψα αποφάσισα να κάνω κάτι δυναμικά.
Αποφάσισα να κάνω κάτι με τη ζωή μου. Ήθελα να μάθω.
Μαθαίνοντας Ιστορικοσυγκριτική Γλωσσολογία στα ελληνικά
Γράφτηκα στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, στο Διδασκαλείο για να μάθω ελληνικά. Τα αγάπησα τόσο πολύ που έλεγα ότι πρέπει να προχωρήσω, να συνεχίσω έτσι. Το πρωί δούλευα και το απόγευμα 6-9 πήγαινα να μάθω τη γλώσσα. Μετά έκανα και κάποια μαθήματα Αρχαίων και Λατινικών και έκανα αίτηση να μπω στη Φιλοσοφική Σχολή.
Ήταν πάρα πολύ δύσκολο και πολλές φορές μου ήρθε να τα παρατήσω. Όταν άκουσα για πρώτη φορά το μάθημα των αρχαίων σκέφτηκα “αμάν, αυτό με τίποτα δεν θα το καταφέρω”. Δυσκολευόμουν ακόμα στη νέα ελληνική γλώσσα, οπότε όταν άρχισα να βλέπω τα αρχαία σάστισα. Ήταν μαθήματα πάρα πολύ δύσκολα και απαιτητικά. Τελικά, όμως, δεν τα παράτησα. Το πάλεψα πολύ. Μου άρεσε και τόσο πολύ. Κάθε μέρα ερχόμουν στο μάθημα, για να τα καταφέρω. Κάθε μέρα. Δεν έχανα ούτε μάθημα.
Μου έχει μείνει να δώσω πτυχιακή εργασία. Την παράτησα λόγω της δουλειάς αλλά θέλω να την κάνω. Θέλω να συνεχίσω κιόλας, να πάω για μεταπτυχιακό στη γλωσσολογία. Αγαπώ πολύ αυτή την επιστήμη. Γράφω μερικές φορές άρθρα, γράφω κανένα ποίημα στα ελληνικά. Μου αρέσει πολύ η ελληνική γλώσσα.
Η νέα πατρίδα
Μια φορά επέστρεψα στο χωριό μου, για να δω την οικογένεια μου, μετά από 15 χρόνια. Η κατάσταση ήταν λίγο καλύτερη, αλλά ακόμα ο πόλεμος υπάρχει. Για μένα πάντως ήταν πιο ξένη από την Ελλάδα. Αλήθεια. Ήταν νέα γενιά, όλοι διαφορετικοί σε σχέση με αυτό που άφησα. Ένιωθα χαμένος. Νιώθω πολύ περισσότερο ξένος στο Αφγανιστάν παρά στην Ελλάδα. Είμαι εδώ από τα 18 μου χρόνια, στην καλύτερη ηλικία, στην ηλικία που σε διαμορφώνει. Ξέρεις, πιστεύω ότι η περιπέτεια της ζωής ξεκινάει στα 18.
Αν εξαιρέσεις την έλλειψη υποδομών και το μπάχαλο, οι Έλληνες μας συμπεριφέρονται πολύ καλά, όλοι έχουν να λένε ότι ο κόσμος μας βοηθάνε. Οι Έλληνες είναι φιλικοί, προσφέρουν και βοηθάνε.
Παντρεύτηκα μια Ρωσίδα που γνώρισα εδώ στην Ελλάδα. Και όχι μόνο τη γνώρισα αλλά ήρθε και το παιδι […] Στην αρχή, μιλάγαμε αγγλικά. Μετά βέβαια έμαθε και εκείνη καλά ελληνικά. Είναι 8-9 χρόνια και εκείνη στην Ελλάδα. Στο σπίτι πια μιλάμε κυρίως ελληνικά. Το παιδί βέβαια έχει ως μητρική τα ρωσικά γιατί είναι κοντά με τη μητέρα του, όσο εγώ λείπω για τη δουλειά.
Το μέλλον μου το βλέπω εδώ. Κατάφερα να πάρω χαρτιά μετά από καιρό και μπορώ να ταξιδεύω στον κόσμο. Παντού πηγαίνω αλλά όπου και αν πηγαίνω τελικά μου λείπει η Ελλάδα. Πηγαίνω στη Ρωσία συχνά, στην πόλη της γυναίκας μου, του Τιουμέν στη Σιβηρία, και μετά από μία βδομάδα αμέσως μου έρχεται η νοσταλγία. Την έχω αγαπήσει πολύ την Ελλάδα.
Ένας πρόσφυγας στην υπηρεσία των προσφύγων
Δουλεύω σε δομές προσφύγων. Είμαι μεταφραστής, ναι. Τους βοηθάω στη συνεννόηση, στις συνεντεύξεις που κάνουν για το άσυλο. Στους γιατρούς που πηγαίνουν. Αν πηγαίνεις στον γιατρό πρέπει να ξέρεις τα βασικά για να συνεννοηθείς.
H μετάφραση όμως είναι ένα κομμάτι της δουλείας μου. Κάποιες φορές συμβουλεύω τους νέους πρόσφυγες που έρχονται εδώ σοκαρισμένοι. Και είναι σοκαρισμένοι όχι τόσο λόγω αλλαγής χώρας, όσο λόγω αλλαγής κατάστασης: ήρθαν εδώ χωρίς τίποτα, τα έχασαν όλα. Μια αβεβαιότητα. Δεν ξέρεις καθόλου πώς θα είναι το μέλλον σου σε έναν άγνωστο τόπο.
Εγώ προσπαθώ να τους δώσω δύναμη. Τους λέω ότι και εγώ τα πέρασα αυτά που περνούν. Η εμπειρία είναι το πιο ακριβό πράγμα. Δεν μπορείς να το υπολογίσεις με χρήματα. Δεν μπορείς να τους καταλάβεις αν δεν μπεις στη θέση τους.
Το 2008 φτιάξαμε έναν Σύλλογο Αφγανών. Εγώ ήμουν κάποια στιγμή αντιπρόεδρος, άλλη γενικός γραμματέας επί 3 χρόνια. Είχαμε πολιτιστικό κέντρο, είχαμε γραφείο. Βοηθούσαμε νέους να προσαρμοστούν στην Ελλάδα. Λειτουργεί και σήμερα και κάνει πολύ καλή δουλειά. Είναι μέσα μικρά παιδάκια που ήρθαν εδώ μόνοι τους, προσπάθησαν, δούλεψαν, πήγαν πανεπιστήμιο, κάποιοι από αυτούς κάνουν μεταπτυχιακό.
Ρατσιστικές επιθέσεις
Τα ρατσιστικά περιστατικά ξεκίνησαν τώρα τελευταία. Είχαμε επιθέσεις καθημερινές και δεν μας βοηθούσε κανείς. Δεν μας πίστευαν. Καταγγέλαμε επιθέσεις εις βάρος μας συνεχώς αλλά κανείς δεν έκανε τίποτα.
Όταν έγινε η δολοφονία του Παύλου κατάλαβαν και άκουσαν αυτό που φωνάζαμε 1-2 χρόνια πριν.
Μετανάστες χάνονταν συνεχώς και αυτό το ονόμαζαν ‘ξεκαθάρισμα λογαριασμών’ χωρίς να ερευνήσουν τίποτα. Το κάθε επεισόδιο έτσι ονομαζόταν. Απλά. Πρεσβεία του Αφγανιστάν δεν υπήρχε καν. Δεν είχαμε πού να απευθυνθούμε. Ο μόνος που μας βοηθούσε ήταν ο κόσμος ο απλός.
Η σύγκριση παλιάς και νέας πατρίδας
Οι ομοιότητες είναι πολύ περισσότερες από τις διαφορές.
Και στην Ελλάδα και στο Αφγανιστάν οι άνθρωποι είναι φιλικοί. Είναι το ίδιο πιθανό να μιλήσει κάποιος με κάποιον άγνωστο στον δρόμο. Στη Νορβηγία και στη Γερμανία αυτό δεν υπάρχει καθόλου.
Το μόνο που διαφέρει είναι ίσως το πώς εδώ υπάρχουν καφετέριες και φαγητάδικα παντού, σε κάθε γωνία. Στο Αφγανιστάν συνήθως οι άνθρωποι τρώνε στο σπίτι τους. Ένας στους εκατό να πίνει καφέ. Εγώ εδώ στην Ελλάδα πλέον συνήθισα και πίνω καφέ κάθε μέρα.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Η δομή της αφήγησης είναι μια, οι τρόποι να αφηγηθείς κάτι άπειροι. Aπό την ιστορία του Αλιχάν τελικά έμαθα πάρα πολλά πράγματα, όσο εγωιστικό και αν ακούγεται αυτό, πράγματα που δεν απαιτούσαν τη σκληρή και επίπονη διαδικασία της απόκτησης γνώσης, αλλά έναν καφέ στα Εξάρχεια. Και το βίωμά του μπορεί να μην ξεχωρίζει από τις χιλιάδες ιστορίες προσφύγων. Άνθρωποι που σε κάποια φάση της ζωής του δεν ήξεραν τίποτα άλλο εκτός από τον προορισμό τους. Δεν ήξεραν πού πάνε, πού θα καταλήξουν, τι θα κάνουν. Μαζί με το συναίσθημα ότι δεν ανήκεις κάπου, ότι βρίσκεσαι σε ένα μέρος που δεν αναγνωρίζεις και δεν σε αναγνωρίζουν μέσα σε αυτό.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που έγινε πολύ κοντά στη δουλειά του, ο Αλιχάν έδειχνε, μετά από 15 χρόνια, πλήρως ενταγμένος μέσα στη γειτονιά του. Και αυτό είναι αναμφισβήτητα μια μικρή νίκη της καθημερινότητας.