Ο Αλέξης Σταμάτης έχει μάθει να πετάει τα περιττά
- 20 ΙΟΥΛ 2017
Με το 14ο μυθιστόρημά του, ‘Μοτέλ Μορένα’, να βρίσκεται προ των πυλών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης επισκέφτηκε το στούντιο του Ραδιοφώνου 247 και την εκπομπή Rec για μια κουβέντα σχετικά με το γράψιμο, την έμπνευση, τους ήρωες και τα ρίσκα.
(Φωτογραφία: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)
Η συζήτηση περιελάμβανε ακόμη συμβουλές προς νέους συγγραφείς και ζόρικες εμπειρίες από τα χρόνια των εξαρτήσεων, οι οποίες όπως παραδέχτηκε λειτούργησαν σαν ένα πολύτιμο εφόδιο για το έργο του. Σε καμία περίπτωση πάντως δεν συμβουλεύει τους επίδοξους γραφιάδες να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο.
Μερικά από τα καλύτερα σημεία της συνέντευξης:
“Παλιά ήμουν πιο εμμονικός με το γράψιμο, τώρα είμαι πολύ πιο άνετος, έχω βρει το προσωπικό μου στιλ. Γράφω με ελευθερία, πετάω τα περιττά και τα ψυχαναγκαστικά. Υπήρχε ένας συγγραφέας που επειδή το αγαπημένο του νούμερο ήταν ας πούμε το 568, είχε το βίτσιο να γράφει τόσες λέξεις την ημέρα. Θα έλεγες λοιπόν ότι αυτός γράφει δομημένα, κι όμως ήταν ο Μαρκές”.
“Το πρώτο draft είναι σημειώσεις. Είναι τελειωμένο, όλα είναι στη θέση τους, αλλά μετά μπορούν να αλλάξουν πάρα πολλά πράγματα. Έχω επηρεαστεί πολύ απ’ το θέατρο, όπως μια παράσταση είναι ένα έργο εν εξελίξει, έτσι είναι και το μυθιστόρημα. Το ζήτημα είναι πότε θεωρείς ότι ένα draft είναι το τελικό”.
“Οι ήρωες σου δεν πρέπει να είναι φερέφωνα, τα πράγματα πρέπει να προκύπτουν μέσα απ’ τη δράση. Όλα πρέπει να είναι δραματοποιημένα, δεν είναι προγραμματικές δηλώσεις”.
“Δεν χρειάζεται να ακολουθείς ένα προδιαγεγραμμένο πλάνο μέχρι θανάτου, γιατί τα πράγματα αλλάζουν. Η μεγαλύτερη ευτυχία για έναν συγγραφέα είναι να λέει σ’ έναν ήρωα να κάνει κάτι κι αυτός να μην θέλει, αυτό σημαίνει ότι είναι πια ζωντανός”.
“Έμαθα να διαβάζω πριν πάω σχολείο κι έκτοτε επιδόθηκα σ΄ ένα τρελό αναγνωστικό ντελίριο, είχα φτάσει σ’ ένα σημείο σχεδόν προβληματικό, να ταυτίζομαι και να έχω την αίσθηση του μέσα-έξω. Ζούσα στον κόσμο τούτο και λίγο με παρακολουθούσα να ζω στον κόσμο τούτο. Είχα μια δυσφορία για την πραγματικότητα, δεν μου έφτανε, εξ ου και έμπλεξα σε διάφορες υποθέσεις υπερβολών”.
“Τα παράτησα όλα εν μια νυκτί για να αρχίσω να γράφω με κάθε κόστος, μόλις τελείωσε η περιπέτεια με το αλκοόλ. Πήρα τρελό ρίσκο, αδιανόητο με τα σημερινά δεδομένα, σχεδόν αυτοκτονικό, αλλά μου βγήκε”.
“Η λέξη έμπνευση είναι υπερτιμημένη, δεν περιμένουμε να μας έρθει διαφώτιση. Γράφουμε και προκύπτει μέσα από μια πολύ ταπεινή ιδέα”.
“Συζητώντας μετά από μια παρουσίαση με τον Μπουτάρη, ο οποίος είχε περάσει την ίδια κατάσταση με μένα, εγώ 21 χρόνια καθαρός, εκείνος 27, μου είπε ότι αν ζούσε ξανά, θα ήθελε να το ξαναπεράσει όλο αυτό. Στην αρχή με σόκαρε, αλλά μετά, διαβάζοντας Νίτσε και την έννοια του ‘αγάπα τη μοίρα σου’, αποδέχτηκα ότι τίποτα δεν σου συμβαίνει τυχαία”.
“Το πεζό θέλει καθαρό μυαλό. Υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που έχουν γράψει μεθυσμένοι, αλλά φαίνεται. Ακόμη κι ο Μάλκολμ Λόουρυ, που έχει γράψει αριστούργημα για το μεθύσι, το έγραψε όταν είχε κόψει το ποτό”.
“Ήμουν ένας λειτουργικός αλκοολικός, ντρεπόμουν γι’ αυτό που μου συνέβαινε και δεν ήθελα να το μάθει κανείς. Με έχουν καλέσει σε εκπομπή 1 η ώρα το μεσημέρι κι ήμουν πιωμένος με ένα μπουκάλι βότκα, υπάρχει το πειστήριο. Κανείς δεν κατάλαβε τίποτα”.
“Δεν με ενδιέφερε καθόλου το ποτό, με ενδιέφερε να υπάρχουν ποσοστά αλκοόλ στο αίμα μου, οπότε έπινα βότκα που υποτίθεται είναι άγευστη και άοσμη και καμουφλάρεται εύκολα σε κοινωνικές εκδηλώσεις. Νομίζει ο κόσμος ότι πίνεις νερό κι εσύ πίνεις βότκα. Μπαίνει και στο υγρό των φακών επαφής για την περίπτωση που είσαι ας πούμε στην προπαίδευση του στρατού”.
“Η μόνη μου συμβουλή για την εξάρτηση, γιατί δεν είμαι ειδικός, είναι αποδοχή και μετά ειδικοί για βοήθεια”.