ΑΘΛΗΤΙΚΑ

O Allen Iverson είναι o λόγος που παίζουμε μπάσκετ

Εάν αποσυνθέσεις το παντοτινό σύμβολο των Sixers, μένουν χιλιάδες crossovers, δεκάδες καβγάδες και ένας αντισυμβατικός MVP.

Ο καλύτερος παίκτης όλων των εποχών στο μπάσκετ είναι ο Michael Jordan. Όχι, αφού λυτοί και δεμένοι έτρεχαν να τον μαζέψουν από τα γήπεδα του γκολφ. Ο καλύτερος παίκτης όλων των εποχών στο μπάσκετ είναι ο Kobe Bryant. Μάλλον όχι, μιας και υπήρξε το πιο ακριβές αντίγραφο του Jordan. Του Jordan που μια φορά και έναν καιρό ήθελε να γίνει Tiger Woods.

Ο καλύτερος παίκτης όλων των εποχών στο μπάσκετ είναι ο Lebron James. Ούτε κατά διάνοια. Διότι κάθε φορά που ένας Ray Allen ευστοχεί σε ένα σκοτωμένο τρίποντο από τη γωνία, ο Lebron γίνεται ήρωας κατηγορίας Βιετνάμ. Και όταν καλείται να κερδίσει τους Spurs και τους Warriors χωρίς την συνδρομή του Wade και του Irving αντίστοιχα, θαλασσοπνίγεται. Είναι αδιαπραγμάτευτα ο μεγαλύτερος γυρολόγος superstar παίκτης όλων των εποχών και όλων των αθλημάτων.

O καλύτερος παίκτης που έχει ποτέ σταδιοδρομήσει στο επαγγελματικό μπάσκετ βάσει ύψους, κιλών και προδιαγραφών είναι ο Allen Iverson. Μετά από αυτή την πρόταση και το καταδικαστικό bonus καρπαζιών της πρώτης παραγράφου, οι πιθανότερες εξελίξεις είναι 3. Να μην μου μιλήσει ποτέ ξανά κανείς στο γραφείο, σύσσωμη η προπονητική κοινότητα του NBA, της Ευroleague και της Stoiximan.gr Basket League να μου καταθέσει μήνυση και ο Iverson να μου αναθέσει την διαχείριση της περιουσίας του. Της ποιας;      

Ο Allen Iverson δεν χρειάζεται συστάσεις. Τουλάχιστον όχι ιδιαίτερες. Κέρδισε μία φορά τον τίτλο του πολυτιμότερου παίκτη, ανακηρύχθηκε τέσσερις φορές πρώτος σκόρερ -αυτό κι εάν είναι κατόρθωμα, αγωνίστηκε 11 φορές σε All-Star Game και γάζωσε το καλάθι των Lakers με 48 πόντους στον πρώτο τελικό του NBA το 2001. Τι άλλο να κάνει, να διασχίσει κολυμπώντας τον Ειρηνικό;

H ζωή του δεν είναι τόσο ρόδινη. Τόσο αγγελικά πλασμένη. Δικαίως, καθώς αποτυπώνεται μία ελεύθερη πτώση χωρίς αλεξίπτωτο. Έχασε σχεδόν τα πάντα. Η φράση αυτή δεν αποτελεί δημοσιογραφική φιγούρα ή καχεκτικό κλισέ. Είναι η ωμή αλήθεια. Έχασε θαυμαστές, χρήματα, φίλους, κολλητούς, πρωταθλήματα, τον πατέρα του, σειρές playoff. Αποδεδειγμένα έχει ταλέντο στο να χάνει τα πάντα. Παραλίγο να χάσει και το μυαλό του οριστικά το 1993.

Στις 14 Φεβρουαρίου εκείνου του έτους, έπαιζε bowling με τους φίλους του στο κέντρο της κακόφημης γειτονιάς του, στο Hampton. Μέχρι που ξέσπασε ένας καβγάς τόσο άγριος και βίαιος που μπορεί να συγκριθεί μόνο με συμπλοκή σε μπαρ του Φαρ Ουέστ. Όμως, ο πλακατζής και καλύτερος τότε αθλητής της πολιτείας του, Iverson, δεν ενεπλάκη. Έφυγε σαν κύριος. Ακριβώς όπως μπήκε.

Οι γωνιακές λήψεις της κάμερας δεν βοήθησαν στην αθώωσή του. Καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση. 5 ατελείωτα χρόνια, χωρίς αναστολή. Ήτοι 1826 μέρες πίσω από τα κάγκελα. Για καλή του τύχη, μετά από 6 μήνες, ο κυβερνήτης του έδωσε χάρη και ο Iverson έλαβε το πιο χρήσιμο εξιτήριο της ζωής του. Στην φυλακή, έκανε και τρεις καινούριους φίλους. Το πείσμα, την επιμονή και το φιλότιμο γκανγκστεριλίκι του.

Για τους λευκούς ανθρώπους της πολιτείας του, ο Allen Iverson κουβαλούσε το στίγμα του αποφυλακισμένου. Για τον προπονητή, το τεχνικό επιτελείο, τους φοιτητές και τους φίλους του Georgetown, ήταν ο απόλυτος σταρ. Ο ένας και μοναδικός, το λατρεμένο πουλέν, o πιο συμπαθής αλήτης του πανεπιστημίου.

Ο Τζον Τόμπσον, προπονητής του Iverson στο Georgetown, ρίσκαρε μέχρι και την ίδια του την καρέκλα το 1994, όταν αποφάσισε να τον εντάξει στο πανεπιστημιακό του πρόγραμμα. Παρ’ όλ’ αυτά, ρέφαρε. Διπλασίασε, τριπλασίασε, τετραπλασίασε σχεδόν δεκαπλασίασε τα κέρδη του συγκριτικά με το ποντάρισμα. Ο άγουρος, ανώριμος, αφελής και επιρρεπής σε κάθε πειρασμό Iverson είχε αλλάξει ανέλπιστα προς το καλύτερο.

AP Photo/Roberto Borea

Παρακολουθούσε τα μαθήματα στο πανεπιστήμιο, δεν έχανε προπόνηση, μοίραζε μία ντουζίνα ασίστ, έκλεβε μπάλες, έτρεχε σαν τον road runner στον αιφνιδιασμό και ζάλιζε τους αντιπάλους του με τις δολοφονικές σταυρωτές του. Μία κανονικότατη όαση με ύψος 1,83 και κιλά ιδανικά για να πάρει σβηστά μέρος σε αγώνες μποξ στην κατηγορία ‘πούπουλο’.

Δεν είχε καμία σχέση με τους εξωπραγματικούς θρύλους του NBA με τα μεγάλα άκρα, τα μυθικά ποσοστά ευστοχίας και τους τόνους μυϊκής δύναμης. Αυτό δεν τον εμπόδισε από το να ξεκινήσει ομηρικούς τσαμπουκάδες μαζί τους. Ενίοτε τσακωνόταν. Ενίοτε μοίραζε ‘γαλλικά’ σαν τελικές πάσες. Ενίοτε πιανόταν και στα χέρια. Πλακώθηκε με τον Ρόντμαν, τον Κόμπι ακόμη και με τον μαλθακό Βούγιασιτς, που τον βλέπεις και τον λυπάται η ψυχή σου. Αλλά δεν είναι ο Βούγιασιτς το θέμα μας.

Στο επίκεντρο είναι ο Iverson, ο πιο μαμάκιας, ανθρώπινος, φυσιολογικός, κοντός, αδύναμος πολυτιμότερος παίκτης στην ιστορία του ομαδικού αθλητισμού. Δεν προικίστηκε με την οξυδέρκεια του Steve Nash. Δεν είχε ένα εκατομμύριο τρόπους να βάλει την μπάλα στο καλάθι όπως ο Jordan. Δεν σούταρε τρίποντα με την άνεση που το έκανε ο Bird. Δεν κατεδάφιζε τις μπασκέτες όπως ο οδοστρωτήρας  Shaquille O’ Neal. Δεν πέρασε και δεν ακούμπησε όπως ο Jermaine.

Απέδειξε όμως πως είναι ο πιο ανταγωνιστικός από όλους. Αυτό συμβαίνει κατά συρροή σε όσους μεγαλώνουν σε ένα νουάρ περιβάλλον όπου καλπάζει η εγκληματικότητα και οι πιθανότητες διαφυγής είναι συγκλονιστικά σε βάρος τους. Σαν να παλεύεις να σκαρφαλώσεις σε ένα βουνό με σκουπίδια στις χωματερές του Ρίο και να γλιστράς μόλις στριμώξεις στο πλάνο την Copacabana. Η πόλη στην οποία γεννήθηκε ο Iverson, το Hampton, δεν συγκρίνεται ούτε τόσο δα με τις φαβέλες της Βραζιλίας. Είναι πέρα για πέρα αληθινή, πέρα για πέρα ασπρόμαυρη, πέρα για πέρα άρρωστη.

Δεν είναι παράλογο λοιπόν που στο πρόσωπό του συγκεντρώνονται μία σειρά από παράξενα χαρακτηριστικά. Μία ακατανόητη μίξη που εξηγείται μόνο μακριά από τα φωταγωγημένα, δημοφιλή, λαμπερά παρκέ. Οι απαντήσεις κρύβονται στα ανοιχτά γήπεδα μπάσκετ της γειτονιάς του. Βουτούσε στο τσιμέντο για μια φαινομενικά χαμένη μπαλιά, τρελαινόταν όταν έχανε σε φιλικό μονό. (Γράψτε λάθος. Από την Αυστραλία μέχρι την Βόρεια Αμερική δεν υπάρχει φιλικό μονό. Το μόνο που θέλεις είτε παίζεις με τον κολλητό σου είτε με τον μεγαλύτερο εχθρό σου είναι να τον κερδίσεις. Αν γίνεται και κατά κράτος. Δεν υπάρχουν αιχμάλωτοι. Ο θάνατος σου, η ζωή του).

AP Photo/Tim Johnson, File

Ο ίδιος έχει αποκαλύψει έναν επιπλέον λόγο που σιχαινόταν να χάνει. Έκανε εικόνα το πρόσωπο της μητέρας του γαντζωμένο έξω από τα σκουριασμένα κιγκλιδώματα των ανοιχτών γηπέδων, στα οποία κατά κανόνα έπαιζε. Εκείνη εκ των πραγμάτων δεν απολάμβανε το προνόμιο να περνάει χρόνο με τον γιο της. Δούλευε για να μην του λείψει τίποτα. Και για τα βασικά.

Όταν πρόσφατα παρευρέθηκε σε ένα κουραστικό -ειδικά για τύπους σαν κι αυτόν- γκαλά, αποθέωσε τη μητέρα του. “Μου είχε πει ότι θα μπορούσα να γίνω ό,τι θέλω. Την πίστεψα. Ήμουν μόλις 8 χρονών. Οι φίλοι μου γελούσαν μαζί μου. Απέφευγα να καπνίσω. Έλεγα πως θα παίξω στο NBA. Συνέχιζαν να με κοροϊδεύουν. Δεν έβγαινα. Έκανα προπόνηση και επέστρεφα στο σπίτι”.

Η μητέρα του τον είχε από κοντά. Από πολύ κοντά. Λειτουργούσε σαν μια ανθρώπινη ασπίδα. Το 2002, ο Iverson αντιμετώπισε την κατηγορία της οπλοκατοχής. Η είδηση φιγούραρε ως πρώτο θέμα σε όλα τα δελτία των ειδήσεων. Οι αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν στο σπίτι του με παροιμιώδη αβρότητα. Τον αντιμετώπισαν όπως ακριβώς θα αντιμετώπιζαν έναν κοινό εγκληματία.

Είχαν μεσολαβήσει μονάχα μερικές μαρτυρικές ώρες από την στιγμή της εισβολής της αστυνομίας στο σπίτι του Iverson όταν μία ομάδα αδιάκριτων και πεζών δημοσιογράφων μαζεύτηκε έξω από το σπίτι της μητέρας του. Ζητώντας απαντήσεις και το τέλος της καριέρας του. Εκείνη δεν δεχόταν μύγα στο σπαθί της, θα επέτρεπε να σταυρώσουν τον γιο της για ασήμαντη αφορμή; Αρκούσε ένα κρεσέντο υπεράσπισης, αγάπης και μητρικής αυταπάρνησης για να πέσουν οι τόνοι.

Και πέντε όχι και τόσο μηχανικές κινήσεις. Μάλλον παρορμητικές και εξαγριωμένες. Η μητέρα του άνοιξε το παράθυρο, άκουσε την πρώτη ‘ασουλούπωτη’ ερώτηση (έκανε πως δεν άκουσε), απάντησε με ένα ρεσιτάλ φωνών και ύβρεων, ζήτησε με έναν διόλου ευγενικό τρόπο να μπει ένα τέλος στην συζήτηση και επανέφερε το κεφάλι της σε θέση 90 μοιρών. Ένα μικρό έπος, μία μνημειώδης παράσταση, ένα τέλειο αντίγραφο της γνήσιας Ελληνίδας μάνας.

 

Προκύπτει αυθόρμητα πως ο Iverson λατρεύει την μητέρα του. Με το ίδιος πάθος και την ίδια λύσσα που τον αγαπάει και εκείνη. Γενικώς, εκτιμά και έχει ανάγκη δίπλα του ανθρώπους της παιδικής του ηλικίας. Όπως τους φίλους του. Πιο συγκεκριμένα, έναν σκληρό πυρήνα πέντε ατόμων. Το 2002, ο ένας από τους πέντε δολοφονήθηκε με φριχτό τρόπο. Αυτομάτως, το κέφι και η όρεξη του Iverson εξαφανίστηκαν. Μαζί και η χρυσή ευκαιρία να διεκδικήσει κάτι σπάνια καλό με τη φανέλα των Sixers.

Αν αφαιρεθούν αυτές οι μικρές επιμέρους ήττες του, απομένει η αγάπη του για το παιχνίδι. Το μότο του NBA ‘I Love this game’ προσωποποιήθηκε. Γέμισε με πλεξούδες, κορδέλες και τατουάζ. Γιατί από το 1997 μέχρι το 2006 o Allen Iverson υπήρξε η ραχοκοκαλιά του ΝΒΑ. Το Α και το Ω. Το ίδιο το NBA.

Σύστηνε καινούριες χορευτικές κινήσεις σε κάθε παρουσίαση των ομάδων. Εντός και εκτός έδρας. Χαιρετούσε ξεχωριστά κάθε συμπαίκτη του, όπως και κάθε μέλος του προπονητικού επιτελείου. Αυτά πριν το παιχνίδι.

Έκανε ‘ζογκλερικά’ στον αιφνιδιασμό. Πήγαινε για ανάποδα λέι απ. Σταματούσε απότομα για jump σουτ μπροστά σε παίκτες που του έριχναν για πλάκα ένα κεφάλι. Δεν δείλιαζε. Σούταρε πάνω σε άμυνα και καπάκι σήκωνε παρατεταμένα τη γροθιά του. Έκανε από μηχανής καρφώματα τα air-ball των συμπαικτών του, χόρευε πεντοζάλη την άμυνα των Lakers, έβγαζε το Detroit στον αιφνιδιασμό από το πουθενά με σκαστές πάσες ολόκληρου γηπέδου, πετύχαινε καλάθια και φάουλ χωρίς να βλέπει.

Έριχνε κάτω τα αντίπαλα γκαρντ σαν να είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο. Ας πούμε σαν να πηγαίνει μέχρι το περίπτερο να αγοράσει τσιγάρα. Λειτουργούσε σαν παρά φύσει ψηλός. Πηδούσε στον θεό και άρπαζε τα ριμπάουντ νιώθοντας πλήξη στην υπερφορτωμένη ρακέτα. Κορόιδευε με το χαμηλό κέντρο βάρους τους ψηλούς κάθε λογής.

Επέστρεφε, όταν το θυμόταν, στην άμυνα και έκλεβε τις πάσες στην αδύνατη πλευρά, έβαζε μεγάλα σουτ, ζητούσε πάντα την μπάλα τα τελευταία δευτερόλεπτα, βουτούσε για κάθε φαινομενικά χαμένη κατοχή. ‘Σκύλιαζε’ ύστερα από μια κακή του ενέργεια, δάγκωνε τη φανέλα όταν τον ‘ξεχνούσαν’ στην άκρη του πάγκου, απογοητευόταν φρικτά όταν έχανε. Κυρίως όμως, αρπαζόταν με το παραμικρό, φτάνοντας σε εκρήξεις που θα ζήλευε μέχρι και ο ‘μετρ’ του είδους, ο εμβληματικός και μόνιμα μελιτζανί Obradovic.

Κανένα όμως από αυτά τα highlights δεν μπορεί να θεωρηθεί η πιο απολαυστική στιγμή της καριέρας του. Η σπεσιαλιτέ του Iverson ήταν, είναι και θα είναι, όσα χρόνια και εάν περάσουν, όσα τρίποντα και αν βάλει ο Κάρι, όσους διαγωνισμούς καρφωμάτων και εάν κερδίσει ο ΛαΒίν, όσα παγκόσμια ρεκόρ άστοχων τριπόντων και εάν κάνει ο Χάρντεν τις επόμενες σεζόν, οι φονικές αλλαγές κατεύθυνσης. Οι γνωστές -σε απλά αμερικάνικα- crossovers.

Σώριασε στο παρκέ έναν πληρέστατο λόχο από παίκτες του NBA. Μεταφορικά μιλώντας, από στρατηγούς μέχρι απλούς στρατιώτες. Από τον μυθικό Στόκτον έως τον μια ζωή μέτριο Φίσερ. Τους απέφευγε με χίλιους δυο τρόπους. Άλλος έμενε στήλη άλατος, άλλος πεταγόταν 4 μέτρα πίσω λες και τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα, άλλος έπεφτε δεξιά και άλλος αριστερά. Κοινώς, άλλος για Χίο τράβηξε και άλλος για Μυτιλήνη.

Θεωρήθηκε υπεύθυνος για το στιγμιαίο μαρμάρωμα του Κobe αλλά και για το παραδοσιακό τσάμικο του Daniels. O τελευταίος βέβαια, αν είχε την στοιχειώδη αυτοεκτίμηση, το επόμενο πρωί δίχως καμία ανούσια χρονοτριβή όφειλε να ανακοινώσει την απόσυρσή του από την ενεργό δράση. Απορίας άξιο πως συνέχισε να παίζει με 2 σπασμένους αστραγάλους.

Και φυσικά υπήρξε ο ηθικός αυτουργός της χειρότερης στιγμής που βίωσε ποτέ ο Jordan στο NBA. Βεβαίως. Ακόμη και ο Jordan βρίσκεται στην λίστα με τα θύματά του. Ακόμη και αυτός. Ταπεινώθηκε. Ρεζιλεύτηκε. Ζαλίστηκε στην γραμμή των ελευθέρων βολών το ’97 αφού κατάπιε αμάσητη την επιμονή του Phil Jackson να βάλει μυαλό στον απερίσκεπτο Iverson. To αποτέλεσμα;  Πνίγηκε σε μια κουταλιά εντολές.

Ένα ολόκληρο γήπεδο ήταν στο πόδι. O πάγκος των Sixers, οι θεατές, οι πωλητές των σνακ, οι ταξιθέτες είχαν παγώσει. Δεν βλέπεις άλλωστε κάθε μέρα έναν rookie παίκτη να τα βάζει με τον απόλυτο σταρ μιας λίγκας. Να σκάει την μπάλα χιλιοστά απόσταση από τον Jordan. Και στο τέλος να τον στέλνει αδιάβαστο με δύο ζυγισμένες, κοφτές, απότομες σταυρωτές. Σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Αυτά δεν γίνονται ούτε στα ‘Μαγικά Παπούτσια’, πόσο μάλλον σε έναν αγώνα regular season.

Αν ο Jordan ένιωσε (που ένιωσε) για τα καλά στο πετσί του πόσο ‘badass’ είναι ο Iverson, τότε ο Tyronn Lue,ο τωρινός προπονητής των Cleveland, θα έβλεπε εφιάλτες σε όλη την σειρά των τελικών του 2001. Ο ασθενικός Lue έπαιζε ασφυκτική άμυνα. Πίεζε στα 3/4. Με λίγα λόγια, είχε κολλήσει πάνω στον Iverson σαν κακόβολο τσιμπούρι. Συν τα ανυπόφορα και ανελέητα double team. Είχε συντονίσει ένα μεθοδικότατο σφυροκόπημα. Και αναπόφευκτα, προκάλεσε την τύχη του.

Με μία ψεύτικη προσποίηση, o ζοχαδιασμένος Iverson κέρδισε ελάχιστο χώρο. Αρκετό όμως για να εκτελέσει. Μετά το εύστοχο δίποντο, ο Lue γλίστρησε. Ο Iverson δεν άπλωσε το χέρι του να τον σηκώσει. Ούτε πέρασε από δίπλα του. Πέρασε από πάνω του, τερματίζοντας τα κοντέρ της αλαζονείας και της υποτίμησης. Αν το έκανε οποιοσδήποτε άλλος, δεν θα ήταν είδηση. Βασικά, δεν θα τολμούσε κανείς άλλος.

Ο Allen Iverson έκανε κάθε πιθανό και απίθανο λάθος. Στην ζωή του και στην καριέρα του. Έφυγε από τους Sixers με κατεβασμένο το κεφάλι. Απέτυχε να συνυπάρξει με τον Carmelo και τον γκαφατζή J.R. Smith στους προβληματικούς Nuggets. Έφαγε με το κουτάλι τον πάγκο στο Detroit. Έφυγε νύχτα από το Memphis. Έπαιξε μέχρι και στην… Besiktas. Σε λίγο θα διαβάσουμε πως αναγκάστηκε να παίξει και στην Κίνα. Αναγκάστηκε. Έπαιξε. Και;

Έβαλε όλο τον πλανήτη στο τριπάκι να παραμιλάει με τα επιτεύγματά του. Να ασχολείται μαζί του. Να στήνεται μπροστά από μια τηλεόραση τα ξημερώματα για να δει σε live μετάδοση το επόμενο σωριασμένο θύμα του. Να περιμένει με τις ώρες στην ουρά για ένα αυτόγραφο.

Ο Iverson τελικά μπορεί να μην είναι ούτε ο καλύτερος ούτε ο πιο υποτιμημένος παίκτης όλων των εποχών. Οι πιθανότητες ειδικά να τον αναφέρει κάποιος στις συζητήσεις για την καλύτερη πεντάδα, τον μεγαλύτερο ηγέτη και το κορυφαίο ταλέντο όλων των εποχών είναι εκπληκτικά λιγότερες από εκείνες της Εθνικής Ελλάδας να κατακτήσει ένα δίκαιο Euro μέσα στα επόμενα 50 χρόνια. Τότε τι στην ευχή μπορεί να είναι;

Μάλλον ο λόγος για τον οποίο παίζουμε και εμείς μπάσκετ. Ο λόγος για τον οποίο γελάμε, διασκεδάζουμε, πανηγυρίζουμε, βουρκώνουμε, σφίγγουμε τις γροθιές μας σε ένα ανοιχτό γήπεδο μπάσκετ το καλοκαίρι. Υπάρχει άραγε μεγαλύτερο δώρο από αυτό που μας έκανε o μοναδικός All Star guard που το έχει σκάσει ποτέ από το Grand Theft Auto;

Μας έμαθε να αγαπάμε το μπάσκετ. Τελεία και παύλα.

Κεντρική φωτογραφία: AP Photo/Rusty Kennedy