O ‘διεστραμμένος’ φραγκοφονιάς James Spader
Στα 53 του ο πάλαι ποτέ γόης των 80s είναι ταυτόχρονα πρωταγωνιστής στο Blacklist και ο κακός του Avengers 2. Μια καλή ευκαιρία να τον αποδομήσουμε.
- 28 ΝΟΕ 2013
Αρχές του 2012 στη Βιρτζίνια και ο γιος των εκπαιδευτικών που παράτησε το γυμνάσιο για να γίνει ηθοποιός έχει λυθεί στα γέλια βλέποντας τον Daniel Day Lewis να κυκλοφορεί αμίλητος έχοντας μπει, μετά από μήνες προετοιμασίας, στο πετσί του Lincoln. Για εκείνον τα πράγματα είναι πολύ απλά. Αυτό είναι μια ταινία που θα του πληρώσει τους λογαριασμούς για τους επόμενους έξι μήνες. Όπως είναι, άλλωστε, όλες.
Η παραπάνω σκηνή στα γυρίσματα του Lincoln, όπου ο Spader έπαιζε ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο, είμαι σίγουρος ότι κάπως έτσι ‘παίχθηκε’. Τουλάχιστον στο μυαλό του. Ειδικά αν, δίπλα στον πραγματιστικό τρόπο που αντιμετωπίζει την ‘τέχνη’ του, προσθέσεις το γεγονός ότι ο James διαθέτει και φωτογραφική μνήμη.
Οπότε, από την στιγμή που ούτε για πλάκα δεν ακολουθεί την Μέθοδο, κυριολεκτικά απλά εμφανίζεται, διαβάζει διαγώνια τα λόγια του και μετά βγαίνει μπροστά στην κάμερα και τα λέει.
Έχοντας πάντα αξεσουάρ ένα μπλαζέ σαρδόνιο τόνο στην χαρακτηριστική φωνή του. Αυτή που έκανε τον Josh Whedon να δηλώσει πως ήταν η πρώτη και μοναδική επιλογή του για τον ρόλο του Ultron, του ρομπότ που θα ‘γονατίσει’ τους Avengers στο σίκουελ.
Kάτι που δεν σημαίνει όμως ότι ο Spader δεν έχει τίποτα κοινό με τον Daniel Day Lewis. Όχι φυσικά κάποιο κερδισμένο Όσκαρ. Αυτό ούτε φαίνεται πιθανόν να το κερδίσει ποτέ, ούτε μοιάζει να τον νοιάζει.
Ειδικά αν σκεφτείς ότι τα Emmy του (1 για το Practice, 2 για το Boston Legal) τα έχει χωμένα σε ένα ράφι της βοηθητικής ντουλάπας στην κουζίνα του. Δίπλα στα πατατάκια ρίγανη, τα κουτιά με τον πουρέ και τα corn flakes.
Αυτό που έχουν κοινό οι δυο τους είναι το γεγονός ότι απεχθάνονται να δίνουν συνεντεύξεις. Όχι γιατί το παίζουν ντίβες, αλλά επειδή δεν θέλουν να μιλούν για τον εαυτό τους.
Συγκεκριμένα ο James έχει πει πως ‘Δεν έχω πρόβλημα να κάτσω να μιλήσω. Απλά δεν αισθάνομαι άνετα να μιλώ για τον εαυτό μου. Οπότε δίνω συνεντεύξεις μόνο στο βαθμό που είμαι αναγκασμένος από το συμβόλαιο μου προκειμένου να συνεχίσω να δουλεύω. Και πάντοτε τόσο ώστε να μην προσελκύω πολύ δημοσιότητα’
Επίσης, όπως ακριβώς με τον Day Lewis, τον Spader πρέπει να τον τραβήξεις από την καρέκλα για να τον αναγκάσεις να δουλέψει. Όπως συνέβη με τον χαρακτήρα του Alan Shore (τόσο στο The Practice όσο και στο Boston Legal), ο μόνος από τον οποίο τον γνωρίζουν οι νεότεροι.
Ο μόνος λόγος που πείστηκε να τον υποδυθεί είναι επειδή οι παραγωγοί, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει συνήθως στις τηλεοπτικές σειρές, του έκαναν μονοετές συμβόλαιο. Άρα του έδιναν κάθε χρόνο την ευκαιρία να μπορεί να φύγει (βλέπε να αισθάνεται ελεύθερος) ή να διαπραγματευτεί περισσότερα χρήματα.
Ίδια ακριβώς είναι η φάση με το The Blacklist, την εθιστική νέα σειρά στην οποία υποδύεται ένα σούπερ εγκληματία που μια μέρα αποφασίζει να παραδοθεί/συνεργαστεί με το FBI και να αρχίσει να τους βοηθάει να συλλάβουν υπερ-εγκληματίες που ούτε καν ήξεραν ότι υπήρχαν.
Τουλάχιστον αυτή τη φορά, σε αντίθεση με την audition για το Practice, δεν χρειάστηκε να πείσει τους παραγωγούς ότι δεν είναι αρκετά εκκεντρικός ή ψυχανώμαλος για τον ρόλο.
Βλέπεις ο σεβάσμιος μεσήλικας -που κάποτε έβγαζε μεροκάματο ως σερβιτόρος, φορτοεκφορτωτής, φορτηγατζής φτυαριστής κοπριάς σε ιππική σχολή και καθηγητής yoga- έχτισε μια γεμάτη πρώτη δεκαπενταετία καριέρας παίζοντας αλαζονικούς playboys (Pretty in Pink), έμπορους ναρκωτικών (Less than Zero), ηδονοβλεψίες (Sex, Lies and Videotape), πληρωμένους δολοφόνους (2 Days in the Valley, απέναντι στην Charlize Theron) και φετιχιστές με τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα (Crash).
Σε όλα τα παραπάνω ήταν πειστικός. Για την ακρίβεια υπερβολικά πειστικός. Όπως ακριβώς και στο ρόλο του σαδιστικού αφεντικού που κάνει την Maggie Gyllenhaal να σέρνεται στα πατώματα στo Secretary του 2002. Tην τελευταία δηλαδή φορά που βρήκε δουλειά εξαιτίας της teen idol ομορφιάς του (ότι δηλαδή απέμεινε από αυτή) και όχι της εκκεντρικότητάς του.
Για να είμαι ειλικρινής τον προτιμώ όπως είναι τώρα. Ένας βαριεστημένος bon viveur Robert California (βλέπε Office) που θα περάσει τα επόμενα 20 χρόνια της ζωής του διασκεδάζοντας μας με τα καμώματα του. Τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που θα του βγει η σύνταξη από το σωματείο. Γιατί μετά, ούτε γεια δεν θα καταδεχτεί να μας λέει.