ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο Φιντέλ Ταλαμπούκας παίρνει θέση ως ηθοποιός απέναντι στους ρόλους του

Με αφορμή τη συμμετοχή του στην Έντα Γκάμπλερ σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά στο Προσκήνιο, ο ταλαντούχος ηθοποιός μιλά για το ιψενικό έργο, τις θεατρικές του εμπειρίες δουλεύοντας εντός και εκτός Ελλάδας, τους νέους τρόπους που αναζητά διαρκώς για να είναι ενεργός άνθρωπος. 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΚΕΛΥ ΚΑΛΑΜΠΑΚΑ

Ένας ευαίσθητος άνθρωπος και ένας δυναμικός ηθοποιός είναι ο Φιντέλ Ταλαμπούκας. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν τον ρώτησα ποτέ «γιατί Φιντέλ», αλλά το εικάζω. Και η ζωή του, μάλλον τον καθιστά έναν καλύτερο Φιντέλ από εκείνον που όλοι φανταζόμαστε.

Στα χνάρια του όμως, αφού ο δικός μας Φιντέλ δεν βρήκε έναν δρόμο στρωμένο με ροδοπέταλα. Πάλεψε πολύ για όσα κέρδισε και κατάφερε περισσότερα και από όσα ονειρεύεται κάποιος, απλώς με την αφοσίωση, την παρουσία του και τον χαρακτήρα του. Είναι απόλυτος, σαφής και συγκεκριμένος σε επιλογές ζωής και σχέσεις ζωής. Ο έφηβος που οδηγήθηκε στη λογιστική μετά από αρκετές μετακομίσεις, έχει παίξει σε σκηνές σε όλο τον κόσμο. Και τις αξίζει.

«Γεννήθηκα στην Ελβετία όπου οι γονείς μου ήταν οικονομικοί μετανάστες. Στα τέσσερα μου πήγαμε από τη Ζυρίχη στα Γιαννιτσά όπου ζήσαμε τέσσερα χρόνια και ουσιαστικά μετά τα οκτώ μου που ήρθαμε στην Αθήνα, ζήσαμε στον Κορυδαλλό Νίκαια», μου λέει και η συζήτησή μας ξεκινά.

Μεγάλωσες σε μία λαϊκή συνοικία. Πώς αποφάσισε λοιπόν αυτό το παιδί να γίνει ηθοποιός;

Νομίζω επειδή από μικρός μου άρεσε να κάνω χαζομάρες και να κάνω τους άλλους να γελάνε – γι’ αυτό. Κάποια στιγμή μου είχε περάσει από το νου αλλά επειδή όπως είπες είχα μεγαλώσει σε μία λαϊκή συνοικία που κάτι τέτοιο δεν ήταν σύνηθες, το εγκατέλειψα ως σκέψη. Σπούδασα, λοιπόν, λογιστικά – κάτι που κάνω παράλληλα ως σήμερα- και κάποια στιγμή όταν μετακόμισα πια στο κέντρο κι άλλαξαν οι παρέες μου τότε, το ανέσυρα. Αποφάσισα να πάω σε μία σχολή απλά για να δω πώς είναι. Πήγα λοιπόν στη σχολή της Αγίας Βαρβάρας που μόλις είχε ανοίξει, ενθουσιάστηκα και κόλλησα. Εκεί γνώρισα και τον Περικλή Μουστάκη, τον δάσκαλό μου, και πριν ακόμη τελειώσει σχολή, μαζί του και με άλλα δύο παιδιά φτιάξαμε την ομάδα «Άσκηση».

Περνώντας τα χρόνια, μπορείς να πεις ότι αυτό που ονομάζουμε ταλέντο ως μια προδιάθεση ή χάρισμα, μια ευκολία, την είχες; Ή αρκούσε το ότι το ήθελες πολύ;

Δεν μπορώ να προσδιορίσω τι είναι ταλέντο. Εγώ ας πούμε όταν πρωτοπήγα στη σχολή και μου έδωσαν να διαβάσω ένα κείμενο κεκέδιζα. Ήταν αδύνατο να διαβάσω. Μετά κάπως άλλαξε η συνθήκη και προχώρησα. Πιστεύω, δηλαδή, τελικά ότι ταλέντο είναι η εμμονή και η πίστη που έχεις στην αγάπη σου και σε αυτό το πάθος. Μπορεί να βοηθάει και κάποια ευκολία, αλλά όσους έχω δει και θαυμάζω είναι αυτοί που είναι πολύ αφοσιωμένοι. Ξέρεις, πολλές φορές η ευκολία μπορεί να μη σε βοηθήσει να συνεχίσεις.


Είσαι ένας άνθρωπος που έχει πολύ χαρακτηριστικό πρόσωπο. Και στην Έντα Γκάμπλερ, παίζεις πάρα πολύ με το πρόσωπό σου.

Ναι, το ξέρω. Αλλά νομίζω ότι ειδικά σε αυτό το έργο το κάναμε ιδιαιτέρως και το τραβήξαμε στα άκρα.

Υπήρξαν καθοριστικές στιγμές μετάβασης αυτά τα χρόνια;

Καταρχάς η «Άσκηση» ως ξεκίνημα ήταν πολύ καθοριστική. Δουλεύαμε δηλαδή 12-13 ώρες την ημέρα, κλεισμένοι μέσα στο θέατρο. Είναι πολύ ωραία συνθήκη, όταν γίνεται με μία αίσθηση πίστης σε κάτι. Εμείς πιστεύαμε τότε ότι θα μείνουμε στην ιστορία του θεάτρου – σημασία δεν έχει τι έγινε- εμείς νιώθαμε ότι κάνουμε κάτι πάρα πολύ σημαντικό για το θέατρο. Δεν είχαμε κάνει, δηλαδή, μία ομάδα για να είναι το εφαλτήριο για να κάνει ο καθένας μας κάτι άλλο-  πιστεύαμε αληθινά ότι αυτή η ομάδα θα αλλάξει τον ρου του θεάτρου. Βέβαια, όλο αυτό να πούμε ότι είναι και πάρα πολύ βαρύ, το να είσαι κλεισμένος 13 ώρες και να μη βλέπεις το φως του ήλιου βοηθάει μάλλον στο να σε ρίξει στην κατάθλιψη.

Μετά συνεργάστηκα με τους Blitz. Και αυτοί είχαν την ίδια εμμονή αλλά με μία διαφορετική προσέγγιση. Μπορούσαμε, δηλαδή, να κάνουμε όλοι μαζί αυτό που μας αρέσει αλλά να χαιρόμαστε κιόλας. Ήταν αρκετά πιο εξωστρεφές. Πέρασα πάρα πολύ ωραία αυτά τα χρόνια γιατί είχαμε τη μεγάλη τύχη να ταξιδέψουμε πάρα πολύ σε όλη την Ευρώπη και εκτός αυτής – με το Late Night που είχαμε κάνει στη Στέγη πρέπει να παίξαμε σε 50-60 διαφορετικά μέρη για πολλά χρόνια.

Να μοιραστείς τότε μαζί μας κάποιες εμπειρίες από πόλεις του εξωτερικού όπου έχετε παίξει.

Νομίζω ότι η βασική διαφορά στο εξωτερικό είναι ότι σέβονται πραγματικά τους καλλιτέχνες. Το ότι μέσα στο καμαρίνι υπήρχε μία πετσέτα να σκουπιστείς, ξηροί καρποί, σοκολάτα και νερό και εδώ δεν υπάρχει ποτέ – αυτό κάτι δείχνει. Μόνο στη Στέγη μπορεί να σου πω ότι υπάρχει ένα μπουκάλι νερό. Δεν είναι πολυτέλεια – είναι στοιχειώδης σεβασμός και ευγένεια.

Είναι ελληνικό φαινόμενο πάντως αυτό. Αδιαφορία και αγένεια.

Ναι φυσικά και σ’ αυτή την περίπτωση, τα ράσα κάνουν τον παπά. Δεν με νοιάζει αν είναι τυπική η ευγένεια, αυτό που λένε για τους βόρειους λαούς, με νοιάζει ότι το κάνουν. Ας είναι και τυπικό – νιώθεις ότι κάποιοι άνθρωποι σκέφτηκαν ότι χρειάζεσαι μια πετσέτα να σκουπιστείς και ένα μπουκάλι νερό να πιεις.

Το κοινό;

Έχει να κάνει με τις χώρες, συνήθως όμως ήταν πιο προσηλωμένο και φυσικά δεν άκουγες ποτέ να χτυπάνε κινητά τηλέφωνα. Εγώ ενθουσιάστηκα με συγκεκριμένες χώρες και πόλεις, όπως η Βηρυτός, η Νάπολη, η Κωνσταντινούπολη. Γενικώς χώρες που είναι λίγο πιο κοντά σε εμάς ως φιλοσοφία. Για να επανέλθω, ταυτόχρονα με τους Blitz είχα και μία υπέροχη συνεργασία με την Αργυρώ Χιώτη και τους Vasistas. Δεν μπορώ να το παραλείψω αυτό γιατί ήταν μία εξαιρετικά δημιουργική και ενδιαφέρουσα περίοδος, επίσης με πολλά ταξίδια στο εξωτερικό και περιοδείες.

Επόμενος σταθμός; Είναι ο Δημήτρης Καραντζάς;

Ναι, βεβαίως είναι, καθώς αυτή είναι η τέταρτη παράσταση που κάνω μαζί του. Ο Καραντζάς είναι ένα άλλο είδος θεάτρου. Ο Δημήτρης ως σκηνοθέτης έχει μία καταπληκτική εμβάθυνση στο κείμενο, απίστευτο ψάξιμο, μία σταθερότητα σε αυτό που προτείνει κι έναν πολύ ωραίο τρόπο να το λέει και να σε εμπνεύσει. Είναι, επίσης, πάρα πολύ σημαντικό να μπορεί κάποιος ανεξαρτήτως τού πόσο διαφορετικά θα δώσει κάθε παράσταση, να μπορεί να αφήνει το στίγμα του.

Πώς είναι ο Δημήτρης με τους ηθοποιούς;

Εξαιρετικός, τουλάχιστον όσο τον έχω ζήσει εγώ. Παντού και πάντα υπάρχουν εντάσεις, όμως είναι πολύ ωραίες συνεργασίες μαζί του κυρίως γιατί υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη ελευθερία μέσα σε ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο. Είναι ένα πλαίσιο το οποίο έχει χτίσει από πριν, δουλεύοντας πάρα πολύ σκληρά την κάθε του λεπτομέρεια μόνος του ή με τους βοηθούς του και τους στενούς του συνεργάτες. Υπάρχει, δηλαδή, μία τρομακτική δουλειά που έχει γίνει πριν ακόμη ξεκινήσουμε τις πρόβες μαζί του. Οπότε διαβάζοντας και κάνοντας τις πρώτες αναγνώσεις, έχεις ένα συγκεκριμένο πλαίσιο το οποίο σου δίνει μία απίστευτη ελευθερία να κινηθείς εσύ ως ηθοποιός μόνος σου. Μόνο όταν υπάρχει πλαίσιο μπορείς να κινηθείς ελεύθερα. Όταν δεν υπάρχει πλαίσιο δεν ξέρεις από πού να ξεκινήσεις και πού να τελειώσεις. Μόνο έτσι μπορούμε να αυτοσχεδιάσουμε και να προτείνουμε πράγματα.


Είναι τόσο ωραίο αυτό που λες. Και είσαι ο πρώτος ηθοποιός που μου το επισημαίνει. Ακούγεται τόσο σημαντικό όσο το να βάζεις όρια στο παιδί σου.

Θυμάμαι έναν ψυχίατρο που κάποια στιγμή μου είχε πει, μιλώντας για παιδιά, ότι τα παιδιά πολλές φορές κάνουν φασαρία επίτηδες γιατί ψάχνουν με αγωνία τους γονείς να παίξουν τον ρόλο τους. Αναζητούν πραγματικά να τους βάλουν οι γονείς τα όρια τους, να παίξουν, δηλαδή, τον ρόλο τους.

Τι είναι αυτό που σ’ αρέσει περισσότερο απ’ όλα σ’ αυτή τη δουλειά και πόσο αλλάζει με τα χρόνια;

Ναι αλλάζει φυσικά γιατί κάθε φορά προσπαθώντας να εμβαθύνεις σε έναν ρόλο ανακαλείς πράγματα που έχεις ζήσει, που έχεις ακούσει, νομίζω ότι ψάχνεις συνέχεια να θυμηθείς ή να ανακαλύψεις καινούργιους τρόπους να συγκινηθείς. Να συγκινηθείς και να προχωρήσεις μαζί με κάτι, με έναν ρόλο ή με έναν σκηνοθέτη. Συνέχεια όμως ψάχνεις αυτό, τρόπους να συγκινηθείς, να μείνεις ενεργός ως άνθρωπος και να μην ζεις μέσα σε μια ουδετερότητα που απλώς υπάρχει.

Σε όλα όσα λες ακούω και νιώθω πολύ έντονο συναίσθημα. Είσαι τόσο ευαίσθητος σαν άνθρωπος;

Τι να πω; Ελπίζω πραγματικά να είμαι ένας ευαίσθητος άνθρωπος.

Νιώθεις ότι είσαι καλός ηθοποιός; Ας πούμε σ’ αυτή την παράσταση νιώθεις ότι «το έχεις»;

Κάποιες φορές το νιώθω και κάποιες φορές όχι. Νομίζω ότι μόνος μου βάζω τρικλοποδιά στον εαυτό μου και με πείθω ότι πρέπει να προσπαθήσω περισσότερο. Δική μου βλακεία είναι.

Ας μιλήσουμε λίγο για αυτόν τον τύπο, τον Τέσμαν στην Έντα Γκάμπλερ. Τι άντρας είναι;

Νομίζω ότι υπάρχει πάνω του μία επικίνδυνη παιδικότητα – η εμμονή με τις θείες, για παράδειγμα είναι χαρακτηριστική. Δεν ξέρει πότε είναι ενήλικας και πώς λειτουργεί ένας σοβαρός άνθρωπος – κι αυτός ήταν ένας δρόμος που επιλέξαμε: να μην ξέρεις δηλαδή ακριβώς πώς και γιατί κινείται αυτός ο άνθρωπος, αφού συχνά απαντά και ενεργεί άλλοτε ως έφηβος και άλλοτε ως ενήλικας. Στο τέλος όμως, όταν χρειάζεται να βρει μία καινούργια αποστολή, αφού έχει χάσει λίγο τον δρόμο του, λειτουργεί απολύτως κυνικά ως ενήλικας. Γιατί η αποστολή σε αυτό το έργο ήταν πολύ σημαντική με τα μάτια του Δημήτρη: πρέπει να βρω μία καινούργια αποστολή και δεν με ενδιαφέρει τι θα αφήσω πίσω – αυτός ήταν ένας οδηγός για τον ρόλο. Και η ακροβασία ανάμεσα στην ενήλικη και στην ανήλικη ζωή.


Αλήθεια, πρέπει να βρεις κάτι να συμπαθήσεις σε έναν ρόλο;

Νομίζω ούτε να συμπαθήσεις ούτε να αντιπαθήσεις. Θα πω κάτι πολύ κοινότυπο θεατρικό αλλά ισχύει – και είμαι και πολύ υπέρ της άποψης ότι «βγάζω τον ρόλο βόλτα». Και τον δείχνω και σας λέω «αυτός είναι αυτός ο άνθρωπος». Και ασφαλώς τον κρίνω τον κάθε ρόλο και αυτό είναι και το ενδιαφέρον στη συνύπαρξη με τον ρόλο. Τον δείχνεις και τον κρίνεις. Παίρνω θέση ως ηθοποιός απέναντι στον ρόλο και προσπαθώ να φαίνεται τόσο-όσο.

Βλέπεις «Τέσμαν» γύρω μας;

Βέβαια, παντού και πολλούς. Βλέπεις συνέχεια ανθρώπους που εγκαταλείπουν τα πάντα για το προσωπικό τους όφελος. Με τεράστια ευκολία μάλιστα. Έχουν δώσει όρκους πίστης σε ανθρώπους και σε ιδέες, αλλά τους εγκαταλείπουν εύκολα. Και αυτό αντικατοπτρίζεται εμφανώς στην πολιτική όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Δεν έχεις πια να πιαστείς από πουθενά. Νομίζω ότι είναι παγκόσμιο φαινόμενο η ατομικότητα και η έλλειψη ιδεών. Είναι μόνο το εγώ, εγώ να κερδίσω είτε φήμη είτε χρήματα σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας.

***

Έντα Γκάμπλερ

Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας 

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς 

Σκηνικό: Μαρία Πανουργιά 

Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη 

Κίνηση: Τάσος Καραχάλιος 

Moυσική: Γιώργος Ραμαντάνης 

Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης 

Βοηθός σκηνοθέτη: Παναγιώτης Γκιζώτης 

Βοηθοί σκηνογράφου: Σοφία Θεοδωράκη, Μαρία Σταθοπούλου 

Artwork, Φωτογραφίες & Video: Γκέλυ Καλαμπάκα 

ΔΙΑΝΟΜΗ 

Έντα Γκάμπλερ: Ανθή Ευστρατιάδου 

Δικαστής Μπρακ: Χρήστος Λούλης 

Άιλερτ Λεβμποργκ: Έκτορας Λιάτσος 

Τέσμαν: Φιντέλ Ταλαμπούκας 

Κυρία Έλβστεντ: Ιωάννα Δεμερτζίδου 

Δεσποινίς Τέσμαν: Τζωρτζίνα Δαλιάνη

Info: Θέατρο Προσκήνιο (Καπνοκοπτηρίου 8, Τηλ. 210 8256 838). Τετάρτη 19:00, Πέμπτη 20:00, Παρασκευή 21:00, Σάββατο 18:00 και 21:15. Προπώληση εδώ.