Ο Γιάννης Δρακόπουλος βλέπει τους ήρωες σαν σύμβολα
Ο καθηλωτικός πρωταγωνιστής του ‘Οίκτου’ αποδομεί το ρόλο του στην ταινία και τη θέση της στο σήμερα.
- 28 ΣΕΠ 2018
Πώς θα ήταν να είσαι τόσο εθισμένος στη δυστυχία ώστε να είσαι διατεθειμένος να κάνεις τα πάντα για να κερδίσεις τον οίκτο των άλλων;
Στον ‘Οίκτο’, ένας άνδρας (Γιάννης Δρακόπουλος) είναι ευτυχισμένος μόνο όταν πνίγεται στη δυστυχία. Δεν δέχεται την δυστυχία των άλλων παρά μόνο την δική του, ζηλεύει αφόρητα το σκοτάδι, τον χαμό και τα δάκρυα όταν δεν τον αφορούν.
Πίσω από το concept βρίσκεται ο Ευθύμης Φιλίππου, ο πολυβραβευμένος σεναριογράφος πίσω από ταινίες σαν τον ‘Αστακό’ και το ‘Chevalier’. Ο Φιλίππου έχει γράψει τον ‘Οίκτο’ μαζί με τον Μπάμπη Μακρίδη, ο οποίος σκηνοθετεί, φέρνοντας στη μεγάλη οθόνη το πορτρέτο ενός εντελώς ανορθόδοξου χαρακτήρα.
Σχεδόν όλη η ταινία, από τα σιωπηλά της μαύρα χιουμοριστικά σημεία ως τις δραματικές της εξάρσεις, στέκεται στις πλάτες του κεντρικού της ήρωα, τον οποίον ερμηνεύει ο Γιάννης Δρακόπουλος. Ο Hollywood Reporter ύμνησε την ερμηνεία του Γιάννη Δρακόπουλου σε ένα θεοσκότεινο one man show, με το Screen International να προσθέτει πως «συνδυάζει το σχεδόν ανέκφραστο παράλογο του Μπάστερ Κίτον με απόλυτη μοχθηρία».
Γι’αυτό κι εμείς θελήσαμε να συναντηθούμε με τον άνθρωπο πίσω από τον σκοτεινό αυτό ήρωα. Ο Γιάννης Δρακόπουλος, έχοντας ήδη ταξιδέψει με την ταινία σε Φεστιβάλ του εξωτερικού (στο Λουξεμβούργο και στην Ταϊβάν, ένας αναμφίβολα πολύ δυνατός συνδυασμός εμπειριών) μας μίλησε για το ρόλο του, για τα σύμβολα αυτού του σινεμά, και για τη δουλειά του γενικότερα. Λίγες ώρες πριν η ταινία αρχίσει τις -αποκλειστικές- προβολές της στην Στέγη Ιδρύματος Ωνάση από σήμερα.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΡΟΛΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
Μου φάνηκε τρομερά ενδιαφέρον όταν διάβασα αυτό το σενάριο. Δεν έχω ξανακάνει κάτι τέτοιο, πρώτη φορά, δεν ξέρω τι πέτυχα. Με τον Μπάμπη τα βρήκαμε πάρα πολύ γρήγορα, μόλις γνωριστήκαμε ήταν σα να γνωριζόμασταν χρόνια. Είχε πολύ καιρό να σου συμβεί με άνθρωπο, βρήκαμε πολύ γρήγορα έναν κοινό κώδικα. Από την αρχή στο μυαλό του Μπάμπη υπήρχε η ιδέα πως η ταινία θα ήταν μια μαύρη κωμωδία. Αγαπούσε Ζακ Τατί και Μπάστερ Κίτον, τα βρήκαμε πολύ γρήγορα. Όταν μου είπε κάτι τέτοιο ενθουσιάστηκα.
Κι ο Μπάστερ Κίτον κι ο Τατί σύμβολα είναι. Κι ο Τσάρλι Τσάπλιν. Απλά αυτός περισσότερος συναισθηματικός. Κι είχε φτιάξει διαφορετικά τον χαρακτήρα, μια διαφορετική φόρμα, κι έπαιζε αλλιώς.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΗΡΩΑ ΩΣ ΣΥΜΒΟΛΟ
Ουσιαστικά δεν πρόκειται για έναν ήρωα που τον προσεγγίζουμε με ψυχολογικούς όρους, φτιάχνοντας το παρελθόν του, σύμφωνα με τη μέθοδο του Actors Studio. Η ταινία κινείται περισσότερο σε ένα επίπεδο συμβόλων, γι’αυτό θέλαμε έναν τέτοιον ήρωα, δεν έχει καν όνομα, είναι ο δικηγόρος. Μια φόρμα ενός ανθρώπου πετυχημένου, τοποθετημένου μες στη δυτική κοινωνία, ο οποίες δεν έχει ουσιαστικούς λόγους να είναι δυστυχισμένος. Η γυναίκα του βέβαια πέφτει σε κώμα, αλλά ανακαλύπτουμε στην πορεία ότι υπάρχει και κάτι πέρα από αυτό, αυτός πάντα εξακολουθεί να θέλει να είναι δυστυχισμένος, εξακολουθεί να αποζητά τον οίκτο των άλλων, εκεί είναι η αλληγορία. Είναι χιουμοριστικό γιατί φτάνει στα άκρα, εκεί είναι το μαύρο χιούμορ. Πλέον δεν υπάρχει λόγος να τον λυπηθεί κανείς, αυτός είναι πλούσιος, δηλαδή πραγματικά δεν υπάρχει λόγος να τον λυπηθείς!
Είναι ένα σχόλιο πάνω στην ανθρώπινη συμπεριφορά γενικότερα και πάνω στο ζήτημα της αυτοθυματοποίησης. Αυτό που συναντάμε πάρα πολύ και στα χρόνια της κρίσης. Μια κουβέντα που συναντάμε συνέχεια είναι «τι κάνεις;» «ε, τι να κάααανω, ντάξει». Κάτω από το οποίο υπάρχει το «λυπηθείτε με». Δεν νομίζω ότι είναι τυχαίο που ο Ευθύμης το έγραψε τώρα αυτό, δεν ξέρω κι από πότε το δούλευε βέβαια. Αλλά δε θα μου έκανε έκπληξη αν μάθαινα πως το έγραψε επειδή βαρέθηκε να ακούει «ε, τι να κάνω, κρίση τώρα, ξέρεις».
ΓΙΑ ΤΟ ΣΤΗΣΙΜΟ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΟΥ
Μου αρέσει να δοκιμάζω, να κάνω πράγματα τελείως διαφορετικά, και μέχρι στιγμής είχα την τύχη να τα κάνω. Δεν έχω ξανακάνει σινεμά ρόλο τόσο πρωταγωνιστικό.
Αυτό που επιλέξαμε είναι μια απεικόνιση στην αρχή πιο ήρεμη, όπου αυτός ζει μες στην ευδαιμονία της θλίψης του και του οίκτου που απολαμβάνει από τους άλλους. Όσο περνάει ο καιρός έχει μια μεγαλύτερη αγωνία γιατί αυτό που αναζητά δεν το έχει πια. Υπάρχει αναζήτηση. Αυτό βγαίνει κι από τα καδραρίσματα, εγώ λίγα πράγματα άλλαξα. Ήταν περισσότερο ένα στιλιζάρισμα.
ΓΙΑ ΤΟ GREEK WEIRD
Ο Μπάμπης σα συνεργάτης και του Ευθύμη τοποθετεί την ταινία του μέσα σε αυτό το Greek Weird, του οποίου ένα χαρακτηριστικό είναι αυτή η φόρμα, ένα σινεμά που δε θα κάτσει πάνω στο ψυχόδραμα, δε θα φτιάξει χαρακτήρες. Αλλά επιλέγει ένα συμβολικό επίπεδο.
Το Greek Weird έχει δημιουργήσει μια παγκόσμια αγορά, περιμένουν τέτοιες ταινίες, αυτό έχω καταλάβει σε 2 Φεστιβάλ που έχω πάει. Και υπήρχαν ερωτήσεις πάνω σε αυτό στο Λουξεμβούργο, πού το αποδίδω, κλπ.
Αν ψάξουμε θα βρούμε ένα νήμα να μας οδηγήσει. Υπάρχει έντονη κινηματογραφική παιδεία στην Ελλάδα, δημιουργούς έχουμε από τον Αγγελόπουλο ως τον Νικολαϊδη, δημιουργούς που η δουλειά τους έχει βγει έξω αλλά και δημιουργούς που έκαναν πράγματα εδώ. Δεν είναι ένας τόπος που ξαφνικά βρήκε κάτι, είναι ένας τόπος που γίνονται πράγματα στο χώρο της τέχνης γενικά.
Κι ένα θέμα που έχει συμβάλει είναι η υλικοτεχνική υποδομή. Με ρώτησαν ας πούμε και για το μπάτζετ, είπα πόσο κόστισε και απάντησαν πως αυτό είναι κόστος μιας μικρού μήκους εκεί. Είναι βασικό να μπορούμε με λίγα λεφτά… δηλαδή αυτή τη στιγμή έχουμε τα locations, έρχονται παραγωγές απ’έξω να γυρίσουν εδώ πράγματα, μιλάμε για σινεμά, η εικόνα είναι πολύ βασική. Στην ταινία μας μεγάλο ρόλο παίζει το φως- αυτό το φως δεν το βρίσκεις εύκολα αλλού.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΣΤΗΝ ΤΑΪΒΑΝ
Στο Λουξεμβούργο και στην Ταϊβάν είχαμε περίπου την ίδια αντίδραση αλλά οι ερωτήσεις ήταν λίγο διαφορετικές. Στην Ταϊβάν ήταν πολύ περίεργες, για λεπτομέρειες, τύπου «γιατί φοράει κόκκινη μπλούζα». Προφανώς το βλέπουν κάπως αλλιώς. Οι αντιδράσεις όμως ήταν κοινές! Τα γέλια πέφταν εκεί που έπρεπε.
ΓΙΑ ΤΟ ‘CHEVALIER’
Με τον Ευθύμη είχα γνωριστεί όταν συμμετείχα στο ‘Chevalier’. Ήταν άλλη ιστορία αλλά δεν είχε και πολύ μεγάλη διαφορά. Εκεί υπήρχαν μεν χαρακτήρες αλλά κι εκεί ένα παιχνίδι παιζόταν, μια κωμωδία που είχε να κάνει με φόρμες. Εκεί υπήρχε μεγαλύτερο background αλλά δεν ήταν αυτό τόσο σημαντικό, δεν ήταν αυτό που προχωρούσε την ταινία, τον μύθο, ήταν αυτές οι κόντρες μεταξύ τους, τρομερά αστείο. Είχαμε χαρακτήρες μεν αλλά με πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Κι ένα παιχνίδι πάνω στην ανταγωνιστικότητα που είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό του δυτικού ανθρώπου. «Ο καλύτερος κερδίζει».
ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΗΘΟΠΟΙΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΕΡΑΣ
Μου αρέσει να κάνω πολλά πράγματα, σινεμά, τηλεόραση, θέατρο. Δεν είμαι ούτε θεατρικός ούτε κινηματογραφικός, άλλο το ένα κι άλλο το άλλο. Μπορεί να είσαι εξαιρετικός στο ένα και σχεδόν μηδέν στο άλλο.
Η τηλεόραση με έχει βοηθήσει πάρα πολύ, γιατί είναι βασική η σχέση με την κάμερα. Έκανα τα ‘Σφηνάκια’ όταν ξεκινούσα, κάνω και τώρα ‘Το Σόι Σου’. Πάρα πολύ βασικό είναι να μπορείς να ξεχνάς ότι υπάρχει απέναντί σου μια κάμερα. Δεν είναι εύκολο αν δεν έχεις περάσει πολλές ώρες εκεί, να έχεις την άνεση να την κάνεις δικιά σου την κάμερα. Το βλέπω με πολλούς καλούς ηθοποιούς, όταν βάζεις μια κάμερα μπροστά τους το αισθάνονται ότι υπάρχει εκεί μπροστά τους μια κάμερα. Αν δεν το βγάλεις από το μυαλό σου φαίνεται κατευθείαν αυτό, χτυπάει. Πρέπει με κάποιο τρόπο να μπεις στο τρικ ότι η κάμερα δεν υπάρχει εκεί. Και ταυτόχρονα ξέρεις ότι η κάμερα είναι εκεί και πως θα πρέπει να πλασαριστείς σε αυτή με έναν τρόπο.
*Ο ‘Οίκτος’ του Μπάμπη Μακρίδη προβάλλεται αποκλειστικά στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση από τις 28 Σεπτεμβρίου σε διανομή StraDa.