Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης έχει μάθει να παίζει με τις αντοχές του
Δουλεύει ως ηθοποιός ταυτόχρονα στην τηλεόραση, τον κινηματογράφο και στο θέατρο κάτι παραπάνω από τα μισά χρόνια της ζωής του. Η στιγμή που θα κατεβάσει ταχύτητα θα αργήσει πολύ να έρθει.
- 30 ΝΟΕ 2021
Έχει κάνει μόλις ένα ακόμα από τα πολλά προληπτικά rapid tests, που συνηθίζει να κάνει για να τσεκάρει ότι όλα είναι OK. «Έρχομαι σε επαφή με τόσο κόσμο καθημερινά, οπότε καλό είναι να ελέγχομαι», λέει ο Γιάννης Τσιμιτσέλης στην άλλη γραμμή του τηλεφώνου. Μου είχε ζητήσει να μιλήσουμε τη συγκεκριμένη ημέρα, που δε θα τρέχει σαν τρελός και θα είναι κάπως πιο χαλαρός με τις θεατρικές και τηλεοπτικές του υποχρεώσεις.
Οι ρυθμοί με τους οποίους κινείται είναι καταιγιστικοί. Ήταν πάντα και θα είναι για όσο αντέχει, όπως ο ίδιος θα τονίσει αργότερα σε κάποιο σημείο, όταν του ζητήσω να μου σχολιάσει την πολυπραγμοσύνη που τον διακατέχει.
Γιατί μπορεί να έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό από τη συμμετοχή του σε επιτυχημένες τηλεοπτικές σειρές, παράλληλα όμως, σχεδόν κάθε χρονιά, από το 1999 όταν ξεκίνησε στον χώρο της υποκριτικής μέχρι σήμερα, δουλεύει ανελλιπώς στο θέατρο και στον κινηματογράφο.
Η φετινή του δουλειά στη μεγάλη οθόνη, που προσεχώς θα δούμε στη σκοτεινή αίθουσα, αποτέλεσε και την αφορμή για αυτή τη συζήτηση. Ο 40χρονος ηθοποιός επιστρέφει στο franchise του The Bachelor, με την τέταρτη ταινία της σειράς, το The Black B4chelor, που έχει μπει στην τελική ευθεία για την πρεμιέρα του στα σινεμά της χώρας, στις 9 Δεκεμβρίου.
Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης έρχεται με τρομακτική φόρα
Πριν μου μιλήσει για το The Black B4chelor, ο Γιάννης Τσιμιτσέλης θυμάται πώς ξεκίνησαν όλα, μιας και η συμμετοχή του στο συγκεκριμένο κινηματογραφικό franchise είναι από τις πιο ευτυχείς συνεργασίες της μέχρι τώρα πορείας του.
«Η αρχική πρόταση μου έγινε από τον παραγωγό Παντελή Καλατζή. Μου είπε ότι θέλουμε να γυρίσουμε μία ταινία για μία αντροπαρέα σε ένα μπάτσελορ που βάδιζε στα χνάρια του Hangover. Δέχθηκα και η πρώτη ταινία προβλήθηκε το 2016. Αν και εισπρακτικά δεν πήγε καλά, αυτό δε μας πτόησε και γυρίσαμε και το The Bachelor 2, το οποίο έγινε αμέσως επιτυχία και φύτεψε τον σπόρο της τριλογίας σαν σκέψη. Μετά όμως, ήρθε η πανδημία και κάπου εκεί, είπαμε ότι ήρθε η ώρα να αφήσουμε πίσω μας το Bachelor, αφού είχε ολοκληρωθεί και η τριλογία του.
Έλα όμως, που έπεσε στα χέρια μας ένα εξαιρετικά απολαυστικό, πολύ διαφορετικό από τα προηγούμενα, σενάριο από την Σοφία Καζαντζιάν και τον Μάριο Ιορδάνου, που κατέστησε σαφώς ότι δε γινόταν να μη συνεχίσουμε. Κάπως έτσι, ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε την τέταρτη ταινία της σειράς με μία ανανεωτική διάθεση σαν να ξανασυστηνόμαστε στο κοινό».
Τα γυρίσματα του The Black B4chelor, όπως μου αναφέρει, ήταν ένας αγώνας δρόμου προκειμένου να προλάβουν να κάνουν πρεμιέρα πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων. «Αρχίσαμε να γυρίζουμε την ταινία τον Σεπτέμβριο στην Αθήνα με την πανδημία εν εξελίξει και μέσα σε ένα κλίμα ανασφάλειας γιατί σε περίπτωση που είχαμε κάποιο κρούσμα, θα πήγαιναν όλα πίσω. Τα τρυπήματα στα ρουθούνια ήταν αμέτρητα και ευτυχώς όλα πήγαν καλά».
Τον ρωτώ τι διαφορετικό έχει αυτό το Bachelor από τα προηγούμενα τρία. «Είναι μία κωμωδία θρίλερ ή ένα θρίλερ κωμωδία», απαντά. «Η ιστορία συνδυάζει το κωμικό στοιχείο με το στοιχείο του τρόμου με τους ήρωες να μοιάζουν σαν να είναι εγκλωβισμένοι μέσα σε ένα escape room, του οποίου τη διέξοδο αδυνατούν να βρουν για να ξεφύγουν».
Στο The Black B4chelor, οι τέσσερις φίλοι ταξιδεύουν στη Μάνη για τον γάμο ενός φίλου τους από τα παλιά (ο Λευτέρης Ελευθερίου είναι από τις νέες προσθήκες στο καστ) και ξαφνικά βρίσκονται εγκλωβισμένοι στο κάστρο που ζει η οικογένεια Αδαμάκου.
«Το γκόθικ στυλ της ίσως θυμίσει σε πολλούς την οικογένεια Άνταμς», σημειώνει ο Γιάννης Τσιμιτσέλης που επιστρέφει στον ρόλο του Αντώνη. «Ο Αντώνης συνεχίζει να είναι νεκροθάφτης, να έχει γραφείο τελετών, αλλά και σχέση με την Κατερίνα, να εκλογικεύει τα πάντα, να είναι ένας κυνικός τύπος και φραγκοφονιάς όταν τα χρήματα μπαίνουν στη μέση».
Μου αναφέρει πόσο ωραία πέρασε στα γυρίσματα. Είναι αυτό ακριβώς το συναίσθημα που θέλει να νιώσει και ο θεατής. «Αυτό που έχει να δώσει στον κόσμο το The Black B4chelor είναι μιάμιση ώρα ξεγνοιασιάς, χαλάρωσης. Να ξεχάσει τα όποια άγχη, βάσανα της καθημερινότητας κουβαλά και να περάσει καλά, να γελάσει, ακόμα και να τρομάξει ευχάριστα. Νομίζω ότι ειδικά αυτή την περίοδο όλο αυτό το έχουμε ανάγκη πιο πολύ από ποτέ».
Και ενώ μιλά για χαλάρωση, ο ίδιος σπάνια τη βρίσκει στην καθημερινότητα.
Παίζοντας πάντα με τις αντοχές του
«Στην παρούσα φάση δε βρίσκω χαλάρωση πουθενά», μου λέει. Από τη μία, όλη αυτή η κατάσταση που βιώνουμε λόγω της πανδημικής κρίσης, από την άλλη, οι διάφορες και διαφορετικές επαγγελματικές του υποχρεώσεις.
Είναι ένας από τους ηθοποιούς της παράστασης Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη της Μιμής Ντενίση στο Θέατρον του Ελληνικού Κόσμου, κάνει γυρίσματα για μία νέα σειρά που θα δούμε στην ΕΡΤ1 στις αρχές του 2022, το Κι όμως είμαι ακόμα εδώ και έχει αναλάβει καθήκοντα παρουσιαστή στην εκπομπή Fishy -μαζί με ένα διαφορετικό σε κάθε επεισόδιο γνωστό καλεσμένο ταξιδεύει ανά την Ελλάδα, μαθαίνοντας τα μυστικά του ψαρέματος- στο κανάλι του Mega.
Πώς τα προλαβαίνει όλα αυτά; Και εγώ αυτό αναρωτήθηκα.
«Έτσι έχω συνηθίσει να ζω. Αισθάνομαι τυχερός που δουλεύω συνέχεια και πιστεύω ότι αν είσαι καλός συνεργάτης και έχεις θέληση και όρεξη, όλα γίνονται». Και αντοχές, προσθέτω. «Έχω μάθει να παίζω με τις αντοχές μου, όπως και να θυσιάζω προσωπικό χρόνο. Σκέφτομαι πολλές φορές ότι αν είχα ανεξάντλητο ελεύθερο χρόνο, θα με έπιανε πανικός γιατί έχω συνηθίσει σε αυτό το μοτίβο δουλειάς κάτι παραπάνω από τα μισά χρόνια της ζωής μου».
Είναι αλήθεια αυτό. Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης εργάζεται επαγγελματικά ως ηθοποιός από το 1999, τα 21 δηλαδή από τα 40 χρόνια του. Ήταν 18 όταν μετακόμισε από την Πάτρα όπου μεγάλωσε, στην Αθήνα για να σπουδάσει στη Δραματική Σχολή “Ίασμος” του Βασίλη Διαμαντόπουλου, από όπου και αποφοίτησε.
«Ήθελα να γίνω ηθοποιός και ο μόνος τρόπος που είχα για να κυνηγήσω αυτό το όνειρο ήταν να φύγω για την Αθήνα. Είχα πει στον εαυτό μου ότι θα σπουδάσω και στη συνέχεια αν δε μου βγει, θα αλλάξω ρότα. Τα πράγματα όμως λειτούργησαν εξαρχής καλά και η μία δουλειά έφερε την άλλη».
Σήμερα, μετρά δεκάδες θεατρικές, τηλεοπτικές και κινηματογραφικές συνεργασίες. Φοβήθηκε άραγε ποτέ μην καεί; «Βασικά, θα μπορούσα όχι να έχω καεί, αλλά να έχω λαμπαδιάσει ήδη. Έχω κάνει πάρα πολλά πράγματα και όλα αυτά ταυτόχρονα. Σκέψου ότι από το 1999 έχω λείψει μόνο μία χρονιά από την τηλεόραση. Σίγουρα υπάρχει υπερέκθεση, το νιώθω. Θεωρώ όμως ότι έχω κάνει καλές επιλογές. Αυτές μάλλον με βοήθησαν να μην κάψω το χαρτί μου».
Ίσως, κάποια στιγμή να κατεβάσει ταχύτητα. «Όταν το νιώσω, θα το κάνω. Η στιγμή όμως αυτή θα αργήσει να έρθει. Άλλωστε να σου πω και κάτι, τον χρόνο που χρειάστηκα για να κάτσω να ξεκουραστώ μου τον πρόσφερε χωρίς να τον ζητήσω ο κορονοϊός».
Στην πρώτη καραντίνα πέρασε πολύ καλά. «Έβλεπα ταινίες, σειρές, χαλάρωσα πραγματικά γιατί ήξερα ότι είχαν σταματήσει τα πάντα γύρω μου – κάτι που είναι πολύ διαφορετικό από το να σταματάω εγώ και όλοι να κινούνται. Στις καραντίνες που ακολούθησαν, όμως, δεν υπήρχε καθόλου πλάκα. Εγώ ήμουν από τους τυχερούς, αλλά υπήρχαν συνάδελφοι και γενικότερα εργαζόμενοι που δεν μπορούσαν να εργαστούν».
Του ζητώ να μου σχολιάσει την αμφιλεγόμενη κίνηση του Άρη Σερβετάλη να αποχωρήσει από την παράσταση στην οποία συμμετείχε λόγω του αποκλεισμού των μη εμβολιασμένων θεατών από τις θεατρικές σκηνές, με αποτέλεσμα -προσωρινό, μιας και η παραγωγή θα συνεχιστεί τελικά με αντικατάσταση ηθοποιού- το κατέβασμα του έργου.
«Κάποιος θα σου πει σαν δεν ντρέπεται, που παράτησε τους ηθοποιούς και έφυγε, ενώ κάποιος άλλος ότι είχε ενημερώσει την παραγωγή ήδη από το καλοκαίρι για αυτή την πρόθεσή του, άρα το μπαλάκι των ευθυνών δεν βαραίνει μόνο τον ίδιο. Σε κάθε περίπτωση, έχουν γίνει λάθη και από τις δύο πλευρές.
Η ελευθερία του ενός όμως σταματά εκεί που ξεκινά η ελευθερία του άλλου. Και αυτό το λέω γιατί σε αυτή τη δουλειά μπορεί ο καθένας να πιστεύει ότι είναι μονάδα, αλλά δεν είναι καθόλου έτσι. Πρέπει να λειτουργούμε σαν σύνολο, διαφορετικά δεν μπορούμε να υπάρχουμε. Από αυτή τη σκοπιά, ναι, πιστεύω ότι το timing της αποχώρησης ήταν κακό. Όπως προανέφερα, πολλοί συνάδελφοί μας έχουν δεινοπαθήσει όλο αυτό το διάστημα για να παίξουν σε μία παράσταση, να βγάλουν ένα μεροκάματο, όντας άνεργοι για μία μακρά περίοδο. Με αυτό το σκεπτικό, προσωπικά δε θα αποχωρούσα».
Όλο αυτό το διχαστικό κλίμα και οι επικρίσεις επί επικρίσεων δεν του αρέσουν καθόλου. «Ο καθένας έχει τη δική του άποψη για ό,τι συμβαίνει και αυτό δεν είναι κακό. Το κακό είναι όταν βλέπουμε τα πράγματα άσπρο ή μαύρο. Από τα άκρα κανένα καλό δεν μπορεί να προκύψει. Ξέρεις τι θα με εκνεύριζε και θα το θεωρούσα άστοχο; Να με ρωτήσεις αν εγώ που είμαι εμβολιασμένος, θα έκανα παρέα με έναν ανεμβολίαστο φίλο μου. Γιατί αυτή θα ήταν μία χαζή ερώτηση, που εξαρχής έχει στόχο τον διχασμό.
Πάντα θα βρίσκουμε σαν λαός κάτι να μας διχάζει. Είναι σαν να το έχουμε ανάγκη και μετά θα έρχεται πάντα ένας ρημαδιασμένος σεισμός, ένα Euro ή μία Eurovision για να μας ενώσει ξανά, έστω και για λίγο», εξηγεί και επανέρχεται σε μία φράση που ανέφερε πριν λίγο.
«Αν έχουμε στο νου μας ότι η ελευθερία του ενός σταματά και ξεκινά εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου, όλα θα είναι σούπερ. Δόξα τω θεώ, είμαστε ένας πανέξυπνος λαός. Λίγο καλύτερες προθέσεις να είχαμε ο ένας για τον άλλον και ίσως, να σκεφτόμασταν και λίγο πιο συχνά ότι η ζωή δεν είναι μεγάλη, ας φροντίσουμε λοιπόν να την περνάμε όσο καλύτερα γίνεται με θετικά συναισθήματα».
Το δικό του θετικό συναίσθημα ξυπνά όταν ακούει τη λέξη ψάρεμα – εξού και η ιδέα για την εκπομπή Fishy. Είναι το χόμπι του. Είναι αυτό που τον χαλαρώνει. «Προσπαθώ να βρίσκομαι όσο περισσότερο μπορώ κοντά στη θάλασσα που την αγαπώ. Δε με απασχολεί να κάνω και τρεις ώρες ταξίδι, αρκεί να ξέρω ότι θα ψαρέψω».
Info
The Black B4chelor
Πρεμιέρα: 9 Δεκεμβρίου
Σκηνοθεσία: Γιάννης Παπαδάκος
Σενάριο: Σοφία Καζαντζιάν, Μάριος Ιορδάνου
Πρωταγωνιστούν: Γιάννης Τσιμιτσέλης, Μελέτης Ηλίας, Λευτέρης Ελευθερίου, Θανάσης Βισκαδουράκης, Νίκος Βουρλιώτης, Τάκης Παπαματθαίου, Ελένη Φιλίνη, Παντελής Καναράκης, Γιάννης ∆ρακόπουλος, Βίβιαν Κοντομάρη, Μάριος Ιορδάνου, Σοφία Καζαντζιάν, Κάτια Ταραμπάνκο, Βασίλης Γιακουμάρος και η Κατερίνα Στικούδη.