Ο Γιώργος Καραμίχος δεν ξέρει πώς είναι η ζωή χωρίς την πατρότητα
Τα 26 από τα 50 του χρόνια, ο γνωστός ηθοποιός κουβαλάει την ταυτότητα του πατέρα. Έχει μία κόρη και έναν γιο. Έχει και έναν σκύλο, τον Λουξ. Μαζί ήρθαν στο ραντεβού μας στο κέντρο της Αθήνας. Η αφορμή ήταν ο ρόλος του στη σειρά Έρημη Χώρα στο ERTFLIX.
- 14 ΜΑΡ 2024
Ο αριστερός του πήχης είναι σημαδεμένος με επτά μεγάλα, μαύρα κεφαλαία γράμματα που σχηματίζουν τη λέξη «ΡΕΓΓΙΝΑ». Είναι το όνομα της 25χρονης κόρης του, που πλέον ζει και εργάζεται στη Δανία.
Ο Γιώργος Καραμίχος έκανε το τατουάζ στα 16α γενέθλιά της. «Όταν ενηλικιωθεί ο γιος μου -τώρα είναι 11 ετών- θα χτυπήσω το όνομά του στο άλλο μου χέρι. Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι έχει τρία ονόματα», λέει χαριτολογώντας. «Άγγελος Ντιέγκο Τζον. Η μητέρα του είναι από το Μεξικό».
Τα δύο του παιδιά, η πατρότητα, η πρώτη του οικογένεια, εκείνη που τον έφερε στον κόσμο και τον μεγάλωσε και η δεύτερη, που εκείνος μεγαλώνει τώρα και ταυτόχρονα, μεγαλώνει μαζί της, μονοπώλησαν τη συζήτηση.
Έχει και ένα τρίτο παιδί. Με τον Λουξ ήρθε στο ραντεβού μας στο κέντρο της Αθήνας.
Τον υιοθέτησε πριν από ενάμιση χρόνο, όταν τον βρήκε κακοποιημένο και υποσιτισμένο μία φίλη του, μέλος της Φιλοζωικής Ομάδας Σείριος στην Κρήτη. «Δεν είχα στο μυαλό μου να υιοθετήσω σκύλο, γιατί δεν είχα ξεπεράσει ακόμα την απώλεια του προηγούμενου. Επίσης, εκείνη την περίοδο, δούλευα σχεδόν όλη τη μέρα. Δεν περίσσευε χρόνος, πόσω μάλλον για να φροντίσω ένα πλάσμα που είχε κακοποιηθεί και ήθελε διπλή φροντίδα και προσοχή. Με το που είδα όμως τα μάτια του στη φωτογραφία, λύγισα. Αυτό ήταν».
Καθ’ όλη τη διάρκεια της κουβέντας, ο Λουξ καθόταν δίπλα του. Ακόμα και στη φωτογράφιση δηλαδή τριγυρνούσε στα πόδια του, χωνόταν στην αγκαλιά του ή στεκόταν σε απόσταση αναπνοής.
Τα 26 από τα 50 του χρόνια, ο Γιώργος Καραμίχος κουβαλάει την ταυτότητα της πατρότητας. Ακόμα περισσότερα εκείνης του ηθοποιού, που δεν ήθελε να γίνει πάντα. Ούτε στην τηλεόραση ήθελε να παίζει παλαιότερα – «θεωρείτο τότε κατάπτυστο μέσο για τους καλλιτέχνες»-, κάτι που με τα χρόνια άλλαξε.
Τη φετινή σεζόν, είναι ο οικοδεσπότης του τηλεπαιχνιδιού της EΡΤ1, Πες τη Λέξη και εκ των πρωταγωνιστών της σειράς Έρημη Χώρα στο ERTFLIX, την πρώτη παραγωγή της πλατφόρμας, που ήταν και η αφορμή για να συναντηθούμε. Και τα 8 επεισόδια της πρώτης σεζόν, σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιώργου Γκικαπέππα, είναι διαθέσιμα ήδη από τον Δεκέμβριο στο ERTFLIX και η δεύτερη σεζόν βρίσκεται στα σκαριά. Τα γυρίσματα θα ξεκινήσουν τον Μάιο.
Είναι μια δυνατή οικογενειακή ιστορία με στοιχεία γουέστερν. Αφορά την 11χρονη Ελληνορουμάνα Εύα (Άννα Μαρία Μαρινάκη), η οποία αντιμετωπίζει προβλήματα ομιλίας και χάνει την ίδια μέρα και τους δυο της γονείς σε δυστύχημα. Ο Λουκάς (Γιώργος Κέντρος), ο ερημίτης ρατσιστής παππούς της που ζει στα βουνά και δεν την έχει δει ποτέ, είναι ο μόνος Έλληνας συγγενής της που μπορεί να αναλάβει την κηδεμονία της, αλλά την αρνείται πεισματικά.
Την άγνωστη τύχη της Εύας αναλαμβάνει τότε η Μαρίνα (Δανάη Σκιάδη), κοινωνική λειτουργός με διαλυμένη οικογένεια, που αποφασίζει να παλέψει με τον Λουκά και το παρελθόν του, αναγκάζοντας τόσο εκείνον, αλλά και τον ίδιο της τον εαυτό να αντιμετωπίσουν για πρώτη φορά τη σωτηρία τους.
Εσύ Γιώργο, κρατάς τον ρόλο του εισαγγελέα ανηλίκων.
Σε μένα απευθύνεται η Μαρίνα, ώστε να ψάξουμε να βρούμε με ποιον θα μείνει το κορίτσι. Είναι ένας εισαγγελέας με ευαισθησίες και ανθρωπιά. Ένας άντρας, που κουβαλάει, όπως και όλοι οι ήρωες της σειράς, το δικό του τραύμα. Με τη σύζυγό του (Αλεξάνδρα Αϊδίνη) προσπαθούν να αποκτήσουν παιδί, αλλά δεν μπορούν και βλέπουμε πώς αυτό σακατεύει τη σχέση τους.
Είναι από τους πιο μικρούς ρόλους που έχω παίξει στην τηλεόραση.
Τι σε έκανε να πεις το «ναι»;
Η βαθιά και συγκινητική ιστορία, το ότι θα με σκηνοθετούσε ο Γιώργος Γκικαπέππας, τον οποίο θαυμάζω απεριόριστα και ότι την παραγωγή της σειράς ανέλαβε η NEEDaFIXER, η καλύτερη εταιρεία παραγωγής με την οποία έχω δουλέψει μέχρι στιγμής στην Ελλάδα. Μία εταιρεία ξένων προδιαγραφών. Συνεργαστήκαμε πρώτη φορά στη σειρά Μια νύχτα του Αυγούστου, σε σκηνοθεσία Ζωής Σγουρού, που προβλήθηκε το 2022 στην ΕΡΤ1 και ήταν τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος της Victoria Hislop. Ο επαγγελματισμός τους ήταν αξιοθαύμαστος και καθόλου δεδομένος για τα ελληνικά πράγματα.
Έχεις πει ότι το Μια νύχτα του Αυγούστου είναι η πιο αγαπημένη από όλες τις δουλειές που έχεις κάνει μέσα σε αυτά τα σχεδόν 30 χρόνια που είσαι ηθοποιός.
Είναι αλήθεια και οφείλεται κατά κύριο λόγο στη NEEDaFIXER, αλλά φυσικά, όχι μόνο σε αυτήν. Ήταν ένας συνδυασμός παραγόντων: καταπληκτικό καστ, σπουδαίο βιβλίο και τηλεοπτικό σενάριο, ιδανική σκηνοθεσία. Αυτό που μου έχει μείνει και είναι το σημαντικότερο είναι ότι κέρδισα ανθρώπους από αυτή τη δουλειά που έγιναν οικογένειά μου.
Από την Έρημη Χώρα, τι κρατάς;
Πρώτα απ’ όλα, τη μαεστρία του Γκικαπέππα. Είχε φτιάξει το μοντάζ στο μυαλό του εξαρχής. Δεν γυρίσαμε ούτε μία αχρείαστη λήψη. Είναι μετρημένοι στα δάχτυλα οι σκηνοθέτες στην τηλεόραση που γνωρίζουν να κινηματογραφούν. Είναι εμφανές από το αισθητικό κομμάτι της σειράς. Από εικόνα, οπτική γωνία και εσωτερική δραματουργία η Έρημη Χώρα είναι πλήρης.
Από εκεί και πέρα, κρατάω τη συνεργασία μου με αξιόλογους συναδέλφους και την ιστορία, στην οποία οφείλεται και η μεγάλη επιτυχία της σειράς. Ειδικά στην εποχή μας, που όλες οι παθογένειες της ελληνικής οικογένειας βγαίνουν στη φόρα με τον πιο φρικτό και τραγικό τρόπο, μέσα από γυναικοκτονίες και κακοποιήσεις παιδιών, είναι σαν να καλεί την κοινωνία να γυρίσει το καθρεφτάκι.
Είναι μία ιστορία που αφορά τους πάντες, γιατί η ορφάνια του παιδιού καταδεικνύει πόσο ορφανοί είναι όλοι. Πόσο σακατεμένοι είναι όλοι από αυτό που λέμε οικογένεια.
Ποιος μπορεί να μην ταυτιστεί με αυτό.
Ταυτίζονται οι πάντες. Ο πρώτος μεγάλος αγώνας για όλους τους ανθρώπους άλλωστε δίνεται εντός των τειχών, όχι εν δήμω. Όταν καταφέρουν οι άνθρωποι να ξεπεράσουν τα εμπόδια που έχουν δεχτεί μέσα στο οικογενειακό τους περιβάλλον, τότε ωριμάζουν.
Έχεις ωριμάσει;
Δεν ξέρω (γελάει). Τα παιδιά μου πρέπει να στο απαντήσουν κανονικά αυτό.
Πώς είναι η σχέση σου μαζί τους;
Με τη Ρεγγίνα έχουμε χτίσει πλέον την ιδανική σχέση πατέρα-κόρης. Ακούμε ο ένας τον άλλον, υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός και εμπιστοσύνη. Δεν υπάρχει καθόλου επικριτικός νους. Είμαστε καλύτερα από ποτέ. Δεν ήμασταν πάντα. Μεγάλωσε κυρίως με τη μητέρα της. Δεν είχα πολύ χρόνο δυστυχώς μαζί της όταν ήταν μικρή, αλλά τον αναπληρώνουμε τώρα που μεγάλωσε.
Τεράστιο ξαφνικά χαμόγελο μιλώντας για εκείνην.
Η κόρη μου έχει γίνει αυτό που πάντα ονειρευόμουν για εκείνη. Βαδίζει σε έναν δρόμο ευτυχίας. Είναι παρούσα, αληθινή, ειλικρινής, ένα γόνιμο μέλος αυτής της κοινωνίας. Έχει βρει τον τρόπο να ισορροπεί χωρίς να το κάνει θέμα.
Και ο γιος σου;
Είναι work in progress (γελάει). Είναι παιδί ακόμα. Η Ρεγγίνα γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Ο Άγγελος γεννήθηκε στο Λος Άντζελες και στην πρώτη καραντίνα όταν ξέσπασε η πανδημία αποφασίσαμε με τη μητέρα του να έρθουμε να ζήσουμε στην Ελλάδα και να ξεκινήσει εδώ σχολείο. Είμαστε χωρισμένοι, αλλά μοιραζόμαστε κανονικά το παιδί.
Έγινες πολύ νέος πατέρας.
Ήμουν 24 όταν γεννήθηκε η Ρεγγίνα.
Την πατρότητα πώς την είχες τότε στο μυαλό σου;
Ενώ δεν ήταν κάτι που σκεφτόμουν τότε -η κόρη μου προέκυψε- ήξερα από την πρώτη στιγμή πώς να αγκαλιάσω την πατρότητα. Δεν με κυρίευσε ποτέ κάποιο μεγάλο άγχος. Ήταν η μόνη ταυτότητα που μου βγήκε εύκολα, φυσικά. Όλες οι άλλες με έχουν ζορίσει.
Ποιες δηλαδή;
Η οικογενειακή, η φιλική, η σεξουαλική, όλες ήθελαν επεξεργασία. Με την πατρότητα όλα μου βγήκαν κάπως ενστικτωδώς. Ήξερα τι θέλει το παιδί να φάει ή πώς να περάσει καλά. Προφανώς, και έχω κάνει τρομακτικά λάθη μέσα σε αυτή τη διαδρομή.
Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω πώς είναι να μην είμαι πατέρας πια. Είμαι 50 και τα 26 χρόνια της ζωής μου είμαι γονιός. Η ζυγαριά έχει γείρει. Τα παιδιά μου είναι η προτεραιότητά μου.
Κάνεις σκέψεις του τύπου πώς θα ήταν η ζωή σου, αν δεν συνέβαινε το ένα ή το άλλο;
Δεν καταναλώνω ποτέ χρόνο σε πράγματα που δεν έκανα και δεν συνέβησαν.
Επίσης, ξέρεις κάτι: βαριέμαι τόσο πολύ τους γονείς που κάθε λίγο και λιγάκι λένε ότι κάνουν θυσία για το παιδί. Καμία θυσία δεν απαιτεί το παιδί. Παρουσία απαιτεί. Όταν είσαι ενήλικας και γίνεσαι γονιός είναι επιλογή σου, ευθύνη σου, υποχρέωσή σου να είσαι συνεπής με τις επιλογές σου, το οποίο οφείλουμε ούτως ή άλλως σαν ενήλικες να κάνουμε. Δεν είναι κάτι έξτρα δηλαδή, που έρχεται μαζί με τον ερχομό ενός παιδιού. Είναι μέσα στο πακέτο της ενηλικίωσης. Όταν το συνειδητοποιήσεις αυτό, θεραπεύεις πολλά πράγματα μέσα σου.
Η δική σου σχέση με τους γονείς σου;
Έχει περάσει από διάφορα κύματα. Πλέον, είμαστε σε ένα πολύ καλό μέρος. Δεν τους βλέπω δυστυχώς συχνά γιατί ζουν στη Βέροια.
Έχω διαβάσει ότι δεν ήθελαν με τίποτα να γίνεις ηθοποιός.
Ισχύει. Ούτε χορευτής. Είχα ξεκινήσει μαθήματα χορού στη Β’ Λυκείου, αλλά μου είπαν να τα σταματήσω. Ένα χρόνο μετά, έπαιξα σε μία σχολική παράσταση, στα Παντρολογήματα του Γκογκόλ και αυτό ήταν. Μπήκε το σαράκι μέσα μου. Έπρεπε να φύγω από το χωριό πάση θυσία. Κι έφυγα για να σπουδάσω Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Ιονίου στην Κέρκυρα, όπου παράλληλα, μπήκα στην Κερκυραϊκή Σκηνή. «Θα γίνω ηθοποιός, το αποφάσισα», είπα στους γονείς μου, αλλά δεν τους άρεσε καθόλου αυτό που άκουσαν. Το πτυχίο μου το πήρα, αλλά δεν άσκησα ποτέ το επάγγελμα.
Πριν ολοκληρώσω τις σπουδές μου, μου είχαν μείνει τέσσερα μαθήματα αν θυμάμαι καλά, κατέβηκα στην Αθήνα για να δώσω εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και πέρασα.
Πότε το αποδέχτηκαν οι γονείς σου;
Ο πατέρας μου αφού τελείωσα από τη Δραματική Σχολή και είδε ότι ήμουν καλός, ότι τα πράγματα μού πήγαιναν καλά και ότι δούλευα πολύ. Η μητέρα μου ακόμα δεν το έχει αποδεχτεί πλήρως.
Τυραννήθηκα για πολλά χρόνια και τώρα το δουλεύω πολύ στην ψυχανάλυση. Το να υπάρχει εμπιστοσύνη μεταξύ γονέα-παιδιού είναι τόσο σημαντικό κι αυτό ήταν ένα εξαιρετικό μάθημα για το πώς να συμπεριφέρομαι εγώ στα δικά μου παιδιά. Η εμπιστοσύνη από τους γονείς δεν αναπληρώνεται εύκολα. Πρέπει να κάνεις πολύ δουλειά με τον εαυτό σου για να την αναπληρώσεις. Με τον πατέρα μου έχουμε πλήρη εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον, ενώ με τη μητέρα μου έχω συνειδητοποιήσει πλέον ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό μου, δεν έχει να κάνει με μένα, είναι ξεκάθαρα δικό της θέμα.
Διδάσκεις στη Σχολή του Ant1, Media Lab και έχεις θέση τακτικού καθηγητή στη σχολή της Stella Adler στο Λος Άντζελες. Από τον ρόλο του δασκάλου, τι έχεις κερδίσει;
Ότι με βελτιώνει σαν μαθητή. Διδάσκω πάρα πολλά χρόνια και η διδασκαλία είναι πια συνυφασμένη με τη δουλειά μου. Για παράδειγμα, η εξερεύνηση που κάνω μέσα στους ρόλους φωτίζεται με τον τρόπο που εξερευνούμε μαζί με τα παιδιά την υποκριτική μέσω της διδασκαλίας.
Ποιο είναι το μυστικό για να είσαι εμπνευστικός ως καλλιτέχνης, αλλά και ως άνθρωπος;
Να ακούς, να αφουγκράζεσαι, να συναισθάνεσαι. Κι όταν μιλάς να μην ανακυκλώνεις μηχανικά μία ξύλινη γλώσσα.
Έμεινες στο Λος Άντζελες για εννέα χρόνια. Δούλεψες πολύ εκεί, αλλά και στην Ευρώπη (σ.σ. από τις πιο γνωστές διεθνείς δουλειές του είναι η βρετανικής παραγωγής σειρά The Durrells, που έτρεξε για 4 σεζόν). Γιατί γύρισες; Ήταν μόνο ο γιος σου η αιτία;
Αρχικά, να σου πω ότι βρέθηκα στην Αμερική γιατί πήρα μία υποτροφία στη σχολή της Stella Adler στο Λος Άντζελες το 2012. Ήθελα να εξελίξω τη δουλειά μου. Γενικά, τα κάνω αυτά. Δηλαδή τώρα ξεκίνησα να μαθαίνω πρώτη φορά στη ζωή μου πιάνο. Επίσης, κάθε 4 με 5 χρόνια μου αρέσει να ξεκινάω μία καινούργια γλώσσα. Ξέρω αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, ιταλικά, γερμανικά, τουρκικά – και βλάχικα, φυσικά.
Η επόμενη; Την έχεις βρει;
Θα είναι σίγουρα η νοηματική, αλλά για να επιστρέψω στην προηγούμενη ερώτηση, η παραμονή μου στο Λος Άντζελες με έκανε να εκτιμήσω πράγματα που λείπουν από την Ελλάδα και ταυτόχρονα, να εκτιμήσω πράγματα που έχει η Ελλάδα. Δεν θα μπορούσα όμως πότε μα ποτέ να ζήσω για πάντα εκεί. Δεν μου ταιριάζει καθόλου ο τρόπος ζωής. Δεν είμαι του high life, μου αρέσει να περπατάω, δεν θέλω να οδηγώ πολύ, αλλά να μπορώ να τα κάνω όλα με τα πόδια -γι’ αυτό μένω και στο κέντρο, στη γειτονιά του Ψυρρή- και λατρεύω τη μεσογειακή κουζίνα.
Για πες δύο-τρία αγαπημένα φαγητά.
Απλά πράγματα. Γεμιστά, χόρτα, φασολάδα. Το κρέας το έχω κόψει. Το έκοψα στην Αμερική. Κάθε φορά που έτρωγα ήταν σαν να μην το αναγνώριζε το σώμα μου.
Αν σου έλεγα να αποδράσεις με το μυαλό σου κάπου για να βρεις ηρεμία, πού θα ταξίδευες;
Στην αγαπημένη μου Νίσυρο. Πρωτοπήγα το 2007 για τα γυρίσματα μίας ταινίας και μετά από δύο ώρες, αγόρασα σπίτι. Κάτι συμβαίνει με τη δόνηση του νησιού, μου ταιριάζει απόλυτα.
Μέχρι να την επισκεφτείς, το καλοκαίρι φαντάζομαι, τι άλλο έχεις προσεχώς στα σκαριά, εκτός από τα γυρίσματα της 2ης σεζόν για την Έρημη Χώρα;
Τον Μάιο, καλώς εχόντων, θα παίξω σε μία παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Έχω πολλά χρόνια να κάνω θέατρο στην Ελλάδα. Δώδεκα. Το 2022, ανέβασα στο Αμφιθέατρο Cotsen Hall της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, το Μακρυγιάννης Unplugged, παράσταση που είχα παρουσιάσει στην Καλιφόρνια και επικεντρωνόταν στο πρόσωπο του Ιωάννη Μακρυγιάννη, αλλά ήταν μόνο για δύο παραστάσεις.
Έχω παρακολουθήσει και πολλές παραστάσεις φέτος.
Ξεχωρίζεις κάποιες ή κάποια;
Η κορυφαία της σεζόν για μένα ήταν οι Τρεις Ψηλές Γυναίκες του Edward Albee στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, με τις Ρένη Πιττακή, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και Λουκία Μιχαλοπούλου, σε σκηνοθεσία Robert Wilson. Μου άρεσαν επίσης το The Doctor της Κατερίνας Ευαγγελάτου στο Αμφι-Θέατρο Σπύρου Α. Ευαγγελάτου, το Rabbit Hole σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Λυμπερόπουλου στο Θέατρο Ελέρ και οι παραστάσεις των Γιώργου Κουτλή (Άνθρωπος από το Παντόλσκ, Ο σκύλος, η νύχτα και το μαχαίρι, Ο Άσχημος) και Άρη Μπινιάρη (Η άνοδος του Αρτούρο Ούι, Προμηθέας). Είναι δύο νέοι δημιουργοί που εκτιμώ πολύ τη δουλειά τους. Έχει κάτι το αυθεντικό, το ουσιαστικό, δεν είναι δήθεν.
Επίσης, θα κάνω φέτος και σινεμά, που το αγαπώ περισσότερο από καθετί άλλο. Μόλις ολοκλήρωσα την πρώτη μικρού μήκους ταινία μου. Είναι η πρώτη από τις επτά που θέλω να γυρίσω. Έχω αναλάβει τη σκηνοθεσία, το κείμενο είναι βασισμένο σε αρχαιοελληνικές τραγωδίες και στην ερμηνεία θα δείτε μία Ιταλίδα μαθήτριά μου από τη σχολή της Stella Adler στο Λος Άντζελες.
Θα έλεγες ότι σήμερα έχουν αλλάξει τα κριτήρια με τα οποία επιλέγεις τις δουλειές σου σε θέατρο, σινεμά, τηλεόραση;
Όχι. Ήταν πάντα οι συνεργάτες και το ένστικτο – έχω πει για παράδειγμα «όχι» στο Εθνικό Θέατρο για να παίξω τον Άμλετ, γιατί δεν με ενδιέφεραν οι άνθρωποι με τους οποίους θα συνεργαζόμουν. Δεν ήταν ποτέ ο ρόλος.