Ο James Marsden δεν έχει πρόβλημα να είναι το Βαρετό Παιδί του Hollywood
Εν όψει της μεγάλης πρεμιέρας του "The Stand", της πιο φιλόδοξης διασκευής Stephen King στην τηλεόραση, μιλήσαμε με έναν από τους πιο αθόρυβα ευέλικτους ηθοποιούς της γενιάς του για το μεγαλεπήβολο πρότζεκτ και την αγάπη του για τα καλά παιδιά.
- 18 ΔΕΚ 2020
Δεν μπορώ να προσδιορίσω με ακρίβεια τη στιγμή που συνέβη, πάντως σε κάποια φάση της δεκαετίας των 2010s συνειδητοποίησα ότι το Hollywood είχε περάσει εντυπωσιακά πολύ καιρό προσπαθώντας να με πείσει πως ήταν απολύτως λογικό να καταλήγει ο James Marsden πάντα δεύτερος και καταϊδρωμένος. Ενώ αποστρέφομαι την ιδέα της γυναίκας ως ανταποδοτικό βραβείο για οποιονδήποτε μπορεί τη διεκδικεί, το γεγονός ότι ο Marsden έμοιαζε να επισκιάζεται διαρκώς από πιο χαρισματικούς, υποτίθεται, άντρες στη μεγάλη οθόνη, είχε κάπου αρχίσει να πλησιάζει τη σφαίρα του φανταστικού.
Στο “The Stand”, μία από τις πιο φιλόδοξες διασκευές του Stephen King που φέρνει στην Ελλάδα η Cosmote TV, ο Marsden ενσαρκώνει τον δημοφιλή ρόλο του Stu Redman και – στην προσωπική του ζωή τουλάχιστον – έχει καλύτερη τύχη.
Παρότι ο ηθοποιός δεν σνόμπαρε ποτέ του τη μικρή οθόνη, η συγκεκριμένη μίνι σειρά εφησυχάζει το άγχος που του προκαλούν τα πρότζεκτ όπου δεν γνωρίζει ήδη το τέλος όπως συμβαίνει συνήθως στον κινηματογράφο. Το “Stand” λοιπόν είναι μία πολύ καλή περίπτωση γι’ αυτόν, καθώς μπορεί μεν να πρόκειται για τη μεταφορά ενός γιγαντιαίου βιβλίου, το τέλος του Stu όμως είναι προδιαγεγραμμένο εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Αυτό που δεν θα μπορούσε να είναι προδιαγεγραμμένο ήταν πως όσο ο Marsden θα γύριζε μία σειρά με αφετηρία το ξέσπασμα μιας πανδημίας που εξοντώνει το 99% του ανθρώπινου πληθυσμού, θα εκτυλισσόταν παράλληλα ξαφνικά η πραγματική πανδημία του Covid-19.
«Ήμασταν στο Vancouver και γυρίζαμε τη σειρά τον περασμένο Σεπτέμβριο, για τον Covid-19 αρχίσαμε να ακούμε γύρω στον Δεκέμβρη-Γενάρη, και για να δούμε μάσκες στο σετ, αντισηπτικά και ό,τι άλλο κάναμε τότε φτάσαμε Φλεβάρη», θυμήθηκε όταν μιλήσαμε μέσω Zoom για το show. «Ήταν κάπως απόκοσμο το συναίσθημα, αν και μιλάμε για δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Ο ιός [της σειράς] Captain Trips εξοντώνει το 99% της ανθρωπότητας στον πλανήτη μέσα σε δύο εβδομάδες. Είναι πολύ διαφορετικό, αλλά και αδύνατον να παραβλέψεις τους παραλληλισμούς».
Γύρω στον Μάρτιο άρχισε να σκέφτεται πως για κάποιους ανθρώπους που άλλοτε θα εκτιμούσαν τη μετα-αποκαλυπτική διαφυγή που προσφέρει το “Stand” από την καθημερινότητα, η σειρά θα παραήταν ίσως επίκαιρη.
«Ήταν αδύνατον να παραβλέψω την ειρωνεία του να φτιάχνεις ένα show για μία πανδημία που εξαλείφει σχεδόν τα πάντα για την ανθρωπότητα και σκεφτόμουν ότι έπρεπε να το διαχειριστούμε με τεράστια ευαισθησία», τόνισε. «Ξέρω πως οι άνθρωποι με τους οποίους δούλεψα δεν θα χρησιμοποιούσαν ποτέ την κατάσταση ως ευκαιρία προς εκμετάλλευση στο show. Είναι απόλυτα συνειδητοποιημένοι για την ευαισθησία που χρειάζεται και νομίζω ότι ο λόγος που αποφάσισαν να το προχωρήσουν είναι επειδή η ιστορία δεν είναι στην πραγματικότητα για την πανδημία. Η πανδημία είναι ο καταλύτης για τη μεγαλύτερη ιστορία που ειπώνεται, δηλαδή το what if. Τι θα έκανες αν συνέβαινε όντως κάτι τέτοιο; Τι θα έκανες αν είχε πατηθεί το κουμπί επαναφοράς και είχαμε μία λευκή σελίδα; Πώς θα τα ξαναχτίζαμε όλα; Θα τα ξαναχτίζαμε καν; Από πού ξεκινάς και πώς επαναδομείς την κοινωνία; Και φυσικά αναδύεται μέσ’ απ’ αυτό η διαχρονική μάχη Καλού και Κακού. Περισσότερο από ένα βιβλίο για μία πανδημία, έχει να κάνει με τα ένστικτα του ανθρώπου, τι κάνουμε μπροστά σε μια τέτοια αποκαλυπτική κρίση και τι φανερώνεται μεσ’ απ’ αυτή για τον εαυτό μας. [Ο Stephen King] έγραψε το βιβλίο το 1978 και είναι λες και είχε κρυστάλλινη μπάλα. Υπήρξε πάντοτε περίεργος για τις αποφάσεις που παίρνουμε οι άνθρωποι και το τι μας επηρεάζει, την ψυχολογία της μάχης του Καλού εναντίον του Κακού, και για όσα μας τρομάζουν. Νομίζω ότι είχε δει το ενδεχόμενο να συμβεί κάτι τέτοιο κάποια στιγμή».
Όταν εξαπλώνεται ο Captain Tripps, ο φανταστικός ιός που είχε αναπτύξει ο στρατός ως βιολογικό όπλο στο “Stand”, οι ελάχιστοι επιζήσαντες στη Βόρεια Αμερική χωρίζονται σε δύο ομάδες. Σε όσους ανταποκρίνονται στα όνειρα που τους στέλνει η Mother Abagail, μία πνευματική φιγούρα που αντιπροσωπεύει το Καλό και τους καλεί στην περιοχή του Boulder, και σε όσους προτιμούν να ακολουθήσουν τον σαγηνευτικό Randall Flagg του Alexander Skarsgård στο Las Vegas για μία υπόσχεση ενός χαοτικού κόσμου χωρίς ηθικούς φραγμούς.
Το “Stand” είναι μία ακόμα στάση του Marsden σε μια καριέρα ελιγμών ανάμεσα στα genres. Από την υπερηρωική φαντασία των X-Men και τις σκηνές που έκλεψε στο “Enchanted” της Disney και το μιούζικαλ “Hairspray”, μέχρι το sci-fi του “Westworld”, το ιστορικό δράμα του “Mrs. America” και τη μαύρη κωμωδία του Netflix “Dead to Me” όπου υποδύθηκε δύο άκρως αντίθετους ρόλους, ο σταρ έχει αθόρυβα εξελιχθεί σε έναν πραγματικό καρατερίστα με ένα γυαλιστερό παρουσιαστικό που δίνει ενίοτε ψευδείς εντυπώσεις για το ευέλικτο ταλέντο που κρύβει. Γεννημένος στην αγροτική Oklahoma, ο Marsden πήρε την ευλογία του πατέρα του για να κυνηγήσει το όνειρο της υποκριτικής στο Los Angeles και τον έφερε μάλιστα σε επαφή με έναν επιτυχημένο ατζέντη που ήταν φίλος του. Γνωρίζοντας πόσο προνομιούχος και τυχερός ήταν, ο ηθοποιός ήθελε με κάθε οντισιόν του να βγάζει ασπροπρόσωπους όσους τον στήριζαν. Πριν προλάβει όμως να αποδεχτεί την ευκαιρία της δημοφιλέστατης σαπουνόπερας “Days of Our Lives”, η μάνατζέρ του τον είχε σταματήσει. Το feedback από τις οντισιόν του ήταν εξαιρετικό και θεωρούσε πως πολύ σύντομα θα ερχόταν κάποια μεγάλη ευκαιρία.
Αυτή ήρθε με τον ρόλο του Cyclops στους X-Men, αλλά ήταν ελαφρώς δίκοπο μαχαίρι. Ο Cyclops υπήρξε πάντα ένας δύσκολος στη διαχείριση χαρακτήρας για τα κόμικ της Marvel και ο Bryan Singer δεν ενδιαφέρθηκε να αφήσει ιδιαίτερα επεισόδια στον Marsden για να τον αναπτύξει. Εάν ο Scott Summers ήταν η μεγάλη αγάπη της Jean Grey, ο Wolverine ήταν το bad boy για τον οποίο θα του έλεγε να μην ανησυχεί.
Μετά από τον Cyclops και μέχρι να βγει ο χαρακτήρας από τη μιζέρια του στο “The Last Stand”, η τύχη του Άλλου Τύπου θα τον κυνηγούσε για αρκετά χρόνια ακόμα. Στο “Notebook” η Rachel McAdams τον παράτησε για τον Ryan Gosling. Στο “Superman Returns” η Lois τον άφησε για τον Superman. Στο “Enchanted” η Gisele σνόμπαρε τον πρίγκιπα από τα παραμύθια που υποδυόταν για να πάει με τον κοινό θνητό Patrick Dempsey. Στο τελευταίο τουλάχιστον – και σε συνδυασμό με το “Hairspray” της ίδιας χρονιάς – άνοιξε μια νέα πλευρά για τον Marsden. Αυτή του εκπληκτικού χαζοβιόλη. Σε έναν δίκαιο κόσμο, η σκηνή όπου ξεσπά σε τραγούδι στο σαλόνι του Dempsey και τον απειλεί με το ξίφος του θα τον είχε εκτοξεύσει στο mainstream. Στον δικό μας κόσμο έγινε ένα από τα τελευταία αξιαγάπητα love interests σε ρομαντική κομεντί των 2000s, στο “27 Dresses” με την Katherine Heigl, και ερωτεύτηκε σφόδρα τη Liz Lemon στο “30 Rock” ως μία παραλλαγή του Prince Edward – απ’ έξω ομορφιά Old Hollywood, από μέσα golden retriever.
Από τότε έχει υπάρξει γλοιώδης πολιτικός στο “Mrs. America”, επικός douchebag στο “D-Train” με τον Jack Black και επιθετικός πρώην στο “Dead to Me” ανάμεσα σε άλλα. Στα καλά παιδιά όπως τον Stu του “Stand” όμως δεν θα γυρίσει την πλάτη.
Στο βιβλίο ο χαρακτήρας ήταν πάντα ένα αρχετυπικό ηρωικό cowboy. Στη σειρά αποκτά κι άλλα στρώματα χωρίς όμως να θυσιάζεται η εγγενής του καλοσύνη. «Η δική μας ερμηνεία είναι λιγότερο για τον cowboy της μικρής πόλης που έρχεται να σώσει τον κόσμο και τη νεαρή κορασίδα που τον έχει ανάγκη», εξηγεί. «Αναποδογυρίσαμε αυτά τα κλασικά σχήματα αφήγησης. Ο Stu σήμερα είναι λιγότερο έτοιμος να καλπάσει αγέρωχα για να σώσει τη μέρα και δουλεύει περισσότερο στη σκιά για να φέρει τους ανθρώπους κοντά με σκοπό να συνειδητοποιήσουν πόση αξία έχει το να συνεργάζεσαι σε μία κοινότητα. Υπήρχαν πράγματα που έκανε ο Stu στο βιβλίο τα οποία δόθηκαν στις ηθοποιούς μας. Λειτουργήσαμε όλοι συνειδητά ως προς αυτό και νομίζω κανείς μας δεν ήθελε να στηριχτούμε στην ιδέα ότι ο Stu έρχεται να σώσει τους πάντες. Το εκσυγχρονίσαμε ως προς αυτό, ήταν ένα ακόμη πράγμα που χειρίστηκαν με ευαισθησία […] Θέλαμε επίσης, ας πούμε, να του δώσουμε χιούμορ, οπότε τον βλέπουμε να έχει μία σκωπτική, σαρκαστική αίσθηση του χιούμορ εδώ κι εκεί στη σειρά που αψηφά κάπως την ευγενή του φύση».
«Ήθελα να κάνω κάποιες ρωγμές στο περίβλημά του», συνεχίζει. «Για να φέρεις την ισορροπία δεν μπορείς να παίξεις έναν τέτοιο χαρακτήρα ως εντελώς αψεγάδιαστο. Δεν έχει ενδιαφέρον αυτό. Ο κόσμος πρέπει να μπορεί να συνδεθεί μαζί του. Έτσι είναι η ανθρώπινη υπόσταση, έχουμε όλοι τα ψεγάδια μας. Αυτό είναι που μας κάνει ενδιαφέροντες. Ήθελα να ασχοληθώ όχι μόνο με όσα τον κάνουν καλό ηγέτη ή μία θετική παρουσία για τους ανθρώπους του Boulder, αλλά με τι ψάχνει σε αυτή τη ζωή. Κοιτώντας το παρελθόν του ξέρεις ότι έχει χάσει τη γυναίκα του και δεν νομίζω ότι του είχε την πολυτέλεια κατά τα διαπλαστικά του χρόνια να κάνει μεγάλα όνειρα και να θέσει υψηλούς στόχους. Είχε αποδεχτεί τη ζωή στη μικρή πόλη, αλλά με μια αξιοπρέπεια. Ήθελα να εξερευνήσω το πώς θα έμοιαζε ο δικός του εφιάλτης, τι τον στρεσάρει και για τι πράγμα μετανιώνει».
Φοβάται όμως ότι γίνεται βαρετός μέσα από τόσο καλούς χαρακτήρες;
«Ξέρω πως το να είσαι καλός άνθρωπος, το να είσαι ηθικός, δεν είναι πάντα το πιο σέξι πράγμα ή το πιο φανταχτερό και κάποιες φορές μπορεί να είναι βαρετό να το παρακολουθείς», μου είπε γελώντας.
«Όταν μεταφερόμαστε στο Las Vegas, στον κόσμο του Randall Flagg, είναι πολύ διασκεδαστικό! Αλλά νομίζω επίσης πως μπροστά σε μια αβεβαιότητα που σε κάνει πιο ταπεινό, οι άνθρωποι θέλουν να στηριχτούν πάνω σε άτομα που έχουν ισχυρές απόψεις σε σχέση με το τι είναι σωστό, σε μια αφοσίωση στην αποκατάσταση της σταθερότητας με αρετές όπως η καλοσύνη και η τιμιότητα. Αυτά μπορεί να λογίζονται βαρετά, αλλά εμένα μου αρέσει να τους τιμώ αυτούς τους χαρακτήρες. Νομίζω χρειαζόμαστε περισσότερους τέτοιους ανθρώπους στον κόσμο. Μου αρέσουν τα βαρετά, καλά παιδιά. Αυτοί που παραμένουν αισιόδοξοι. Έχουμε όλοι τη σκοτεινή μας πλευρά, δίνουμε όλοι τις εσωτερικές μας μάχες, αλλά μου αρέσει να τιμάω τους ανθρώπους που, όταν δεν κοιτάει κανείς, επιλέγουν να κάνουν το σωστό. Ο Stu αντιπροσωπεύει ακριβώς αυτό. Δεν θέλω να γίνω ποτέ κυνικός στη ζωή μου».
Το “The Stand” θα κάνει πρεμιέρα στις 23.00 στις 18 Δεκεμβρίου στο COSMOΤΕ SERIES HD, 24 ώρες μετά την Αμερική.