24MEDIA
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης σε πάει έναν περίπατο στην Ελλάδα της Κατοχής

Ένας Έλληνας ιστορικός και συγγραφέας καταπιάνεται με μια περίοδο της χώρας την οποία πολλοί αποφεύγουν.

Δεν υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στις ημέρες μας που αφιερώνουν τη ζωή τους στην καταγραφή και ανάλυση των ιστορικών γεγονότων (ανεξάρτητα από την περίοδο). Δεν ‘πουλάνε’ αυτά τα πράγματα πλέον. Υπό αυτήν την έννοια ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης, ένας από τους νέους Έλληνες ιστορικούς που προσπαθούν με αξιώσεις να μας καταστήσουν κοινωνούς του πρόσφατου ιστορικού μας παρελθόντος, πάει κόντρα στο ρεύμα και ρίχνει γροθιά στο μαχαίρι. Από αυτήν του όμως την τάση γα ρήξη γεννήθηκαν ένα σωρό ωραία πράγματα, οι ‘ιστορικοί περίπατοι’ στα σημεία της πόλης που ‘μυρίζουν’ ιστορία, δύο έξοχα βιβλία αλλά και αυτή η συνέντευξη που θα διαβάσετε. Μία συνέντευξη που δόθηκε στο σκοπευτήριο της Καισαριανής, τόπο από τον οποίο αναδύεται ακόμα η οσμή του αίματος των εκτελεσμένων αντιστασιακών της κατοχής. 

Στην περίπτωση του Μενέλαου Χαραλαμπίδη έχουμε μία μεγάλη εκπαιδευτική στροφή. Αν και η πανεπιστημιακή του καριέρα αρχίζει από τα οικονομικά, έρχεται σύντομα η στροφή στην ιστορία. Ιδού οι λόγοι: “Από τότε που έκανα αυτή την αλλαγή τη δεκαετία του 90 βλέπω όλο και περισσότερους ανθρώπους να κάνουν το ίδιο γιατί είναι οι αγκυλώσεις του εκπαιδευτικού συστήματος τέτοιες που δεν σου δίνουν μία δεύτερη ευκαιρία. Είναι πολύ νωρίς στα 17 του κάποιος να αποφασίσει τι πραγματικά θέλει να κάνει στη ζωή του. Τα οικονομικά μου άρεσαν πάρα πολύ αλλά δυστυχώς έπεσα σε μία περίοδο που η οικονομική επιστήμη κανιβαλίστηκε από το νεοφιλελεύθερο δόγμα οπότε από μία σπουδαία επιστήμη για την κοινωνία είχε καταντήσει κάτι σαν εξελιγμένα λογιστικά.

Εγώ έτσι και αλλιώς πάντα αγαπούσα την ιστορία και έτσι έγινε αυτή η στροφή. Πειραματικά στην αρχή από έναν φίλο που ήταν στο πρώτο μεταπτυχιακό που είχε κάνει η Φιλοσοφική. Του ζητούσα βιβλία να διαβάζω, έβλεπε με πόση ταχύτητα τα κατανάλωνα και με ρώτησε ‘τέλος πάντων γιατί δεν πας;’. Πήγα, στην αρχή ήταν πολύ δύσκολο να ανταγωνιστώ τους πτυχιούχους του Ιστορικού και ήμουν τόσο σίγουρος ότι δεν θα με πάρουν που δεν πήγα καν στη σχολή για να δω τα αποτελέσματα. Με πήραν από τη γραμματεία και μου είπαν ‘κύριε Χαραλαμπίδη, θα έρθετε επιτέλους να γραφτείτε στο μεταπτυχιακό;’

Αυτή ήταν η αρχή των πραγμάτων που κάνω τώρα και που θα κάνω πάντα. Η καταπληκτική εμπειρία που είχα στη Φιλοσοφική με ώθησε στο να σκεφθώ ότι αυτό δεν ήταν δυνατό να μείνει περιχαρακωμένο στους τέσσερις τοίχους ενός πανεπιστημίου. Ήθελα αυτό που έκαναν οι δάσκαλοί μου σε μένα να το κάνω και εγώ στους υπόλοιπους. Είχα τη μεγάλη τύχη να έχω στην ελληνική ιστορία τον Αντώνη Λιάκο και στην ευρωπαϊκή τον Κώστα Γαγανάκη. Και παρά το γεγονός ότι ασχολούμαι με ελληνική ιστορία, αυτά που έμαθα για την ευρωπαϊκή μου έδωσαν πάρα πολύ γερές βάσεις για να καταλάβω τη σύγχρονη Ευρώπη”.

24MEDIA

Φωτογραφίες: Ειρήνη Προβίδα

Το πρώτο ερώτημα, το περί στροφής της ιστορία, απαντήθηκε. Ναι αλλά γιατί ελληνική ιστορία και γιατί κατοχή και όχι εμφύλιος;  “Εδώ πάλι έρχονται κάποια πράγματα που έχουν να κάνουν με βιώματα. Όταν ήρθε ο καιρός να επιλέξω το θέμα της τελικής μου εργασίας για το master, για μένα ήρθε πολύ απλά γιατί ήταν αυτές οι ιστορίες που άκουγα από τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου ήταν Βυρωνιώτης, η μάνα μου Παγκρατιώτισσα, εγώ Υμηττιώτης. Ήταν πολύ φυσιολογικό για μένα να ασχοληθώ μ’ αυτήν την ιστορική περίοδο. Όταν άρχισα να ψάχνω το θέμα, ανακάλυψα ότι δεν είχε γράψει κανείς διδακτορική διατριβή για την κατοχική Αθήνα. Όταν λοιπόν διαπίστωσα ότι υπάρχει αυτό το μεγάλο, απίστευτο κενό, σκέφτηκα ότι εδώ κάτι πρέπει να γίνει.

Επίσης ήταν και κάτι άλλο που φάνηκε περισσότερο στην πορεία. Μετά από μία τεράστια περίοδο σιωπής, για πολιτικούς κυρίως λόγους, έγινε το μεγάλο άνοιγμα ιστοριογραφικά για τη δεκαετία του 40 από το τέλος της δεκαετίας του 90. Εκείνη την περίοδο είχαμε δύο μεγάλα συνέδρια για τα πενήντα χρόνια από τη λήξη του εμφυλίου κάτι που προκάλεσε το άνοιγμα του πεδίου. Υπάρχουν παράλληλα πάρα πολύ συνάδελφοι που πάνε στον εμφύλιο. Δεν υπήρχε όμως κάποια αντίστοιχη κίνηση για την κατοχή. Έτσι πήγαμε να εξετάσουμε την περίοδο της κατοχής με τα καινούργια εργαλεία που δίνει η ιστορική επιστήμη και να καλύψουμε αυτό το κενό”.

Δεν ελλοχεύει όμως κάπου ο κίνδυνος να παρασυρθεί ο ερευνητής από το συναισθηματικό του κόσμο; Λογική η απορία αλλά αποστομωτική η απάντηση: ” Αυτό γίνεται στην αρχή που υπάρχει ο ενθουσιασμός για τα πράγματα που ανακαλύπτεις και τα οποία σε γοητεύουν. Τι ξεχωρίζει όμως τον επαγγελματία ιστορικό από τον ερασιτέχνη; Ο επαγγελματίας ιστορικός, επειδή ακριβώς υπάρχει μία μεγάλη διάρκεια έρευνας, προσπαθεί και κατορθώνει να αποστασιοποιηθεί από τα αρχικά συναισθήματα. Σκέψου…Ένας άνθρωπος σαν και εμένα που έχει γεννηθεί το 1970 και δεν έχει ζήσει ουσιαστικά καμία εκτροπή όσα χρόνια ζει, να κάθεται να ακούει έναν άλλο ο οποίος έχει πολεμήσει στο βουνό, έκανε πολλές φορές πέντε και παραπάνω ημέρες για να φάει, δεν είχε νερό να πιει κτλ. Αυτά είναι πολύ εντυπωσιακά πράγματα.

Άρα σκοπός του ιστορικού- και αυτό είναι πολύ σημαντικό- είναι να διαχειριστεί τη σχέση με το υποκείμενο το οποίο εξετάζει, ιδίως βέβαια όταν το υποκείμενο είναι μπροστά του και του δίνει μία συνέντευξη. Είναι μία διαδικασία που κάθε ιστορικός θα πρέπει να ακολουθήσει,για να μην μεταφέρει εκστατικός αυτό που άκουσε και βρήκε. Πρέπει αντίθετα να το αποδομήσει, να το απομυθοποιήσει και να προσπαθήσει να το ερμηνεύσει”.

24MEDIA

Μεταφέραμε την κουβέντα σε κάτι που έχει απασχολήσει πολύ το δημόσιο διάλογο τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Για το ‘αναθεωρητικό’ κίνημα στην ελληνική ιστορία που τείνει να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Τυχαίο;  “Τυχαία δεν προκύπτει τίποτα. Η δύναμη της ιστορικής επιστήμης είναι ότι πάντα ξαναγράφεται. Αν είχαμε τελική ιστορία για κάτι, θα είχαμε κλείσει τα πάντα και θα είχαμε πάει σπίτια μας. Ξαναγράφεται πάντα η ιστορία γιατί στο εκάστοτε παρόν δημιουργούνται καινούργια ερωτήματα σε σχέση με το παρελθόν.

Τέτοιες ‘αναθεωρητικές’ οπτικές γύρω από τη δεκαετία του ’40 ξεπήδησαν σ’ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, προφανώς όχι τυχαία. Αυτό που αλλάζει την εικόνα είναι η πτώση του τείχους και η κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού-ανύπαρκτου σοσιαλισμού. Έχουμε πλέον τις περίφημες ρήσεις στο δημόσιο χώρο ότι ένας είναι ο νικητής και ότι φτάσαμε στο τέλος της ιστορίας. Εκεί έχουμε μία προσπάθεια να αναστραφεί η εικόνα για τη δεκαετία του 40 με τα πιο ακραία παραδείγματα να έρχονται από τις βαλτικές χώρες όπου υπάρχουν γιορτές κατά τις οποίες άνθρωποι ντύνονται με στολές της Βέρμαχτ.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, του ξαναγραψίματος δηλαδή της ιστορίας της δεκαετίας του 40 μέσα από μία πιο συντηρητική οπτική, είχαμε και αυτήν την έκφανση στην ελληνική περίπτωση και την προσπάθεια να αποδοθούν οι κύριες ευθύνες για τις συγκρούσεις της δεκαετίας του 40 στην ΕΑΜική πλευρά. Κατά τη γνώμη μου αυτό έχει αμιγώς πολιτική και όχι επιστημονική στόχευση. Επειδή όλη η Αριστερά στην Ελλάδα αντλεί από το ΕΑΜ, αυτή είναι η μήτρα, κάποιοι σκέφτηκαν ότι απαξιώνοντας το ΕΑΜ, απαξιώνουν και το σύνολο της Αριστεράς.

Πρέπει να δούμε λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι πως εμφανίζονται στο δημόσιο λόγο, που αρθρογραφούν, ποιοι υποστηρίζουν το έργο τους και όλα αυτά. Αντικειμενική ιστορία δεν υπάρχει, ο ιστορικός δεν είναι σε γυάλα, όλοι φέρουμε τις ιδεολογικές μας πεποιθήσεις αλλά αυτό είναι άλλο από το να είσαι πολιτικά στρατευμένος επιστήμονας. Αν είσαι, τουλάχιστον πέσ’το”.

24MEDIA

Οι συνεντεύξεις με τους πρωταγωνιστές των γεγονότων προφανώς και ήταν συναρπαστικές, μία ξεχωριστή εμπειρία όπως μας αφηγείται ο Χαραλαμπίδης: “Αυτό που έγινε στις συνεντεύξεις ήταν για μένα κάτι πιο ουσιαστικό. Ανακάλυψα έναν ολόκληρο κόσμο που ζούσε δίπλα μου, ανθρώπους που έβλεπα στο λεωφορείο και στο μετρό και τις απίστευτες ιστορίες που μου είπαν. Ανακάλυψα σπουδαίο ήθος, αλληλεγγύη, πράγματα αδιανόητα για τη σημερινή εποχή. Άφησα έτσι λίγο στην μπάντα το διδακτορικό και άρχισα να πηγαίνω από το ένα σπίτι στο άλλο. Γυρνούσα σπίτι και περίμεναν οι φίλοι μου να τους πω τη συνέχεια. Για τόσο απίστευτες ιστορίες μιλάμε. Το μεγαλύτερο πράγμα για μένα όλα αυτά τα χρόνια που κάνω έρευνα είναι ότι ο λόγος αυτών των ανθρώπων σώθηκε. Μιλάμε για απλούς ανθρώπους, όχι πάρα πολύ γνωστούς. Σε διαφορετική περίπτωση δεν θα είχε μείνει τίποτα. Ο κύριος λόγος που κάνω αυτό που κάνω είναι ότι παίρνω το κάρο να το πάω παρακάτω.

Ήταν επίσης πολύ εύκολο να με εμπιστευτούν. Ξέρεις, όσο πλησιάζουν οι άνθρωποι στο τέλος της ζωής τους, θέλουν πιο πολύ να μιλήσουν και είναι και πιο εύκολο να το κάνουν, ειδικά σ’ έναν άνθρωπο που δεν γνωρίζουν. Πολλοί από αυτούς μού είπαν πράγματα, που δεν έχουν πει καν στα παιδιά τους. Τι να πεις στα παιδιά σου; Ο,τι έχεις εκτελέσει ανθρώπους;

Ένας δεύτερος λόγος που ανοίχτηκαν εύκολα είναι ότι διαπίστωσαν ότι ένας άνθρωπος τους θυμήθηκε ενώ οι περισσότεροι τους είχαν ξεχάσει. Ξαφνικά λοιπόν ήρθε ένας φιλότιμος φοιτητής-έτσι μ’ έβλεπαν- να ασχοληθεί μαζί τους. Σε έβαζαν στο σπίτι τους, σου έψηναν καφέ, μετά άρχιζαν τα τσίπουρα. Όλο αυτό ήταν πάρα πολύ συγκινητικό. Ήταν επίσης πολύ χρήσιμο το γεγονός ότι μετά την πτώση του υπαρκτού-ανύπαρκτου, αυτοί οι άνθρωποι απελευθερώθηκαν, σαν να έσπασαν τα κομματικά δεσμά. Μίλησαν για όλα”.

24MEDIA

Η ατάκα για τον ‘υπαρκτό-ανύπαρκτο’ έδωσε το έναυσμα για την επόμενη, υποθετική και ιντριγκαδόρικη ερώτηση. Αυτόν τον τύπο των ερωτήσεων τον σιχαίνονται οι ιστορικοί. Παρόλα αυτά το ρίσκο το πήραμε. Τι θα γινόταν στην Ελλάδα αν στα Δεκεμβριανά είχε επικρατήσει ο ΕΛΑΣ και όχι οι Άγγλοι;  “Να ξέρεις ότι αυτές τις ερωτήσεις αποφεύγω να τις απαντώ. Ο ιστορικός δεν μπορεί να λειτουργεί με το αν. Ειλικρινά δεν ξέρω. Θα μπορούσαν να γίνουν τα εξής δύο. Να είχαμε κάποια εξέλιξη -αν και μου φαίνεται κάπως δύσκολο- στο μοτίβο Αλβανίας, θα μπορούσαμε να είχαμε και κάποια εξέλιξη στο μοτίβο Γιουγκοσλαβίας. Πάντως, δεν είναι τυχαίο ότι ο ΕΛΑΣ δεν νίκησε στα Δεκεμβριανά. Ούτε φυσικά είναι τυχαίο ότι ο πιο μάχιμος και καλά εξοπλισμένος ΕΛΑΣ του βουνού δεν κατέβηκε ποτέ στην Αθήνα. Αυτό προσπαθώ να δείξω στο βιβλίο μου για τα Δεκεμβριανά. Στόχος του ΕΑΜ δεν ήταν να κερδίσει τη στρατιωτική μάχη αλλά την πολιτική. Καταλάβαιναν πολύ καλά ότι με τους Βρετανούς έπρεπε να διαπραγματευτούν. Αν τους πετούσαν στη θάλασσα, δεν θα κέρδιζαν κάτι. Αυτό που προσπαθούν να κάνουν στα Δεκεμβριανά είναι απλά να εξοντώσουν τα ελληνικά στηρίγματα των Βρετανών, δηλαδή χωροφυλακή, αστυνομία πόλεων, τάγματα ασφαλείας, ταξιαρχία Ριμινί κτλ, έτσι ώστε να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων”.

Ανοίγει παρένθεση: “Άλλη μεγάλη έκπληξη: Για τα Δεκεμβριανά, που είναι τόσο σημαντικό γεγονός για τη σύγχρονη ιστορία, υπάρχουν μόνο δύο βιβλία γραμμένα από επαγγελματίες ιστορικούς. Το δικό μου και του Γιάννη Ιατρίδη που κυκλοφόρησε το 1972. Υπήρχε τέτοιο κενό. Αυτό που θεωρώ μεγάλο κίνητρο σ’ έναν ιστορικό είναι να έχει ο ίδιος την περιέργεια. Και στα δύο βιβλία που έχω γράψει, εγώ είχα την περιέργεια να μάθω τι είχε γίνει, πως είχε γίνει κτλ. Το να γράψεις ένα βιβλίο είναι τεράστιος κόπος, οπότε πρέπει να έχεις κίνητρο”. Κλείνει η παρένθεση.

24MEDIA

Ο Χαραλαμπίδης απορρίπτει τα εύκολα σχήματα και τις εύκολες συγκρίσεις σαν και αυτές που προέκυψαν στα χρόνια του μνημονίου για τη μνημονιακή περίοδο και την περίοδο της κατοχής:

“Δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ των δύο εποχών. Όσο και αν δεν του άρεσε κάποιου η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ή αυτή του Παπανδρέου, δεν έπαυαν να είναι νόμιμα εκλεγμένες κυβερνήσεις. Επίσης δεν υπήρξε ξένη στρατιωτική κατοχή. Και δεν μπορείς να συγκρίνεις σε καμία περίπτωση την όντως τραγική εικόνα της Ελλάδας τα χρόνια της κρίσης με την απίστευτη βία και τον εξευτελισμό που έζησαν οι Έλληνες στα χρόνια της κατοχής.

Αν θέλεις, είναι ασέβεια απέναντι στους ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας τους Ναζί και τους Ιταλούς. Το να δει κάποιος παραλληλισμούς σε επίπεδο μηχανισμών, ναι. Να διαπιστώσει πως επιβίωσε και αντιστάθηκε η κοινωνία της δεκαετίας του ’40 και να έρθει στο σήμερα και να δει πως η κοινωνία μπορεί να μείνει όρθια από έναν άλλο τρόπο πολέμου. Γι’ αυτό το 2012 και το 2013 είχα αρχίσει μία σειρά ομιλιών σε δομές αλληλεγγύης. Να δούμε τι έκανε το ΕΑΜ σε επίπεδο πρόνοιας. Αυτή ήταν και η πρώτη αντιστασιακή πράξη και στόχος, να σωθούν δηλαδή οι άνθρωποι από την πείνα. Ήταν πολύ χρήσιμο γιατί οι άνθρωποι που ‘έτρεχαν’ όλες τις δομές στις αρχές του μνημονίου είχαν το άγχος και έλεγαν ‘τώρα εμείς κάνουμε φιλανθρωπία ή αλληλεγγύη;’ Μέσα από εκείνες τις συζητήσεις ξεκαθαρίσαμε ότι αυτό είναι αλληλεγγύη και ότι αυτοί είναι οι μηχανισμοί που στήνει μία κοινωνία για να μην πεθάνει.

Επίσης, πρέπει να καταλάβουμε επιτέλους ότι είμαστε μία μικρή χώρα σε σημαντική γεωστρατηγική θέση και ότι ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως ανεξάρτητοι, να το χωνέψουμε αυτό. Άρα εδώ παίζουμε με βαθμούς εξάρτησης. Όταν τα πράγματα είναι δύσκολα, αναγκάζεται ο προστάτης να εμφανιστεί με πιο χυδαίους όρους. Στη δεκαετία του 40 που το ΕΑΜ ήταν πολύ δυνατό και θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία, αναγκάστηκε ο Τσόρτσιλ να φέρει στην Ελλάδα στρατό και άρματα μάχης και να βομβαρδίσει την Αθήνα. Σ’ άλλες περιπτώσεις αυτός που κάνει κουμάντο στη χώρα δεν χρειάζεται να φανεί με τόσο ‘δυναμικούς’ τρόπους. Το κάνει διαφορετικά.

Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι δεν είμαστε ένα ανεξάρτητο κράτος, ποτέ δεν ήμασταν έτσι και αλλιώς από τότε που αυτό το κράτος δημιουργήθηκε. Ξεκάθαρα! Αν οι Βρετανοί δεν είχαν μπει σε εκείνο το σχεδιασμό τη δεκαετία του 1820, δεν θα υπήρχε ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.  Μέσα σ’ αυτό το το πλαίσιο πρέπει να κινούμαστε και να εξετάζουμε τα πράγματα. Μπορεί κάποιος να το βλέπει ατιμωτικό και απεχθές αλλά αυτό είναι. Αν γίνουμε κάποτε υπερδύναμη-δεν ξέρω πως- θα ορίζουμε εμείς το μέλλον μας”.

24MEDIA

Σινεφίλ διάλειμμα. Ήμασταν άλλωστε στο σκοπευτήριο της Καισαριανής εκεί όπου γυρίστηκαν σημαντικές σκηνές της ταινίας του Παντελή Βούλγαρη, ‘Το τελευταίο σημείωμα’, που έχει ως κύριο θέμα την εκτέλεση των 200 κομμουνιστών την 1η Μάη του 1944: 

“Άσε, την έχω πάθει, δεν την έχω δει ακόμα. Είναι ντροπή, θα έπρεπε να την έχω δει ήδη. Είναι αμέλειά μου. Ήμουν πάντως επιφυλακτικός γιατί για μένα δεν ήταν πολύ καλή η ταινία που έκανε ο Βούλγαρης για τον εμφύλιο, η ‘Ψυχή βαθιά’. Έδινε την αίσθηση ότι τελικά οι Έλληνες αναγκάστηκαν να πολεμήσουν μεταξύ τους. Σεναριακά δεν σου έδινε τη δυνατότητα να ταυτιστείς με τους χαρακτήρες”.

Και αφού ήμασταν στο συγκεκριμένο χώρο να και μία εξήγηση για την ιστορική του βαρύτητα: “Εδώ ήταν σκοπευτήριο από παλιά. Και το χρησιμοποίησαν οι Γερμανοί αρχικά για να κάνουν εξάσκηση σκοποβολής. Όταν όμως άρχισε η αντίσταση, τον μετέτρεψαν σε χώρο εκτέλεσης αντιστασιακών. Επειδή η πιο γνωστή εκτέλεση είναι αυτή των 200 την πρωτομαγιά του 1944, πολύ φοβάμαι ότι έχει αρχίσει να δημιουργείται η αίσθηση ότι εδώ εκτελέστηκαν μόνο 200. Δεν είναι αλήθεια. Εδώ κατά τη διάρκεια της κατοχής εκτελέστηκαν περίπου 750 άτομα, αντιστασιακοί στη συντριπτική τους πλειοψηφία του ΕΑΜ αλλά και άλλων αντιστασιακών οργανώσεων. Εκτελέστηκαν όμως και αντιφασίστες Γερμανοί και Ιταλοί φαντάροι!

Ο ‘τροφοδότης’ του σκοπευτηρίου ήταν το στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ες-Ες στο Χαϊδάρι που άρχισε να λειτουργεί τον Σεπτέμβριο του 1943. Εκεί λοιπόν μάζευαν κόσμο από μπλόκα κτλ και από εκεί έπαιρναν 20, 50 ή 100 για εκτέλεση”.

24MEDIA

Κλείνουμε με μία ανάλυση του Μενέλαου για την επιτυχία του ΕΑΜ, τις εκτελέσεις της ΟΠΛΑ και την παρουσία της Χρυσής Αυγής στο δημόσιο λόγο:

Γιατί πέτυχε το ΕΑΜ; “Ένα σημαντικό στοιχείο είναι ότι μόνο το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε την τεχνογνωσία να δράσει σε παράνομες καταστάσεις όπως αυτή της κατοχής. Την τεχνογνωσία αυτή τα υπόλοιπα ελληνικά κόμματα δεν την είχαν, δεν ήξεραν να κινητοποιούν τον κόσμο, να βγάζουν παράνομο Τύπο και όλα αυτά τα πράγματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλη ηγετική ομάδα της ΠΕΑΝ πιάστηκε από ένα πρωινό, δεν είχαν την εμπειρία συνομωτικότητας των κομμουνιστών.

Επίσης το ΚΚΕ και το ΕΑΜ μπόρεσαν να αρθρώσουν έναν πολιτικό λόγο πολύ ζωντανό και της στιγμής. Ο κόσμος έβλεπε ότι ήταν οι δικοί τους άνθρωποι. Τι έλεγαν τότε; Βλέπαμε που είναι το δίκιο και εκεί πηγαίναμε. Χωρίς να είναι κατ’ ανάγκην κομμουνιστές. Η μεγάλη πλειοψηφία των μελών του ΕΑΜ απαρτίζεται από πρώην Βενιζελικούς οι οποίοι μετακινούνται μαζικά μετά την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος με την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα. Αναδύεται έτσι μία νέα πολιτική δύναμη από ένα κόμμα ουσιαστικά διαλυμένο όπως ήταν το τότε ΚΚΕ που είχε πληγεί από τις διώξεις της μεταξικής δικτατορίας. Έτσι το ΚΚΕ από μπαμπούλας που δεν είχε στις τάξεις του πατριώτες σύμφωνα με την κυρίαρχη αφήγηση της εποχής έγινε ο φορέας που εξέφραζε τις επιθυμίες και τις ανάγκες της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού την περίοδο της κατοχής. Ήταν επίσης η πρώτη φορά που η Αριστερά διεκδίκησε και πήρε ένα μεγάλο τμήμα της μεσαίας τάξης, ακόμη και μεγαλοαστούς”.

Ποιους εκτελούσε η ΟΠΛΑ; “Γνώριζα από την έρευνα που είχε προηγηθεί για την περίοδο της Κατοχής ότι η ΟΠΛΑ δεν εκτελούσε αδιακρίτως τους πολιτικούς της αντιπάλους. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο θα είχε εκτελέσει πολύ περισσότερα από 2000 άτομα στα Δεκεμβριανά. Από αυτούς έχω καταφέρει να ταυτοποιήσω μέχρι στιγμής το 70%, να διαπιστώσω δηλαδή γιατί εκτελέστηκαν. Σχεδόν όλοι από αυτούς που έχω εντοπίσει δεν είχαν απλά σχέση με τον κατακτητή, ήταν ενταγμένοι στην ένοπλη συνεργασία μαζί του. Ήμουν σίγουρος από την αρχή ότι η ΟΠΛΑ δεν εκτελούσε στο γάμο του καραγκιόζη γιατί αν πράγματι εξόντωνε τους πολιτικούς της αντιπάλους, θα είχε εκτελέσει πολύ περισσότερα από 2000 άτομα. Υπάρχουν επίσης 400 άτομα που προσέρχονται στις δίκες των δοσίλογων ως μάρτυρες κατηγορίες. Άρα δεν εκτελούσαν τους πάντες. Είχαν συνταχθεί φάκελοι δικογραφίες που πολίτες έκαναν ενυπόγραφες καταγγελίες κατά άλλων πολιτών ότι είχαν συγκεκριμένη δράση κατά τη διάρκεια της κατοχής.

Τα 3,5 χρόνια της κατοχής όμως στις γειτονιές ήξεραν ποιοι ήταν οι προδότες. Αυτοί που εκτελέστηκαν, το ξαναλέω, ήταν συνεργάτες των κατακτητών. Αν δούμε τις εκτελέσεις αυτές με τη σημερινή ηθική, την αντίληψη δηλαδή που έχουμε για την αξία της ζωής σε ειρηνική περίοδο, δεν θα καταλάβουμε τίποτα”.

24MEDIA

Και γιατί τέλος υπάρχει ένα ποσοστό συμπολιτών μας που ψηφίζει ένα καθαρά ναζιστικό κόμμα;

“Γιατί υπήρχε πάντα. Στις εκλογές του 1977, σε περίοδο δηλαδή που ήταν νωπές οι μνήμες της καταστροφικής επταετίας, η ακροδεξιά, ως ξεχωριστό κόμμα, είχε κερδίσει ποσοστό κοντά στο 10%. Αυτοί οι άνθρωποι εκφράζονταν πολιτικά είτε μέσω διάφορων μικρών κομμάτων όπως το ΛΑΟΣ ή αποτελώντας τη δεξιά πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας. Στα χρόνια της κρίσης μπόρεσαν να εκφράσουν τον θυμό τους και τα αντιδημοκρατικά πιστεύω τους μέσα από τη ξεκάθαρη ρατσιστική και ακροδεξιά ρητορική της Χρυσής Αυγής. Το κλίμα ευνοήθηκε και από την επίσημη ρητορική του ελληνικού κράτους, της επιχείρησης ‘Ξένιος Δίας’ και τα περί ‘ανακατάληψης των πόλεων’. Ήταν ένα κλείσιμο του ματιού στη Χρυσή Αυγή που επέτρεψε σε κάποιους να κλωτσήσουν και να μαχαιρώσουν”.
 

Ποιος είναι ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης

Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης είναι διδάκτορας Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, συγγραφέας των βιβλίων ‘Η Εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα’, Αλεξάνδρεια 2012 και ‘Δεκεμβριανά 1944. Η μάχη της Αθήνας’, Αλεξάνδρεια 2014, έχει σχεδιάσει και διδάσκει στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα ‘Δημόσια Ιστορία’ στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και είναι ο εμπνευστής και επιστημονικός υπεύθυνος των εκδηλώσεων με τίτλο ’12 Οκτωβρίου 1944. Η Αθήνα Ελεύθερη’ για την απελευθέρωση της πρωτεύουσας από τους Ναζί.