ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

O Νικόλας Τριανταφυλλίδης έχει πλακωθεί για τον ΠΑΟΚ και τον Γκοντάρ

Με τους 'Αισθηματίες', ο Έλληνας σκηνοθέτης επιστρέφει με στιλ και κρότο στον κινηματογράφο. Τον συναντήσαμε στην Κυψέλη με ένα πάκο ερωτήσεις.

Η Χρύσα Οικονομοπούλου –“το τοπ μόντελ του Γκαγκάριν” σύμφωνα με τον Νικόλα- ήταν σίγουρη ότι θα ενθουσιαστώ με τους ‘Αισθηματίες’. Μου το είπε στο διάλειμμα εκείνης της κυριακάτικης προβολής στο Ιντεάλ πριν δυο μήνες και κάτι. Η αλήθεια είναι ότι είχα ενθουσιαστεί απ’ το δεκάλεπτο. Η Χρύσα είχε πέσει μέσα κάνοντάς με να αναρωτιέμαι (πάλι) πώς διάολο πέφτει πάντα μέσα σχετικά με μένα.

Τυπικά, οι ‘Αισθηματίες’ είναι ένα απολαυστικό νουάρ, μια τραγωδία που δε μοιάζει τόσο αρχαία στην Ελλάδα της παρατεταμένης κρίσης. Στην ουσία, είναι ένα γήπεδο στο οποίο παίκτες όπως ο Χάρης Φραγκούλης και ο Δημήτρης Λάλος (αμφότεροι βραβευμένοι θεατρίνοι) παίζουν μπάλα που δεν σ’ αφήνει να κλείσεις το στόμα.

Οι δυο τους παίρνουν μια καλογυρισμένη ταινία και την πάνε ένα επίπεδο πάνω. Ειδικά ο Χάρης, εξαιτίας του πιο αβανταδόρικου ρόλου αλλά και της ιδιοσυγκρασίας του.

“Ο Λάλος είναι έτσι κι αλλιώς πιο ορθολογιστής”, μου λέει ο Νικόλας ξεκαθαρίζοντας ότι για την εκστατική ερμηνεία του Φραγκούλη τις βάσεις τις έχει βάλει ο Λάλος με την ερμηνεία του. “Ο Λάλος και ο Φραγκούλης είναι σαν το γιν και το γιανγκ, αντίθετοι πόλοι μα την ίδια στιγμή συμπληρωματικοί. Μια κοπέλα στο Μόναχο μου είπε το καλύτερο: αυτοί οι δύο μαζί είναι ο ιδανικός άντρας”.

Ο Χάρης και ο Δημήτρης παίζουν δύο εκτελεστές, δυο αισθηματίες εκτελεστές, και η ταινία, που κάνει πρεμιέρα στις αθηναϊκές αίθουσες στις 18 Δεκεμβρίου, παλαντζάρει διαρκώς μεταξύ του απόπατου του υποκόσμου, της γλυκά λούμπεν νύχτας και του σύννεφου του συναισθήματος της αληθινής αγάπης.

 

Το να διαλέξω να πιω νερό στο σαλόνι του Νικόλα Τριανταφυλλίδη σίγουρα δεν ήταν κόλπο για να του φανώ πιο συμπαθής. Κι αν ήταν κόλπο, θα ήταν σίγουρα το πιο φτωχό που θα μπορούσα να σκεφτώ. Ο Νικόλας διεκδικεί χωρίς αντίπαλο τον τίτλο του ανθρώπου που έχω δει περισσότερες φορές κάπου έξω χωρίς να ανταλλάξουμε μισή κουβέντα.

(Τον πατέρα του δεν τον είδα ποτέ από κοντά, αλλά είχαμε μιλήσει ένα δίωρο για μια προπέρσινη συνέντευξη στο Cosmo.gr).

Καλύτερα έτσι. Στο ίδιο σαλόνι θα τα λέγαμε όλα για πρώτη φορά.

Για τα ‘Στέκια’ που σκηνοθετεί στη ΝΕΡΙΤ, για τους ‘Αισθηματίες’ που έφτασαν μέχρι τη Μόσχα και το Τσενάι, για τον ΠΑΟΚ, για τον Γκοντάρ, για τον Άγγελο Αναστασιάδη, για το Γκαγκάριν και για το Greek Weird Cinema.

Αλλά ας μιλήσει ο σκηνοθέτης τώρα.

Για τους ‘Αισθηματίες’

“Άργησα τόσο να κάνω ταινία γιατί έπρεπε να ξεχρεώσω τις προηγούμενες. Τόσο απλά”.

“Οι Αισθηματίες σαν ιδέα υπάρχουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια, αλλά εδώ και τρία πήραν σάρκα και οστά. Η ταινία πήγε εξαιρετικά στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στη Ρωσία. Σκέφτομαι να γίνω Μοσχοβίτης, είναι και το dna μου που φωνάζει για εκεί. Κάναμε πρεμιέρα στο διαγωνιστικό του φεστιβάλ της Μόσχας, παίξαμε στο Raindance, στο Μονπελιέ, Μόναχο, θα πάμε Ινδία αυτό το μήνα. Είμαστε εκπρόσωποι του ελληνικού  πολιτισμού, εμείς και οι Rotting Christ που έχουν παίξει στο Τσενάι”. (γέλια)

 

“Ο Λάλος και ο Φραγκούλης είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Είναι από τους καλύτερους της γενιάς τους. Βρήκα μια κοινή γλώσσα μαζί τους και είδα την καύλα τους και το πάθος τους για το ρόλο. Και οι δυο τους είχαν τεράστια αφοσίωση. Μπορεί ο Φραγκούλης να έχει πιο αβανταδόρικο ρόλο αλλά αυτό συμβαίνει γιατί ο Λάλος κρατάει τα μπόσικα και του δίνει συνέχεια πάσα για να παίξει μπάλα”.

“Άλλο που δεν ήθελε να κάνει τον κακό ο Blaine (σ.σ. Reininger) στην ταινία. Παραδόξως του ταίριαξε ο ρόλος του τροϊκανού. Μου έλεγαν διάφοροι ότι ένας τέτοιος ρόλος θα έχει ξεπεραστεί μέχρι να βγει η ταινία, αλλά, φευ, είναι πιο επίκαιρος από ποτέ”.

“Θεωρώ ότι οι ‘Αισθηματίες’ είναι… κάτι όμορφο. Τουλάχιστον προσπάθησα να κάνω κάτι όμορφο. Αν ξαναβλέπω την ταινία στα φεστιβάλ; Αποφεύγω να παρακολουθώ τις παλιές μου δουλειές. Τώρα πια η ταινία έχει την δική της, αυτόνομη ζωή. Με ρώτησαν πολύ ωραία πράγματα έξω. Έπιασαν την ιδέα της αρχαίας τραγωδίας και του φιλμ νουάρ, το ζοφερό κλίμα της Ελλάδας σε σχέση με την οικογένεια. Και δύο χαμένα, μπερδεμένα παλιόπαιδα έγιναν τελικά αξιαγάπητα”.

Για το ‘Greek Weird Cinema’

“Είμαι εναντίον του όρου weird cinema έτσι όπως χαρακτήρισε τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο ένας δημοσιογράφος της Guardian. Αυτές οι ρετσέτες λειτουργούν μόνο στα κινηματογραφικά φεστιβάλ. Όπως και διαφωνώ με το να εισάγεις αβασάνιστα  βορειοευρωπαϊκά μοντέλα αφήγησης και προβληματισμού για να κάνεις πατρόν και πρετ α πορτέ ταινίες. Πιστεύω πως το Greek New Wave, έτσι όπως μου αρέσει να το λέω εγώ, είναι συναρπαστικό μέσα στη πολυφωνία του. Τι μας ενώνει όλους; Μας βλέπω ως επιζήσαντες μιας ολοκληρωτικής καταστροφής”.

Για τη νύχτα και το Gagarin

“Είμαι ήδη κουρασμένος από τη νύχτα. Μου αρέσει να ξυπνάω νωρίς! Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση του Gagarin, θεωρώ ότι πρέπει να μπουν νέα παιδιά να πάρουν τη σκυτάλη. Όσο μπορώ τη δίνω και λειτουργεί αυτό. Είμαι καλλιτεχνικός διευθυντής, κάτι σαν το  βαμπίρ που κρύβεται στα παρασκήνια”.

 

Για τη ζωή με τα social media και το ξύλο για τον Γκοντάρ

(φωτογραφία από παλαιότερη συνέντευξη του Νικόλα στο περιοδικό ΜΑΧ)

“Tα social media. ‘Eνα ψηφιακό χωριό που μας έδωσε την (αυτο)διαχείρηση της πληροφορίας και της ταυτότητάς μας, κάτι που δεν μπορούσαμε να κάνουμε παλιότερα, όντας όμηροι των παραδοσιακών ΜΜΕ. Από την άλλη, η μία πληροφορία καταργεί με κεκτημένη ταχύτητα την άλλη με αποτέλεσμα μια πλημμυρίδα από pixels που σε ρουφάει σαν κινούμενη άμμος.

Η κατάσταση στις ιντερνετικές κλωτσοπατινάδες ξεφεύγει πολλές φορές, αλλά ό,τι ξεχειλώνει θα μαζευτεί από μόνο του. Η εκτροπή και η αμετροέπεια είναι καλύτερες από την αυτολογοκρισία”.

 

“Τώρα βάζω σαφή όρια στη ζωή μου, όρια που δεν είχα παλιότερα. Ό,τι έγινε, έγινε και αφού τη σκαπούλαρα, προχωράω. Έχω ζητήσει συγγνώμη από ανθρώπους για ασήμαντα και σημαντικά πράγματα. Δεν θέλω να έχω ανοιχτές πληγές άνευ λόγου. Πάντα πρέπει να προσπαθούμε για το Καλό”.

“Είμαι εγωιστής με το σινεμά, με τον Γκοντάρ ή τη λογοτεχνία. Έχω χτυπήσει άνθρωπο για τον Γκοντάρ. Λέει ένας ‘είναι μαλάκας ο Γκοντάρ’, του λέω ‘τι είπες ρε’ και του ρίχνω μια κουτουλιά καλή. Δεν θυμάμαι ποιος ήταν. Αυτός, όμως, μάλλον θα με θυμάται. Ο Γκοντάρ είναι ο αγαπημένος μου σκηνοθέτης με διαφορά. Μου ανοίγει μαύρες τρύπες στο μυαλό”.

Για τα τα ‘Στέκια’ (του) και την κριτική για τη συνεργασία του με τη ΝΕΡΙΤ

“Τα δικά μου στέκια δεν είναι ακριβώς τα ‘Στέκια’ που παρουσιάζουμε στην εκπομπή! Στην εκπομπή είχα την ευκαιρία να λειτουργήσω και με τις δυο μου ιδιότητες, ως κοινωνιολόγος και ως κινηματογραφιστής την ίδια ακριβώς στιγμή. Γιατί είχαν ανταπόκριση ‘Τα Στέκια’; Ίσως γιατί εστιάζουν σε αυτά που μας ενώνουν και όχι σε αυτά που μας χωρίζουν. Και γιατί αναζητώντας το χαμένο νήμα με το παρελθόν μπορείς να νοσταλγείς το μέλλον”.

“Δεν θα απολογηθώ εγώ για το μαύρο στην ΕΡΤ επειδή συνεχίζω να κάνω ταινίες και ντοκιμαντέρ. Είναι να ζητάς τα ρέστα από κάποιον που χρησιμοποιεί iPad για τις συνθήκες εργασίας στο εργοστάσιο της Apple στην Κίνα. Ή γιατί ένας δημοσιογράφος εργάζεται σε μεγάλο εκδοτικό συγκρότημα. Ή γιατί ένα συγκρότημα ηχογραφεί για λογαριασμό πολυεθνικής δισκογραφικής. Προφανώς δεν είμαστε σοβαροί”.

Για τον ΠΑΟΚ

 

“Ήμουν η μασκότ του ΠΑΟΚ στα παιχνίδια του στην Αθήνα όταν ήμουν 7-10 ετών. Αγαπούσα πάρα πολύ τον Κωστίκο, τον Κούδα, τον Αποστολίδη, τον Γκουερίνο. Πάντα  θα πηγαίνω στην Τούμπα,  ένα αυτόνομο κρατίδιο ελευθερίας. Ο ΠΑΟΚ δεν είναι απλά μια ποδοσφαιρική ομάδα, είναι κοσμοθεωρία”.

“Είμαι ΠΑΟΚτσής στην Αθήνα, μέσα στην καρδιά του θεριού. Πάντα, όμως,  έχω διαρκείας της ομάδας για λόγους ηθικής τάξης”.

“Ο Άγγελος είναι μια υπέροχη φιγούρα λαϊκού πολιτισμού που δεν έχει εξωραϊστεί, δεν έχει γίνει τρέντι. Είναι αυτός που είναι και γι’ αυτό μου αρέσει. Για μένα, η Παναγία που λέει ο Άγγελος είναι το πεπρωμένο. Αυτό εννοεί. Είναι ένα λαϊκό παιδί με τις δικές του προσλαμβάνουσες και αναφορές. Του έχω πάρει αυτόγραφο όταν ήμουν πιτσιρικάς. Τον είδα που έλεγε ‘πουτάνα μπάλα’ μετά από ένα γκολ τις προάλλες και σκεφτόμουν πως αυτό μας καταδιώκει σε όλη μας τη ζωή”.

Για την μπάλα που ξέρει

“Είμαι αδέξιος, ατσούμπαλος, ένας Τζέρι Λιούις. Αυτό που έκανα στο σχολείο είναι να τους ξυπνάω Κυριακή πρωί μετά από τα ξενύχτια και να τους μαζεύω όλους στην αλάνα για να παίξουμε μπάλα. Πάντα είχα αυτό το οργανωτικό οπότε, τι να κάνουν, με άφηναν και έπαιζα και εγώ!” (γέλια)

Για το μέλλον (του)

“Τώρα θα κάνω συνέχεια ταινίες. Τίποτε άλλο δεν αξίζει”.

(κεντρική φωτογραφία: Χρήστος Σαρρής)

Οι ‘Αισθηματίες’ βγαίνουν στις αίθουσες στις 18 Δεκεμβρίου.