Ο Σωτήρης Κοντιζάς μιλάει ανοιχτά για τα 日本のスリラー
- 18 ΙΟΥΛ 2017
Είναι η τρίτη φορά που φιλοξενούμε τον Σωτήρη Κοντιζά στο Oneman. Η πρώτη, ήρθε στα τέλη του προηγούμενου έτους, όταν συμπεριελήφθη στην παρουσίαση της νέας γενιάς των καλύτερων Ελλήνων σεφ. Εκεί, μας μίλησε μεταξύ άλλων για το πώς βρέθηκε στην κουζίνα, για το αγαπημένο του συστατικό αλλά και το πρώτο πιάτο που μαγείρεψε.
Τότε, ο Σωτήρης μας συστήθηκε με την ιδιότητα ενός εκ των κορυφαίων εκπροσώπων της γενιάς του, ως πρώην χρηματιστής που τον κέρδισε η κουζίνα, αλλά και ως σεφ του Nolan. Στην τηλεόραση δεν είχε βγει ακόμα, επομένως ήταν γνωστός μόνο σε όσους είχαν επισκεφτεί το εστιατόριο στο κέντρο της Αθήνας, ή είχαν ακούσει από τους φίλους τους για κάποιο από τα πιάτα του.
Η εμπειρία της τηλεόρασης όμως είναι ισοπεδωτική. Όχι τόσο για τον ίδιο τον μετέχοντα σε ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα, όσο για τον τρόπο που τον βλέπει και αντιμετωπίζει όλος ο υπόλοιπος κόσμος. Ξαφνικά, ο Σωτήρης έγινε ο ‘όμορφος κριτής του Master Chef’, o ‘αυστηρός Ιάπωνας σεφ’ που έμπαινε στα σπίτια όλων των Ελλήνων από την τηλεόραση και απασχολούσε τα site και τα περιοδικά.
Και όπως συνήθως γίνεται, όλοι οι δημοσιογράφοι ορμάμε πάνω σε ένα νέο πρόσωπο στα συνήθως βαρετά και επαναλαμβανόμενα τηλεοπτικά πράγματα, για μία συνέντευξη, μία φωτογράφιση, μια πιασάρικη ατάκα.
(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)
Από την πρώτη στιγμή που γνώρισα τον Σωτήρη μερικούς μήνες πριν, αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν η σοβαρότητα, η αυτογνωσία κι ο επαγγελματισμός του. Ήμουν όμως τρομερά περίεργος όλο αυτό το διάστημα, για το πώς του φαίνεται όλη αυτή η εμπειρία, για το πώς αντιμετωπίζει την ξαφνική δημοσιότητα και για το πόσο μπορεί να τον έχει αλλάξει.
Έπειτα από μια ακόμη κουβέντα μαζί του, μπορώ να σε διαβεβαιώσω πως ο Σωτήρης δεν έχει αλλάξει καθόλου. Παραμένει ο σοβαρός, τυπικός, σχεδόν ψαρωτικός επαγγελματίας που γνώρισα μερικούς μήνες πίσω κι αντιμετωπίζει όλο αυτό το παιχνίδι της δημοσιότητας σαν μια ακόμη εμπειρία.
Είναι κι άλλα πράγματα ο Σωτήρης. Είναι κι αστείος, είναι ετοιμόλογος, έχει άποψη, ξέρει να μιλάει. Κάτι που δείχνει και στο Master Chef και μας έδειξε και τη δεύτερη φορά που τον φιλοξενήσαμε εδώ. Η τρίτη και φαρμακερή, έρχεται για να γνωρίσουμε καλύτερα μερικές ακόμη πτυχές του νεαρού σεφ, από το τι πιστεύει για τη φιλία μέχρι τη γνώμη που έχει σχηματίσει για τους δημοσιογράφους, έπειτα από μια -αναγκαστικά- πιο στενή σχέση μαζί τους. Το τίμημα της δόξας γαρ.
Του δώσαμε μερικές λέξεις κλειδιά στα γιαπωνέζικα και εκείνος μας είπε το πρώτο πράγμα που του ήρθε στο μυαλό. Ως συνήθως, ήταν σοβαρός και απολύτως ετοιμόλογος.
表意文字 (ιδεογράμματα): “Δεν τα χρησιμοποιώ. Έμαθα γιαπωνέζικα δίπλα στην μητέρα μου, ύστερα από απαίτηση και μεγάλη πίεση του πατέρα μου. Ούτε εγώ, ούτε ο αδερφός μου τα αγκαλιάσαμε, ίσως γιατί επισφράγιζαν ότι ήμασταν διαφορετικοί, σε μια ηλικία που δεν θέλεις να είσαι διαφορετικός, ή απλά επειδή θέλαμε να παίξουμε λίγο παραπάνω κι όχι να κάνουμε μια ξένη γλώσσα. Καταλαβαίνω απόλυτα την πίεση του πατέρα μου όμως και μετανιώνω που δεν τα είχα αγκαλιάσει πιο νωρίς. Σίγουρα τα ιαπωνικά μου ήταν σε πολύ καλύτερο επίπεδο παλαιότερα και απλά τώρα προσπαθώ να τα φρεσκάρω και να μπω από μόνος μου στη διαδικασία να τα χρησιμοποιώ, γιατί θα ήθελα να έχει η κόρη μου την επιλογή να τα μάθει. 2 ιδεογράμματα την ημέρα να μαθαίνει, είναι 700 το χρόνο, αν τα οργανώσεις σε κουτάκια δεν είναι τόσο δύσκολο να τα μάθεις, τουλάχιστον τα πιο βασικά που χρησιμοποιούν στις εφημερίδες και τα site”.
日本のスリラー (ιαπωνικά θρίλερ): “Δεν το έχω ψάξει πάρα πολύ, σίγουρα θυμάμαι τον πιο gore σκηνοθέτη, τον Miike Takashi, με το ‘Ichi the Killer’, το οποίο είχα δει όταν ήμουν φοιτητής στο Πάντειο με τον -σήμερα- κουμπάρο μου. Για πιο mainstream είναι κι ο Takeshi Kitano, το ‘Battle Royale’ είναι μια ταινία για όλη την οικογένεια σε σχέση με άλλα θρίλερ, υπάρχουν πολύ χειρότερα”.
ジャーナリスト (δημοσιογράφοι): “Καταλαβαίνω ότι κάνετε τη δουλειά σας και πρέπει να τηρήσετε κάποια deadlines, απλά μου κάνει μεγάλη εντύπωση πώς κάποια πράγματα τονίζονται για να μεγαλώσουν τα γράμματα και να το αγοράσει ο άλλος και πώς ενώ έχουμε πει κάτι, μπορεί να αποδοθεί διαφορετικά και το νόημά του να έχει αλλάξει τελείως. Ο προφορικός λόγος σίγουρα είναι διαφορετικός απ’ τον γραπτό, αλλά έχω αρχίσει και υιοθετώ μια αμυντική στάση, δεν λέω και πολλά για να μην παρεξηγηθώ. Εκεί βέβαια κινδυνεύεις να γίνεις βαρετός αν λες συνέχεια τα ίδια πράγματα”.
賛美者 (θαυμάστριες): “Ο ίδιος άνθρωπος ήμουν και πριν το Master Chef. Την ίδια στάση είχα απέναντι στη ζωή και τα πράγματα, υπήρχε και το Nolan, απλά φαίνεται ότι η τηλεόραση έχει μια σαρωτική δύναμη που μπορεί να αλλάξει τα πάντα, χωρίς αυτά να είναι διαφορετικά. Ενώ δεν έχεις αλλάξει λοιπόν, ξαφνικά αποκτάς θαυμάστριες, θαυμαστές και εκδηλώσεις θαυμασμού και αρχίζεις και αναρωτιέσαι αν η επιρροή της τηλεόρασης είναι κάτι καλό ή κακό και μήπως ο κόσμος παραβλέπει τηλεόραση”.
嘘 (ψέμματα): “Ό,τι χειρότερο. Έχω πει ψέμματα στη μητέρα μου όταν ήμουν μικρός, αστεία ψέμματα τύπου ‘διάβασα τα μαθήματά μου’ και θυμάμαι ότι η αποστροφή των γονιών μου στο ψέμα ήταν τόσο μεγάλη και του έδιναν τέτοια διάσταση που τρόμαζα. Είναι όντως πολύ άσχημο και βρώμικο να λες ψέμματα, δεν χρειάζεται, μπορείς να πεις απλά αυτό που έγινε ή να ζητήσεις συγγνώμη ή να σηκώσεις το χέρι και να πεις εγώ το έκανα και να το διορθώσουμε. Είναι κάτι που έχω περάσει κι εδώ στα παιδιά στην κουζίνα, ξέρουν ότι δεν το μπορώ το ψέμα, κι είναι κάτι που θα προσπαθήσω να το περάσω και στην κόρη μου”
悪癖 (κακιά συνήθεια): “Η χειρότερη είναι ότι δεν έχω κόψει το κάπνισμα, ενώ είχα πει ότι θα το κάνω όταν θα γεννιόταν η κόρη μου. Δεν καπνίζω πολύ αλλά για κάποιο λόγο δεν το έχω κόψει ακόμα. Επίσης, δεν είμαι καθόλου multitasking τύπος, αν σκέφτομαι κάτι μπορεί να μου μιλάς και να μην σε ακούω καν κι απλά να μην απαντήσω. Μια συνήθεια που έχουν οι άλλοι και μπορεί να με τρελάνει, μπορεί μέχρι και να μιλήσω σε κάποιον που το κάνει, είναι όταν βλέπω να πετάνε τσιγάρα στο δρόμο. Δεν το έχω κάνει ποτέ, έχω περπατήσει δύο τετράγωνα για να βρω να πετάξω κάπου το τσιγάρο, μου γυρνάει τ’ άντερα όταν το βλέπω”.
友情 (φιλία): “Απ’ τα πιο σημαντικά πράγματα. Κάποτε έλεγα ότι αν έχεις πραγματικούς φίλους, λίγους και καλούς, δεν χρειάζεσαι παραπάνω, οι therapists που είναι και της μόδας δεν θα είχαν δουλειά. Δεν μπορείς να κάνεις χωρίς τη φιλία. Ο άνθρωπος είναι ένα ον κοινωνικό, συντροφικό, που πέρα απ’ τον έρωτά του και την οικογένειά του, χρειάζεται και φίλους. Άλλα πράγματα λες με τον έναν και άλλα με τον άλλον, θα υπήρχε μεγάλη μοναξιά χωρίς τους φίλους και δεν θα ήταν καθόλου ωραία”.
チーム (ομάδα): “Επιδερμικά Ολυμπιακός από παλιά, θυμάμαι έβλεπα αγώνες του Ολυμπιακού στο μπάσκετ όταν είχε Τόμιτς, Νάκιτς, Πάσπαλιε, Έντι Τζόνσον, Ρίβερς. Κάπου εκεί σταμάτησα να βλέπω, με το ποδόσφαιρο ποτέ δεν είχα κάποια ιδιαίτερη σχέση. Έβλεπα Champions League για τη φάση, αλλά μη με ρωτήσεις ενδεκάδες, πεντάδες και προπονητές. Από τον τελικό της Ευρωλίγκας είδα λίγο, εντάξει τον Σπανούλη τον ξέρω. Στο δημοτικό έπαιζα μπάσκετ, μετά σε ομάδα όμως έπαιζα βόλεϊ, στο παμπαιδικό πρωτάθλημα στον Τυφώνα, στο Ηράκλειο. Πήγα και σε αθλητικό γυμνάσιο για βόλεϊ, μέχρι που στη Δευτέρα Λυκείου έπρεπε να δώσω έμφαση στα μαθήματα”.
嫌い (αντιπάθεια): “Θα το πω μιας κι είναι της εποχής μας. Έγινα ελεύθερος επαγγελματίας τον τελευταίο περίπου ενάμιση χρόνο. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί το κάνουν τόσο δύσκολο. Θες να πληρώσεις και δεν σε αφήνουν, κάτι δεν βρίσκουν, κάτι κολλάει, κάτι λείπει. Δεν ξέρω αν φταίνε όσοι δουλεύουν στις υπηρεσίες ή αυτοί που φτιάχνουν τα προγράμματα, όμως όσοι μου απαντάνε ‘ε τι να κάνω, δεν το βρίσκω’, μου είναι αντιπαθείς. Στο τέλος θα σηκωθώ να φύγω από τη χώρα, είναι πια και τόσο εύκολο, γιατί να κάτσω; Δεν ξέρουν να σου απαντήσουν, είναι πολύ άσχημο. Αντιπαθώ επίσης όλους τους σερβιτόρους και τους ανθρώπους των μαγαζιών που σου μιλάνε στον ενικό, αυτό το ‘τι θα πάρεις φιλαράκι;’. Τώρα το δέχομαι, που μπορεί ο άλλος να με αναγνωρίζει, μιλάω για πριν και γενικά, όταν αυτή είναι η στάση του μαγαζιού και του ανθρώπου που σου παίρνει την παραγγελία. Επίσης δεν μπορώ τις εκφράσεις του στιλ ‘να σου κάνω μια τηγανιά;’, αυτό με προσβάλλει γιατί ξέρω ότι ο μάγειρας θα την κάνει την τηγανιά”.
礼儀 (ευγένεια): “Είναι ένα πάρα πολύ ωραίο χαρακτηριστικό, πολύ σημαντικό. Θεωρώ ότι στην Ελλάδα υπάρχει ευγένεια, όχι απ΄όλους, στο δρόμο ας πούμε υπάρχει μεγάλη τσαντίλα, πράγμα που σου χαλάει πάρα πολύ τη μέρα, σε τσιτώνει χωρίς να είσαι τσιτωμένος. Ένα ‘καλημέρα’ μπορεί να σου φτιάξει τη διάθεση και εδώ είναι αληθινό. Στην Ιαπωνία ας πούμε, υπάρχει ευγένεια αλλά είναι λίγο ψεύτικη. Απ’ το να υπάρχει αγένεια, καλύτερα, αλλά η φιλοξενία της Ελλάδας δεν συγκρίνεται με την ευγένεια της Ιαπωνίας ή και του Λονδίνου”.
旅行 (ταξίδι): “Ζω για τα ταξίδια, και μέσα απ’ αυτά νομίζω πως όλοι μας καταλαβαίνουμε αν ο άνθρωπος με τον οποίο έχουμε πάει, είναι ο άνθρωπός μας. Όλα σου τα λεφτά στα ταξίδια θα τα φας στο τέλος κι αυτά είναι που αξίζουν. Με τη γυναίκα μου έχουμε ορκιστεί ότι δεν θα γίνουμε απ’ αυτές τις οικογένειες που δεν πάνε πουθενά επειδή έκαναν ένα παιδί, ήδη είμαστε στο τσακ να οργανώσουμε το πρώτο μας μεγάλο ταξίδι με τη μικρή. Σιχαίνομαι τη διαδικασία οργάνωσης πάντα σε ένα μεγάλο ταξίδι, αγχώνομαι ότι θα κάτι θα ξεχάσω, αλλά μόλις βρεθείς στο αεροδρόμιο, δώσεις τη βαλίτσα, πάρεις το boarding pass και ξέρεις ότι όλα έχουν πάει καλά, δεν υπάρχει αυτό το συναίσθημα”.
娘 (κόρη): “Δεν μπορώ να με φανταστώ χωρίς κόρη, χωρίς αυτό το παιδί, τι να πω, μακάρι να σας τύχει, είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί με διαφορά. Τώρα αρχίζει και γίνεται ακόμη πιο ωραίο, υπάρχει ένα interaction, νομίζω βέβαια ότι θα αργήσει να μιλήσει γιατί παίζουν ιταλικά, ελληνικά και ιαπωνικά. Ό,τι κάνω, το κάνω για την κόρη μου. Πρέπει όμως να είσαι κι εσύ χαρούμενος, αυτή είναι η στάση μου. Για να μπορώ να δίνω χαρά, να κάνω χαρούμενες τη γυναίκα και την κόρη μου, πρέπει να είμαι κι εγώ χαρούμενος. Βλέπεις ζευγάρια και οικογένειες έξω που δεν μιλιούνται, και δεν είναι ότι δεν αγαπιούνται ή ότι δεν νοιάζονται ο ένας για τον άλλο, απλά έχουν κουραστεί τόσο πολύ κι έχουν αφήσει τον εαυτό τους τόσο σε δεύτερη μοίρα, που δεν γίνεται να δώσουν χαρά”.
ヒップスター (χίπστερ): “Δεν είμαι σίγουρος ότι έχω καταλάβει ποιους λέμε χίπστερς. Έχω ακούσει την έκφραση χιπστερομάγαζο, αλλά δεν έχω καταλάβει ακριβώς τι εννοεί. Είναι ωραίο γιατί δίνει χρώμα στην καθημερινότητα όλων μας, όλες αυτές οι ταυτότητες δημιουργούν κάτι όμορφο, μέχρι το σημείο που δεν γίνεται ενοχλητικό και δεν το επιβάλεις στους άλλους. Είναι ωραίο που δεν υπάρχει πια αυστηρό dress code στα εστιατόρια, μπορείς να έρθεις με τις σαγιονάρες σου. Εφόσον δεν ενοχλείς τους γύρω σου, δεν μυρίζεις άσχημα, αισθητικά δεν πρέπει να μας ενοχλεί κάτι που δεν μας είναι οικείο ή δεν θα το φοράγαμε εμείς”.
暑さ (ζέστη): “Μας δυσκολεύει τρομερά στα εστιατόρια, ταλαιπωρούνται κλιματισμοί, καταψύξεις, μοτέρ, ψυγεία, το πάσο πρέπει να γίνεται πιο γρήγορα στα κρύα πιάτα, δυσκολεύει τη σάλα. Με το που σκάσουν οι πρώτες ζέστες, όλοι θέλουν να κάτσουν έξω στην Ελλάδα, όταν αρχίζουν μετά οι καύσωνες, όλοι θέλουν να κάτσουν μέσα γιατί έχει τον κλιματισμό. Εγώ προσωπικά τον σιχαίνομαι τον κλιματισμό, στο αμάξι τον ανάβω ελάχιστα και δεν υπάρχει περίπτωση βράδυ να κοιμηθώ με air condition. Η ζέστη μου αρέσει, όπως μου αρέσει και το κρύο. Όχι ο καύσωνας βέβαια. Αλλά δεν είμαι άνθρωπος που θα πει ‘είμαι του καλοκαιριού’ ή ‘του χειμώνα’”.
カメラ (κάμερα): “Δεν ήμουν πρωτάρης στο Master Chef, είχα κάνει κάποια δοκιμαστικά σε άλλες εκπομπές, αλλά δεν ήμουν και συνηθισμένος. Σίγουρα, δεν ήμουν πολύ χαλαρός, είχα κάποιες πεταλούδες, λίγο τρέμουλο, δεν δυσκολεύτηκα πάρα πολύ όμως, το αντιμετώπισα σαν δουλειά”.
休暇 (διακοπές): “Ελπίζω να πάω. Έχω πληρώσει ήδη ακτοπλοϊκά, ελπίζω να καταφέρω να πάω”.
厳格さ (αυστηρός/Gordon Ramsey): “Όταν κάτι έχει τόσο μεγάλη επιτυχία, σημαίνει πως κάτι κάνει καλά. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος. Αυτό το αποφασίζει το ίδιο το κοινό. Αν 9 στους 10 πιστεύουν ότι ο Ramsey είναι φοβερός και τρομερός, τι μπορείς να πεις εσύ, όσο ειδικός κι αν είσαι; Αν εγώ βγάλω ένα πιάτο που δεν αρέσει σε κανέναν, ό,τι και να πιστεύω εγώ, πρέπει να το αλλάξω, δεν γίνεται να επιμείνω. Υπάρχουν πιάτα που δημιουργούν χαρακτήρα στο μαγαζί και δεν αρέσουν σε όλους, αρέσουν στους μισούς ας πούμε. Αυτά δεν θα τα βγάλεις. Μιλάω για τα άλλα ποσοστά, όταν κάτι δεν αρέσει σε κανέναν”.
政治 (πολιτική): “Είναι λίγο ευαίσθητο θέμα. Ποτέ δεν ήμουν από τα άτομα που ήταν μπλεγμένα μέσα στις παρατάξεις, από το Πανεπιστήμιο ακόμα, με απωθούσαν όλα αυτά. Μέχρι ένα βαθμό μετανιώνω, γιατί και το να μην ασχολείσαι καθόλου μπορεί να σε οδηγήσει σ’ ένα πολύ κακό σημείο. Νομίζω ότι πάντα σε ό,τι αφορά στην πολιτική στην Ελλάδα, ή θα έπρεπε να είσαι μέσα στα πράγματα ή να μην ασχολείσαι καθόλου, υπάρχει πρόβλημα στη ενημέρωση. Δεν υπάρχει μια μέση λύση, οπότε αν δεν σε εκφράζει κάτι αναγκαστικά απέχεις και μετά δεν μπορείς να ζητήσεις τα ρέστα γιατί σου λέει κι ο άλλος ότι δεν ασχολήθηκες. Για να ασχοληθείς όμως και να αντέξεις πρέπει να παίξεις φουλ επίθεση με τα ίδια όπλα που χειρίζονται κι αυτοί που κριτικάρεις. Δεν είμαι ευχαριστημένος σαν πολίτης της Ελλάδας”.