O Χρήστος Ζωίδης είδε τον Κύριο και μετά τον ζωγράφισε
- 13 ΙΟΥΝ 2014
Χωρίς να θέλουμε να υπονοήσουμε τίποτα για την ηλικία του, η αλήθεια είναι ότι έχουμε μεγαλώσει με τις γελοιογραφίες του Χρήστου Ζωίδη στο Sportime, στην Ηχώ και στο Goal News. (Χρήστο, συγγνώμη).
Παρότι μια συνέντευξη δεν εξασφαλίζει τις απαραίτητες ματιές στον κόσμο του, τα σκίτσα του για το Footshirts ήταν η καλύτερη αφορμή να βγάλουμε μερικές ερωτήσεις από το συρτάρι για να τις απαντήσεις. Πριν αρχίσουμε να ρωτάμε, φορέσαμε έναν θρύλο. Μπήκαμε όλοι καλύτερα στο κλίμα.
Σε ποιο σύμπαν από κόμικς μεγάλωσες; Ποια ήταν τα αγαπημένα σου;
“Μεγάλη κουβέντα… Μεγάλωσα την εποχή της έκρηξης των κόμικς στην Ελλάδα, που καθυστέρησε λίγα χρόνια σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη και ευτυχώς έπεσε ακριβώς στην παιδική μου ηλικία! Η πρώτη επαφή ήταν με τα ντισνεϊκά (Μίκυ, Κλασσικά κ.λπ.), κατόπιν η μεγάλη γαλλοβελγική σχολή (Αστερίξ, Λούκυ Λουκ, Τεντέν, Ιζνογκούντ) και μαζί τα κόμικς ‘του συρμού’ που δημοσίευε το Μπλεκ, το Αγόρι και τα συναφή.
Γρήγορα και χάρη στη Μαμούθ Κόμικς, τη Βαβέλ και το Παρά Πέντε ήρθα σε επαφή με τα μεγάλα ευρωπαϊκά κόμικς των αληθινών καλλιτεχνών δημιουργών, που απευθύνονταν και σε ενήλικο κοινό. Και εκεί έμεινα, σχεδόν για πάντα. Το πέρασμα μου από τα αμερικάνικα και τα ιαπωνικά έγινε πολύ αργότερα και με κύριο κίνητρο το συλλεκτικό πάθος”.
Ποια ήταν η στιγμή ή το συμβάν που καθόρισε μέσα σου ότι θα ασχοληθείς με το σκίτσο και τη γελοιογραφία;
“Δεν το κυνήγησα επαγγελματικά εξαρχής. Ασχολιόμουν πάντα ερασιτεχνικά, άλλα σπούδασα άσχετο αντικείμενο (Συντήρηση Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης), πιστεύοντας ότι τα κόμικς και το σκίτσο είναι μια δουλειά που δεν μπορεί να σε ζήσει. Μετά το στρατιωτικό, έπιασα δουλειά στον τομέα των σπουδών μου αλλά κάτι με έτρωγε. Με την κάποια ‘ασφάλεια’ της πρωινής δουλειάς, άρχισα να ψάχνω τι θα μπορούσα να βρω, που να είναι όσο πιο κοντά στα κόμικς. Η γελοιογραφία στην Ελλάδα ήταν ό,τι πιο προφανές.
Έφτιαξα ένα φάκελο με δουλειά και χτύπησα την πόρτα των εφημερίδων που μου άρεσαν τότε να διαβάζω, Ελευθεροτυπία, Καθημερινή και Sportime. Μου άρεσαν πάντα τα αθλητικά. Έτυχε (και εδώ είναι το συμβάν που καθόρισε την περίπτωση μου) να ανοίξει πρώτη η πόρτα του Sportime. Ξεκίνησα με εβδομαδιαία συνεργασία, η δουλεία είχε απήχηση στους αναγνώστες και η συνεργασία έγινε καθημερινή και σύντομα αποκλειστική”.
Για ποια από τα σχέδιά σου για το footshirts είσαι λίγο περισσότερο περήφανος σε σχέση με τα άλλα;
“Δύσκολο να αποφασίσω. Ίσως το Barber Shop FC, το σχέδιο του Σόκρατες και του Ντελ Πιέρο να έχουν ένα μικρό προβάδισμα στην καρδιά μου. Βέβαια τα σχέδια του footshirts δεν είναι one man show. Σε αντίθεση με την δουλειά μου στη γελοιογραφία που δουλεύω μόνος, στα μπλουζάκια είμαστε ομάδα με τον Δημήτρη Κωνσταντινίδη και τον Γιάννη Τσαούση. Εγώ έχω την ευθύνη του δημιουργικού, αλλά για να φτάσουμε σε αυτό δουλεύουμε μαζί τόσο στην επιλογή του θέματος όσο και στην κατευθυντήρια γραμμή του κόνσεπτ που επιλέγουμε να απεικονίσουμε”.
Ποιος θρύλος της μπάλας ήταν ο μεγαλύτερος σου ήρωας;
“Ο Μαραντόνα. Κλισέ αλλά αυτός είναι. Παράδειγμα ότι πρόσφατα είδα το ντοκιμαντέρ του Κουστουρίτσα. Τρεις φορές”.
Έχεις σκιτσογραφήσει τόσο για την πολιτική επικαιρότητα όσο και για την αθλητική. Ποια απ’ τις δύο βρίσκεται σε χειρότερη μοίρα στην Ελλάδα;
“Είναι αλληλένδετες. Η γελοιογραφία εξ ορισμού, εκτός από το να προκαλεί (τουλάχιστον) ένα χαμόγελο, πρέπει να βρίσκεται δίπλα στους αδύναμους, στους πολλούς και έχει υποχρέωση να τους υπερασπίζεται απέναντι στους ισχυρούς του κόσμου. Με αυτή την έννοια τον ίδιο σκοπό υπηρετεί και σε πολιτικό και σε αθλητικό υπόβαθρο”.
Έχεις βιώσει κριτική για τη δουλειά σου; Είχες δύσκολες στιγμές πριν καθιερωθείς;
“Ήμουν μάλλον τυχερός…”.
Για κάθε τέλειο, προς δημοσίευση σχέδιο, πόσα έχεις στείλει προηγουμένως στα σκουπίδια;
“Όταν κάθομαι να σκιτσάρω έχω αποφασίσει μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια τι θα φτιάξω. Ο κάδος των αχρήστων μου γεμίζει νωρίτερα, στη διαδικασία που ψάχνω την κεντρική ιδέα και την επεξεργάζομαι μέχρι να γίνει κατανοητή, αστεία και κυρίως λακωνική”.
Συμβαίνει κάτι τραγικό και οι καταστάσεις σε υποχρεώνουν να κρατήσεις μόνο 5 σκίτσα από το σύνολο της δουλειάς σου. Ποια είναι αυτά;
“Η γελοιογραφία είναι μια εφήμερη τέχνη. Έχει αξία την στιγμή που γίνεται το γεγονός που καυτηριάζει και έχει ως συνέπεια να μην έχει διαχρονική αξία, πέραν της καλλιτεχνικής”.
Ποιο Μουντιάλ δεν θα ξεχάσεις ποτέ;
“Κουβαλάω στιγμές και αναμνήσεις απ’ όλα όσα έχω δει. Αυτή ήταν και η αφορμή για να γίνουν τα footshirts“.
Ποιος είναι ο ποδοσφαιρικός αντιήρωας που δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει στάμπα των footshirts;
“Πιστεύω ότι όπως οι ήρωες, έτσι και οι αντιήρωες θα γίνονταν εξίσου ωραία κόνσεπτ. Η μνήμη της στιγμής που μας σημάδεψε μετράει και όχι τα πρόσωπα. Πάντως νομίζω πως δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε στάμπα με τον Μπλάτερ!”.
Ποια είναι η δική σου τοποθέτηση στο δίλημμα Μαραντόνα ή Πελέ;
“Εγώ είδα τον… Κύριο! Τον άλλον δεν τον πρόλαβα”
(παρ’ όλ’ αυτά, ο Pele προφανώς και φιγουράρει στις θρυλικές στάμπες του footshirts)
“Υπάρχουν παίκτες που να έχουν γκρινιάξει προσωπικά σε σένα για κάποιο σκίτσο που τους ενόχλησε;
“Παίκτες ποτέ. Παράγοντες κάποιες φορές ναι και ένιωσα ικανοποίηση. Πάντως όσο σκληρή κι αν είναι μια γελοιογραφία, αν είναι σωστά φτιαγμένη, θα περάσει το μήνυμα της χωρίς να προκαλέσει αντίδραση από τον άμεσα ‘θιγόμενο’. Προφανώς αναγνωρίζεται υποσυνείδητα η τέχνη της”.
Θεωρείσαι ένας απ’ τους κορυφαίος γελοιογράφους της χώρας. Ποιος ήταν ο δικός σου δάσκαλος;
“Μελέτησα σχεδόν όλους τους μεγάλους Έλληνες γελοιογράφους για να μπω στη λογική του στησίματος και της δομής της μικρής ιστορίας που αποτελεί την κάθε γελοιογραφία. Θα ξεχωρίζω πάντα τον Ιωάννου και τον Καλαϊτζή και από τους ξένους σκιτσογράφους δανείστηκα την ‘καθαρή’ σχεδιαστική γραμμή των Γάλλων”.
Ποιον παίκτη του Μουντιάλ ανυπομονείς να σκιτσάρεις μέσα στον επόμενο μήνα;
“Να απαντήσω σε ένα μήνα;”.
Κύριοι, το Μουντιάλ ξεκίνησε και το footshirts προσφέρει 11 μπλουζάκια σε 11 τυχερούς αναγνώστες του ΟΝΕΜΑΝ. Πάρε τώρα μέρος στο διαγωνισμό!