Ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ παραμένει μέγιστος αλήτης
- 18 ΟΚΤ 2014
Στην πρόσφατη αυτοβιογραφία του, με τίτλο ‘Έτσι απλά συνέβη’, ο Ζεράρ μιλάει για το πληρωμένο σεξ με gay άντρες που έκανε στα 15 του, το πως ενίοτε τους πλάκωνε στο ξύλο και τους έκλεβε ή την εποχή που άνοιγε τάφους και έκλεβε από μέσα από κοσμήματα μέχρι παπούτσια. Με άλλα λόγια κάνει ότι μπορεί για να μας κάνει να αγνοήσουμε την ταλεντάρα του και να εστιάσουμε στην σαπίλα που κρύβει μέσα στην Οβελίξ κοιλιά/καρδιά του.
Η συγκεκριμένη δήλωση του Depardieu για το λόγο που έγιναν φίλοι με τον Putin από την πρώτη στιγμή που γνωρίστηκαν, πίσω στο 2008, κρύβει μέσα της μια ακόμη μεγαλύτερη αλήθεια. Ότι το παιδί με την τεράστια μύτη και την λαχτάρα να επιβιώσει, το οποίο από μικρό θυμάται την μητέρα του να του λέει πώς προσπαθούσε να τον σκοτώσει ενώ ήταν έγκυος χρησιμοποιώντας βελόνες πλεξίματος, ποτέ δεν περίμενε ότι θα καταφέρνει να βγει ζωντανός από το βούρκο μέσα στον οποίο γεννήθηκε.
Επίσης ότι ενδεχομένως ποτέ του δεν βγήκε από τον βούρκο. Απλώς χρησιμοποίησε αυτή τη ζωώδη ενέργεια, το εκτόπισμα που είχε ανέκαθεν (ακόμη και πριν γίνει Τοφαλίξ) και όλες τις άθλιες εμπειρίες του -ειδικά σε σχέση με τον αγροίκο, αμόρφωτο και αλκοολικό πατέρα του- για να γίνει ο καλύτερος ηθοποιός της γενιάς του.
‘Στα 10 μου έμοιαζα με 15. Και ήξερα από τότε που ήμουν νέος ότι αρέσω στους γκέι. Οπότε όταν με πλησίαζαν απλά τους ζητούσα χρήματα’
Γιατί αυτό που ανέκαθεν έκανε τον Ντεπαρντιέ να ξεχωρίζει, ήδη από την εποχή του Σιρανό, του Green Card ή του 1900, ήταν η αίσθηση που σου έδινε ότι έχει ζήσει μια γεμάτη ζωή. Ότι είναι ένα πλάσμα όλο ένστικτο και ορμή. Ένα ζώο, με την καλή έννοια.
Εννοείται ότι κανείς μας δεν μπορούσε να φανταστεί για τι ακριβώς είδος ζώου μιλούσαμε (σ.σ. Τον Μάη του 1968 λήστευε τους διαδηλωτές που κοιμόντουσαν στους δρόμους).
Ένα γοητευτικό αγρίμι το οποίο, τις πρώτες δυο δεκαετίες της καριέρας του, τα κατάφερε μια χαρά. Και δεν μιλάω για την καριέρα που έχτισε ή το πέρασμα στο Χόλιγουντ, αλλά για τον πρώτο του γάμο με την Elisabeth Guignot, γόνο καλής Παριζιάνικης οικογένειας και μητέρα των δυο πρώτων παιδιών του.
Μόνο που αυτό δεν κράτησε. Ο -εσαεί χωρικός- Ντεπαρντιέ, όπως και ο ήρωας που παίζει στο Welcome to New York που κυκλοφορεί στις αίθουσες, αφορμή για αυτό το άρθρο, τα διέλυσε όλα.
Ο Ζεράρ δεν ήταν φτιαγμένος για οικογένεια. Ούτε για πατέρας. Και σίγουρα όχι για πρότυπο. Εκείνος απλώς ήθελε και θέλει να χορτάσει την τεράστια τρύπα που έχει μέσα του με τον μοναδικό τρόπο που ξέρει. Πολύ σεξ, πολύ φαγητό και πολύ, πάρα πολύ, κρασί.
Όχι, δεν είναι αλκοολικός. Τουλάχιστον αυτό επιμένει ο ίδιος. Απλώς εξηγεί ότι δεν μπορεί να κοιμηθεί τις νύχτες αν δεν είναι εντελώς μεθυσμένος. Κυρίως γιατί, πέρα από όλα τα υπόλοιπα, είναι και αρρωστοφοβικός.
Αν και, ειδικά σε σχέση με το κρασί, ο Ντεπαρντιέ έχει εξελιχθεί σε ειδικό καθώς όχι μόνο έχει δικό του αμπελώνα, αλλά και τα κρασιά που παράγει είναι μια χαρά. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτό, το κρασί, είναι το μοναδικό πράγμα που έχει αγαπήσει στη ζωή του.
Η αλήθεια είναι πως το Welcome to New York είναι η μοναδική καλή αφορμή που μας έχει δώσει να ασχοληθούμε μαζί του τα τελευταία χρόνια. Κάτι που δεν έχει να κάνει με το σίριαλ του πως πήρε Ρώσικη υπηκοότητα για να αποφύγει τους φόρους ή πως κατούρησε στο διάδρομο του αεροπλάνου καθώς αυτό απογειωνόταν.
Και όντως είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις το πόσο σιχαμένος φαίνεται να είναι ως άνθρωπος και το πόσο καλός έχει υπάρξει ως ηθοποιός. Κάτι που, ωστόσο, κάναμε με τον Marlon Brando. Οπότε γιατί να μην προσπαθήσουμε να κάνουμε το ίδιο και με εκείνον.
Άλλωστε, πριν και πέρα από όλα αυτά, ο Ντεπαρντιέ παραμένει ένας ηθοποιός με 170 ταινίες στο ενεργητικό του. Επίσης δυο Cesar, μια Χρυσή Σφαίρα, μια υποψηφιότητα για Όσκαρ (για το Cyrano de Bergerac), κάτι μετάλλια τύπου Chevalier of the Légion d’honneur και Chevalier of the Ordre national du Mérite και την εύφημο μνεία από σκηνοθέτες όπως ο Bernardo Bertolucci (1900) και ο François Truffaut (The Last Metro).
Και είδες που επίτηδες δεν αναφέρω τον Οβελίξ, ένα ρόλο που εμφανώς φτιάχτηκε για να παίξει.
‘Ποτέ δεν έχω γιορτάσει τα γενέθλιά μου (σ.σ. είναι στις 27 Δεκεμβρίου). Όταν ήμουν μικρός δεν γινόταν. Και μετά δεν ήθελα’
Τι μένει για το τέλος; Η άποψή του περί φήμης (‘Δεν δίνω δεκάρα για την φήμη μου. Κανείς δεν με ξέρει. Ούτε καν εγώ’). Και η ανάγκη του να είναι ελεύθερος.