Οι πάντοτε καθαρές συγκρούσεις της Μαίρης Μηνά
Η ηθοποιός μιλά στο Oneman λίγο μετά το φινάλε της σειράς Αγγελική και λίγο πριν κατηφορίσει στην Επίδαυρο, κρατώντας για πρώτη φορά έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
- 6 ΙΟΥΛ 2021
Η ζέστη είναι ανυπόφορη στο κέντρο. Ο κατάφυτος Εθνικός Κήπος ωστόσο είναι μία μικρή όαση δροσιάς. Εκεί, βρήκαμε καταφύγιο με τη Μαίρη Μηνά ένα απόγευμα, πριν λίγες ημέρες, που ο καύσωνας είχε κάνει καμίνι την Αθήνα.
«Τα Τρίκαλα είναι όπως βλέπεις τον Εθνικό Κήπο. Όλη η πόλη είναι έτσι μες στο πράσινο και τα δέντρα. Την αποκαλώ το Άμστερνταμ της Ελλάδας. Έχει ποδηλατόδρομους, συνδυάζει το υγρό με το πράσινο στοιχείο. Είναι όμως και μία κλειστή κοινωνία και θέλει αντοχές». Με τη Μαίρη Μηνά δε μιλήσαμε μόνο για τον τόπο καταγωγής της, αλλά και για τα καλοκαίρια στην Πάρο, το ντεμπούτο της στην τηλεόραση, την πανδημία που τη λύγισε, την επαγγελματική της στροφή στην υποκριτική, το θέατρο και τις σκοτεινές ιστορίες που για κάποιο λόγο έλκει σαν μαγνήτης.
Αφορμή για τη συνάντησή μας αποτέλεσε η καλοκαιρινή περιοδεία Ορέστης του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα, που κάνει πρεμιέρα στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 16 Ιουλίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.
Έχεις να παίξεις θέατρο περίπου ενάμιση χρόνο και η πρώτη σου φορά μετά από όλο αυτό το διάστημα θα είναι στην Επίδαυρο. Το άγχος είναι μεγάλο;
Με έπιασε το στομάχι μου και μόνο στη σκέψη. (γελάει). Από την άλλη, σκέφτομαι πόσο πιο γιορτινή θα μπορούσε να είναι η επιστροφή μου στην τέχνη που τόσο αγαπώ.
Και μάλιστα με τον πρώτο σου πρωταγωνιστικό ρόλο στο αργολικό θέατρο.
Σωστά. Είναι η τρίτη φορά που παίζω στην Επίδαυρο, αλλά η πρώτη με έναν συγκεκριμένο ρόλο (τις προηγούμενες δύο ήταν μέλος του χορού). Θα υποδυθώ την Ηλέκτρα.
Θα παρακολουθήσουμε μία πειραγμένη εκδοχή της ευριπίδειας ιστορίας;
Όχι. Θα παρακολουθήσετε τον Ορέστη μέσα από τη ματιά του Γιώργου Χειμωνά. Ενός μεταφραστή που συνηθίζει να γράφει το δικό του έργο πάνω στο έργο, πολλαπλασιάζοντας τις εικόνες μέσα από τις λέξεις. Η πειραματική ουσιαστικά διάθεση του κειμένου ξεκινά από το δεύτερο μισό, που αλλάζει ύφος η παράσταση. Αυτό δεν είναι μόνο μία σκηνοθετική πρόταση αλλά και μία κατεύθυνση στην οποία μας οδηγεί το ίδιο το έργο. Από ένα σημείο και μετά επειδή στην ιστορία τα πράγματα γίνονται τόσο έντονα, τόσο εκστατικά και τόσο παρανοϊκά, γιατί το βύθισμα στη βία είναι ακραίο, είναι σαν να ανοίγει μία άλλη πύλη και αυτό μας έδωσε το έναυσμα να αλλάξουμε κι εμείς παραστασιακό ύφος. Εν τέλει, αυτό που θα παρακολουθήσετε θα είναι μία μίξη του έργου με μία νέα πρόταση πάνω σε αυτό.
Αναφέρθηκες σε ένα ακραίο βύθισμα στη βία, σε παρανοϊκές καταστάσεις. Αν γυρίσω πίσω και σκεφτώ τη διαδρομή σου, από τις παραστάσεις Με λένε Έμμα και Άνθρωποι και Ποντίκια μέχρι την τηλεοπτική σειρά του Alpha Αγγελική, όλες ανεξαιρέτως ήταν σκοτεινές ιστορίες, σκοτεινοί ρόλοι. Τις έλκεις σαν μαγνήτης τελικά;
Είναι αλήθεια αυτό, αλλά κοίτα να δεις τι συμβαίνει. Δεν τις αντιμετωπίζω ποτέ σαν σκοτεινές ιστορίες. Αν και έχουν κάτι σκοτεινό, άγριο και βίαιο, θέλω να βλέπω το φως που κρύβεται μέσα τους. Μόνο έτσι μπορείς να καθρεπτίσεις την άλλη όψη, το καλό. Είναι αφορμή όλη αυτή η βιαιότητα για να θορυβηθούμε και να σκεφτούμε ποια είναι η αντίρροπη δύναμη και να κινηθούμε τελικά προς τα εκεί. Προσωπικά με ευαισθητοποιούν πολύ αυτές οι ιστορίες. Ίσως, λόγω πρότερου βίου.
Μίλησέ μου για αυτόν τον «πρότερο βίο σου».
Πριν πάρω την απόφαση να ασχοληθώ επαγγελματικά με το θέατρο, σπούδασα κοινωνική λειτουργός στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Μετά έκανα την πρακτική μου δουλεύοντας με άτομα με ειδικές ανάγκες στη Σουηδία και αργότερα, βρέθηκα στην Αυστρία ως intern. Βασικά, αυτό που σκεφτόμουν τότε να κάνω ήταν να συνδυάσω τις δύο μεγάλες μου αγάπες: το θέατρο με την κοινωνική εργασία. Και τα δύο έχουν στο επίκεντρο τον άνθρωπο και τις ανθρώπινες ιστορίες και σχέσεις. Επειδή όμως στην Ελλάδα οι σπουδές δραματοθεραπείας ήταν άλλα τέσσερα χρόνια, προτίμησα να δω εκ των έσω το θέατρο. Κάπως έτσι, βρέθηκα να σπουδάζω υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών.
Θα μπορούσες να κάνεις στροφή και να αλλάξεις επάγγελμα;
Θα σου απαντήσω διαφορετικά την ερώτηση: δεν ξέρω αν θα μπορούσα να είμαι ηθοποιός μέχρι τη σύνταξή μου (σε μία ουτοπική συνθήκη όπου όντως η γενιά μου θα βγει κάποια στιγμή στη σύνταξη). Μακάρι, αλλά όλα είναι τόσο ευμετάβλητα. Αυτό που μπορώ να σου πω με σιγουριά είναι ότι το επάγγελμα της κοινωνικής λειτουργού ακόμα με συγκινεί, γι’ αυτό και δε χάνω επαφή και ενημερώνομαι συνεχώς.
Με ποιες ομάδες ανθρώπων θα ήθελες να ασχοληθείς;
Με τις μειονότητες. Έχω μία βαθιά ευαισθησία σε αυτούς τους ανθρώπους. Μου βγαίνει ένα σύνδρομο Ρομπέν των Δασών.
Και την ισορροπία σου πού θα την έβρισκες; Μιας και μιλάμε για ένα ψυχοφθόρο επάγγελμα.
Πολύ, είναι αλήθεια. Από την άλλη και τι δεν είναι ψυχοφθόρο στις μέρες μας; Σιγά-σιγά θεωρώ ότι αποκτά κανείς αντισώματα. Το ίδιο δε συμβαίνει και με τους γιατρούς; Κάποια στιγμή φαντάζομαι ότι έρχεται η ανοσία με την καλή έννοια για να μπορούν να προσφέρουν το έργο τους. Στο τέλος της ημέρας, αυτό που σε κάνει να κοιμάσαι ήσυχος αντί να βουτάς στην κατάθλιψη είναι η χαρά της προσφοράς και της δημιουργίας σε κάθε επάγγελμα.
Πώς βίωσες την έλλειψη δημιουργίας λόγω της πανδημικής κρίσης και των lockdowns;
Η ψυχούλα μου το ξέρει. (γελάει). Δεν τη διαχειριστικά καθόλου καλά όλη αυτή την κατάσταση. Τη βίωσα φριχτά με πολύ μεγάλη φοβία. Ένιωθα ότι όλος ο κόσμος έχει μολυνθεί από κάτι. Όχι απαραίτητα από τον ιό, αλλά από μία ριζική αλλαγή. Άκουγα ανθρώπους να λένε ότι τους έκανε καλό η καραντίνα, ότι βρήκαν τον εαυτό τους, ελεύθερο χρόνο για να κάνουν πράγματα που είχαν αφήσει πίσω και τρελαινόμουν. Εγώ ζούσα το ακριβώς αντίθετο. Ούτε το έριξα στις ταινίες, ούτε στη γυμναστική, ούτε ανακάλυψα καινούργια χόμπι. Βασικά, έχασα τον ύπνο μου, δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ σε τίποτα, ούτε να επικοινωνήσω. Κάθε επικοινωνία με φίλους και οικογένεια ήταν κάτι σαν αποχαιρετιστήρια συνομιλία. Η μοναδική σταθερά στη ζωή μου εκείνη την περίοδο ήταν η ενημέρωση των Τσιόδρα – Χαρδαλιά. Για να διευκρινίσω, αναφέρομαι στην πρώτη καραντίνα.
Στις επόμενες που ακολούθησαν, τι άλλαξε;
Σταδιακά άρχισα να συνηθίζω και να αποκτώ αντισώματα. Να διαβάζω λιγότερο για τον ιό, να μην ενημερώνομαι καθημερινά για τα κρούσματα. Κάπως έπρεπε να βγω από αυτό το δράμα που με είχε ρουφήξει. Το σημαντικότερο βέβαια ρόλο στην ανασύνταξή μου έπαιξε η πρόταση για τη συμμετοχή μου στη σειρά Αγγελική, που ήρθε λίγο μετά την πρώτη καραντίνα.
Το σκέφτηκες μία και δύο και τρεις φορές για να πεις το «ναι», μιας και δεν είχες ξανακάνει τηλεόραση;
Στην αρχή ναι, φοβήθηκα. Άσε που δεν έβλεπα γενικά τηλεόραση, οπότε θεωρούσα ότι δεν είναι συμβατή με εμένα. Είχα επίσης και το κόμπλεξ για την τρομακτική έκθεση που έχει. Μετά σκέφτηκα ότι θα το τολμήσω σχεδόν ομοιοπαθητικά. Είναι κάτι που με τρομάζει, πάμε να το αντιμετωπίσουμε και να δούμε πού θα με βγάλει. Αν κάτι που μου έμαθε η χρονιά που πέρασε ήταν ότι δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει. Η ζωή είναι τώρα. Βούτα και κολύμπα. Αυτή η ευκαιρία σου έτυχε, αξιοποίησέ τη στο έπακρο.
Σκέφτομαι ότι ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να σου συμβεί τη δεδομένη χρονική στιγμή με τα θέατρα κλειστά.
Όντως, μου βγήκε καλό. Συμμετείχα σε μία πολύ επιτυχημένη σειρά, συνεργάστηκα με σημαντικούς ανθρώπους, δεν ξαναμπήκα σε συνθήκη καραντίνας γιατί εργαζόμουν συνεχώς και δεν πέρασα πάλι όλη αυτή τη φοβική κατάσταση που βίωσε ξανά και ξανά πολύς κόσμος.
Και με την έκθεση που έλαβες λόγω της σειράς, τελικά τι συνέβη;
Τίποτα απολύτως. Σίγουρα έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι ζούσαμε σε lockdown οπότε δεν κυκλοφορούσα έξω, αλλά τελικά να σου πω κάτι; Όλα αυτά με την τηλεοπτική έκθεση είναι βλακείες. Εγώ είχα δαιμονοποιήσει κάποια πράγματα από ανασφάλεια και φόβο, αλλά το να εκτίθεται ένας ηθοποιός είναι κομμάτι της δουλειάς του και δεν είναι βλαβερό. Αντιθέτως μπορεί να είναι και πολύ εποικοδομητικό αρκεί να το διαχειριστεί σωστά. Δεν μπορούμε να υπάρξουμε καλλιτεχνικά, χωρίς τα μάτια που μας βλέπουν.
Στενοχωρήθηκες που τελείωσε η Αγγελική;
Πολύ. Δεν περίμενα ότι θα στενοχωρηθώ σε τέτοιο βαθμό. Κι όμως, με έπιασε μία ακραία μελαγχολία, γιατί ζήσαμε κάτι πολύ όμορφο. Τουλάχιστον έχω πάρει δύο κομμάτια της Αγγελικής μαζί μου.
Τι εννοείς;
Τον Πάνο Βλάχο και την Άλκηστη Ζηρώ. Παίζαμε μαζί στη σειρά και τώρα παίζουμε μαζί στον Ορέστη.
Έχεις καλούς φίλους από τον χώρο;
Ναι φυσικά. Από τη Δραματική κυρίως έχω κρατήσει πολλές φιλίες με συναδέλφους.
Στο θέατρο εργάζεσαι από το 2016. Όχι πολλά χρόνια, αλλά έχεις καταφέρει να ξεχωρίσεις. Ήσουν μάλιστα και υποψήφια για το βραβείο Μελίνα Μερκούρη. Όρια έχεις καταφέρει να βάζεις στη δουλειά;
Αυτό που προσπάθησα εξαρχής να κάνω ήταν να δημιουργώ καθαρές σχέσεις για να μπορώ να εκφράζω καλλιτεχνικά αυτό που πάμε να φτιάξουμε όλοι μαζί, αλλά και τυχόν παρερμηνείες, παρεξηγήσεις, ανασφάλειες. Να δημιουργώ σχέσεις με ηθοποιούς και σκηνοθέτες με τους οποίους να μπορώ να συνομιλώ σε ένα ισότιμο επίπεδο με την έννοια της συνδημιουργίας, χωρίς να θέλω δηλαδή να αναλάβω περισσότερες ευθύνες από όσες μου αρμόζουν.
Με λίγα λόγια να κρατάς καθαρή τη σχέση και την επικοινωνία σου με τους γύρω σου.
Και να είμαι ανοιχτή ακόμα και στη σύγκρουση. Οι σχέσεις ωριμάζουν και αλλάζουν επίπεδα, όταν είμαστε ανοιχτοί στις μετωπικές συγκρούσεις. Όχι απαραίτητα αυτές που ενέχουν βία, αλλά καθαρότητα στα αιτήματά τους.
Έχει αλλάξει καθόλου ο τρόπος που δουλεύετε, που κάνετε πρόβες μετά το ελληνικό #metoo και τις περιπτώσεις σεξουαλικής βίας που αποκαλύφθηκαν στο θέατρο;
Σιγά-σιγά ναι, ευτυχώς έχει αρχίσει να αλλάζει. Έχει ανοίξει ένα κανάλι μέσα από το οποίο συζητάμε για όλα αυτά πλέον ανοιχτά. Μέσα στην πρόβα για παράδειγμα πλέον θα συζητήσουμε αν η παράσταση που φτιάχνουμε έχει μέσα της ψήγματα μισογυμνισμού ή πατριαρχίας. Μέχρι πριν λίγο καιρό, αυτό δε συνέβαινε. Τώρα συμβαίνει και κατά κάποιο τρόπο είναι σαν να ξορκίζουμε το κακό μιλώντας ελεύθερα για αυτό. Ωστόσο, έχουμε πολύ δρόμο ακόμα να διανύσουμε. Ήδη όμως έχουν μπει φρένα εκεί που έπρεπε να μπουν για να είναι τα πράγματα ισάξια, υγιή και καθαρά. Είναι τόσο φωτεινό το επάγγελμά μας και όλο αυτό ήταν ένα σκοτάδι, μία ακαθαρσία. Η ζωή πάλι τα περικλείει όλα αυτά.
Ενημερώνεσαι καθημερινά για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας;
Προσπαθώ ναι. Τουλάχιστον θέλω να γνωρίζω τα πιο σημαντικά γεγονότα της ημέρας να έχω μία εικόνα και σε αυτό ακριβώς τα social media έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο. Κυκλοφορούν βέβαια και πολλά fake news, γι’ αυτό πρέπει να φιλτράρουμε ό,τι διαβάζουμε. Μου αρέσει πάντως που φτάσαμε στο σημείο τα social media να είναι πολύ πιο άξια ενημέρωσης και να έχουν μεγαλύτερη επιδραστικότητα συγκριτικά με τα παραδοσιακά ΜΜΕ. Μου αρέσει πολύ αυτή η κωλοτούμπα που έχει συμβεί. Ξαφνικά έχουν αρχίζει να τρίζουν θεμέλια που έμοιαζαν πολύ καλά στερεωμένα.
Από την άλλη, θα είμαι ειλικρινής και θα σου πω ότι αρκετές φορές απέχω συνειδητά από την οποιαδήποτε πληροφορία. Δεν ξέρω αν το αισθάνεσαι και εσύ, αλλά από την πρώτη καραντίνα και μετά νιώθω ότι τα γεγονότα, οι ειδήσεις τρέχουν με τριπλάσια ταχύτητα. Είμαστε συνεχώς σε έναν αναβρασμό. Όλο κάτι συμβαίνει και συνεχώς διψάμε να καταλαβαίνουμε ολοένα και περισσότερο τι γίνεται γύρω μας. Αν μέχρι πρότινος υπήρχε μία αίσθηση οικειοθελούς αμεριμνησίας, ότι εντάξει είμαι και λίγο στον κόσμο μου και δεν πειράζει, τώρα έχει κάτι ξυπνήσει μέσα μας και δε γουστάρουμε πια αυτή τη λήθη. Θέλουμε να καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει.
Τι έχεις πιο πολύ ανάγκη αυτή τη στιγμή που μιλάμε;
Να παίξω στο θέατρο, να πατήσω ξανά τα πόδια μου στη Γη γιατί με τα πολύωρα τηλεοπτικά γυρίσματα η ανάγκη για ανασυγκρότηση είναι μεγάλη και να κάνω διακοπές.
Θα προλάβεις; Ρωτάω λόγω της καλοκαιρινής περιοδείας.
Ναι, ευτυχώς. Δέκα ημέρες περίπου τον Αύγουστο θα είμαι off.
Πού σχεδιάζεις να πας;
Δεν έχω κλείσει ακόμα τίποτα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κάποιες μέρες θα τις περάσω στους γονείς μου.
Στα Τρίκαλα;
Όχι, στην Πάρο. Γεννήθηκα στα Τρίκαλα, εκεί πήγα σχολείο και ζούσα τους χειμώνες, αλλά από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου, όλα μου τα καλοκαίρια τα περνούσα στην Πάρο. Είχαν εστιατόριο εκεί οι γονείς μου για 20 χρόνια σε μία πολύ μικρή περιοχή, τον Δρυό, κοντά στη Χρυσή Ακτή.
Τι θυμάσαι λοιπόν από τα παιδικά καλοκαίρια στο νησί;
Δουλειά, πολύ δουλειά. Η επιχείρησή μας ήταν οικογενειακή, όποτε την τρέχαμε όλοι μαζί. Έχω περάσει από όλα τα πόστα, αλλά η κύρια θέση μου ήταν σερβιτόρα. Επειδή όμως από παιδί ήμουν control freak ό,τι περνούσε από το χέρι μου το έκανα. Επίσης, θυμάμαι πολλά ξενύχτια. Όλη μέρα δούλευα και δεν μπορούσα να δω τους φίλους μου. Οπότε κυκλοφορούσα μετά το κλείσιμο, μεταμεσονύχτια.
Η Πάρος είναι σαν το χωριό μου. Πάντα τα ίδια παιδιά. Πάντα η ίδια παρέα, μέχρι σήμερα.
Info: Ορέστης του Ευριπίδη. Πρεμιέρα 16, 17, 18 Ιουλίου 2021 στις 21:00, στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου. Εν συνεχεία, η παράσταση θα περιοδεύσει σε επιλεγμένα θέατρα της Αττικής και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Θα ρίξει αυλαία στις 4 & 5 Οκτωβρίου στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού. Προπώληση εδώ.