© Κωνσταντίνος Μπαντούνας
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο Ανδρέας Νικολακόπουλος γράφει μερικά από τα πιο σκοτεινά ελληνικά διηγήματα

Τι δουλειά έχει ο λογοτεχνικός τρόμος με την ελληνική πολιτική ιστορία; Γιατί ένας μάγειρας δε γράφει για φαγητό; Τελικά, ο μισθός είναι ή όχι τυραννία; Μία συζήτηση με τον καταξιωμένο μάγειρα και ανερχόμενο συγγραφέα με αφορμή τη νέα, σκοτεινή -και εξαιρετική- συλλογή διηγημάτων που ακούει στο χαρακτηριστικό όνομα Σάλτος (εκδ. Ίκαρος).

Τι δουλειά έχει ο λογοτεχνικός τρόμος με την ελληνική πολιτική ιστορία; Γιατί ένας μάγειρας δε γράφει για φαγητό; Τελικά, ο μισθός είναι ή όχι τυραννία; Μία συζήτηση με τον καταξιωμένο μάγειρα και ανερχόμενο συγγραφέα με αφορμή τη νέα, σκοτεινή -και εξαιρετική- συλλογή διηγημάτων που ακούει στο χαρακτηριστικό όνομα Σάλτος (εκδ. Ίκαρος).

«Δύο ήρωες έχω, τον Αρθούρο Ρεμπώ και τον Κόρτο Μαλτέζε» μου γράφει στο messenger του Facebook o Ανδρεάς Νικολακόπουλος. Περνούν μερικά δευτερόλεπτα πριν εμφανιστεί στην οθόνη η επόμενη φράση: «Στα κόμικς κρύβονται οι τρομοκράτες των γραμμάτων». Είναι περασμένα μεσάνυχτα και οι ήχοι από την πόλη έχουν σταματήσει. Επικρατεί μία σχεδόν νεκρική σιωπή, που διακόπτει κάθε τόσο το μαρσάρισμα από κάποιο περαστικό μηχανάκι. Σκέφτομαι ότι, τελικά, οι μοναδικές ώρες κατάλληλες για διάβασμα ή συζήτηση για βιβλία στο χάος της Αθήνας είναι αυτές.

Στην άλλη πλευρά της ψηφιακής γραμμής βρίσκεται ένας πεπειραμένος μάγειρας με εμπειρία 22 χρόνων σε κουζίνες, τα περισσότερα από αυτά στο εξωτερικό. «Ήμουν σε τουλάχιστον τέσσερα εστιατόρια με Michelin στο Λονδίνο και το Όσλο». Τον ρωτώ να μου πει, αν θέλει, ποια είναι αυτά. Διστάζει. Αν κάποιος παρακολουθήσει τις αναρτήσεις του Ανδρέα Νικολακόπουλου στο Facebook θα δει ότι έχει πολύ σαφή άποψη για τις τελευταίες αποκαλύψεις σχετικά με το τι γίνεται στις κουζίνες του fine dining – και δεν είναι η καλύτερη.

Ο Ανδρέας έχει μαγειρέψει στα βραβεία Νόμπελ, έχει ετοιμάσει πιάτα για τη βασιλική οικογένεια της Αγγλίας και της Νορβηγίας, έχει δουλέψει σε εστιατόρια με Michelin· το Maze και το Paradise by way στο Λονδίνο, το Oro και το Maaemo στο Όσλο. Όταν όμως βρει χρόνο διαβάζει φανατικά και πολύ παθιασμένα.

«Όμηρος, Julio Cortasar, Carson McCullers, Jacques Prevert, Μίλτος Σαχτούρης, Luis-Ferdinand Celine, John Dos Passos, Leonid Andreyev, Ανδρέας Εμπειρίκος» είναι μερικές μόνος από τις λογοτεχνικές επιρροές που μου αναφέρει. Βέβαια, όταν δεν διαβάζει γράφει μερικά από τα πιο σκοτεινά ελληνικά διηγήματα των τελευταίων ετών – μας συστήθηκε στη Μάκινα (εκδ. Ηδύφωνο), τον γνωρίσαμε στην Αποδοχή κληρονομιάς (εκδ. Ίκαρος) και εμπεδώσαμε την ικανότητά του με το πρόσφατο και εξαιρετικό Σάλτος (εκδ. Ίκαρος).

Σύντομες αφηγήσεις γεμάτες κατάμαυρη φαντασία, γενναίους συμβολισμούς και μία κατάληξη που πολύ συχνά οδηγεί τους ήρωες προς την τρέλα – ή και σε ακόμα χειρότερη μοίρα. Η σκοτεινή αισθητική και η δίψα για απόδραση, για κάτι μεγαλύτερο, για κάτι σπουδαίο είναι διάχυτη στις πολύ καλοδουλεμένες προτάσεις του συγγραφέα:«Τότε είναι που υψώθηκαν τα μαύρα μαχαίρια στο σκοτάδι και ο Βασιλιάς Τρόμος με τη Βασίλισσα Νύχτα κάθισαν στον θρόνο τους εν μέσω αλαλαγμών και ήχων χάλκινων κρουστών».

Κάτι που, άλλωστε, φαίνεται και στις εξωλογοτεχνικές αναφορές του Ανδρέα Νικολακόπουλου: Άρης Κωνσταντινίδης, Johannes Itten, Ludwig Mies van der Rohe, Edward Hopper. Τι έχει όμως να πει για το διάβασμα, το γράψιμο, τη μαγειρική, τη ζωγραφική αλλά και την τυραννία του μισθού;

«Πιστεύω πως η λογοτεχνία δεν πρέπει να είναι αποκομμένη από την κοινωνία. Δε μιλάω για στράτευση μα για θέση ή καλύτερα αισθητική και ηθική»

Η συλλογή ξεκινά με πολύ σκληρές εικόνες και αναφορές σε έναν ιερέα που μαγάριζε την κόρη του. Πόσα πράγματα μπορούν να χωρέσουν σε μία πρόταση τελικά;

Πιστεύω πως μπορούν να χωρέσουν πολλά σε δύο ή τρεις λέξεις. Η σύμπτυξη, η πύκνωση και ο υπαινιγμός –δε θα κουραστώ να το λέω– με ιντριγκάρουν. Αντιθέτως, νομίζω πως με τις πολλές αναλύσεις και το πλάτιασμα των λέξεων χάνονται πολλά όσον αφορά το συγκινησιακό ύφος αν δεν είσαι ο Herman Melville ή ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι.

Θυμάμαι πάντα την τελευταία φράση ενός διηγήματος του Charles Bukowski με τίτλο Η ομορφότερη γυναίκα στην πόλη που τελείωνε με το «η νύχτα προχωρούσε και δεν μπορούσα να κάνω τίποτε για αυτό». Ε, μια τέτοια φράση χωράει πολλές αναγνώσεις και μια τεράστια κοσμοθεωρία ή οπτική πίσω της.

Η ιδέα για τον Σάλτο, τον βράχο από όπου γκρεμίζονται άνθρωποι και ζώα, πώς προέκυψε;

Ο Σάλτος είναι ένας υπαρκτός βράχος στο χωριό μου. Φυσικά, δεν έχει αυτό το όνομα ή δεν το είχε μέχρι να γραφτεί το βιβλίο. Όταν ήμουν μικρός ο πατέρας μου μού είχε δείξει εκείνο τον γκρεμό ή ένα διπλανό και μου είχε πει ότι από εκεί πέταγαν τα γέρικα άλογα ή τα σκυλιά.

Αυτό προφανώς αποθηκεύτηκε μέσα μου, και όταν με βασάνιζε το ερώτημα αν η λύση είναι να φύγεις γενικά μακριά από τους ανθρώπους εκείνη η μνήμη ξαναήρθε. Μαζί με το γεγονός πως ήθελα ένα κεντρικό σημείο να γίνει ο άξονας της ιστορίας και γύρω του να χτίζεται η πλοκή και να συμβαίνουν παράδοξα γεγονότα σε σημείο που να μπαίνει στο τραπέζι η ερώτηση αν το αντικείμενο ή το μέρος είναι ζωντανό και επηρεάζει τους γύρω του.

«Βαστώ από ράτσα που τραγούδησε στα βασανιστήρια» είναι η φράση στο νέο Σύνταγμα που καταρτίζουν οι γυναίκες, οι οποίες εξεγείρονται ενάντια στο άντρες στο Οι Κόρες της Αιθάλης. Πρόκειται για μία διαφορετική Λυσιστράτη, για μία εκδοχή του πιο ακραίου φεμινισμού ή είναι πολύ επιφανειακή αυτή η ανάγνωση;

Αυτή είναι μια αγαπημένη μου φράση από τον Αρθούρω Ρεμπώ. Οι Κόρες της Αιθάλης γράφτηκαν με σκοπό να καταδείξουν την επιρρεπή προς τη διαφθορά φύση του ανθρώπου. Ειδικά του εκμεταλλευομένου όταν γίνεται εκμεταλλευτής και χωρίς να το καταλάβει μεταμορφώνεται σε αυτό που πολεμούσε. Ο ακραίος φεμινισμός είναι στα μάτια μου το ίδιο φαιδρός με τη φαλλοκρατία και γενικά όλα τα στρατόπεδα και οι παρατάξεις με βρίσκουν αντίθετο και αποσβολωμένο μπροστά στην ανάγκη του ανθρώπου να κερδίσει με όποιο τρόπο η δική του αλήθεια ή να κερδίσει γενικά και αν είναι δυνατόν να εξαφανίσει την αντίθετη γνώμη αντί να την πείσει για το δίκαιο της στάσης του.

Τι ρόλο έχουν παίξει τα ταξίδια στη ζωή σου;

Δεν είμαι σίγουρος για τα ταξίδια γιατί πάντα πίστευα πως τα ταξίδια είναι ο παράδεισος των αφελών και των καταπιεσμένων. Σίγουρα όμως έπαιξε ρόλο το ότι έζησα και εργάστηκα σε άλλες χώρες. Αν θες να μάθεις μια κουλτούρα ή κερδίσεις το στοίχημα με τον εαυτό σου πρέπει να ζήσεις σε ένα μέρος. Να εργαστείς εκεί, να έρθεις σε επαφή με το κρατικό σύστημα, να δεις το μέρος σε πολλές εποχές και σε διάφορες συνθήκες, να αγαπήσεις, να ταλαιπωρηθείς, να κάνεις φίλους και εχθρούς και μετά να μάθεις να μη δραματοποιείς τα γεγονότα ή να λειτουργείς με πανικό και ενθουσιασμό. Το να ζήσεις και αλλού σε μαθαίνει να μην το κάνεις θέμα. Αυτό είναι το μεγαλύτερο μάθημα.

Έχεις σπουδές στη ζωγραφική, εργάζεσαι ως επαγγελματίας μάγειρας, έχεις εκδώσει τρία βιβλία. Με ποια σειρά ήρθαν στη ζωή σου και πώς τα ιεραρχείς σήμερα;

Πρώτα ήρθε η Ζωγραφική. Μετά με έπιασε όμηρο η Μαγειρική και τελικά με απελευθέρωσε το Γράψιμο. Η ζωγραφική ήταν κάτι το πηγαίο από μικρή ηλικία πριν βομβαρδιστώ από επιλογές, εργασιακά διλήμματα και άγχη. Η μαγειρική ήρθε και έγινε το σταθερό μου που με έκανε να δω τον κόσμο, να πειθαρχήσω και να γλιτώσω από πολλούς κινδύνους που με περίμεναν στη γωνία. Της χρωστάω τα πάντα και τη βιολογική μου ύπαρξη. 

Το γράψιμο ήρθε απρόσμενα όπως κάποτε η ζωγραφική και βγήκε το ίδιο αβίαστα σαν έκφραση. Απαιτώντας φυσικά την ίδια πειθαρχία, ταπεινότητα και σεβασμό. Όσον αφορά την ιεραρχία νομίζω πως η ζωγραφική θα είναι πάντα μέσα μου πάνω από όλα και οδηγός αποφυγής λαθών στα άλλα δύο. Το γράψιμο όμως είναι σίγουρα το πιο λυτρωτικό εκ των τριών και η μαγειρική το πιο χρήσιμο για άτομα σαν εμένα.

Η χρήση παλαιών τύπων, ντοπιολαλιάς αλλά και σχεδόν λησμονημένων επιθετικών προσδιορισμών τι πιστεύεις ότι προσφέρει στα κείμενα;

Πέρα από τον τοπικό προσδιορισμό, τη συγκεκριμενοποίηση της εποχής και της κοινωνικής τάξης προσφέρει μια ένωση με κάτι παλιότερο και είναι μια πράξη σεβασμού και απόλυτης αγάπης σε έναν κόσμο που χάνεται ολοταχώς. Πολλοί λένε «μα πάλι για την ελληνική επαρχία μιλάτε». Ότι είναι μόδα και τάση. Αναρωτήθηκαν ποτέ αν συμβαίνει το ίδιο διαβάζοντας William Faulkner, Flannery O’Connor, Juan Rulfo ή Λέων Τολστόι; 

Γιατί η αμερικάνικη, η μεξικάνικη ή η ρώσικη επαρχία μπορεί να προσφέρει στη λογοτεχνία και η δική μας όχι; Συστήνω σε όλους μια βραδινή βόλτα σε κάποιο εγκαταλελειμμένο ορεινό χωριό ως προς απάντηση του τι συναισθήματα μπορούν να γεννηθούν ακόμα και σήμερα.

Εκτός από αναφορές στον ευρωπαϊκό ρομαντισμό και συμβολισμό διακρίνω και την επιρροή της λογοτεχνίας του τρόμου στη συλλογή. Τι ρόλο έχουν παίξει ο Edgar Allan Poe και H.P. Lovecraft στο έργο σου;

Προφανώς, ο Poe και ο Lovecraft υπήρξαν μεγάλες επιρροές μου από πολύ νωρίς. Το ότι δεν τους διαβάζω τόσο συχνά όπως κάποτε μα μπορούν και διακρίνονται οι αναφορές τους στα γραπτά μου αποδεικνύουν το μεγάλο στίγμα που μου άφησαν.

Το Παραπέτασμα του μύλου είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες, πιο έξυπνες ιστορίες δύο σελίδων που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια. Μήπως τέτοιες αφηγήσεις έχουν μεγαλύτερη τύχη στον κόσμο του ίντερνετ;

Για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω ποιος είναι ο κόσμος του ίντερνετ σχετικά με τη λογοτεχνία. Είμαι αρκετά αναλογικό άτομο για αυτή την εποχή. Πιστεύω όμως πως έχω περισσότερη ανάγκη σαν αναγνώστης από τέτοιες μικρές ιστορίες από ότι δύσπεπτα βιβλία των 800 σελίδων.

Τι δουλειά έχει ο λογοτεχνικός τρόμος με την πολιτική ιστορία της Ελλάδας και πιο συγκεκριμένα την εμφύλια διαμάχη; (Αναφέρομαι στο διήγημα Η άσφαλτος που καίει)

Πιστεύω πως η λογοτεχνία δεν πρέπει να είναι αποκομμένη από την κοινωνία. Δε μιλάω για στράτευση μα για θέση ή καλύτερα αισθητική και ηθική. Αυτό το διήγημα γράφτηκε κυρίως για να φωτίσει τα σκοτεινά σημεία των μικρών κοινωνιών, τα κλειστά στόματα, τις παθογένειες της Ελλάδας που τα βάζει όλα κάτω από το χαλί αρνούμενη να κοιτάξει τα γεγονότα κατάματα με κριτική διάθεση και απλά επιστρατεύει μια κοντή και επιλεκτική μνήμη με σκοπό να νιώσει καλύτερα μπροστά στις αισχρές πράξεις της. Ώσπου τελικά καταλήγει να ξαναζεί την ιστορία και για μια ακόμα φορά και να κάνει πως δε γνώριζε μήπως και νιώσει λιγότερες ενοχές. Αν γνωρίζει αυτό το συναίσθημα, που όσο πάω και αμφιβάλω.

Οι ήρωές σου ζουν σε ένα μάλλον άχρονο κόσμο, συνήθως βρίσκονται πολύ κοντά στη φύση και φλερτάρουν με την τρέλα. Πόσο κοντινοί είναι στον σύγχρονο άνθρωπο των μεγαλουπόλεων;

Πιο κοντά από όσο φαίνεται. Πιστεύω ότι σήμερα οι ψυχικές διαταραχές είναι πολλαπλασιασμένες μα καλύπτονται επαρκώς πίσω από ιατρικές συνταγές, ξεσπάσματα στα κοινωνικά δίκτυα (λυτρωτικά για πολλούς) και κυρίως μέσα στη γενική διαταραχή της εποχής που πλέον όλα αυτά μοιάζουν λογικά. Για να είμαι ειλικρινής μου φαίνεται πιο εύκολο να χάσεις τα μυαλά σου κοιτάζοντας όλη μέρα έναν φωταγωγό ή ακούγοντας ασταμάτητα κορναρίσματα και βρισιές από ότι να βλέπεις την ομίχλη να μπαίνει στα έλατα ή το φθινόπωρο να κιτρινίζει τα δέντρα.

Η συλλογή Σάλτος κουβαλά πολύ σκοτάδι μέσα της. Αντίστοιχα, πόσο σκοτάδι κουβαλούν τα εξαντλητικά ωράρια των διάσημων εστιατορίων και ο κόσμος της κουζίνας;

Ο κόσμος της εστίασης φθάνει στη ριζική του αναδίπλωση αν όχι στο τέλος του. Οι λόγοι είναι πολλοί και οι υπεύθυνοι περισσότεροι. Τα σκοτάδια των επαγγελματικών κουζινών είναι πολλά. Μα τα ίδια δεν είναι και όταν στέκεσαι για 40 χρόνια πίσω από έναν πάγκο βάζοντας σφραγίδες, μοιράζοντας παράβολα των 9 ευρώ και αντιμετωπίζοντας ορδές εξαγριωμένων πολιτών; 

Η κουζίνα είναι ένα δύσκολο μέρος που πρέπει να είσαι σίγουρος ότι θες να μπλέξεις. Για μένα όμως παραμένει το πιο ασφαλές σημείο του πλανήτη, το πιο δίκαιο όσον αφορά την εξέλιξη του ατόμου και κυρίως το μοναδικό μέρος με τόσο βαρύ ρομαντισμό. Αυτό δεν περιμένω να το καταλάβει κάποιος που δεν ξοδεύει τη μισή του ζωή με ένα μαχαίρι στο χέρι και με τα πόδια του να μην τον κρατάνε άλλο. 

Πιστέψτε με, δεν υπάρχει ούτε θα υπάρξει καλύτερη δουλειά στον κόσμο. Άλλωστε το πρώτο πράγμα που έκανε ο άνθρωπος όταν στάθηκε στα πόδια του ήταν να ανάψει φωτιά και να ετοιμάσει την τροφή του. Το ίδιο κάνουμε και εμείς ακόμα.

Στα τελευταία σου διηγήματα δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες αναφορές στο φαγητό. Πώς καταφέρνεις και διαχωρίζεις τη μία από την άλλη σου ιδιότητα;

Η μαγειρική μου δίνει τη σύνεση, τη σοβαρότητα και τη συνέπεια που χρειάζομαι για να μάθω να γράφω και να σταθώ σαν νέος μαθητής στον κόσμο του γραψίματος. Προσπαθώ όμως να μην κάνω το γράψιμο δουλειά μου γιατί φοβάμαι πως μέσα μου θα πεθάνει αν το δω έτσι. Προτιμώ να το κρατήσω σαν βαλβίδα αποσυμπίεσης από τις βιοποριστικές μου ανάγκες.

Πιστεύεις ότι μπορεί να υπάρξει μία λογοτεχνική ή μία γαστρονομική σκηνή στην Αθήνα με διεθνή εμβέλεια;

Όσον αφορά τη γαστρονομική σκηνή ελπίζω να μη συμβεί. Δεν είναι πάντα καλή η παγκοσμιοποίηση. Δε βρίσκω το λόγο να χαθούν οι ελληνικές συνταγές του προηγούμενου αιώνα για να αντικατασταθούν με πιο crossover γευστικές επιλογές (γιατί έτσι θα συμβεί αν συμβεί). Η τουριστική Ελλάδα κοντεύει να γίνει μια νέα Ταΐλάνδη που την επισκέπτεται το διεθνές τζετ σετ τα καλοκαίρια για να ξεδώσει και μετά την αφήνει χρησιμοποιημένη στη γωνία. Αν αυτό θέλουμε ας γίνει μα να εξάγουμε τη δική μας αλήθεια και όχι μόνο να παρέχουμε ότι μπορεί να φανταστεί και να ζητήσει ο κάθε celebrity. 

Όσον αφορά τη λογοτεχνική σκηνή πιστεύω πως δε θα συμβεί ποτέ λόγω της γλώσσας ή του αλφαβήτου. Αν πάλι μιλάμε για μεταφράσεις ή συνεργασίες με ξένους εκδότες τότε το επάγγελμα των ατζέντηδων που κάνουν αυτή τη σμίξη των έξω εκδοτών με τους εδώ θα πρέπει να βρεi κρατική υποστήριξη, να οργανωθεί και φυσικά να ανοίξει με περισσότερες θέσεις. Αν όμως το κράτος δε βοηθήσει δε νομίζω πως όσοι το κάνουν τώρα θα αντέξουν να πηγαίνουν με το βαλιτσάκι και το σταυρό στο χέρι να χτυπάνε πόρτες μεγάλων εκδοτών και σε πέντε λεπτά να παλεύουν να τους πείσουν για την αξία ενός βιβλίου.

Ανδρέας Νικολακόπουλος

Τι κάνεις στον ελεύθερό σου χρόνο εκτός από το να γράφεις και να διαβάζεις;

Πηγαίνω όποτε μπορώ στα βουνά του χωριού μου (σ.σ: Πυργάκι, πάνω από το Αίγιο) ή αν δεν έχω χρόνο ανεβαίνω στη μοτοσυκλέτα μου και τριγυρίζω. Ακριβώς για τους ίδιους λόγους.

«Μία ανατριχίλα χαράκωσε το κορμί μου στο πίσω μέρος του σαν να κολυμπούσα ανάσκελα σε ήρεμα νερά και η πλάτη μου γδερνόταν σε ξάρτια βυθισμένων στα σκοτάδια καραβιών». Η σχέση μου με την ποίηση ποια είναι;

Αυτή του μανιώδους αναγνώστη και μια σχέση θαυμασμού. Μέσα μου είναι η ανώτερη των Τεχνών. Αυτή που δίνει απαντήσεις και ομορφαίνει τον κόσμο.

Επόμενα σχέδια λογοτεχνικά και όχι μόνο;

Λογοτεχνικά πειραματίζομαι με κάτι ξένο σε μένα. Μεγαλύτερο σαν φόρμα και μακριά από τις ντοπιολαλιές και τα άγρια βουνά. Όσον αφορά τα προσωπικά σχεδιάζω να αγαπήσω περισσότερο αυτούς που τους αξίζει και να βρω ένα τρόπο να απαγκιστρωθώ από την πόλη και τον μισθό.