Paolo Sorrentino: «Δεν είναι η ομορφιά που με ενδιαφέρει πραγματικά. Είναι ο χρόνος»
Ο πολυβραβευμένος Ιταλός σκηνοθέτης μάς μιλάει από τις Κάννες με αφορμή τη νέα του ταινία, Παρθενόπη, που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες στις ελληνικές αίθουσες.
- 5 ΝΟΕ 2024
Ο πολυβραβευμένος Ιταλός σκηνοθέτης μάς μιλάει από τις Κάννες με αφορμή τη νέα του ταινία, Παρθενόπη, που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες στις ελληνικές αίθουσες.
Μπορείς με κάποιο τρόπο να δεις την Παρθενόπη κι ως κάτι στο οποίο οδηγούσε όλη η καριέρα του Paolo Sorrentino. Με τις εμμονές του να παρελαύνουν στη μεγάλη οθόνη – η Νάπολη, η σχέση των αντρών με τις γυναίκες, η ομορφιά, ο χρόνος, η ομορφιά σε σχέση με το χρόνο. Και για πρώτη φορά στο σινεμά του, όλα περνάνε μέσα από μια κεντρική ηρωίδα.
Η Παρθενόπη του τίτλου, που στην ταινία αποκτά επικές, σχεδόν μυθικές διαστάσεις ζώντας μια ζωή ταυτόχρονα συνηθισμένη αλλά και larger than life – μια προσωπική εποποιία που ξεκινά από ένα τραγικό σημείο απώλειας και απλώνεται σε μια ολόκληρη ζωή. Γεμάτη επιθυμία, γεμάτη αναζήτηση αγάπης, γεμάτη στοχασμό πάνω στην ομορφιά και τον χρόνο που περνάει και σχηματίζει τα πάντα.
Η Παρθενόπη (Parthenope) του Paolo Sorrentino κυκλοφορεί την Πέμπτη 7 Νοεμβρίου από την The Film Group. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε κατά την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας, στο φεστιβάλ Καννών.
Στο ρόλο ο Sorrentino βάζει την πρακτικά πρωτοεμφανιζόμενη Celeste Dalla Porta να κυριαρχεί σε κάθε κάδρο της ταινίας, ενώ σε ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο εμφανίζεται ο Gary Oldman – παίζοντας τον λογοτέχνη John Cheever που τότε βρισκόταν όντως στη Νάπολη και, σε αυτή τη μυθοπλασία, παίζει έναν σημαντικό ρόλο στην πορεία που παίρνει η ζωή της Παρθενόπης.
Στην παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στις Κάννες, συναντήσαμε τον Ιταλό σκηνοθέτη από κοντά και, με γυαλιά ηλίου και το χαρακτηριστικό του πούρο ανά χείρας, μας μίλησε για τις εμμονές του σινεμά του, για τα μυστήρια που πάντα θέλει να λύσει κάνοντας ταινίες, για την ομορφιά και το τραύμα, για τους άντρες και τις γυναίκες, για την Παρθενόπη και –φυσικά– για τη Νάπολη.
Ήταν μια ταινία που ήθελες να κάνεις καιρό;
Molto tempo! Εδώ και 4 ή 5 χρόνια επιθυμούσα με ανυπομονησία να γυρίσω αυτή την ταινία.
Από πού προήλθε η αρχική ιδέα για αυτή την ταινία;
Ήταν ένα πράγμα που είχα στο μυαλό μου όλα αυτά τα 4-5 χρόνια. Προσπάθησα αρκετές φορές να το καταφέρω και στο μεταξύ έκανα άλλες ταινίες. Ανάμεσα σε αυτές ήταν και το Χέρι του Θεού. Προέκυψε επειδή ένιωσα πραγματικά την ανάγκη να κάνω μια ταινία για ένα θέμα που είναι αγαπητό στην καρδιά μου: τη σχέση με τον χρόνο και το πώς ξεδιπλώνεται και πώς ρέει και πώς μας αλλάζει.
Είναι η πρώτη φορά που έχετε γυναίκα πρωταγωνίστρια σε ταινία σας, ήταν μια ανάγκη που είχατε;
Ναι, ήταν πάντα μια γυναίκα ως κύρια πρωταγωνίστρια αυτής της ταινίας μου. Αφενός προσπαθούσα να εμβαθύνω στο πώς οι γυναίκες αναζητούν την ελευθερία τους, και το πώς γι’ αυτές η αναζήτηση αυτή είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα απ’ ό,τι για τους άντρες. Επιπλέον, ήθελα οι πτυχές αυτής της αφήγησης να μεταφερθούν σε ένα σύγχρονο έπος. Και αυτό το έπος έχει πάντα έναν ήρωα. Και για μένα, αυτός ο ήρωας ήταν μια γυναίκα, άρα μια ηρωίδα.
Σε ένα έπος, υπάρχει πάντα πόλεμος. Ο πόλεμος που διεξάγουμε σήμερα έχει να κάνει με κάτι που είναι μια εσωτερική μάχη. Κι αυτό είναι κάτι που οι γυναίκες το κάνουν καλύτερα από τους άντρες. Επίσης, ένας πόλεμος είναι και το ραντεβού μας με τον χρόνο, μας αλλάζει. Κι οι γυναίκες νομίζω πως αντιμετωπίζουν αυτή την αλλαγή καλύτερα από τους άντρες. Οι άντρες προσπαθούν να αποφύγουν αυτή την πτυχή.
Βλέπετε τις γυναίκες ως πιο μυστηριώδεις από τους άντρες; Επειδή οι άνθρωποι συχνά τη ρωτούν τι σκέφτεται… είναι αυτό μια αντανάκλαση του πώς οι άντρες βλέπουν τις γυναίκες κατά την άποψή σας;
Ακριβώς. Για τους άντρες στην πραγματικότητα, οι γυναίκες είναι ένα μυστήριο. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο συνεχίζουν να ρωτούν τις γυναίκες: «Τι σκέφτεσαι; Τι σκέφτεσαι;» Επειδή εννέα φορές στις δέκα, φοβούνται ότι μπορεί να σκέφτονται κάποιον άλλο άντρα. [γελάει] Νομίζω ότι οι άντρες δεν γνωρίζουν τις γυναίκες. Τις θεωρούν μυστήρια, και αυτό ισχύει σίγουρα και για μένα.
Ήταν άρα δύσκολο για εσάς ως σκηνοθέτη να γυρίσετε μια ταινία για τη θηλυκότητα ή με γυναίκα ηρωίδα, αφού βλέπετε τις γυναίκες ως τόσο μυστηριώδεις;
Κάνω πάντα ταινίες για αυτά που δεν γνωρίζω. Έκανα μια ταινία για την πολιτική, επειδή δεν ήμουν ενήμερος για την πολιτική. Έκανα μια ταινία για έναν πολιτικό επειδή είχα επίγνωση ότι δεν γνώριζα σε βάθος αυτόν τον πολιτικό. Έτσι ξεκινάω πάντα όταν κάνω μια ταινία. Ακολουθώ την ιστορία και θέλω να καταλάβω και να γνωρίσω κάτι.
Και δεν αισθάνομαι καν απαραίτητα ότι στο τέλος της ταινίας έχω καταλάβει. Απλώς ακολουθώ όλη την ιστορία. Και τότε αρχίζω να έχω μια ιδέα του τι συμβαίνει. Έτσι, δεν ξέρω τις γυναίκες, δεν ξέρω τους άντρες, αλλά συνεχίζω να κάνω ερωτήσεις στον εαυτό μου. Συνεχίζω να αναρωτιέμαι για τα πράγματα. Και κάπως έτσι προκύπτουν οι ταινίες μου.
Πώς βρήκατε την Celeste, τι ήταν αυτό σε αυτήν που την έκανε καλή για αυτό το ρόλο;
Τη γνώρισα κατά τη διάρκεια του κάστινγκ, είχε σπουδάσει σε σχολή κινηματογράφου και είχε παίξει κι έναν ρόλο ως κομπάρσος στο Χέρι του Θεού, αλλά αυτή η σκηνή κόπηκε από την ταινία. Είναι καλή ηθοποιός. Είναι σπουδαία. Μπορεί να παίξει με μεγάλη φυσικότητα, τόσο μια 18χρονη όσο και μια 35χρονη γυναίκα. Και στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς της, μπορώ πραγματικά να δω και να κατανοήσω την ελευθερία της νιότης και μια κάποια υπόγεια θλίψη που κατοικεί μέσα της και την οποία δεν γνωρίζει. Αυτός είναι ο λόγος που σκέφτηκα ότι θα ήταν το κατάλληλο πρόσωπο για να υποδυθεί αυτόν τον χαρακτήρα.
Ο λογοτέχνης John Cheever είναι ένας μικρός χαρακτήρας στην ταινία, τι σας ενδιέφερε σε αυτόν και πήρατε αυτή την απόφαση;
Ο John Cheever είναι συγγραφέας αλλά είναι κι ένας χαρακτήρας που αγαπώ. Ήταν στη Νάπολη κιόλας και την ήξερε καλά, οπότε ταίριαξε. Ήθελα η Παρθενόπη να βιώσει αυτή την έκρηξη ελευθερίας και κατανόησης. Οπότε ήταν σημαντική η συνάντηση με έναν χαρακτήρα που ήταν παγιδευμένος κι αυτός μέσα σε ένα δικό του κλουβί, αλλά είχε τα διανοητικά εργαλεία να της εξηγήσει τι ακριβώς σήμαινε αυτό. Και άρα να την οδηγήσει προς μια δική της απελευθέρωση.
Βασικός χαρακτήρας της ταινίας σας είναι και η Νάπολη. Και φαίνεται να έχετε και μια πολύπλοκη σχέση μαζί της, την αγαπάτε αλλά έχετε και αρνητικά.
Λοιπόν, οι περισσότεροι Ναπολιτάνοι θα μιλήσουν άσχημα για αυτή την πόλη, αλλά βαθιά μέσα τους, αγαπούν τη Νάπολη. Είναι μια πόλη των άκρων. Είναι μια πόλη παρεμβατική, διάχυτη, αισθησιακή. Ως εκ τούτου, υπάρχει αυτή η βαθιά ερωτική σχέση με την πόλη της Νάπολης, και αυτή η σχέση αποτελείται από νησίδες επιθυμίας, επιθυμίας φυγής και ανεπάρκειας σε ορισμένα πράγματα, ακριβώς όπως σε μια ερωτική σχέση.
Υπάρχει ένα είδος ενσάρκωσης μεταξύ της Παρθενόπης και της Νάπολης. Είναι και οι δύο πολύ σαγηνευτικές. Βρίσκονται στο προσκήνιο, αλλά παρ’ όλα αυτά κρύβονται. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει μερικές φορές όταν βρίσκεσαι στο προσκήνιο – ψάχνεις να κρυφτείς. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, ως εκ τούτου, είναι μυστηριώδεις και οι δύο.
Έχετε πει πολλές φορές ότι σας ενδιαφέρει ο χρόνος ως κύριο θέμα της ταινίας. Τι συμβαίνει λοιπόν με την ομορφιά με την πάροδο του χρόνου;
Εκεί υπάρχει μια διαφορετική ομορφιά. Είστε όμορφοι με διαφορετικό τρόπο, πιθανότατα. Και τελικά, ξέρετε, δεν είναι η ομορφιά που με ενδιαφέρει πραγματικά. Είναι ο χρόνος. Και άρα το τραύμα. Γιατί όταν είσαι νέος, στην πραγματικότητα, νομίζεις πως ξέρεις την ιστορία της ζωής σου. Αυτό που λες για τον εαυτό σου είναι κατά κάποιο τρόπο ψεύτικο. Είσαι γεμάτος επιθυμία, τα πάντα είναι θετικά. Και τότε… αυτή η επική αφήγηση για τον εαυτό σου, τελειώνει εκεί. Πάντα κάποιο γεγονός θα μας οδηγήσει να γίνουμε αυτό που πραγματικά είμαστε. Όπως έλεγε κι ο Νίτσε. Αυτό λοιπόν είναι το τραύμα. Αυτή είναι η κρίση. Αυτό είναι που θέλω να πω και να εξερευνήσω.
Η ταινία ξεκινά με έναν ρεαλιστικό τρόπο και σταδιακά γίνει πιο φανταστική. Γιατί θελήσατε να αγγίξετε τη σφαίρα του φανταστικού;
Όντως η σκηνοθεσία γίνεται πολύ φανταστική. Αλλά πιστέψτε με, όλοι οι χαρακτήρες και οι καταστάσεις που εμφανίζονται είναι πολύ στενά συνδεδεμένοι με μια πραγματικότητα. Με αυτό τον τρόπο, αυτοί οι χαρακτήρες βιώνουν υπερβατικά την ίδια τους τη ζωή. Αλλά τελικά αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεν είναι μια φαντασίωση. Πίσω από κάθε φανταστικό στοιχείο βρίσκεται το πραγματικό.
*Η Παρθενόπη (Parthenope) του Paolo Sorrentino κυκλοφορεί την Πέμπτη 7 Νοεμβρίου από την The Film Group. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε κατά την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας, στο φεστιβάλ Καννών.