ΣΙΝΕΜΑ

Αποκλειστικό: Quentin Tarantino, πώς γεννήθηκε το ‘Κάποτε στο… Χόλιγουντ’;

Σε μια αποκλειστική συνέντευξη από τις Κάννες, ο μεγάλος σκηνοθέτης μιλά για το κοινό του, για την καλλιτεχνική του ευθύνη, και για το πώς του ήρθε η ιδέα για τη νέα του ταινία.

Πώς σκέφτεται ο Κουέντιν Ταραντίνο;

Αν ξέραμε τι ακριβώς διαδρομές σχηματίζει το μυαλό ενός εκ των πιο σημαδιακών και χαρακτηριστικών auteurs του σύγχρονου σινεμά, τότε αυτό που κάνει δε θα ήταν τόσο μοναδικό. Ο Ταραντίνο δανείζεται όπως κανείς άλλος- τα υλικά της ποπ κουλτούρας γίνονται κομμάτι του σύμπαντός του βγαίνοντας στην απέραντι όχθη ως κάτι καινούριο, κάτι ολότελα διαφορετικό.

Αυτή του η εμμονή με την εξερεύνηση του ίδιου του σινεμά παίρνει διαφορετικές μορφές, από το ποπ κολάζ του φρενήρους “Kill Bill” ως την μελετημένη, ευφυή ανασύσταση τεχνοτροπιών σε κάτι σαν το “Death Proof”. Στο νέο του φιλμ, “Κάποτε στο… Χόλιγουντ” (“Once Upon a Time in… Hollywood”), που κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Feelgood, κάνει κάτι άλλο: Επιστρέφει στην ασφαλή φούσκα του Χόλιγουντ της αθωότητα, πριν το βίαιο ξύπνημα των φόνων του Μάνσον, και ακολουθεί την χολιγουντιανή διαδρομή δύο ηρώων όχι ακριβώς διάσημων, όχι ακριβώς άσημων.

Ο Μπραντ Πιτ κι ο Λεονάρντο ΝτιΚάπριο (που μας μίλησαν ήδη για τη σχέση τους με το Χόλιγουντ) πρωταγωνιστούν μαζί με τη Μάργκο Ρόμπι ως μια ονειρική εκδοχή της Σάρον Τέιτ, σε μια από τις πιο γλυκόπικρες ματιές πάνω στο Χόλιγουντ και στα ‘60s.

Κι εμείς, απέναντι από τον ίδιο τον Κουέντιν Ταραντίνο, λίγες ώρες μετά την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στο 72ο Φεστιβάλ Καννών, θέλαμε απλώς να μάθουμε πώς και γιατί. Πώς γεννήθηκε στο μυαλό του η ιδέα για αυτή την ιδιόμορφη ταινία; Ποια είναι η διαδικασία της δημιουργίας των ιστοριών του; Ποια η σχέση του με την κοινωνία και -γενικότερα- με το σήμερα;

Ο Κουέντιν Ταραντίνο μοιάζει πάντα ένα βήμα από το να ξεφύγει σε κάποιο παραλήρημα, αλλά πάντα συγκρατεί τον εαυτό του για να ανοίξει -με μια μίξη ταραχής και ενθουσιασμού- ένα κάποιο παράθυρο στον κόσμο του. Εμείς το μόνο που είχαμε να κάνουμε, ήταν να κοιτάξουμε.

 

***

Ποιο ήταν το σημείο εισόδου σου σε αυτή την ταινία, ήταν το επινοημένο κομμάτι με τον Ρικ και τον κασκαντέρ του ή ήταν τα πραγματικά γεγονότα με τον Μάνσον; Ή ήταν πάντα συνδεδεμένα στο μυαλό σου από την αρχή;

Καλή ερώτηση, βασικά. Σε κάποιο σημείο ενώθηκαν αυτές οι δύο αφηγήσεις.

Αλλά αυτό που σκόπευα να χρονογραφήσω– η πρώτη δημιουργική σπίθα που μας οδηγεί στο σήμερα ήταν, 9 χρόνια πίσω, όταν έκανα μια ταινία με έναν αρκετά μεγαλύτερο ηλικιακά σταρ και είχε μαζί του έναν κασκαντέρ που δούλευε μαζί του για πάρα πολύ καιρό.

Τώρα, δεν είχαμε πραγματικά κάτι για να κάνει αυτός ο κασκαντέρ, οπότε δεν είχα ιδιαίτερη αλληλεπίδραση μαζί του, αλλά υπήρχε αυτό το ένα πράγμα που μπορούσε να κάνει. Οπότε ο σταρ μου λέει, Ξέρεις, έχω αυτό τον άνθρωπο, δεν σε έχω πιέσει να τον χρησιμοποιήσεις γιατί δεν είναι πρέπον, αλλά αυτό το ένα πράγμα, θα μπορούσε να το κάνει αυτός, θα ήταν καλό αν μπορούσα να δώσω στον άνθρωπό μου ένα μικρό πράγμα. Οπότε λέω, Ναι, ναι, φυσικά, έλα εδώ. «Δουλεύουμε μαζί εδώ και 20 χρόνια, θα ήταν σπουδαίο», μου λέει.

Οπότε έρχεται κι εκείνος στο σετ, και δημιουργείται τότε μια πολύ ενδιαφέρουσα δυναμική. Πρώτον, είναι ότι, μπορούσες να καταλάβεις ότι είχε υπάρξει μια εποχή στο χρόνο που αυτοί οι δύο ήταν ΑΚΡΙΒΩΣ ίδιοι μεταξύ τους. Εννοώ, θα πρέπει να είχε υπάρξει μια χρονική στιγμή που θα μπορούσες να έχεις τραβήξει κοντινά πλάνα του κασκαντέρ και θα ήσουν εντάξει. Ή έστω μακρινά. Καμία ανησυχία. Τώρα, αυτή δεν ήταν πια όμως αυτή η στιγμή. Δεν έμοιαζε με εκείνον πια, ήταν κάπως μεγαλύτερος, είχε λίγα ψωμάκια, και είμαι αρκετά σίγουρος πως ήταν ένα από τα 2-3 τελευταία πράγματα που έκαναν μαζί.

Το άλλο πράγμα που ήταν ενδιαφέρον είναι ότι δούλεψε μαζί μας στο σετ μόνο για μια μέρα, αλλά ήταν αρκετά προφανές ότι αυτός δεν δούλευε για εμένα. Δούλευε για τον ηθοποιό του. Εκείνος ήταν το αφεντικό του. Δεν έγινε μία για μένα. Τον ρώταγα αν ήταν ευχαριστημένος και μου έλεγε, «ε, αν ο Τάδε είναι χαρούμενος, είμαι κι εγώ χαρούμενος». Τους θυμάμαι να κάθονται στις καρέκλες σκηνοθέτη δίπλα στο σετ και να μιλάνε μεταξύ τους για το γύρισμα και τους κοίταγα και θυμάμαι να σκέφτομαι, αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα σχέση.

Ξέρεις, ξέχνα όλα τα άλλα, αλλά απλώς η ιδέα αυτών των δύο τύπων που είναι μαζί για τόσο πολύ καιρό, αυτή είναι μια συναρπαστική σχέση. Ίσως αν έκανα ποτέ μια ταινία για το Χόλιγουντ, αυτό θα μπορούσε να είναι ένα ενδιαφέρον σημείο εισόδου για την ιστορία. Οπότε αυτή ήταν η σπίθα στην πραγματικότητα.

Μια από τις ομορφότερες σκηνές της ταινίας είναι όταν η Σάρον Τέιτ της Μάργκο Ρόμπι πηγαίνει στην αίθουσα για να δει την ταινία της στο σινεμά. Έχεις δει ποτέ δική σου ταινία σε σινεμά; Όχι σε πρεμιέρα.

Ω ναι, για μένα, επειδή δουλεύω πραγματικά πολύ σκληρά πάνω στις ταινίες μου, το αληθινό αντίκρυσμα στο τέλος είναι αυτό. Επειδή νομίζω πως υπάρχουν και πολλές στιγμές γέλιου στις ταινίες μου, θέλω πάντα να βλέπω την αντίδραση του κοινού. Αυτή είναι η αποζημίωσή μου. Είναι σχεδόν σαν να ακούω γέλια και κραυγές έκπληξης μες στο κεφάλι μου όταν μοντάρω μια ταινία. Ή την αγωνία του “τι θα συμβεί;;;” Τέτοια πράγματα. Απλά τα παραθέτω από τη φαντασία μου όλη την ώρα, οπότε δεν ξέρω αν μια ταινία είναι πραγματικά αποτελεσματική μέχρι να τη δω όντως μαζί με κόσμο. Και μέχρι να ακούσω όντως το κοινό να αντιδρά με εμφανή τρόπο.

Οι φεστιβαλικές προβολές μπορούν να είναι φανταστικές και οι επίσημες πρεμιέρες είναι fun αλλά τίποτα δεν ξεπερνά το να πηγαίνεις να δεις μια ταινία με ένα μάτσο ανθρώπους που μπορούν να κάνουν εκείνη τη στιγμή οτιδήποτε θέλουν στον κόσμο, αλλά αυτό που αποφάσισαν είναι να πάρουν τα σκληρά κερδισμένα λεφτά τους, και να αγοράσουν ένα εισιτήριο για να δουν την ταινία σου.

[Η Μάργκο Ρόμπι, που είναι δίπλα, παρεμβαίνει και θυμάται μια ιστορία που της είχε πει ο Ταραντίνο για μια φορά που είχε δει το “True Romance” στο σινεμά, λέγοντας στο ταμείο «μα έγραψα την ταινία!».]

Ναι, η κοπέλα μου τότε τσακωνόταν με τον υπεύθυνο. Της έλεγε εκείνος «και πού ξέρω εγώ ότι αυτός έγραψε την ταινία;» και τότε ξαφνικά άνθρωποι με αναγνώρισαν, επειδή ήξεραν πώς μοιάζω από το “Reservoir Dogs” και μαζεύτηκαν. Ο υπεύθυνος λέει, τι συμβαίνει εδώ, κι η κοπέλα μου του κάνει «ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΦΑΝΣ ΤΟΥ, δεν βλέπεις ότι δίνει αυτόγραφα;;»

Από τα social απέχεις. Έχεις αίσθηση των όσων συζητιούνται εκεί;

Αν δεν ασχολείσαι με αυτά τα πράγματα τότε δεν ξέρεις. Δεν ασχολούμαι, με facebook, με twitter, με όλα αυτά τα σκατά, οπότε δεν ξέρω τίποτα. Δεν διαβάζω ειδήσεις στο ίντερνετ. Αν δεν ασχολείσαι τότε όλα αυτά δεν σημαίνουν τίποτα. Αν κάποια χώρα της οποίας τη γλώσσα δε μιλάω μισούσε τις ταινίες μου, μπορεί να διάβαζα για αυτό, αλλά δε θα με επηρέαζε. «Γίνεται χαμός στο twitter για σένα», ΟΚ, και τι έγινε; Αν δεν το διαβάζω, αν δεν έχω ενασχόληση με αυτό, τότε δεν θα πονέσει η καρδιά μου.

Ιδέες περί εκπροσώπησης έπαιξαν ρόλο στη διαδικασία σου;

Όχι στα αλήθεια, όχι με αυτή την ταινία. Προσπαθώ πάρα πολύ να μην αφήνω την κοινωνική κριτική να επηρεάζει τη δουλειά μου. Απλά δεν είναι η δουλειά μου. Το να ανησυχώ για την κοινωνική κριτική ή για την κοινωνία. Είναι για την ακρίβεια η δουλειά μου το να τα αγνοώ όλα. Αυτό που κάνω μπορεί να γνωρίσει την αποθέωση, μπορεί να γνωρίσει το ρεζίλεμα, αλλά είναι αυτό που είναι. Κι επίσης, αυτή η τωρινή στιγμή δεν είναι για πάντα. Αλλά ελπίζεις το έργο σου να είναι. Κι έτσι, αυτό το έργο μπορεί τώρα να ειδωθεί με έναν συγκεκριμένο τρόπο, και μπορεί να ειδωθεί με έναν άλλο τρόπο σε 20 χρόνια από τώρα.

Μιλώντας γενικότερα για αυτό το έργο, πότε καταλαβαίνεις ότι μια ιστορία που έχεις στο μυαλό σου είναι έτοιμη;

Σπάνια έχει συμβεί– καναδυό φορές έχει γίνει, αλλά σπάνια έχω σκεφτεί κάτι αυτά τα τελευταία 20 χρόνια που είναι κατευθείαν BOOM!, να μια ιδέα, θα κάτσω και θα τη γράψω. Έχει συμβεί καναδυό φορές, αλλά κατά κύριο λόγο αυτό που συμβαίνει είναι πως υπάρχουν ιδέες που μου έρχονται, τις εξερευνώ λίγο, ίσως γράφω και λίγο, ίσως απλά για να δω αν αντέχει, ή κάτι τέτοιο. Και μετά τις ξαναβάζω πίσω στη θερμοκοιτίδα. Κάθονται εκεί μετά, και ίσως κάποια από αυτά τα μωρά να πεθάνουν, κάποια γίνονται πιο δυνατά, και μετά περνάω την ίδια διαδικασία με κάποια άλλη ταινία. Κι όταν έρθει η ώρα να πάω παρακάτω, τσεκάρω την θερμοκοιτίδα και δουλεύω λίγο εκεί τριγύρω. Και μπορεί να χάσω το ενδιαφέρον μου ή μπορεί να είναι η ιδέα λίγο πιο δυνατή αλλά όχι ακόμα έτοιμη, όχι ακόμα ψημένη, οπότε βάζω το κέικ ξανά πίσω στο φούρνο.

Πάντα εκπλήσσομαι όταν τελικά κάτι παρουσιάσει τον εαυτό του. Όταν λέει, Όχι, είμαι έτοιμο! Τώρα είναι η στιγμή.

Με εξέπληξε και αυτό εδώ, επειδή αυτό εδώ… αυτό το δουλεύω περισσότερο από οτιδήποτε άλλο εδώ και 6 χρόνια, το δουλεύω ανάμεσα σε άλλα πρότζεκτ, είμαι λίγο σαν τον…. Ποιος είναι ο τύπος, Σύφιλη; Όχι Σύφιλη. Σύλιφος; Ο τύπος με το βράχο που τον ανέβαζε στο λόφο;

Σίσυφος.

Σίσυφος! Σωστά. Είχε ένα πρόβλημα με τις πέτρες του τελοσπάντων. [γελάει] Οπότε ήταν κάτι που έκανα ανάμεσα στις 4 τελευταίες ταινίες μου, έσπρωχνα αυτό το βράχο στον λόφο, λίγο πιο μακριά, άλλο λίγο πιο μακριά, και νόμιζα πως κι αυτή τη φορά το ίδιο θα συνέβαινε αλλά μετά ξαφνικά είχα φτάσει. Holy shit! Το κάνω τώρα αυτό! Θα το τελειώσω! Πάμε!

Πιστεύεις είναι μια ταινία πιο κοντινή στο αμερικάνικο κοινό σε σχέση με το κοινό που μπορεί να μη γνωρίζει όλο το πλαίσιο αναφορών;

Νομίζω πως δεν είναι σημαντικό αυτό, κάποιος που έχει τη διάθεση να ερευνήσει τις αναφορές μπορεί να ανταμειφθεί πλουσιοπάροχα, αλλά μπορεί να εμπνευστείς και βλέποντάς το. Από τη μία, οι Αμερικάνοι θα έχουν ίσως ένα μεγαλύτερο πολιτιστικό πλεονέκτημα, θα θυμούνται ας πούμε ποιο show είναι το τάδε, ότι υπήρχε ας πούμε μια σειρά που λεγόταν “Mannix”, ή το ένα ή το άλλο. Αλλά παρόλαυτά, η ίδια η ταινία, όπως πολλές από τις ταινίες μου, ειδικά το “Jackie Brown”, είναι πολύ ευρωπαϊκή στη φύση της από πολλές αμερικάνικες ταινίες που θα δεις σε ένα multiplex. Οπότε υπό αυτή την έννοια έχετε καλύτερη σύνδεση με το κίνηση και την αίσθηση του φιλμ.

Αλλά αν πρέπει να καταλάβεις όλα αυτά τα πράγματα, αν πρέπει να ξέρεις όλα αυτά τα ονόματα για να καταλάβεις τι γίνεται, τότε η ταινία πιθανότατα δεν είναι και πολύ καλή. Πρέπει να μπορεί να δουλεύει από μόνη της, σα να ήταν μια ταινία επιστημονικής φαντασίας που διαδραματίζεται σε ένα παράλληλο σύμπαν και όλα αυτά που ακούγονται είναι ένα μάτσο φανταστικά ονόματα. Νομίζω κι έτσι θα δούλευε. Αλλά τώρα, σε περίπτωση που κάποιος ενδιαφέρεται, έχει πολλές διόδους να εξερευνήσει.

***

Φωτό άρθρου: Μπραντ Πιτ, Λεονάρντο ΝτιΚάπριο, Μάργκο Ρόμπι και Κουέντιν Ταραντίνο στην πρεμιέρα του “Κάποτε στο… Χόλιγουντ” στο 72ο Φεστιβάλ Καννών (AP Photo/Petros Giannakouris)

*Το “Κάποτε στο… Χόλιγουντ” κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Feelgood. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 72ου Φεστιβάλ Καννών.

ΔΕΣ ΚΙ ΑΥΤΑ

Brad Pitt και Leonardo DiCaprio μιλούν αποκλειστικά στο Oneman για την αντρική φιλία
True Romance: Την καλύτερη ταινία του Tarantino δεν την σκηνοθέτησε ο ίδιος
Λεπίδες, κιθάρες και αίμα: Οι 24+1 στιγμές της ταραντινικής playlist