Στα 40 λεπτά αυτής της συνέντευξης, ο Λάκης θα έγραφε 28 τραγούδια
- 27 ΙΟΥΝ 2017
Αρλέτα. Βίκυ Μοσχολιού. Ελένη Δήμου. Βασίλης Καρράς. Γιώργος Μαργαρίτης. Πυξ Λαξ. Onirama. Πασχάλης Τερζής. Χρύσπα. Ελπίδα. Γιάννης Πάριος. Μίλτος Πασχαλίδης. Σάκης Ρουβάς. Γιώργος Νταλάρας.
Όχι, δεν παίζουμε κάποιο παιχνίδι, ούτε αραδιάζω τυχαία ονόματα Ελλήνων καλλιτεχνών. Όλοι οι παραπάνω, έχουν κάτι κοινό, πέραν του προφανούς, δηλαδή της ενασχόλησής τους με τη μουσική σε αυτή τη γωνιά της Μεσογείου που λέγεται Ελλάδα.
Ας το πάρει το ποτάμι. Και στην Μοσχολιού και στον Καρρά και στον Πάριο και στον Ρουβά και σε πάρα πολλούς ακόμη Έλληνες τραγουδιστές, έχει γράψει τραγούδια ο Λάκης Παπαδόπουλος. Μια μηχανή μουσικής, όπως ο ίδιος αποκαλεί τον εαυτό του, η οποία παράγει διαρκώς νέα κομμάτια, για τον ίδιο, τους φίλους του και καλλιτέχνες τους οποίους εκτιμά, χωρίς να κολλάει σε ταμπέλες.
Τι σημασία έχει αν μιλάμε για λαϊκούς ή έντεχνους ή ποπ; Η μουσική είναι μία και ο Λάκης με τα ψηλά ρεβέρ την υπηρετεί εδώ και δεκαετίες. Είναι ξεχωριστός τύπος ο Λάκης, δεν χρειάζεται να τον ξέρεις καλά, δεν χρειάζεται να τον ξέρεις καν προσωπικά για να το καταλάβεις.
Έχει κάνει δεκάδες δουλειές, από μπάρμαν σε νοσοκομείο μέχρι λογιστής, έχει υπάρξει φαντάρος σε μονάδα ανεπιθύμητων κατά τη διάρκεια της χούντας, έχει γλιτώσει από επίθεση καρχαρία, έχει γυρίσει τον κόσμο πάνω σε καράβια, έχει κάνει τα πρώτα του μουσικά βήματα με μάνατζερ τον Γιώργο Καρατζαφέρη. Ναι, τον γνωστό Γιώργο Καρατζαφέρη.
Κυρίως όμως, έχει πρωταγωνιστήσει σε δεκάδες πλάκες, ξεκινώντας απ’ την παρέα των ηλικιωμένων με τους οποίος ήταν κολλητός μεγαλώνοντας και συνεχίζοντας με μορφές όπως ο Ζουγανέλης, ο Μπουλάς, ο Μηλιώκας κι ο Γιοκαρίνης.
Μουσικές και πλάκες λοιπόν, αυτά που ξέρει να κάνει καλύτερα, θα τον δούμε να μας παρουσιάζει και στην Ταράτσα του Φοίβου, μαζί με τους Λευτέρη Ελευθερίου και Γιώργο Χατζηπαύλου, την Τετάρτη 28 και την Πέμπτη 29 Ιουνίου.
Πριν από αυτό όμως, δέχτηκε να σταματήσει το αυτοκίνητό του σε μια άκρη και να μου μιλήσει για 40 λεπτά στο τηλέφωνο, με θέμα μερικούς απ’ τους πιο σημαντικούς σταθμούς της ζωής του. Για να χωρέσουμε ολόκληρη τη ζωή του, μάλλον θα έπρεπε να κάνουμε μαζί ένα μακρινό ταξίδι με το αμάξι, απ’ αυτά που θα του έδιναν υλικό για 50 τραγούδια ακόμα.
“Ήμουν ευτυχισμένος που περνούσα απαρατήρητος”
Η πορεία ενός παιδιού που μεγάλωσε με πατέρα ψάλτη που μισούσε τους Beatles κι έφτασε να δημιουργεί το δικό του συγκρότημα, το οποίο διαλύθηκε πριν καν ενηλικιωθεί, αποκλείεται να είναι βαρετή.
“Ο πατέρας μου ήταν σαν κι εμένα πολύπλευρος. Ήταν δικηγόρος, παράλληλα δημοσιογράφος, ψάλτης στις δύο εκκλησίες του Λυκαβηττού, στον Άγιο Ισίδωρο και τον Άγιο Γεώργιο. Ένας άνθρωπος αθόρυβος, ήσυχος, που μισούσε τους Beatles και αγαπούσε την εκκλησιαστική μουσική, σε αντίθεση με μένα που λάτρευα τους Beatles και μισούσα την εκκλησιαστική μουσική. Δεν προσπάθησε όμως να με μεταπείσει ποτέ, μου άρεσε ο χαρακτήρας του πατέρα μου κι αυτό το έχω πάρει κι εγώ απέναντι στο γιο μου. Του λέω μια κουβέντα κι αν την ακούσει, την άκουσε. Στο τέλος θα του πω μόνο όταν πάθει ότι θα έπρεπε να με ακούσει. Ο πατέρας μου ποτέ δεν ασχολήθηκε μαζί μας, παρ’ ότι ήταν συνέχεια δίπλα μας, χωρίς να κάνει αισθητή την παρουσία του, κάτι που προσπαθώ να κάνω και με τον Άγγελο. Είναι μεγάλο ταλέντο στη ζωγραφική ο Άγγελος. Αλλά είναι χάρχαλο όπως είναι ο μπαμπάς του, ήρεμος άνθρωπος”.
Από τριών χρονών άρχισα να τραγουδάω μόνος μου το ‘Ασ’ τα τα μαλλάκια σου’, μονολογώντας κι έμειναν άναυδοι οι γονείς μου, ακόμα το θυμάμαι σαν εικόνα. Εκεί που μιλούσα ξαφνικά άρχισα να τραγουδάω κι αναρωτιόντουσαν τι λέει το βρέφος
“Ήμουν λινοτύπης, μουσικός σε κρουαζιερόπλοιο, βοηθός λογιστή, έχω δουλέψει σε εργοστάσιο χαλιών, σε φορτηγό που μαζεύαμε βρωμόχαλα, μπάρμαν στο νοσοκομείο που τώρα λέγεται ‘Γεννηματάς’, σε μαγαζί με χαρτικά που φτιάχναμε σπιράλ. Δεν έμενα ήσυχος, έχω δουλέψει πάρα πολύ στη ζωή μου, έχω χρυσοπληρώσει το ΙΚΑ”. Και η μουσική, πώς μπήκε στη ζωή του σαν επαγγελματική ενασχόληση;
“Κάναμε με φίλους ένα συγκρότημα, τους Dragons, βγάλαμε κάτι τραγουδάκια, βρέθηκε και στο δρόμο μας στην πορεία ένα ψηλό παιδί, έτσι όμορφο, ο Γιώργος ο Καρατζαφέρης ο οποίος ανέλαβε μάνατζέρ μας. Γράψαμε μερικά τραγουδάκια, είχε κι ένα κονέ αυτός, τον Ορφανίδη κι έτσι βγάλαμε δισκάκια 45αρια. Απέκτησαν όνομα οι Dragons, μετά μπήκαν φαντάροι οι μεγαλύτεροι και διαλύθηκε το θέμα, εγώ τότε ήμουν 17 χρονών. Δίναμε αυτόγραφα, τότε ακόμα με φώναζαν Απόστολο. Ήμουν χαμηλών τόνων και με πείραζε η δημοσιότητα. Η δημοσιότητα βέβαια έρχεται και φεύγει, στα δίνουν τα φώτα και μετά στα παίρνουν. Όταν σταμάτησε αυτό ήμουν ευτυχισμένος, περνούσα απαρατήρητος”.
“Ήμουν ακροατής του κρατικού ραδιοφώνου και μετά πήγα κι εγώ να δουλέψω στο Δεύτερο Πρόγραμμα σαν παραγωγός. Όταν πήγα, αυτές που βάζαν εκείνα τα τραγούδια έπαιρναν σύνταξη και με σεβασμό ακολούθησα αυτό το αισθητήριο, το οποίο ήταν γύρω από την ελαφριά μουσική, την καλή λαϊκή μουσική, δεν είχαν βγει τότε τα σκουπίδια. Έπαιζα Τσιτσάνη, Μητσάκη, Παπαϊωάννου, δημοτικά, Ζάχο, Σκαλκώτα, Μίμη Πλέσσα και φυσικά τους χιλιοειπωμένους, Χατζηδάκι, Θεοδωράκη. Και λέω χιλιοειπωμένοι γιατί μπορεί να ήταν οι πρώτοι αλλά δεν ήταν οι μοναδικοί. Και δεν νοείται στην κηδεία του Τσιτσάνη, που ήταν ο πρώτος και για μένα μεγαλύτερος από Χατζηδάκι και Θεοδωράκη, να γίνεται λαϊκό προσκύνημα και πέντε μνήματα πιο δίπλα, τρεις φίλοι να θάβουν τον Γιαννίδη που έχει γράψει το ‘Ξύπνα Αγάπη μου’ κι άλλα σπουδαία τραγούδια από ένα παρεξηγημένο ρεπερτόριο”.
“Ο Ζουγανέλης κι ο Μπουλάς με φώναξαν στο ‘Αχ Μαρία’, είχαν ένα έτοιμο πρόγραμμα, πήγα κι έδωσα κι εγώ την παρουσία μου. Την πλάκα πάντα την είχα, είχα κι ηλικιωμένους φίλους, να ‘ναι καλά εκεί που βρίσκονται, μέσα στην πλάκα όπως ‘Οι εντιμότατοι φίλοι μου’, τέτοια παρέα ήμασταν, τι να σου πρωτοπώ. Ο ένας ήταν γιατρός στο κέντρο της Αθήνας, τον βλέπαμε που ερχόταν χλωμός αλλά δεν μας έλεγε τίποτα, ερχόταν για να γελάσει. Μια μέρα λοιπόν μάθαμε ότι ‘έφυγε’, είχε καρκίνο σε προχωρημένο στάδιο, αλλά ερχόταν στην παρέα για να γελάσει και δεν μας έλεγε τίποτα για να μην μας στεναχωρήσει”.
Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών μου με το κρουαζιερόπλοιο είχα γράψει τη μουσική για το ‘Έτσι απλά Σ’ αγαπώ’, το ‘Τρυφερό σου Ροζ’ και πολλά ακόμη. Είμαι μηχανή μουσικής, δεν παίζομαι, εκεί που κάθομαι μπορεί να γράψω ένα κομμάτι, τώρα που μιλάμε με έχεις καθυστερήσει, θα μπορούσα να είχα γράψει 28 κομμάτια
Κομμάτια τα οποία έχουν εκτελεστεί από εμβληματικές λαϊκές φωνές, παρ’ ότι στην συνείδησή μας ανήκει πιο πολύ στο ροκ και το έντεχνο ρεπερτόριο. “Ο Καρράς είναι κουμπάρος μου, ο Μαργαρίτης μου αρέσει πάρα πολύ. Ξεχωρίζω βέβαια και την Αρλέτα, τη Δήμου, τον Μητσιά, τη Λίτσα Διαμάντη Αυτά περί διαφορετικών ειδών είναι μαλακίες, έχω σιχαθεί την εντεχνίλα. Υπάρχει διαχωρισμός αισθητικής αλλά πάντα στα σκυλάδικα πάνε οι όμορφες γκόμενες και η χλιδή. Στα σκυλάδικα παίρνουν τους καλύτερους μουσικούς της ροκ και κάνουν κάτι ενορχηστρώσεις πολύ φανταχτερές και μετά μπαίνει ο τραγουδιστής και λέει το στίχο του δημοτικού σχολείου που θα μπορούσε να τον σκεφτεί κι ένα παιδάκι. Δεν είναι παντού έτσι βέβαια, κι εκεί έχουμε καθαρά τραγούδια, παντού εδρεύει το καλό και το κακό. Ο λαός μας δεν έχει ιδιαίτερη κουλτούρα στη μουσική, είναι λίγο του τσιφτετελιού, το οποίο το σιχαίνομαι. Να βάλεις μια γυναίκα που χορεύει τσιφτετέλι να κάνεις έρωτα, στα έσπασε όλα”. Η συνεργασία με τον Μητροπάνο πάντως, θα θεωρείται πάντα ξεχωριστή.
“Το ‘Για να Σ’ εκδικηθώ’ μας ωφέλησε όλους. Και τον συγχωρεμένο τον Δημήτρη, του άνοιξε το δρόμο για το έντεχνο. Πριν τον γνωρίσω είχε τρία χρόνια να κάνει επιτυχία, με το εξαιρετικό τραγούδι, τον ‘Χιονάνθρωπο’, σ’ άλλο είδος βέβαια. Με τον Δημήτρη ήμασταν γείτονες, πάντα υπήρχε μια αγάπη από μακριά, τίποτα άλλο. Κάναμε και ‘Της Νύχτας τα Ηχεία’ αργότερα, λαϊκή δύναμη ο άνθρωπος, δεν παιζόταν, θα υπάρχει για πάντα. Έχει τέτοια αγάπη για εκείνον ο κόσμος που πιστεύω ότι θα ξεπεράσει και τον Καζαντζίδη. Αυτοί για μένα είναι λαϊκοί ήρωες”. Εκτός από λαϊκούς ήρωες, ο Λάκης έχει συνεργαστεί και με ποιητές, όπως ο Μάτεσις.
“Ο Μάτεσις ήταν φίλος του αδερφού μου, τον οποίο είχα παραγωγό στα πρώτα μου άλμπουμ, Γιάννης Παπαδόπουλος. Κάναμε τον ‘Κουρσάρο’ μαζί, την ‘Οδό Ασκληπιού’, ‘Καφενείο Ερμιτάζ’, ‘Τον μόνο φίλου μου τον λεν’ Ιούδα’, χαρακτηριστικά τραγούδια όλα. Ωραίος τύπος, χορτάτος, μέσα στην μοναξιά του ήταν ωραίος, έφυγε νωρίς γαμώτο. Ήσυχος. Ούτε ένα συνεργείο τηλεόρασης δεν ήρθε στην κηδεία του, ούτε αυτοί που τους βοήθησε”.
Τα καθάρματα του στρατού και τα ταξίδια ζωής
Αριστερός από οικογένεια αριστερών, βρέθηκε να υπηρετεί τη θητεία του εν μέσω της χούντας.
“Ήταν καταναγκαστικά έργα, σαν να με πήγαν φυλακή για 26 μήνες, λόγω κομμουνιστών συγγενών, λόγω του ότι ο πατέρας μου δεν ήταν δεξιός, μας είχαν φωτογραφίσει και μ’ ένα φίλο μου σε ένα λόγο κάποιου από το ΚΚΕ. Από τότε η φωτογραφία μου ήταν σε όλα τα αστυνομικά τμήματα. Με στείλανε πάνω, στην μονάδα προκαλύψεως, στο Ρούπελ. Να φανταστείς δεν έπαιρνα την άδεια κάθε μήνα για να μαζευτεί και να φύγω νωρίτερα. Δεκανέας ήμουν, αλλά δεν πέρασα καθόλου καλά. Σ’ ένα φυλάκιο σαν εκτοπισμένους μας είχαν, με κάτι τσόλια ανθυπολοχαγούς έφεδρους, κάτι καθαρματάκια. Οι μόνιμοι ήταν πολύ καλύτεροι. Ήταν απαίσια, όλα τα παιδιά ήταν λίγο σκυλάδες, λιώναν στην ταβέρνα, εγώ ούτε κάπνιζα, ούτε τίποτα. Είχα μια κιθάρα, έκανα 1-2 φίλους που τους έχω ακόμα. Τότε έγραψα τη μουσική στο ‘Έλα Γοριλάκι’, όταν γύρισα στην Αθήνα έγραψα και τους στίχους”. Όσο για το πώς βλέπει την σημερινή πολιτική κατάσταση;
“Το πράγμα βράζει και ξεφουσκώνει μόνο του. Έχει καταρρακωθεί ο Έλληνας, έχει δολοφονηθεί ψυχικά. Πάνε με τη βία, να μας κάνουν όπως στην Καραϊβική που πήγαινα ταξίδια, που ήταν η κάστα των πολύ πλουσίων στις βίλες τους κι όλοι οι υπόλοιποι δούλοι τους. Οι πρόγονοί τους έμπαιναν στο Δίστομο κι αφάνιζαν χωριά, πώς γίνεται τα εγγόνια τους να είναι καλοί άνθρωποι; Οι ίδιοι λοιπόν, με το προσωπείο της καλοσύνης, βρήκαν έναν γλεντζέ λαό που περνούσε εικονική πραγματικότητα, με τα λεφτά και το χρηματιστήριο, ξέραν ότι θα ξεφουσκώσει, βάλανε και τα πιόνια τους να λένε ότι λεφτά υπάρχουν και τα παίρνουν όλα τώρα. Έχω βγάλει κι ένα τραγούδι ‘Σκληρά Παιχνίδια’, στο οποίο τα έλεγα όλα πριν από 6-8 χρόνια. Πρέπει να έχουμε διαβατήριο στον τόπο μας, ούτε γκαρσόνια δεν θα μας αφήνουν να είμαστε”. Η αναφορά στην Καραϊβική είναι η ιδανική πάσα για να του ζητήσω να μου ξεχωρίσει μερικές εμπειρίες ζωής από τα ταξίδια του πάνω σε ένα κρουαζιερόπλοιο, τα οποία αποτελούν ακόμη μια από τις αγαπημένες του συνήθειες, αν και φέτος δεν σκοπεύει να το επαναλάβει. “Πού αλλού να πάω, έχω πάει παντού” θα μου πει.
“Δύο ταξίδια θυμάμαι πιο έντονα. Ένα που πήγαμε μέχρι τον Μαυρίκιο και περάσαμε από τα στενά που γύριζαν οι Σομαλοί πειρατές. Τα βράδια πηγαίναμε με κλειστά φώτα μην μας ανακαλύψουν. Μπήκε ομάδα για να καταβρέξει το πλοίο με λάστιχα για να μην ανέβουν πάνω. Σ’ ένα άλλο μέρος, κοντά στον Δομίνικο, παραλίγο να με φάει καρχαρίας. Δεν τον είδα ποτέ. Απαγορευόταν να κάνω μπάνιο εκεί, νόμιζα επειδή ήταν βρώμικα τα νερά αλλά τελικά λόγω των καρχαριών, ήταν μάλιστα προστατευμένη περιοχή. Τον τράβηξα εγώ γιατί είχα ένα σημάδι από κουνούπι και το έξυσα. Μάτωσε και μπήκα στη θάλασσα να το ξεπλύνω. 100 άτομα να είναι, σε μένα θα έρθουν όλα. Πρόλαβα και βγήκα και χτύπησε δίπλα μετά από λίγο, έφυγαν όλοι τρέχοντας. Ένα ακόμη θέαμα που θα μου μείνει αξέχαστο, ήταν στο Σάντος της Βραζιλίας, οι καταρράκτες Ιγκουασού, ένα θέαμα που πρέπει να το δει όλος ο κόσμος στα σύνορα τριών χωρών, Βραζιλία, Αργεντινή και Παραγουάη”.
“Το παν είναι να τα έχεις βρει με τον εαυτό σου”
Η ασταμάτητη μουσική μηχανή που ακούει στο όνομα Λάκης Παπαδόπουλος, τι ετοιμάζει αυτή την εποχή;
“Αυτές τις μέρες θα κυκλοφορήσει ο δίσκος ‘Όνειρα Τηγανητά’ που έχουμε ετοιμάσει με την Αρλέτα και την Sunny Μπαλτζή. Η Αρλέτα έχει τραγουδήσει, όμως η μεγάλη αυτή τραγουδίστρια είναι τους τελευταίους μήνες στην εντατική και παλεύει. Ευτυχώς είναι καλύτερα κι εύχομαι μέχρι το τέλος να πάνε όλα καλά. Έχει τραγουδήσει υπέροχα, υπέροχη τραγουδίστρια και πολύ καλή μου φίλη”.
Παράλληλα, έχω ετοιμάσει κι άλλα τραγούδια, τα οποία και θα ερμηνεύσουν άλλοι, αλλά και κάποια δικά μου. Δεν σταματάω, απλά ξεκουράζομαι, ξεκουράζω το μυαλό μου, γιατί αν το βάλω κάτω δεν σταματάει να γράφει
“Έχουμε και συναυλίες, το τετράγωνο Μηλιώκας, Ζιώγαλας, Γιοκαρίνης, Λάκης, παίζουμε τακτικά μαζί. Συγχρόνως, έχω βάλει στη ζωή μου ένα μεγάλο λαρύγγι, σπουδαίο τραγουδιστή αλλά αρκετά παρεξηγημένο, πολύ καλή καρδιά, τον Πασχάλη Αρβανιτίδη, με τον οποίο κάναμε μαζί μια συναυλία το περασμένο Σάββατο. Με τον Μαχαιρίτσα μόνο δεν έχω συνεργαστεί ποτέ, θα γίνει κι αυτό. Έχουμε τσακωθεί καναδυό φορές αλλά όταν ξαναβρεθήκαμε αγκαλιαστήκαμε σαν να μην έτρεχε τίποτα”. Όσο για το τι να περιμένουμε στην Ταράτσου του αγαπημένου του Φοίβου;
“Ο Φοίβος είναι η μεγάλη μου αδυναμία, προχωράει σ’ έναν μοναχικό δρόμο, με πρωταγωνιστικό τρόπο σ’ όλους τους τομείς, τον ευχαριστώ που με ακούει, έχει πει άλλωστε ότι είμαι ο πνευματικός του πατέρας. Έχουμε μια αισθητική συναφή οι δυο μας και χαίρομαι αυτό το παιδί, έχει βγει από μικρός ώριμος. Κι εγώ έτσι θυμάμαι τον εαυτό μου, από τα 12 ένιωθα ότι ήμουν ώριμος. Θα πούμε διάφορα τραγούδια μαζί, ξενόγλωσσα, αμερικάνικα κι ιταλικά. Χαίρομαι πάρα πολύ με τον Φοίβο, διότι δεν έπεσα έξω, πάντα έλεγα ότι αυτό παιδί διαφέρει, ξεχωρίζει. Τώρα έχει γίνει έφηβος και συνεχίζει ακάθεκτος με την ίδια δύναμη και την αλήθεια που κρύβει μέσα του. Ξέρω και τον πατέρα του, ένας Δον Κιχώτης της σημερινής ημέρας, πραγματεύεται με τα κοινά στη Ραφήνα, η οικογένεια Δεληβοριά είναι ξεχωριστή, έχουν χαρακτήρα, αν τους γνωρίσεις δεν γίνεται να τους αφήσεις στην άκρη”. Αρκετοί συνάδελφοί του, έχουν πάρει καρέκλες σε τηλεοπτικούς μουσικούς διαγωνισμούς. Θα μπορούσαμε να δούμε και τον ίδιο σε αντίστοιχη θέση στο προσεχές μέλλον;
Δεν μου έχει γίνει πρόταση, αλλά δεν νομίζω ότι θα το έκανα. Μου προτάθηκε παλαιότερα να κάνω κάτι στην τηλεόραση και είπα όχι, κι όπως φαίνεται αυτά διαδίδονται, ‘αυτός είναι βαρύς, άσ’ τον, πάμε αλλού’. Ούτε βαρύς είμαι, ούτε ελαφρύς, απλώς δεν μου έχει γίνει πρόταση. Αν μου γίνει με πάρα πολλά λεφτά, θα δούμε
Για το κλείσιμο, μία ερώτηση προς τον Λάκη του σήμερα και του χθες. Του λείπουν τα χρόνια που περνούσε απαρατήρητος;
“Όλα τα χρόνια ωραία είναι, και τώρα ωραία είναι, αρκεί να τα έχεις βρει με την πάρτη σου, με τον εαυτό σου. Να γελάς, να μην είσαι στεναχωρημένος, να μην δημιουργείς στρες με το να θες να κάνεις κακό στον άλλο. Όταν κάποιος σε πειράζει πρέπει να του το λες εκείνη τη στιγμή, να σου φεύγει το βάρος. Όλες οι αρρώστιες ξεκινάνε από το στρες, μηχάνημα είναι, όσο πιο παλιά είναι η μηχανή, τόσο πιο εύκολα χαλάει, θέλει σιγά-σιγά. Είναι κι αυτό το ίντερνετ όμως. Χάνει κάποιος τον παππού του, πεθαίνει ο σκύλος του κι όλοι ξαφνικά τον αγαπάμε. Διαβάζεις κι ωραίες ειδήσεις, αλίμονο, όμως δεν υπάρχει περίπτωση να ανοίξεις το ίντερνετ και να μη δεις δέκα ανθρώπους που ξέρεις να έχουν πεθάνει ή να έχουν αρρωστήσει. Πρέπει τα οικογενειακά να τα κρύβουμε, για ποιο λόγο να τα λες; Όταν δεν χτυπάει το τηλέφωνό σου από ενδιαφέρον, θέλεις να δείξεις την παρουσία σου αλλιώς. Όλη αυτή η μοναξιά όμως, δεν μπορεί να γίνει γλέντι και συνάθροιση, δεν κρύβεται η μοναξιά”.
O Λάκης Παπαδόπουλος θα εμφανιστεί στην ‘Ταράτσα του Φοίβου‘, μαζί με τον Λευτέρη Ελευθερίου και τον Γιώργο Χατζηπαύλου, στις 28 και 29 Ιουνίου.
Κεντρική φωτογραφία: NDP PHOTOS, φωτογραφίες κειμένου: Eurokinissi.gr