Maria Michalinos
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Στέφανε Ξενάκη, πώς είναι να πουλάς 200.000 βιβλία;

Μιλήσαμε με τον συγγραφέα του «Δώρου» προσπαθώντας να μάθουμε για την πορεία του από μια παιδική ηλικία στα καράβια μέχρι την πώληση εκατοντάδων χιλιάδων αντιτύπων.

Είτε ασχολείστε με την αυτοβελτίωση είτε όχι, είτε ασχολείστε με τον χώρο του βιβλίου γενικότερα είτε όχι, όλο και κάπου θα έχει πάρει το μάτι σας το γκρι εξώφυλλο του «Δώρου» με τον μεγάλο κίτρινο κύκλο. Στο ξετύλιγμα κάποιας μάζωξης σε σπίτι, στην παραλία το καλοκαίρι, σε ένα ήσυχο καφέ τον χειμώνα, σε ένα γεμάτο βαγόνι του Μετρό κάποιο απόγευμα Τετάρτης. Δεν είναι ότι σας κυνηγάει. Μιλάμε για ένα βιβλίο η πρώτη εκδοχή του οποίου πούλησε 140.000 αντίτυπα και η συνέχειά του άλλα 50.000, αριθμοί που για το αναγνωστικό κοινό της Ελλάδας είναι πραγματικά και χωρίς υπερβολή τεράστιοι.

Αυτός που το έγραψε είναι ο Στέφανος Ξενάκης, ένας άνθρωπος που (κυριολεκτικά) μεγάλωσε στα καράβια, ανέπτυξε μια λατρεία για τα μαθηματικά, μπήκε στον χώρο των επιχειρήσεων αλλά τελικά έγινε συγγραφέας, πράγμα που ποτέ δεν περίμενε ο ίδιος ότι θα του συμβεί. Εκτός του πρώτου και του δεύτερου «Το Δώρο» (εκδ. KEY BOOKS), ο ίδιος έγραψε το «Κάπταιν» με αφορμή την απώλεια του πατέρα του, αρθρογραφεί συστηματικά σε site και social media και κάνει πολλές ομιλίες.

Μέσα από τις ιστορίες του στα βιβλία, τις διαλέξεις αλλά και στα social media προτρέπει τους ανθρώπους να δράσουν, προκειμένου να επιτύχουν τις αλλαγές που επιθυμούν στη ζωή τους. Όλα αυτά μέσα από ένα τρίγωνο όπως μου το παρουσίασε ο ίδιος: το ρεπορτάζ, το συναίσθημα και η προσωπική εξέλιξη. Παρότι δεν είμαι από τους πρώτους ανθρώπους στους οποίους θα απευθυνόταν η δουλειά του, μίλησα μαζί του τηλεφωνικά κάπου στα μέσα του lockdown με τρομερό ενδιαφέρον. Aυτό που ήθελα πάνω από όλα ήταν να μάθω την πορεία αλλά και τις σκέψεις ενός από τους ανθρώπους που διαβάζονται περισσότερο από κάθε άλλον την τελευταία τριετία στην Ελλάδα.

Ξέρω πώς είχες μια διαφορετική παιδική ηλικία. Πώς θα μου την περιέγραφες σήμερα;

Πήρα πολλή αγάπη και από τον μπαμπά μου και από τη μαμά μου. Η μαμά μου ήταν η κλασική μαμά που ασχολιόταν με μένα συνέχεια. Ο μπαμπάς μου από την άλλη ήταν ο κλασικός μπαμπάς που δεν ασχολιόταν πολύ με τα παιδιά. Ο ίδιος ταξίδευε και ταξίδευε πάντα με τη μαμά μου, πολλά χρόνια και πριν γεννηθώ εγώ. Στη συνέχεια και εγώ. Ήταν πλοίαρχος, του είχε δώσει το ΟΚ η ναυτιλιακή να έχει την οικογένειά του μαζί, οπότε από τα 2 μου μέχρι τα 7-8 μου χρόνια ήμουν στα καράβια με εκείνον ως καπετάνιο. Τα καράβια είχαν τότε ένα πλήρωμα γύρω στα 30-35 άτομα (δούλευε σε μεγάλα φορτηγά-πλοία) οπότε είχα όλο το πλήρωμα να ασχολείται και μαζί μου. Άλλοι από την Ελλάδα, άλλοι από το εξωτερικό, άλλοι από τις Φιλιππίνες, άλλοι από την Κω, άλλοι από την Ταϊλάνδη, άλλοι από τη Μαλαισία, άλλοι από την Αθήνα. Είχα προσοχή, αγάπη και φροντίδα από πολύ κόσμο και πολύ νωρίς. 

«Οι άνθρωποι δεν στερούνται δυνάμεως αλλά θελήσεως. Βίκτωρ Ουγκώ». Από το ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ βιβλιο του Αντωνιου Πισσανου ΜΠΟΡΕΙΣ (1977)Δημοσιεύτηκε από Stefanos Xenakis στις Παρασκευή, 18 Δεκεμβρίου 2020

Ταυτόχρονα όμως μεγάλωσα και πολύ μοναχικά. Νηπιαγωγείο και Α’ Δημοτικού σε μεγάλο βαθμό τα έβγαλα από το πλοίο. Για παράδειγμα, από τους 9 μήνες που ήταν η σχολική χρονία, τους μισούς ή και περισσότερους τους πέρναγα στη μέση του ωκεανού. Έκανα αυτό που λέμε σήμερα homeschooling πολυ νωρίτερα. Επειδή δεν υπήρχε ίντερνετ, στέλνανε στη μάνα μου, στα λιμάνια που σταματούσαμε, την αλληλογραφία με τα μαθήματα.

Τι σημαίνει αυτό; Είχα το καλό ότι ήμουν στο καράβι και είχα την προσοχή όλων αλλά είχα και μια μάνα που ήταν η μάνα μου, η γιατρός μου, η δασκάλα μου. Έχουμε που έχουμε αυτό που λέμε «ελληνίδα μάνα», εγώ το είχα πολύ περισσότερο. Πάντως από τα 7 μου που ο πατέρας μου ξεμπαρκάρισε είχα μια πιο νορμάλ ζωή.

Όταν ήσουν στην εφηβεία σου είχες φανταστεί ποτέ ότι θα γινόσουν συγγραφέας;

Mε τίποτα! Είχα την ευλογία να έχω έναν μέντορα πάρα πολύ νωρίς. Παρότι εγώ είμαι της θετικής σχολής και των μαθηματικών (είχα, έχω και θα έχω τρέλα με τα μαθηματικά) είχα έναν φιλόλογο που μου έκανε ιδιαίτερα μαθήματα. Λευτέρης Καριάτογλου λέγεται και τον ψάχνω και δυστυχώς δεν μπορώ να τον βρω. Αυτός ο άνθρωπος με έμαθε να γράφω σωστά, με έμαθε να διαβάζω σωστά. Ας πούμε μου έδινε κάθε καλοκαίρι πολλά βιβλία λογοτεχνικά. Επιπλέον, στο γραφείο του κάναμε γλωσσικές ασκήσεις και ουσιαστικά έμαθα να καλλιεργώ το λεξιλόγιό μου χάρη σε εκείνον.

Ήταν σημαντική η συμβολή του. Σκέψου ότι ήταν φιλόλογός μου από την Στ’ Δημοτικού μέχρι τη Γ’ Λυκείου, δηλαδή για 6-7 χρόνια έκανα μαθήματα με αυτόν τον άνθρωπο. Να τονίσω ότι  ήταν ένας πραγματικά πολύ μορφωμένος άνθρωπος. Έμπαινες στο σπίτι του και ήταν γεμάτο βιβλία μέχρι το ταβάνι. Δεν μπορούσες να δεις τσιμέντο. Έτσι, και εγώ από αυτόν αγάπησα να μαθαίνω.

Δεν είχα πάντως καμία ιδέα ότι κάποια στιγμή θα γράφω. Ούτως ή άλλως δεν γράφω λογοτεχνικό κείμενο. Αυτό που γράφω δεν χρειάζεται ιδιαίτερη λογοτεχνική ικανότητα. Δεν έχω δηλαδή τη γραφή ενός Χωμενίδη. Απλώς έχω πρακτικές ικανότητες για το πώς κάποιος πρέπει να ζήσει τη ζωή. Γράφω ακολουθώντας κάποια μαθηματικά πρότυπα στο μυαλό μου. Έχω ένα πρόβλημα Α, θέλω να πάω Β, άρα πρέπει να κάνω το Γ. Η γραφή μου είναι μαθηματικού τύπου γραφή και όχι λογοτεχνικού.

Maria Michalinos

Πότε αποφάσισες να στραφείς στην αυτοβελτίωση;

Koίτα, από μικρός είχα μια έγνοια να εξελίσσομαι και να γίνομαι καλύτερος. Ο καθηγητής μου ήταν αυτός που μου το σφράγισε όλο αυτό. Αν θέλεις, τώρα που το σκέφτομαι, η πρώτη απόπειρα αυτοβελτίωσης ήταν τότε. Μετά μπήκα στην Ανωτάτη Εμπορική και είχα τον Γιώργο τον Αυλωνίτη που δεν είναι πια μαζί μας. Ένας από τους κορυφαίους καθηγητές στο marketing σε όλον τον κόσμο. Κάποια στιγμή έπεσε στα χέρια μου ο Robin Sharma, που έγραψε τον «Μοναχό που πούλησε τη Φεράρι», αργότερα ο Άκης Κοτζαμάνης, των εκδόσεων Κυβέλη – ένας πάρα πολύ πνευματικός άνθρωπος. Εκτός από αυτούς, πολλοί άνθρωποι τους οποίους μελετάω, τους έχω γνωρίσει ή τους παρακολουθώ από μακριά. Προχωρώντας στη ζωή μου είχα πάντα μέντορες από διάφορους χώρους.

Ποια είναι η ιστορία της έκδοσης του «Δώρου»;

Καιρό τώρα έγραφα ένα ημερολόγιο με μικρές ιστορίες που άκουγα γύρω μου και με ενέπνεαν. Αυτές τις ιστορίες άρχισα να τις γράφω, άρχισα να τις εξελίσσω, τελικά να εκφράζομαι και να εκφράζω τα συναισθήματά μου μέσω αυτών. Από ένα σημείο και μετά, από το 2016-2017 κάποιες από αυτές τις δημοσιοποιούσα στο Facebook. Κάποια στιγμή, ο Δημήτρης Ρηγόπουλος, ο αρχισυντάκτης του «Κ» μου έδωσε την τιμή μια φορά τον μήνα να γράφω την πρώτη σελίδα στο «Κ» με την «Ερώτηση της εβδομάδας» όπως το λέγαμε τότε. Αυτή ήταν μάλλον η αρχή. Από κάποιο σημείο και μετά αυτά τα ταξινομήσαμε και τα κάναμε βιβλίο. Δεν είχα εγώ προσωπικά στην αρχή καμία σκέψη να βγει ένα βιβλίο. Όσο περνούσε ο καιρός όμως αυτές οι ιστορίες ήταν κάτι που με βοήθησε πάρα πολύ να εκφράσω το συναίσθημά μου με αποτέλεσμα το 2018 να βγει το πρώτο το «Δώρο». 

Περίμενες ότι θα κάνει τόσο μεγάλη επιτυχία; 

Nαι, το περίμενα. Υπήρχαν οι ενδείξεις για κάτι τέτοιο. Έβλεπα ότι οι ιστορίες αυτές είχαν κυκλοφορήσει στο Facebook και κάποιες είχαν γίνει viral. Ήξερα ότι τις είχε αγαπήσει ο κόσμος. Για να είμαι ειλικρινής όμως, δεν περιμένα ότι θα γίνει τόσο πολύ. Ότι θα φτάναμε σε τόσο πολλές πωλήσεις, δεν το φανταζόμουν ούτε εγώ ούτε οι εκδότες μου. Ξέφυγε σε κάποια στιγμή από την επιβλέψή μας και από τις προσδοκίες μας η εμπορική αυτή επιτυχία.

Maria Michalinos

Τι θα έλεγες ότι είναι το έργο σου;

Εγώ θα έλεγα ότι κάνω ένα μικρό ρεπορτάζ. Παλιά δούλευα στην τηλεόραση και στα ραδιόφωνα και στο πρώτο εξάμηνο δούλευα εκεί ως δημοσιογράφος που έκανε ελεύθερο ρεπορτάζ. Αυτό που κάνω, λοιπόν, αυτή τη στιγμή είναι ένα ελεύθερο ρεπορτάζ καλών ιστοριών σε συνδυασμό με το κομμάτι ψυχοθεραπείας και μετά, για να κλείσει το τριγωνάκι, η προσωπική εξέλιξη και ανάπτυξη. Ρεπορτάζ, συναίσθημα και εξέλιξη. Αυτά είναι τα τρία δομικά στοιχεία της δουλειάς μου.

Το «Κάπταιν» είναι ένα βιβλίο που έγραψες για τον πατέρα σου. Ήθελα να σε ρωτήσω αν η ίδια η συγγραφή του βιβλίου σε βοήθησε να διαχειριστείς την απώλεια.

Πάρα πάρα πολύ. Όσο δεν μπορείς να διανοηθείς. Με βοήθησε, με ευεργέτησε, με λύτρωσε. Καμιά φορά τα συναισθήματα θέλουμε, λέμε, να τα διαχειριστούμε. Τα συναισθήματα όμως δεν τα διαχειρίζεσαι, τα ζεις. Μόνο αν περάσεις μέσα από τη φωτιά, θα βγεις από την άλλη πλευρά και πραγματικά θα έχεις λυτρωθεί. Για μένα ο πατέρας μου ήταν απίστευτα σημαντικός. Η απώλεια ήταν ξαφνική και κάτι τρομερά δύσκολη. Άρχισα μέρα με τη μέρα, λοιπόν, να γράφω ιστοριούλες σχετικές με εκείνον. Μαζεύτηκαν τελικά ιστορίες από τις πρώτες 90 μέρες που δεν είχα σκοπό να το εκδώσω αλλά να το βγάλω ένα μικρό βιβλιαράκι για να το δώσω στους φίλους του πατέρα μου. Τελικά, μίλησα με τους εκδότες μου και είπαμε ότι αυτό το χρωστάμε στους μπαμπάδες που είναι ένας ρόλος λίγο αδικημένος στην ελληνική κοινωνία. 

Κάτι που αφορά ένα βίωμα που δεν το έχουμε συχνά στην Ελλάδα. Πώς είναι να είσαι ένας συγγραφέας που έχει πουλήσει τόσο πολύ στην Ελλάδα; 

Το πρώτο «Δώρο» είναι στις 140.000 αντίτυπα και το δεύτερο στις 50.000. Το πρώτο «Δώρο» βγαίνει το 2021 στο εξωτερικό, σε διάφορες χώρες από σημαντικούς εκδοτικούς οίκους. Δεν πολυγουστάρω να το λέω γιατί τελικά δεν είναι αυτό το πιο σημαντικό. Έχει και αυτό την ουσία του βέβαια αλλά δεν χρειάζεται και να το διαφημίζουμε. Είναι σίγουρα κάτι πολύ όμορφο. Νιώθεις καταξίωση, νιώθεις περηφάνεια, οικονομικά είναι κάτι που με ζει και με ζει άνετα πια. Είναι σημαντικό να βλέπεις το δημιούργημά σου να προχωρά και κυρίως να βοηθά κόσμο. Κάποια στιγμή έδωσα τους κωδικούς μου στους εκδότες μου, για να δουν μηνύματα που μου στέλνουν στο Facebook και στο Instagram και δεν το πιστεύαν ότι είναι τόσο πολλοί οι άνθρωποι που έχουν επικοινωνήσει μαζί μου. Αυτό είναι όντως το σημαντικότερο.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι, όταν είχα γράψει το «Κάπταιν», μου ήρθε ένα μήνυμα από ένα παιδί ο οποίος με ευχαρίστησε για το βιβλίο. Είχε θέματα με τον πατέρα του, δεν ήταν καλή η σχέση τους. Αφού διάβασε το «Κάπταιν», όπως μου είπε «σκέφτηκα πώς θα είναι αν κάποια στιγμή δεν ζει ο πατέρας μου οπότε, παρότι είχα χρόνια να μιλήσω μαζί του, πέρασα μια μέρα από το σπίτι του που είχε να με δει χρόνια, κάτσαμε, δεν τα βρήκαμε, δεν συζητήσαμε για τα θέματά μας, τον πήρα όμως μια αγκαλιά. Mετά από κάποιους μήνες πέθανε. Xρωστάω σε σένα αυτή την αγκαλιά». 

Αν πάρεις ένα τέτοιο μήνυμα… τώρα τι να λέμε για πωλήσεις και για λεφτά και για best sellers. 

Πιστεύεις ότι οι άντρες έχουν μια ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία να εκφράσουν τα συναισθήματά τους;

Bέβαια. «Οι άντρες δεν κλαίνε», οι «άντρες είναι δυνατοί», οι «άντρες δεν θέλουν βοήθεια» και τέτοιες βλακείες. Εγώ κάνω ομιλίες ή πηγαίνω σε ομιλίες ή γενικώς σε εξελεκτικές διαδικασίες. Σε όλες αυτές συνήθως από 7 μέχρι 9 είναι γυναίκες και 0,5 άντε με 3 είναι οι άντρες. Κατά μέσο όρο δηλαδή οι άντρες είναι με το ζόρι το 15%. Ξέρεις γιατί; Γιατί δεν τα πιστεύουμε αυτά, γιατί «έλα τώρα θα σου φάει τα λεφτά ο ψυχολόγος» και όλα αυτά. 

Έλεγε η ψυχολόγος μου «το ατσάλι σπάει αλλά το κλαδί λυγίζει». Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή μας, ό,τι και αν είμαστε, είναι να έχουμε μια τάση να εξελισσόμαστε. Οι άντρες έχουμε την τάση να έχουμε πιο κλειστές ψυχοσυνθέσεις να μην δεχόμαστε εύκολα την αλλαγή και, ξέρεις, γι’αυτό την πατάμε. 

Η αυτοβελτίωση ως λογική, ως κοσμοθεωρία βασίζεται στη θέληση του ατόμου. Υπάρχουν πράγματα που υπερβαίνουν τη θέλησή μας; Πράγματα που πρέπει να διεκδικήσει κάποιος συλλογικά ή άλλα στα οποία μικρότερη σημασία έχει η προσωπική του θέληση.

Έχω μάθει πια ότι τίποτα δεν αποκλείεται. Έχω δει ανθρώπους που δεν έχουν φράγκο να είναι στην κορυφή. Χθες έβλεπα το ντοκιμαντέρ ”From Homeless to Harvard” που είναι η ιστορία μιας γυναίκας που ξεκίνησε από άστεγη και έφτασε να είναι αριστούχος στο Harvard. Αυτός ο άνθρωπος που ήταν πεινασμένος για το όνειρό του έφτασε εκεί που έφτασε. Ένα πράγμα που έχω καταλάβει όλον αυτόν τον καιρό είναι ότι τα θαύματα γίνονται. Δεν χρειάζεται βέβαια μόνο να το πιστέψεις, χρειάζεται και γερή δράση.

Είχε πει ο Άινσταϊν κάποια στιγμή ότι έχεις δύο τρόπους να τοποθετηθείς απέναντι στο Σύμπαν «ότι γίνονται θαύματα ή ότι δεν γίνονται». Αν θεωρείς το πρώτο, ίσως με πολλή δουλειά και υπέρβαση να το κάνεις. Αν θεωρείς ότι δεν συμβαίνουν, δεν θα τα κάνεις και τελειώνει η υπόθεση. Ζούμε όλοι σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία αλλά δεν το καταλαβαίνουμε. Έχω δει πάντως μπροστά μου θαύματα.

Ετοιμάζεις κάτι για το μέλλον;

Eγώ συνέχεια γράφω. Αν είμαστε καλά, γιατί δεν ξέρω αν θα είμαι εδώ το 2022, τον Ιούνιο θα βγεί το τρίτο «Δώρο», που πιθανόν θα είναι και το τελευταίο. Από εκεί και πέρα δεν έχω σταματήσει να γράφω κάθε βδομάδα ιστορίες από πράγματα που βλέπω, που με εμπνέουν.